Further tags

Η κοπέλα που την παίζει καλά.

Καλά, αυτή η γκόμενα είναι χρυσοχέρα, σε ξεζουμίζει.

Η χρυσοχέρα με τον νάνο. (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομοιότης του ανδρικού γεννητικού οργάνου με λεβιέ ταχυτήτων, σε συνδυασμό με το κάτω σύστημα, το επονομαζόμενο και παπάρι/παπαριά, δημιουργούν την σύνθετη αυτή περιγραφή του γνωστού μαλάκα.

Ο τύπος είναι αλλού ρε συ. Δεν ξέρω πως την έχει δει ο παπαρολεβιές. Μιλάμε μας ζαλίζει τ' αρχίδια 24/7.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που έχει φάει από όλες τις γυναίκες χυλόπιτα, ακόμα κι από τη Λία (τη Χουφταλία).

- Καλά τι χυλό αυτός ο Άρης. Έφαγε χυλόπιτα για δεύτερη (ή τρίτη) φορά από τη Δήμητρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, αυτός που χύνει πολύ. Μεταφορικά λέγεται με ειρωνεία για να χαρακτηρίσει άτομα που το παίζουν γαμιάδες, μάγκες, αρχηγοί κτλ. Το επίθετο πιθανόν να προέρχεται από τις λέξεις χύσια και αμολάω ή, κατά μιαν άλλην άποψη, από το παλιό κόμικ Τιραμόλα. Οι γλωσσολογικές μελέτες δεν έχουν αποφανθεί ακόμα με σιγουριά...

  1. - Τι είναι αυτός ο Peter North* ρε συ; Μία ώρα χύνει, τις ασπρίζει τις γκόμενες! - Χυσαμόλας, όχι μαλακίες!!
  • Κλασικός αστέρας εκπαιδευτικών ταινιών, με πλούσια παραγωγή στον χώρο της έβδομης τέχνης.
  1. - Λοιπόν εγώ τη μικρή θα τη γαμήσω, κι ο γκόμενός της να πάρει τον πούλο... Άντε μην τον γαμήσω και αυτόν! - Σιγά ρε χυσαμόλα, κατούρα και λίγο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξέψωλο. Το ξεψωλίδι. Η ψώλα. Αυτή που αγαπάει την ψωλή, η επονομαζόμενη και ψωλαρπάχτρα. Απαντάται σε όλη την επικράτεια, αν και η λεβεντογέννα Κρήτη έχει δική της τοπική βερσιόν, τη λεγόμενη χανιώλα (χανιώτισσα ψώλα).

- Να σου εξηγήσω αγάπη μου...
- Μη με λες αγάπη σου. Δεν είμαι η αγάπη σου.
- Μα δεν καταλαβαίνεις. Δεν είναι έ-
- Τι δεν είναι έτσι ρε; Πώς είναι; Που βρήκες το ψωλίδι αυτό και...
- Δεν είναι ψωλίδι. Μη μιλάς έτσι για την Κούλα.
- Ναι δεν είναι ψωλίδι. Είναι ξέψωλο. Είναι τσουλί. Ρε άει στο διάολο, που θα μου πεις ότι δεν καταλαβαίνω κιόλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος:

  1. Πηγαίνει με αλλοδαπές
  2. Δεν ξέρει με πόσες έχει πάει.

- Είδα τον Νίκο ρε συ προχτές!
- Τί κάνει αυτός ο μπασταρδομούνης;
- Γιατί τον λες έτσι;
- Όλο με κάτι Αφρικανοπακιστανές τη βγάζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι σύνθετη λέξη και χαρακτηρίζει γυναίκες ή πούστηδες. Χαρακτηρίζει δηλαδή μία γυναίκα:
1. που της αρέσει το σεξ
2. πάει με όλους σαν πόρνη
3. έχει διεστραμμένες φαντασιώσεις που τις κάνει συνήθως πράξη
4. που της αρέσουν οι μαλάκες και η μαλακία
5. που γλείφει πούτσους με απίστευτη τέχνη και ομορφιά.

- Μαλάκα και γαμώ η γκόμενα!
- Μη την βλέπεις έτσι! Είναι σεξοπορνοδιαστροφική μαλακοπουτσογλείφτρα. Έχει πάει με τη μισή Αθήνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος έχει μεγάλη ιδέα για το πουλί του.

- Μανταμίτσα, ένα πράμα θα σου πει ο Πίπης, και βάλ' το καλά στο μυαλό σου: δεν υπήρξε γυναίκα που πήγε με τον Πίπη και δεν γούσταρε τρελά.
- Άσε μας βρε Πίπη, ψωλοπερήφανε.
- Άαα, κοίταξε να δεις, η μετριοφροσύνη είναι για τους μ έ τ ρ ι ο υ ς ... Με εννοείς;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι κάποιος είναι πούστης. Σε αντίθεση με άλλες εκφράσεις με την ίδια σημασία (π.χ. το πνίγω το λαγουδάκι κλπ.), η έκφραση αυτή δεν είναι διακριτική ούτε ιδιαίτερα κομψή. Από την άλλη, είναι σαφής, παραστατική και δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Ωσεκτουτού, μια μικρή δόση υπερβολής που περιέχει συγχωρείται.

- Ρε συ, έχω ένα θέμα αλλά είναι λίγο λεπτό...
- Ορίστε, ακούω.
- Ρε συ, ο Σούλης... Καλό παιδί, δε λέω, μουστάκι Κολοκοτρωνέικο, αλλά κάπου έχει μπει στο μυαλό μου ότι τον πασπαλίζει τον κουραμπιέ... Γιατί έχω δει κάποιες τάσεις...
- Τάσεις; Τι τάσεις, ρε μαλάκα; Αυτός τον παίρνει καδρόνι και τον βγάζει ροκανίδι... Έχουν βουίξει τα Πετράλωνα και συ έχεις μείνει ακόμα στις τάσεις. Άει καλά ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυστήρια έκφραση που παίρνει διαφορετικές σημασίες ανάλογα με τα συμφραζόμενα και την κατάσταση.

  1. Ο λάθος άνθρωπος στη λάθος θέση. Διότι, τσολιάς στο υποβρύχιο; Βασικά, ούτε να σταθεί όρθιος μπορεί.

  2. Προέκταση, και συγχρόνως ανατροπή, της σημασίας του τσολιά που θα βρείτε εδώ. Δηλαδή, κοπέλα που έχει μεν ευθυτενή και καλλίγραμη κορμοστασιά, αλλά που δεν είναι 1.80 μ - αντιθέτως, είναι ένα κι ένα μίλκο προφανώς για να χωράει εύκολα στο υποβρύχιο. Δες επίσης: πινεζοπούτανο, κοντοπούτανο.

  3. Και λεβέντισσα και εξπέρ στις καταδύσεις. Δηλαδή, στα τσιμπούκια πρώτη και καλύτερη. Το ύψος εδώ δεν έχει σημασία. Μπορεί να λεχθεί και για άνδρες οι οποίοι την ξεφλουδίζουν την μπανάνα.

  1. - Καλά, γιατρός άνθρωπος και σού 'δωσαν ειδικότητα αποθηκάριος;
    - Μην την ψάχνεις. Πάλι καλά που δεν με στείλαν τσολιά στα υποβρύχια.

  2. - Ένα σαράντα με σηκωμένα χέρια η Μαιρούλα, αλλά εδώ πατάει και κει βρίσκεται ... κι από βυζί δεν με χαλάει ... τσολιάς στα υποβρύχια ...

  3. - Καλά ρε μαλάκα, τι τσιμπούκια κάνει η δικιά σου ... με ξεζούμισε ...
    - Καλά, δεν το ξέρεις ... αυτή έχει υπηρετήσει τσολιάς στα υποβρύχια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified