Further tags

Ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος φοράει παντελόνια που δεν ταιριάζουν στον κώλο του, με αποτέλεσμα αυτά να κρέμονται σε εκείνο το σημείο του σώματος σαν κατσαβράκια.

Κοίτα, πώς του κρέμεται το παντελόνι! Ε, τον παλιοσκατοβρωμο-γκατσάβρα!!!

Βλ. και σχετικό λήμμα χαρμπαγιάγκαλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το απαραίτητο συμπλήρωμα της συνολικής εμφάνισης γκλαμουράτων και λοιπών κατά τις βραδυνές, και όχι μόνο, εξόδους. Είναι τα γνωστά σε όλους σκαρπίνια-λουστρίνια αλλά με αξεσουάρ και υλικά που αποτελούν ό,τι πιο κιτς μπορεί να βάλει ο νους του κάθε Aσλάνη.

Συνήθως όσο πιο άγριο είναι το ζώο από το οποίο αποτελούνται τόσο πιο πολύ μετράνε. Για παράδειγμα πολύ καλό είναι το γουρουνίσιο δερματινί που φαίνεται σαν αληθινό δέρμα, αλλά τι να κλάσει μπροστά στο φιδίσιο δέρμα που κι αυτό με τη σειρά του τι να κλάσει (κλάνουν τα φίδια;) μπροστά στο αυθεντικό κροκοδειλί πατούμενο;

Μολονότι αντικειμενικά αποτελούν σημάδι κύρους και καλού (;) γούστου, αυτός που τα φοράει χρειάζεται να υπομείνει κάποιες δυσκολίες για να μπορέσει να καρπωθεί πλήρως τις ιδιότητες τους. Το λεξιλόγιό αυτού που τα φοράει περιορίζεται σε εκφράσεις όπως: «Καλησπέρα, έχετε κάνει κράτηση;», «Κοπελιά να σε κεράσω ένα σφηνάκι;», «Για που είμαστε μετά;» και άλλες με νόημα κοντά σε αυτές. Επίσης, πρέπει να ανέχεται να φοράει παντελόνι που με το που κάθεσαι ανεβαίνει στο γόνα και αφήνει σε κοινή θέα το υπόδημα και την κάλτσα που πρέπει να φαίνεται πανάκριβη. Οι ειδικές ζώνες που αναλαμβάνουν να κρατήσουν το παντελόνι στο ύψος του ομφαλού για να επιτευχθεί το παραπάνω πωλούνται στα ίδια μέρη με τα πουστρίνια. Άλλη μια δυσκολία είναι η προσπάθεια να χωρέσουν όλα τα δάχτυλα σε χώρο που προορίζεται για το ένα και μοναδικό δάχτυλο ποδιού των ιθαγενών της φυλής Γκρονγκξ για την οποία φαντάζομαι σχεδιάστηκε αρχικά αυτό το είδος παπουτσιού. Αλλά μπρος στα κάλλη τι 'ναι ο πόνος;

Ετυμολογικά η λέξη μάλλον προέρχεται από την εξέλιξη σκαρπίνι -> πουστρίνι, ακριβώς όπως και το λουστράκος-> πουστράκος. Ο κάτοχος δεν πρέπει απαραίτητα να είναι πισωγλέντης, αλλά απλά να ασπάζεται τα σημερινά πρότυπα ομορφιάς που θέλουν τον άντρα... περίπου, τουλάχιστον για όσο τα φοράει.

- Είδες ο Κωστάκης; Έσκασε μύτη με τα βερτσάσε μας κάτω, με τα ντόλτσε καμπάνα και με τα πουστρίνια και το παίζει μάγκας. Που πας καημένε! Ακόμη περνάει η βαρβατίλα! Πού είναι τώρα η Μαιρούλα να της πω δυο λέξεις αντρίκιες και βαριές...
- Δεν είμαι σίγουρος αλλά πρέπει να έφυγε με τον Κώστα.
- Όχι ρε Μαιρούλα... Γιατί μου το έκανες αυτό; Σε εμένα που είμαι τόσο ευαίσθητη ψυχή; Κι η φάρμα που είχαμε ονειρευτεί να κάνουμε μαζί; Τα γκρέμισες όλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με το Λεξικό Μπαμπινιώτη είναι «παθολογική υπέρμετρη πάχυνση του δέρματος [...] που έχει ως αποτέλεσμα την παραμόρφωση των περιφερειακών τμημάτων του σώματος, κάτω και άνω άκρων κ.τ.λ.». Για να κάνω μια σλανγκική επεξήγηση (τροπή) της έκφρασης είναι αυτό που λέμε κοινώς «την έχει σαν ελέφαντα».

Παρόλο που ακούγεται ιδανικό, δημιουργεί προβλήματα και στον πάσχοντα και στην/ον σύντροφό του. Στην/ον δεύτερη/ο γιατί είναι σαν να της/του έβαλε δάχτυλο ελέφαντας. Και στον πάσχοντα, γιατί ... άντε μετά να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. Λύσεις πάντως υπάρχουν κατά το ανέκδοτο: «-Πώς χωράνε τέσσερεις ελέφαντες σ' ένα Φολκσβάγκεν; (όχι απαραίτητα φολκσβάγκεν κλούβα).
-Δύο μπρος, και δύο πίσω».

Άλλωστε, όπως λέει και το γνωμικό, «με σάλιο και υπομονή γαμεί ο ελέφαντας το μυρμήγκι».

Υποκοριστικό: την έχει αλογίσια, την έχει γαϊδουρίσια.

Μένιος: Τι έγινε Βάγγελα; Γιατί είσαι έτσι κατσουφιασμένος; Πες μου τα σώβρακά σου!
Βάγγελας: Άστα να πάνε! Γυρίζω απ' το γιατρό. Δύο αρρώστιες μου βρήκε ο πούστης!
Μ.: Είναι τίποτα σοβαρό;
Β.: Εμ, δεν είναι; Πριαπισμός και ελεφαντίαση μου είπε, 2 σε 1!
Μ.: Έλα ρε Βάγγελα, και σε πήρα στα σοβαρά!...
Β.: Μην το γελάς καθόλου, είναι θανατηφόρες! Η πρώτη για τον πάσχοντα, η δεύτερη για την σύντροφό του!
Μ.: Ε, τότε πάσαρε την Λίλιαν και σε κανέναν άλλο για πιο νορμάλ καταστάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων τα κανονικά ρούχα που φοράει μια λικνιτζού, όταν δεν είναι εν ώρα υπηρεσίας, για να περιφέρεται (εν υπηρεσία) με τα ξυλοπόδαρα και τον κορδονούρη.
Συμβαίνει πού και πού μια στριπτητζού να έρθει στο ευαγές ίδρυμα σε χρόνο ανύποπτο (τουλάχιστον από φραπεδικής απόψεως) και τότε δεν φοράει τα ρούχα της δουλειάς (ρούχα είναι σχήμα λόγου). Τότε ο στρηπτιτζόφιλος συνήθως τρώει ήττα, βλέποντας το ίνδαλμά του να αποδομείται.

Trivia: Ο όρος δεν είναι και τόσο ανοίκειος, μια και στην βυζαντινή περίοδο και Τουρκοκρατία «πολιτική» ονομαζόταν η εταίρα, η «κοινή». Και σήμερα βέβαια η πολιτική είναι πουτάνα κι οι πολιτικοί τσάτσοι, αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη κουβέντα...).

-Πήγα χτες στο κλαμπ κι είδα την Τζέσικα με πολιτικά. Δεν δουλεύει πια εκεί, λέει, αλλά ήρθε να χαιρετήσει κάτι φίλους. Άσε έφαγα μεγάλη ήττα! Τελικά αν δεν δεις την γυναίκα άβαφη το πρωί, δεν μπορείς να την εκτιμήσεις σωστά!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων είναι τα υπερβολικά ψηλά ψηλοτάκουνα μιας στρηπτιτζούς/ λικνιτζούς. Ο όρος υπονοεί ότι το θέαμα είναι σαν τσίρκο. Παρ' όλα αυτά, είναι ένα απαραίτητο εξάρτημα, για να προσδίδει ύψος στην λικνιτζού. Αν τύχει να τα βγάλει, τότε φαίνεται το πραγματικό ύψος κι ο στρηπτιτζόφιλος τρώει ήττα. Οι κακές γλώσσες λένε ότι ο σωλήνας στην πίστα των στριπ-κλαμπ αυτόν ακριβώς τον ρόλο εξυπηρετεί, ήτοι να μην παραπατάνε οι λικνιτζούδες όταν χορεύουν, άμα δεν έχουν μάθει ακόμη να οδηγούν σωστά τα ξυλοπόδαρα.

- Άσε, είχε έρθει χτες στο κλαμπ η Τζέσικα με τα πολιτικά, χωρίς ξυλοπόδαρα και μαλακίες, κι έφαγα μεγάλη ήττα! Ποιος θα φανταζόταν ότι αυτή η τριφασική νταρντάνα θα αποδεικνυόταν τελικά ένα πινεζοπούτανο! Μεγάλη απάτη τα ξυλοπόδαρα τελικά!
- Δεν πειράζει και το όρθιο τσιμπούκι έχει την χάρη του!

(από Khan, 15/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεράστιος βύζος. Όχι απλά οι βυζάρες, δε μιλάμε για βυζολάκκο, αλλά βυζοχαράδρα. Εκτιμητέες στην αντρική υπόληψη όσες διαθέτουν γαλακτοτουρμπίνες. Απαραίτητη προϋπόθεση για όσες θέλουν να εργαστούν σε μπουζουκλερί. Κάποιο tv persona (δεν θυμάμαι ποιο) είπε ότι η Ελεονώρα Μελέτη έχει γαλακτοτουρμπίνες (συμφωνώ), και το άρπαξε το εξώδικο του (διαφωνώ), κοπλιμέντο σου έκανε ρε Ελεονώρα ο άνθρωπος!

(Μπροστά σε οικοδομή στην Πάτρα)

- Τι γαλακτοτουρμπίνες είναι αυτές μάνα μου;;;;
- Αϊ να χαθείς παλιοκαλουπατζή!
- Άμα κατέβω απ' τη σκαλωσιά θα σου δείξω εγώ...
- Να πας να δείξεις στη μάνα σου και στην αδερφή σου ρε μινάρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκεί που τα πτυχία των αποφοιτριών, είτε από Πούτσεστερ, είτε από άλλα καλύτερα πανεπιστήμια γίνονται λαδόκολλες και δεν ανοίγουν πόρτες, εκεί που κάποιες έχουν διδακτορικό (κανονικό ή γιαλατζί) και σπάνε τα μούτρα τους γιατί η ανεργία χτυπάει κόκκινο, εκεί που το βιογραφικό σημείωμα είναι ανίσχυρο να πραγματώσει τα όνειρα και τα κούφια λόγια περί επαγγελματικής αποκατάστασης φαντάζουν ασήμαντα, ένα πλούσιο βυζογραφικό (γυναικείο στήθος) έρχεται πολλές φορές όχι άπλα να ανοίξει πόρτες, αλλά να ανοίξει το δρόμο και για πολλά άλλα πράγματα. Μαρούλι-Λοιπές υλικές απολαύσεις- Κοινωνική καταξίωση. Μ' άλλα λόγια: ένα βυζογραφικό που να μπορεί να φέρει το Σακέτο σε πακέτο!

Το βυζογραφικό σημείωμα δεν είναι απλές κόλλες χαρτιού όπως το βιογραφικό. Μιλάει από μόνο του.

Ένα πλούσιο βυζογραφικό συνδυαζόμενο με multimedia υποστήριξη (σώμα και πρόσωπο φοβερής αισθητικής αντίληψης, αρμονική κίνηση, τσαχπινογαργαλιάρα ματιά και φωνή) που φωνάζει από χιλιόμετρα: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε» μπορεί να ανατρέψει όλα τα προγνωστικά (π.χ. φτωχό βιογραφικό).

Ένα βυζογραφικό που προβάλλει μέσα από ένα βυζούβιο (ως φάκελο), αφήνοντας να διαφανεί εικόνα για high class βυζόμπαλα πλαισιωμένα από Κορμί, τύπισσας υψηλών φυσικών προδιαγραφών, που όχι απλά σέρνει καράβι αλλά και ναύαρχο και ναυαρχίδα και στόλο ακόμα, αποδεικνύεται πολλές φορές κατά πολύ ισχυρότερο από ένα πολύ καλό βιογραφικό.

  1. Δυο συνιδιοκτήτες μιας εταιρείας συζητούν.
    Α: Βλέπω πως για τη θέση της υπαλλήλου που ψάχναμε για το τμήμα δημοσίων σχέσεων πως προσέλαβες αυτή με το χειρότερο βιογραφικό. Για δημόσιες σχέσεις μιλάμε, όχι για δημόσιες χέσεις. Τι συμβαίνει; Έχει μπάρμπα στην Κορώνη; Και το άλλο πάλι που το βάζεις; Μα να της δώσεις ταβανοσκουπάτο μισθό;
    B: Κοίτα, μπορεί να 'χει ftp βιογραφικό, αλλά αν δεις το πλουσιότατο βυζογραφικό της θα καταλάβεις γιατί την προσέλαβα. Τσάμπα μας έρχεται. Θα μας αναζωογονεί σεξουαλικώς, οπότε θα μας βοηθά να παίρνουμε σωστές αποφάσεις για τον οργανισμό.
    Α: Μα δεν ξέρει τη δουλειά.
    Β: Και τι έγινε; Όπου χρειάζεται θα έχει βοήθεια από άλλες, ενώ με τα φυσικά της προσόντα θα μας κλείσει τις... συνεργασίες.

  2. Κορίτσια καταθέστε βυζογραφικό. Ο Ατάνας πληρώνει. Ο Ατάνας επιλέγει. Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοσχισμή, επειδή χωρίζει στα δύο τους γλουτούς, όπως η χωρίστρα την κόμμωση.

-Μάνα μου η χωρίστρα σου!

(από sstteffannoss, 09/07/11)

Βλ. και κωλοχαράδρα, κωλοσχισμή, χαράδρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να βάζουμε τα γυαλιά ηλίου, όχι στα μάτια, αλλά στο πάνω μέρος του κεφαλιού μας, πάνω από μαλλιά (ή φαλάκρα), έτσι ώστε να κοιτάζουν στον ήλιο, σαν να είναι ηλιακός θερμοσίφωνας σε ταράτσα σπιτιού.

Αγαπημένη έκφραση Ανίτας Πάνια.

-Εσύ αρχηγόπουλο τι τον θες τον ηλιακό θερμοσίφωνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουρούπα ή κουρούπι αποκαλείται η στάμνα, το κιούπι κι άλλα πήλινα σκεύη.

Ο όρος κουρούπας προέρχεται απ' την εικόνα της στάμνας, που θυμίζει το κεφάλι (κουρούπα) κάποιου που του έχουν πέσει τα μαλλιά και έχει μεγάλη φαλάκρα, κάποιου που είναι εντελώς κάμπριο, ή κάποιου που έχει κουρευτεί γουλί. Αυτός μπορεί να αποκαλεστεί και ως κουρούπης.

Σχετικά, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως όταν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση:«Την ξεμάλλιασε», μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση, «Την έκανε κουρούπα»

Σημείωση: Η φράση έχει απαξιωτική χροιά. Ωστόσο, αν θέλουμε να την αυξήσουμε, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο παλιοκουρούπας.

  1. Τρελό γέλιο οι Γάλλοι –πώς το 'πάθαν και δεν πήραν σοβαρά τον εαυτό τους φέτος!- ένα σεληνιασμό έχει ο κουρούπας σαμάνος που χορεύει από πίσω (δες και video εδώ)

  2. - Κοίτα ρε σύ το φαλακράκια που πάει να την πέσει στα κοριτσάκια
    - Ε ...τον παλιοκουρούπα. Τι περιμένει να πιάσει πέρα από παντελονόψαρα;

(από GATZMAN, 15/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified