Aυτός που προκαλεί άραγμα.
Πω, πω σε αυτόν τον αραγματικό καναπέ θα μπορούσε να αράζει άνετα ένας αραγματίας σκύλος!!
Aυτός που προκαλεί άραγμα.
Πω, πω σε αυτόν τον αραγματικό καναπέ θα μπορούσε να αράζει άνετα ένας αραγματίας σκύλος!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο αράζων, αυτός που αράζει.
Ο αραγματίας δεν σκορπάει ενέργεια στο να γράφει άσκοπα παραδείγματα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επίσης αυτός που την πέφτει ασυστόλως σε γυναίκες, μέχρι και σε θηλυκές γάτες, που λέει η έκφραση, ή και σε γκέι ερωμένους.
Μεγεθυντικό: πέφτουλας.
Αντώνυμο: πεφτοχαλάστρας.
Μεγάλος πέφτης ο Νώντας, τι λέω, τι πέφτης, πέφτουλας και βάλε!
Got a better definition? Add it!
Χάνω την ψυχραιμία μου και τα παίρνω, όλα εξ αιτίας κάποιας παρεξήγας. Αφορά κυρίως ευέξαπτους άνθρωπες. Η κλασική αυτή μεταφορά ίσως να προήλθε εκ του «αρπάζω φωτιά».
Η ενδεικνυόμενη αντιμετώπιση όσων έχουν αρπαχτεί είναι: παρεξηγήθηκες; τσίμπα ένα αρχίδι!
Βλ. και πιάνομαι.
Got a better definition? Add it!
«Σοφτ» (εκ του αγγλ. soft= απαλός, μαλακός), χαρακτηρίζουμε έναν άνθρωπο μαλθακό, μη σκληραγωγημένο, που δεν έχει καν συναντήσει δυσκολίες στη ζωή του ή τις έχει ξεπεράσει αβρόχοις ποσί και ωσεκτούτου έχει όλα τα χαρακτηριστικά του φλώρου.
Στον αθλητισμό και ειδικά στα ομαδικά σπορ, ο σοφτ παίχτης είναι επιφυλακτικός, μη τσαμπουκαλεμένος, δεν βάζει τα πόδια του στη φωτιά από φόβο μη τραυματίσει εαυτόν ή αντίπαλο και μαρκάρει με τα μάτια, γι΄αυτό και σπάει τα νεύρα των οπαδών της ομάδας του. Παράδειγμα σοφτ ποδοσφαιριστή με αέρινες κινήσεις είναι ο ολλανδός Αριέν-τιτίκα-Ρομπέν.
Το λήμμα όμως μπορεί να προσδιορίζει και άλλα ουσιαστικά, όπως μια κινηματογραφική υπερπαραγωγή, οπότε καταλαβαίνουμε ότι η τσόντα που διαλέξαμε βγήκε μάπα και πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστο 75 λεπτά με τον πέοντα στο χέρι προκειμένου ν΄ατενίσουμε φευγαλέα λίγο βυζί.
Πάλι από απόσταση ασφαλείας μαρκάρει ο Βενετίδης. Δεν έχω δει πιο σοφτ αμυντικό, μήπως πάει για το βραβείο fair play της χρονιάς;
Ο χωρισμός του με το Λίλιαν ήταν τόσο σοφτ, που το Λίλιαν του γνώρισε καινούρια γκόμενα την άλλη μέρα.
Συνώνυμα του μαλθακός: άβγαλτος, αΐδρωτος, βουτυρομπεμπές, βουτυρόπαιδο, κολεγιόπαιδο, λάκης, λαπάς, μαμάκιας, μαμόθρεφτο, μπουκμαμάς, παπαδάκι, πούδρας, σουβλίτσα, σοφτ, τρυφερό πόδι, φλούφλης, φλώρος, χαλβάς.
Got a better definition? Add it!
Αποτελεί αναπόφευκτη μετα(π)αύτωση των εκφράσεων «τι πίνεις και δεν δίνεις;» και «θα μας τρελάνεις;».
Ειδοποιός διαφορά: Δεν συμβιβαζόμεθα με το να πίνει κάποιος και να μην μας δίνει και ωσεκτουτού διαπραγματευόμαστε στην ψύχρα το τίμημα της κυριολεκτικής τρέλας, αντιπαρερχόμενοι κάθε ρητορικό «θα μας τρελάνει;»
Η έκφραση αυτή αντικατοπτρίζει το angst των καμένων μας καιρών και φοριέται αρκετά.
Ασίστ: Πάτσης.
- Δεν μπορώ όμως να μη σχολιάσω τα καταπληκτικά αποτελέσματα χτεσινού γκάλοπ στο MEGA. Απευθύνεται και ρωτάει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ μεταξύ Βενιζέλου - Παπανδρέου:
* Ποιον θεωρείτε καταλληλότερο αρχηγό; Τον Βενιζέλο.
* Ποιον θεωρείτε πιο ειλικρινή; Τον Παπανδρέου.
* Ποιος είναι πιο αποφασιστικός; Ο Βενιζέλος.
* Ποιος είναι πιο ενωτικός; Ο Παπανδρέου.
Διαβάζω κάτι λάθος ή ν' αλλάξω γυαλιά, γιατρέ μου; Απλό το συμπέρασμα: Οι εμπλεκόμενοι στα του ΠΑΣΟΚ και οι ενασχολούμενοι με το ποιος θα 'ρθει, ποιος θα φύγει, προτιμούν, λέει, για αρχηγό έναν που να λέει ψέματα, αλλά με αποφασιστικό τρόπο καθότι ως διασπαστικό στοιχείο είναι ο ικανότερος!! Πόσα θέλετε να μας τρελάνετε;;
(από εδώ)
- Με δηλώσεις του στα βραζιλιάνικα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ο Ριβάλντο αναφέρθηκε με απαξιωτικά σχόλια για το ελληνικό πρωτάθλημα, χαρακτηρίζοντας το πρωτάθλημα του Ουζμπεκιστάν ως καλύτερο!! Πόσα θες να μας τρελάνεις, Ρίμπο;
(από εδώ)
- EΡT: Πόσα θες να μας τρελάνεις; 1,2 εκατ. € έδωσε η ΕΡΤ για νέα εταιρικά σήματα!
(από εδώ).
Got a better definition? Add it!
Ό,τι λέει η λεζάντα.
Δυστυχώς υπάρχουν κάποιοι οδηγοί που, λόγω εργασιακών υποχρεώσεων, οδηγούν το όχημα τους μόνο κάθε σαββατοκύριακο, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν αυτοί και όσοι άλλοι κυκλοφορούν με αυτούς.
- Ρε συ κοίτα τι κάνει αυτός μπροστά μας…
- Ναι ρε, το είδα, έβγαλε φλας για δεξιά και πάει αριστερά. Σίγουρα άμα πάει έτσι θα σκοτωθεί!
- Καλά, ή γυναίκα οδηγός είναι ή γιατρός ή νικολάκης. Για νικολάκης δεν έχει το Ν, μάλλον θα είναι οδηγός του σαββατοκύριακου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τζιεμπικός (GMP-ικός): Από το GMP (Good Manufacturing Practice).
Έτσι χαρακτηρίζεται οτιδήποτε καλύπτει με ασφάλεια τα συγκεκριμένα κριτήρια που έχουμε δώσει.
Με λίγα λόγια είναι GMP compliant.
- Είδες την νέα αναλύτρια;
- Tζιεμπικό μωρό μεγάλε μου.
- Απόψε παίζει παρτάκι στου Αποστόλη του engineer, θα έρθεις;
- Πάντα κάνει τζιεμπικές καταστάσεις ο Τόλης. Μέσα είμαι.
Got a better definition? Add it!
Κάνω μακάζι. Έκφραση που χρησιμοποιούν οι περιστεράδες όταν ψαλιδίζουν τα φτερά από τα περιστέρια για να μην μπορούν να πετάξουν. Στην περίπτωση που ένα περιστέρι από ένα κουμάσι μπερδευτεί με τα περιστέρια άλλου κουμασιού (πιαστεί στον αέρα), το σωστό είναι να ελευθερωθεί, κι αυτό θα επιστρέψει στη βάση του. Στην περίπτωση όμως που έχουμε διαφορές με τον εκάστοτε συνάδερφο, τότε το πιασμένο περιστέρι πρέπει να μείνει στο κουμάσι μας μέχρι να το θεωρήσει σπίτι του. Απαλλοτριώνουμε το πτηνό εν ολίγοις.
Η φράση δεν πρέπει να συγχέεται με το «φωλιάζω» ένα περιστέρι, διότι σε αυτή τη περίπτωση το περιστέρι δεν πετάει από ένστικτο και δεν είναι απαραίτητο το μακάζι.
Μεταφορικά η έκφραση αποδίδει πιο εύγλωττα τον ευνουχισμό. Ο άνδρας δηλ. που έχει υποστεί μακάζι, δεν ξεμυτάει από το σπίτι, είναι κλεισμένος στο κουμάσι του και βγαίνει μόνο με τη συνοδεία της κυράς του.
- Τι έγινε ρε μεγάλε; Τι φάτσα είν΄αυτή;
- Άσε με ρε με τον π&**#, τον @^!κ$
- Γιατί τι παίχτηκε;
- Τον ρώτησα για το ζευγάρι, τις βούτες ρε συ που τις ψάχνω δυο μέρες τώρα, κι έκανε την παλαβή.
- Και;
- Πήγα σπίτι του και τις είχε κάνει μακάζι. Στο κουμάσι τις είχε ο πούστης.
- Πού είσαι ρε συ Τέο; Έτσι είπαμε; Παντρεύτηκες και χάθηκες ρε μάγκα
- Ε, να τώρα με τη Χρύσα, γιου νόου κτλ
- Χειρότερος κι απ΄τον Ρούλη έγινες ρε μάγκα. Μακάζι σ΄έκανε η δικιά σου με φαίνεται...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σε πολύ μεγάλη ποσότητα.
Από λαϊκή ρήση για το ύψος π.χ. του χιονιού («χιόνισε μέχρι το γόνατο») ή και από το βάθος του νερού («βραχήκαμε μέχρι το γόνατο»)
Εκ μεταφοράς, για το μέγεθος (βάθος ή διαμέτρημα) της μαλακίας του ανδρός ή της γυναικός.
- Μάκη πώς τον κόβεις το νέο διευθυντή που μας έκατσε;
- Πολύ γόνατο το παιδί, πήξαμε στη μαλακία επί δίωρο με τον λόγο του.
Got a better definition? Add it!