Further tags

Η συνισταμένη δύο κλασικών πλέον βρασταμανικών λημμάτων, ήτοι οαρκούρδος είναι αρκούδος και μελαψός Αγγλοσάξων ή Γαλάτης ή Τεύτων ή γουατέβα, αλλά περισσότερο στην απόχρωση της σκουριάς.

Βέβαια, στις προθέσεις του λημματονουνού Κνάσου και της φίλης του, που το εφηύρε για «κάτι περίεργους, μαυριδερούς, βρώμικους και τριχωτούς Άγγλους σε ένα αεροδρόμιο» δεν ξέρω αν περιείχετο η γκέι έννοια. Πλην ύστερα από την πρόσφατη λημματογράφηση του αρκούδου, κάθε μη αρκούδως γκέι εκδοχή του αρκούρδου έχει πλέον καταστεί παρώ. Βέβαια, δεν αποκλείεται να χρησιμοποιηθεί η έκφραση και για έναν στρέιτ μελαψό βερμουδιάρη, πλην φοβούμαι ότι θα δημιουργηθούν εύλογες υποψίες μήπως ο χαρακτηριζόμενος ως αρκούρδος το αυτονομεί το Κουρδιστάν ή, εναλλακτικώς, το γλείφει το μέλι...

Αρκούρδος, λοιπόν, ο αρκούδος με απόχρωση σαν Κούρδο, ή πάκι ταμπαβιόλη.

Trivia: 1. Πριν από την φίλη του Κνάσου, η έκφραση υπήρχε επίσης σε κρύα ανέκδοτα του στυλ: - Τι είναι καφέ, ζει στα δάση και το κυνηγάνε οι Τούρκοι; - ...;
- Ο αρκούρδος.

- Τι είναι καφέ, τρώει μέλι και έχει κουπιά; - ...;
- Η βαρκούδα.
κ.ο.κ. Δεν νομίζω ότι μας πολυενδιαφέρει αυτό.

  1. Η αρκούδα είναι ένα από τα πιο σλανγκενεργά ζώα. Παραθέτω έναν ενδεικτικό κατάλογο: αρκούδα, αρκουδάκος, αρκουδέας, αρκουδέης, αρκούδες, αρκουδιά, αρκουδιάρης, αρκουδίσιον, αρκουδίτσα, αρκουδοπεταλούδα, αρκούδος, αρκούδως, βολική αρκούδα, της αρκούδας, το χώσιμο της αρκούδας, χέζουν οι αρκούδες στο δάσος; κ.ά.

- Χέζουν οι αρκούρδοι στο δάσος;
- Δύσκολο το κόβω...

Λε-λε-λευτεριά, λευτεριά στον αρκούρδο!

Το αποσχίζει το Κουρδιστάν (από Khan, 31/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως τέτοιος χαρακτηρίζεται ο τύπος που το παίζει λεφτάς ενώ δεν έχει μία!

- Ο Μήτσος την έπεσε στην Χριστίνα και έφαγε το πήλινο.
- Λογικό ρε, αφού είναι ξεφτιλομπατιρόπουστας!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, η οποία γεννήθηκε, μεσ' στους κόλπους του σλανγκοσάιτ από λεξιπλαστική φρενίτιδα του γράφοντος και η οποία, ναι μεν ηχομιμείται θεσπέσια το θεσπέσιο, αλλά επιπλέον εμπεριέχει και το σπεκ. Μ' ένα σμπάρο, διολημμήδης!

πλεονάζει

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγνώστου προελεύσεως σύνθετη λέξη που υποδηλώνει ταν ηλίθιο και τον κακεντρεχή.

Τι παπαροζούμης είσαι ρε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει τις ρίζες του από την χρυσή εποχή των πόκεμον. Το αναφέρουμε συνήθως όταν θέλουμε να θίξουμε κάποιον για τις βλακείες που λέει γιατί τον θεωρούμε στόκο (ή και είναι).

- Πάμε αύριο να δούμε ταινία;
- Πω...! Τι Στόκεμον είναι αυτός, μια εβδομάδα δεν κανονίζουμε να πάμε αύριο για χορό με τον Τάκη και τον Μάκη;

Pokemon (από jetbeth, 16/08/09)

Βλ. και ελ στοκαδόρ, στοκαμπίλιτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερζάμπλουτος, ο καρακαπιτάλας, αυτός που δεν έχει στην ιδιοκτησία του απλά ένα νησί, αλλά ολόκληρη την Πολυνησία και πάνω απ' όλα: δεν ντρέπεται καθόλου μα καθόλου να το δείξει.

Η ετυμολογία της λέξης δεν κάνει διαχωρισμό μεταξύ αυτών που έχουν γεννηθεί με το χρυσό κουτάλι στο στόμα, ή αυτών που αποκαλούνται κοινώς νεόπλουτοι. Το καπιταλόσκυλο είναι απλά ένας ακόμη φορέας του υπαρκτού καπιταλισμού, που δεν σταματάει μπροστά σε τίποτα και δεν λογαριάζει και τίποτα προκειμένου να βγάλει κέρδος και να προωθήσει τα αγαθά του καπιταλισμού. Είναι ο βέρος νεοφιλελεύθερος, ή μάλλον η πιο καθαρή ράτσα νεοφιλελεύθερου που μπορεί να προκύψει. Είναι αυτός που θα σε δαγκώσει αν δει πως χάνει έστω και ελάχιστο περιθώριο κέρδους. Και το χειρότερο απ' όλα (όπως τουλάχιστον φάνηκε από τα πρόσφατα διεθνή γεγονότα): είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στις φόλες...

ΦΑΤΕ ΤΑ ΚΑΠΙΤΑΛΟΣΚΥΛΑ! ΓΕΜΙΣΤΕ ΦΟΛΕΣ ΤΟ ΚΟΛΩΝΑΚΙ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φάλτσος (είτε λόγω απειρίας είτε λόγω γηρατειών) ιεροψάλτης.

Ο βυζαντινοφωνίξ είναι ο ιεροψάλτης που σε ξυπνάει βάναυσα τις (πολύ) πρωινές ώρες της Κυριακής αν τύχει και μένεις κοντά σε εκκλησία, ή αν η τοπική εκκλησία διαθέτει και ευλογημένα εξωτερικά μεγάφωνα. Οι ήχοι του βυζαντινοφωνίξ είναι τόσο πλάγιοι που κοντεύουν να πέσουν κάτω, και στο άκουσμα τους ο μαρμαρωμένος βασιλιάς ξυπνάει όχι για να πάρει την Πόλη, αλλά για να πάρει τον πούλο και να ζητήσει πολιτικό άσυλο ως έκπτωτος μονάρχης.

Η ονομασία βυζαντινοφωνίξ προέρχεται από τον Κακοφωνίξ, βασικό χαρακτήρα / σύμβολο της απανταχού φαλτσαδούρας και - σύμφωνα με κάποιος κύκλους - πρώτο αυθεντικό χεβιμεταλλά στην ιστορία της ένατης τέχνης. Οι ιστορικοί της τέχνης δεν έχουν ακόμη αποφανθεί για το ορθόν της άποψης.

  1. Με ξύπνησε ο γαμημένος ο βυζαντινοφωνίξ χτες το πρωί και του' συρα όχι απλά καντήλια, αλλά ολόκληρο μαγαζί εκκλησιαστικών ειδών... μα είναι πράγμα αυτό, από τις έξι το πρωί να ακούω τις άγιες γκαρίδες του;

  2. Ρε αυτός είναι τόσο βυζαντινοφωνίξ που ψέλνει και αναχαιτίζει τούρκικα μαχητικά πάνω απ' τα Τρίκαλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσφωνείται ούτως, τύπος που το μικρό του όνομα είναι Γιώργος (το επίθετο δεν μας ενδιαφέρει), και έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Είναι μούρη και ολίγον λαμόγιο, γνωστός στην πιάτσα,
  • Είναι large, σε εμφάνιση και σε κιλά. Το χρυσό ρολόϊ είναι μαστ, καθώς και η αχρήστευση των δύο πάνω κουμπιών, όλων των πουκαμίσων,
  • Έχει ασχοληθεί κάποια στιγμή στη ζωή του, ή ασχολείται ακόμα με την τοπική ομάδα ποδοσφαίρου,
  • Θεωρεί τον εαυτό του ειδήμονα σε όλα, μιας και έχει βγάλει το πανεπιστήμιο της ζωής,
  • Η όλη του συμπεριφορά αποσκοπεί στο να δείξει στους γύρω, ότι έχει μεγάλη επιφάνεια, παρότι τα οικονομικά του είναι χάλια, και τον ψάχνουν όλες οι τράπεζες,
  • Γλυτώνει παρά τρίχα τη φυλακή, διότι όντας αγαπητός παρά τα ελαττώματά του, πάντα κάποιος φίλος καθαρίζει για πάρτη του,
  • Συνήθως είναι ιδιοκτήτης εστιατορίου, ή καφέ μπαρ, ή κωλόμπαρου,
  • Έχει διασυνδέσεις στη νύχτα και γενικά παντού, χωρίς βέβαια οι διασυνδέσεις να χαίρονται γι αυτό.

Το προσωνύμιο βέβαια το χρωστάμε στην τεράστια μορφή, τον πρώην πρόεδρο του Παναθηναϊκού, Γιώργο Βαρδινογιάννη. Δεν υπάρχει σχέση με την παλιά έκφραση «ποιός είσαι; ο Βαρδινογιάννης;», η οποία αναφερόταν στη χλίδα.

Bαρδινογιώργος λοιπόν είναι ο Βαρδινογιάννης της μικρής κοινωνίας, ο οποίος πιο πολύ φαίνεται παρά είναι, και δεν έχει να κάνει με τον πλούτο, αλλά με την φασαριόζικη και επιδειξιομανή συμπεριφορά.

- Είδα χθες στα μπουζούκια τον Κύριο Γιώργο. Θαμμένο μες τα λέλουδα και τις αρτίστες. Σε μια στιγμή βγαίνει στην επιφάνεια για να αναπνεύσει, και διατάζει το γκαρσόνι να μας στείλει μία μποτίλια.
- Ε οπότε, δεν είδες τον Κύριο Γιώργο. Τον βαρδινογιώργο είδες, που έχει το παραλιακό εστιατόριο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο γένους αρσενικού που έχει αποκτήσει καμπούρα από την επαναλαμβανόμενη τέλεση σεξουαλικής πράξης σε χώρο περιορισμένου όγκου. Στο 99% των περιπτώσεων ο χώρος αυτός αποτελεί αυτοκίνητο, συνήθως παλαιάς τεχνολογίας, οικογενειακό συνηθέστερα ή ιδιόκτητο σπανιότερα.

Το προαναφερθέν άτομο τελεί συνήθως υπό την ιδιότητα του φοιτητή ή μη ανεξάρτητου οικονομικά νέου που διαμένει στην οικογενειακή στέγη μαζί με γονείς, αδέρφια, παππούδες σκυλιά, γατιά και κάθε είδους έμψυχα όντα που δυσχεραίνουν την επίτευξη του πρωταρχικού του στόχου, του γαμησιού.

Ο χαρακτηρισμός ελευθέρας βοσκής αναφέρεται στην ικανότητα του κ. να ανιχνεύει, καταδιώκει και καταβροχθίζει την τροφή του εκτός της οικίας του και αναδεικνύει την ανωτερότητά του συγκριτικά με συγγενικά του είδη όπως ο κ. Domesticus και ο κ. Pornobichtus.

Προσοχή!!!: δεν πρέπει να συγχέεται με τον καγκουρογαμόσαυρο, ο οποίος αποτελεί διακριτό γένος.

Βλ. επίσης: κ. pornobichtus, κ. domesticus, κ. phantasioplectus

-Παλικάρι ο Γιάννης, την κατάφερε κι αυτή!
-Του χει βγει η μέση όμως, τον είδες σήμερα;
-Ε πώς να χωρέσει στο 500αρακι κοτζάμ καμπουρογαμόσαυρος ελευθέρας βοσκής!

καμπουρογαμοσαυρος ο ιπτάμενος (από fire, 03/09/09)(από vikar, 20/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διασταύρωση του κοινού ελληνικού καγκουρό και του Καμπουρογαμόσαυρου. Διατηρεί τη χαρακτηριστική καμπούρα του καγκουρό, και έχει ιδιαίτερη κλίση στη παπαρολογία και τη φαντασιοπληξία. Προσπαθεί διαρκώς με φιδιές να πείσει τον καθένα που συναναστρέφεται ότι ανήκει στο είδος του καμπουρογαμόσαυρου, έτσι ώστε να παραπλανήσει για τις ικανότητές του. Γλοιώδης και ενοχλητικός, είναι εύκολα ανιχνεύσιμος. Συγχρωτίζεται μόνο με ομοειδείς του και ενίοτε με καγκουρογκόμενες, πάντοτε για συνολικό χρονικό διάστημα αντιστρόφως ανάλογο της ευφυίας τους (μέχρι να τον πάρουν χαμπάρι δηλαδή).

-Σήμερα θα ψηθεί κατάσταση, είναι καλό το σκηνικό.
-Φα' τη γλώσσα σου γαμώτο ήρθε ο καγκουρογαμόσαυρος και 8α μας πρήξει πάλι με τις παπαριές του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified