Further tags

Λέγεται για τον τύπο που τα θέλει όλα, που θέλει και την πίτα αφάγωτη και τον σκύλο χορτάτο, που θέλει το μουνί στο πιάτο.

Βγήκε από το μέτρο του δακτυλίου, δες εκεί, ή τουλάχιστον καθιερώθηκε από αυτό. Μπορεί να υπήρχε και νωρίτερα.

Εγώ με τις ιδέες μου, κι εσείς με τα λεφτά σας
Νομίζω πως τα θέλετε μονά-ζυγά δικά σας
Δεν θέλω την κουβέντα σας, ούτε τη γνωριμία σας.

Νικόλας Άσιμος

"Μονά ζυγά τα θέλεις δικά σου, γιατί είναι πέτρα η καρδιά σου". (από Hank, 07/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης πυροβολικού, ο πυροβολικάριος.

Ο Μήτσος τελικά έγινε πυροβολημένος στο στρατό.

Got a better definition? Add it!

Published

Ότι μιλάμε για κομάντο που έχει σχέση με το υδάτινο στοιχείο είναι σίγουρο. Δεν μιλάμε όμως για άτομα που υπηρετούν στις Ο.Υ.Κ (ομάδα υποβρυχίων καταστροφών), ούτε για βατραχανθρώπους.

Μιλάμε υποτιμητικά για ντισκ τζόκεϊ που έχουν πάρει ως κομάντα, επ' ώμου το πλύσιμο, όγκων από δίσκους, λαμαρίνες, σκεύη, κλπ στα μαγειρεία των στρατιωτικών μονάδων κατά την υπηρεσία τους εκεί, καθώς και στα υπαίθρια στρατιωτικά μαγειρεία στην περίοδο ασκήσεων.

Επειδή το αναφερόμενο πλύσιμο εντάσσεται στα πλαίσια της αγγαρείαςτων μαγειρείων, η λέξη είναι συνυφασμένη και με οτιδήποτε άλλο αφορά την αγγαρεία αυτή (π.χ: καθάρισμα ζαρζαβατικών, κουβάλημα καζανιών, κόψιμο ψωμιών, σκούπισμα χώρων, κλπ).

Η λέξη αποκτά μεγαλύτερη σημασία, όταν αναφερόμαστε σε άτομα που είναι συχνά χωμένασ' αυτό το άθλημα.

Διακρίνουμε την περίπτωση όπου:

1) Παρατηρείται πως κάποιοι προτιμούνται έναντι κάποιων άλλων. Αυτό συμβαίνει κυρίως στις μονάδες, όπου η παρατυπία σε σχέση με τα κέντρα πάει σύννεφο.

Ενώ τα κριτήρια επιλογής του κομάντο βασίζονται στην τεχνική, στην αντοχή και στην εμπειρία, τα κριτήρια επιλογής νεροκομάντο, διαφέρουν «λιγάκι».

Κριτήρια επιλογής νεροκομάντο:
α) οι νεότεροι προτιμώνται έναντι των παλαιότερων
β) Ύπαρξη βύσματος γ)Κονέ με τη μάνα του λόχου, η με άλλους στρατιωτικούς που έχουν τοποθετηθεί σε κρίσιμα πόστα. δ) Άτομα που δεν θεωρούνται τόσο χρήσιμα στην ειδικότητά τους (π.χ:στο λόχο διοικήσεως, φεύγει ο οδηγός για έκτακτο δρομολόγιο και τρώει χωσίμπα ένας άλλος).

2) Λόγω ανεπάρκειας αριθμού στρατευμένων σε κάποια μονάδα, οι στρατευμένοι πήζουν συχνά πυκνά στα μαγειρεία (π.χ: έφυγε μια σειρά και δεν έχει ακόμα μπει η επόμενη).

- Τι υπηρεσία έχεις σήμερα;
- Νεροκομάντο στα μαγειρεία. Έχω να φάω ...το πήξιμο πάλι.
- Πάλι στη Βιλαρίμπαε; Πολύ συχνά σε χώνουν ρε φιλαράκι.
- Άσε έχω σαλτάρει. Κάθε λίγο και λιγάκι ή ίδια ιστορία. Μου 'ρχεται να πάρω άδεια απ' τη σημαίακι ας με βγάλουν λιποτάκτη. Νισάφι πια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαντάρος που είναι επιρρεπής στο φίδιασμα. Έχει αναπτύξει σε τέτοιο βαθμό τις ικανότητές του στην απόκρυψη-κάλυψη-προσαρμογή στο περιβάλλον του, ώστε να τον ταυτίζουν επάξια με τα εν λόγω ερπετά. Όπως και για τα φίδια, έτσι και γι' αυτόν η ιδιότητα αυτή είναι κριτήριο επιβίωσης, δεδομένου ότι όσο καταφέρνει να μένει στην αφάνεια, είναι σχετικά απίθανο να τον ανακαλύψει κάποιος (ανώτερος) και να τον χώσει.

  1. Αξιωματικός, μπαίνοντας στην αποθήκη με τα σκαπτικά:
    - Ρε φίδι! Γιατί δεν είσαι στο τσάπινγκ μαζί με τους άλλους;!
    Κουλουριασμένος φαντάρος:
    - Σςςςςςς...

  2. Το δεύτερο και χειρότερο, ο στρατός είναι ένα τεράστιο σχολείο της Λούφας. Πολύ γρήγορα σου μαθαίνει να επιζητάς να τη γλιτώσεις από το καθετί. Λίγο αργότερα μαθαίνεις και να τα καταφέρνεις αποτελεσματικά στο λεγόμενο «φίδιασμα» (παραμένεις κρυμμένος αποφεύγοντας την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας). Έτσι καλλιεργήθηκαν γενιές δημοσίων υπαλλήλων. (Από βλόγιο.)

Χρησιμος και για τον στρατο (από xikis, 30/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιωτικός κουρέας. Χρησιμοποιείται για πολύ κοντά κουρέματα και κουρέματα με ψαλιδιές («έπεσε νίντζα»), καθώς και για να περιγράψει κουρείς που έχουν μια τάση να κοντοκουρεύουν ανεξάρτητα του τι ζητήσεις.

  1. Φαντάρος Α: - Πού πας ρε;
    Φαντάρος Β: - Γάμησε... ο λόχας μ' έστειλε στο νίντζα για να κουρευτώ...

  2. (Ο Γιάννης εμφανίζεται στραβοκουρεμένος στην παρέα του)
    Οι άντρες της παρέας:
    - Έπεσε νίντζα βλέπω...

  3. Γιώργος: - Γιατί τα 'κοψες τόσο κοντά ρε;
    Τάσος:
    - Καλά μαλάκα, ο Μίλτος δεν είναι κομμωτής, νίντζα είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπάτσοι μαζεμένοι, συνήθως σε μπλόκο με περιπολικά.

(στο αμάξι)
- Μπάμπη, γιατί έστριψες από δω; Πιο γρήγορα θα φτάναμε αν συνέχιζες ευθεία.
- Άκουσα ότι μπροστά έχει μπατσαρία και φοβάμαι μη μας πιάσουν με το χόρτο...

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηρισμός των μπάτσων σαν σύνολο, λόγω του μπλε χρώματος της στολής. Είναι παρόμοιο με το «κίτρινη φυλή» που λέγεται για τους ταξιτζήδες.

- Ρε συ μην πάμε από τον κεντρικό δρόμο, τώρα εκεί είναι μαζεμένη όλη η μπλε φυλή. Κόψε καλύτερα από κανα στενό γιατί δεν έχω όρεξη να τους βλέπω τους βλάκες!

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για κοινωνικές εκδηλώσεις, όπου ένστολοι κλόουν, ανιματέρ, ξυλοπόδαροι και ζογκλέρ διασκεδάζουν τους μικρούς καλεσμένους με τα μπαμ-μπουμ τους σε μια παραμυθένια ατμόσφαιρα. Τυχόν ατυχήματα οφείλονται πάντα σε εξοστρακισμούς.

Ρε Βαγγέλα, το Λίλιαν σε άκουσε να λες ότι στο Σύνταγμα γίνεται το μεγαλύτερο πάρτυ με ούζα όλων των εποχών και μου ζήτησε να την πετάξω αμέσως με το μοτοσακό μου!
— Καλά, το αμαρτωλό έχει ξανθές ρίζες και είναι και κουφάλογο –πάρτι με uzi είπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο εξαιρετικά βίαιο, έως και νευροψυχωτικό, και με φετίχ για τα πυροβόλα όπλα. Θανατηφόρος συνδυασμός. Κυριολεκτικά. Κυρίως αν κάποιος απιστεύταμπολ του έχει δώσει όπλο.

Γενικότερα, άνθρωπος απρόβλεπτος που χώνεται σε καυγάδες χωρίς να λογαριάζει - πρώτα βαράει και μετά ρωτάει.

Μια ειδικότερη χρήση της λέξης που έχει ατονήσει σχετικά: Ράμπο λέμε και τους εφοριακούς ελεγκτές του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ).

Από τον John Rambo, ρόλο που ενσάρκωσε ο Sylvester Stallone στην γνωστή αμερικλανιά Rambo.

Τον λέγανε στην δουλειά του Ράμπο, και το απολάμβανε.
Παρίστανε τον σκληρό, τον τσαμπουκαλή μπάτσο. (Από το greekblock.blogspot.com)

Νοοτροπία «ράμπο» αποδεικνύεται ότι είχαν οι δύο ειδικοί φρουροί και ιδιαίτερα αυτός που πυροβόλησε με αποτέλεσμα να τραυματίσει θανάσιμα τον 15χρονο στα Εξάρχεια, τόσο από την εκπαίδευσή τους όσο από τον τρόπο που ενήργησαν στο τραγικό συμβάν. (Από το Έθνος, 08/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κρατικός ένστολος έχων την αστυνομικήν εποπτείαν και φύλαξιν -ασφάλεια- των λιμένων και δια την εύρυθμη κυκλοφορία προς και εντός των λιμένων. Η αρμοδιότητά τους είναι ως εκεί που φθάνει το χειμέριον κύμα.
Συνήθως άι κιου ραδικιού, εμφάνιση Ράμπο σε μπλε χρώμα, πούτσες μπλε. Ο αντίστοιχος της ξηράς μπάτσος. Δεν γνωρίζουν ούτε τον πιο απλό ναυτικό κόμπο. Ή την ναυτικήν ορολογία των ανέμων (π.χ. αντί τραμουντάνα αναφέρουν ψωλόκρυο).

-Προχώρα μαλάκα θα χάσουμε το βαπόρι.
-Πού να πάω ρε, ο Λιμενόμπατσος χαμουρεύει την καριόλα τη Σουηδέζα... στ' αρχίδια του για την κίνηση.

Βλέπε και νερόμπατσος και μπουρμπουληθρόμπατσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified