Further tags

Η φτιαγμένη πουτάνα (όχι αποκλειστικά από πρέζα γενικώς φτιαγμένη με ναρκωτικά).

-Φτιαχτήκαμε χθες και μετά την έσκισα σου λέω...
-Εντελώς πρεζοπούτανο ε;

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι η κοπέλα που έχει ειδίκευση στη στοματική ικανοποίηση του αρσενικού και αυτό την ευχαριστεί κι εκείνη.

Βλ. και πιπού.

-Η Ελένη χθες πήρε πίπα και στον Γιώργο...
-Έλεος την πιπόβια σε όλους πια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πέφτουλας που δουλεύει πολύ με τα χέρια του και απλώνεται σε σημεία που ο απλός φλερτάκιας δεν τολμά καν να πλησιάσει.

- Μαλάκα, πιάσε τον Μίμη εν δράσει να λατρέψεις.
- Και καπνίζει κιόλας; Μα πόσα χέρια έχει ο πούστης... Χταπόδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων πολύ μικρό / λεπτό πέος.

- Άσε μαλάκα Μπάμπη, βαράγαμε μια ομαδική με τα παιδιά το Σαββάτο και ο Τάκης είχε πολύ λεπτό πούτσο, σχεδόν τσιγάρο!
- Σώπα ρε μαλάκα, δεν τον είχα για κατσαβιδοψώλη τον Τάκη...

Δες και -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που δεν έχει απλώς μεγάλο στήθος αλλά παραπέμπει με το ντύσιμό της σε σεξουαλικές φαντασιώσεις επ' αυτού.

- Μια ζωή ο Χάρης πρέπει να κυκλοφορεί με μια βυζού!
- Εμ πώς αλλιώς να τον προσέξουν...

Δεν ξέρω να μαγειρεύω.  (από Galadriel, 16/02/09)(από electron, 23/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που έχει πλούσιο στήθος αλλά δεν είναι απαραιτήτως προκλητική, όμορφη ή νέα γυναίκα.

- Ποτέ δεν μου άρεσαν οι βυζαρούδες, λες να έχω πρόβλημα;

λύση στο πρόβλημα (από xalikoutis, 31/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που δίνει κώλο αβέρτα.

-Φοβερή κωλού η Τιτίκα, ε;
-Πού το είδες, ίσα-ίσα, μου φάνηκε ότι έχει μικρό κωλαράκι...
-Δεν εννοώ το μέγεθος ρε άσχετε!
-Αλλά;
-">&*%$¨|@

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο εμπνευσμένο από την επικαιρότητα (βλ. Χρήστος Ζαχόπουλος, 2008). Έτσι αποκαλείται ο κατά βάση ασχημάντρας που χρησιμοποιεί την όποια εξουσία έχει για να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές του ορέξεις. Συνήθως το ερωτικό κάλεσμα απευθύνεται σε υφιστάμενες υπαλλήλους του.

Μπορεί επίσης έτσι να αποκαλείται και ο ιδιαίτερα ευτραφής ερωτύλος που του αρέσουν οι πίπες αλλά και ο αποτυχημένος αυτόχειρ.

  1. - Ρε τον Ζαχόπουλο, πώς έβγαλε και πιτσιρίκα με τέτοιο χάλι; - Τι να πεις; Μεγάλο αφροδισιακό η εξουσία.

  2. - Καλά, ο κουτός, πήγε να αυτοκτονήσει κι ήταν ληγμένα τα χάπια; Ζαχόπουλος είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που ειδικεύεται σε όλα τα παιχνίδια με (ή για) το πέος.

- Λίγα τα λόγια σου για την Κάτια. Είναι μεγάλη πεού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

βλ. λήμμα πιπού

βλ. λήμμα πιπού

(από Vrastaman, 25/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published