Further tags

Επιφώνημα αργής και αγανάκτησης προς κάθε μαλάκα της ασφάλτου.

- Ρε τον πούστη τον μπάρμπα-Μπρίλιο, πάει με 60 στην δεξιά λωρίδα... - Το ένα χέρι στο τιμόνι, το άλλο μες' το παντελόνι, το ένα κάνει περιστροφικές και το άλλο παλινδρομικές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «κάτσε καλά», αλλά χρησιμοποιείται κύρια ως επιθετικός προσδιορισμός πραγμάτων, προσώπων και καταστάσεων. Βλέπε και γαμάτο, τζαμάτο, μερακλαντάν κλπ.

  1. - Καλή η αφρικάνα;
    -Κατσεκαλάν! Δεν παίζεται.

  2. Τη Μαριώ δεν την πιάνει το μάτι σου, αλλά μου 'κανε κάτι κατσεκαλάν κλαρίνα, μου 'φυγε το κλαπέτο!

  3. Πήγαμε τριήμερο Ζαγοροχώρια, κατσεκαλάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται ειρωνικά όταν ένας ακατάλληλος άνθρωπος βρεθεί σε μια εντελώς ακατάλληλη για αυτόν θέση με συνέπεια οι προοπτικές για τους υπόλοιπους να διαγράφεται δυσοίωνη.

Παραπέμπει στην αγορά του συγκεκριμένου κοψιδίουκελεπουριού από τον κρεοπώλη.

  1. Εκφωνητής ματς: «Μπασίνας το ΣΟΥΤ!!!!! ... έξωωωωω...»
    Φίλαθλος: «Κοίτα ρε έναν παραπλήγα... Ψωνίσαμε από σβέρκο!» (από εδώ)

  2. «Το ΠΑΣΟΚ δεν κληρονομείται» έλεγε ο Ανδρέας και είμαι σίγουρος ότι το πίστευε. Όλοι το πιστεύαμε τότε! Εν τούτοις ψάξαμε το βιολογικό διάδοχο του και ψωνίσαμε …από σβέρκο. (από εδώ. Βλ. και πρώτο μύδι της γουγλο-αναζήτας)

(από Vrastaman, 30/10/09)(από Vrastaman, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση είναι παλιά και σήμαινε την πουτάνα νέτα-σκέτα (όπως και η παξιμαδοκλέφτρα).

Σήμερα, έχει λάβει τη σημασία της μεσόκοπης και σε καμία περίπτωση νεάζουσας γυναίκας, που εξακολουθεί να σφύζει από λάγνο πάθος για τον ανώμαλο έρωτα κι αυτό φαίνεται (όχι με την πρώτη ματιά).

Φωνή βαριά (κοκοροβηχιάρας κουμκανα-juice), φυσική σιλουέτα μετά από πεντ' έξι γέννες, λίγο λαϊκούρα στήσιμο, νύχι ασημί (συχνά έχει ξεφτίσει το χρώμα), τσιγάρο σλιμ ή Oscar-Dunhill-Davidoff ή με χρυσαφί φίλτρο, θεοσεβούμενη, δεν δίνει δικαιώματα στη γειτονιά, τσάντα και ένδυση συντηρητικότατη έως ακαλαίσθητη και ανάλογη της ηλικίας της, φτηνατζούρα άρωμα, πρόστυχο (όπτιοναλ) ή ρώσικο μακιγιάζ (σκιά ABBA, με πράσινη βλεφαρίδα και ροζ κραγιόν) και βλέμμα πολυσήμαντο.

Σε εξεζητημένες περιπτώσεις, μπορεί να διακρίνει κανείς και χρυσή αλυσιδίτσα στο πόδι (πάνω απ’ το καλτσόν), έστω κι αν δεν ταιριάζει με το ανσάμπλ. Δίχως να είναι η θεία μου η χίπισσα, φορεί περιορισμένο αριθμό και εύρος λιλιών μιας παρωχημένης εποχής και ιδίως σταυρό στο στήθος (συνήθως όξω απ’ το πουλόβερο).

Αν σταυροκοπιέται κιόλας κάθε τόσο, παναπεί γαμιέται ασύστολα (υπάρχει εξήγηση αλλά δεν είναι της παρούσης). Δεν είναι ούτε μίλφ ούτε τζιλφ και κατ’ οίκον φορεί ρόμπα καπιτονέ. Δεν είναι απαραιτήτως ούτε τεκνατζού ούτε άπιστη σύζυγος.

Ενδημεί σε όλες τις ελληνικές πόλεις και σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι αν είναι αντακάβα πρώην πουτάνα, που παρασταίνει στα υστερνά την οσία θείτσα. Παλαιότερα κουβαλούσε τις Κυριακάδες, κάτι στραπατσαρισμένα ανώνυμα χαρτόκουτα συνοικιακών ζαχαροπλαστείων για να πάει επίσκεψη με το τρόλεϊ, πριν αντικατασταθεί από εξοδούχους αλλοδαπούς.

Μακριά και με τον απήγανο επίδοξε Ντάστιν, εκτός κι αν η Μπάνκροφτ σου πέφτει μικρή...

- Κοίτα πώς μας κοιτάζει αυτή!
- Πού;
- Να, αυτή απέναντι, που ταΐζει τα περιστέρια...
- Ποια ρε μαλάκα, την κωλόγρια λές;
- Ναι την παπαδοξηλώτρα! Σαν ξερολούκουμα μας κοιτάζει...
- Ρε σε, αυτή όπου να’ ναι αγιάζει! Καλά αγόρι μου, μου φαίνεται πρέπει να σε κλείσουμε σε πουρολογική κλινική!
- Βρε άκου που σου λέω...

(από GATZMAN, 30/10/09)παξιμάδι και σία  (από GATZMAN, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρόμοιο με το «μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι» ή το «μαλλί χιόνι, ψωλή κανόνι» κλπ. Σημαίνει τον μη μαρασμό του πέους (πούτσα) παρόλο που τα γένια ασπρίσαν. Πάντως είναι καλό να αποφεύγονται παρόμοιες εκφράσεις, καθώς μπορεί να μας εκθέσουν στην πράξη.

  1. - Ρε συ Μήτσο, πόσα χρόνια; Άσπρισε το μούσι σου, ρεεε!
    - Άσπρα γένια, πούτσα σιδερένια, ξάδερφε! Εσύ, πώς είσαι;

  2. - Αυτός είναι χούφταλο. Τι να σου κάνει;
    - Μην το λες. Άσπρα γένια, πούτσα σιδερένια!

Ράντοβαν Κάρατζιτς  (από panos1962, 31/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι δύσκολο να κυβερνάς γαλέρα; Για να δούμε.

Ως γνωστόν στις γαλέρες υπήρχαν εγκληματίες και γενικότερα υπήρχαν κάθε λογής αποβράσματα. Θυμόμαστε καλά τι CV (βιογραφικό) είχαν οι κωπηλάτες στο Μπεν Χουρ (κατάδικοι ++). Για να μπορεί ένας καπετάνιος να 'ναι σίγουρος πως δε θα κινδυνεύει από ανταρσίες (π.χ: ανταρσία του Μπάουντι), ανατροπές, κλπ πρέπει να 'ναι πιο διεφθαρμένος από το πλήρωμά του, ώστε να βρίσκεται ένα ή κάμποσα κλικ μπροστά από τη σκέψη τους για να προλάβει τα χειρότερα. Ε... και φυσικά θα πρέπει να 'χει έναν κλειστό πυρήνα έμπιστων και ταλαντούχων χαφιεδόμουτρων που θα τον ελέγχει στενά. Αλλά εννοείται πως θα πρέπει να 'ναι πιο λέρα απ' αυτούς.

Στη γαλέρα στην οποία αναφέρεται ο ποιητής, παίζει η διαφθορά, η διαπλοκή και οι υπόλοιπες καλές τέχνες. Μπορεί να μιλάμε για χώρα, για εκκλησία, για τηλεοπτικό κανάλι, κλπ.

Μπορεί δηλαδή να μιλάμε για πρωκτυπουργούς, για δημάρχους, για δημοσιοκάφρους, για εκκλησιαστικά λαμόγια, για λαμόγια του δικαστικού κυκλώματος, για λαμόγια της φυλής των Μασάει, κλπ. Όταν είσαι λαμόγιο α΄τάξεως και έχεις τη... θέση στην ιεραρχία της λαμογιοκρατίας, φτιάχνεις τους δικούς σου νόμους, κομμένους και ραμμένους στα μέτρα σου. Οι τύποι με το... λαμόγελο δεν ξέρουν απλά απ' έξω ανακατωτά και πρακτικά τα λήμματα του Α και Β τόμου, του πιο έγκριτου λεξικού του είδους, αλλά είναι σε θέση να περνάνε και νέα λήμματα! Και τι λήμματα... Κάθε τελευταίο λήμμα αποτελεί την τελευταία λέξη στην παρανομία.

Για να μπορούν τώρα οι παραπάνω λεβέντες να κάνουν ζάφτι και να τη βγάζουν καθαρή, πρέπει να 'ναι ικανοί να εκβιάζουν, να καλοπιάνουν, να λαδώνουν και γενικότερα να 'χουν όλες αυτές τις δεξιότητες που χρειάζονται τα αρχιλαμόγια. Και φυσικά είναι δικτυωμένοι και έχουν καλά φυλαγμένη την πίσω πόρτα τους. Με δυο λόγια, αν δεν είσαι λέρα του ελέους, δεν θα 'χεις πολλά ψωμιά στο πηδάλιο της γαλέρας που συζητάμε και θα έχεις σύντομη ημερομηνία λήξεως. Δεν θα αντέξεις στο στερέωμα. Θα πέσεις.

Αν τώρα δεν είσαι τέτοιος σαν αυτούς που συζητάμε, ούτε καν αξιωματούχος του κυκλώματος, αλλά ούτε καν απλό λαμόγιο, ε... τότε... τότε τράβα κουπί σκλάβε στη γαλέρα, ή μ' άλλα λόγια σκάσε και κολύμπα... Πού; Στα σκατά βεβαίως βεβαίως.

Σημείωση: Μεταξύ τρίτης και τέταρτης λέξης μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και η λέξη: πολύ, μεγάλη, σκέτη και άλλες συναφούς νοήματος.

  1. Πρέπει να ’σαι λέρα για να κυβερνάς γαλέρα... Οι αρμόδιες υπηρεσίες ερίζουν για το ποίος είχε την ευθύνη για τον καθαρισμό των φρεατίων (η Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Έργων, που φέρεται ως υπεύθυνη για τον εσωτερικό καθαρισμό τους, δεν υπάρχει ούτε καν στο οργανόγραμμα του ΥΠΕΧΩΔΕ), η ΔΕΗ πιάστηκε με κατεβασμένα τα ... τηλέφωνα, κι η δημοτική αρχή προφανώς έκρινε για μια ακόμα φορά πως θα ήταν καλύτερα να αφήσει την φύση να κάνει τη δουλειά της, μπας και καθαρίσει η πόλη από τα τρωκτικά. Είδατε τι παθαίνετε, συμπολίτες, όταν παραπονιέστε για την ανομβρία και τις διακοπές στην
    υδροδότηση;
    Δες

  2. Από την Ι. Σύνοδο έμαθα ότι η αρχιεπισκοπή έχει ναυλώσει το IVORY για μια εκδρομή που πρόκειται να κάνει Κύθηρα-Πάρο-Τήνο και όπου αλλού τους καπνίσει... Ετοιμάζει μπίζνες ο μακαριότατος... Θα συζητηθεί το θέμα για την ξενοδοχειακή μονάδα που θέλει να φτιάξει η Εκκλησία στον Βόλο. Γι' αυτό συμμετέχουν και οι υπεύθυνοι του Υπ. Τουρισμού.Γνωρίζει κανείς το τίμημα της κρουαζιέρας;Του Κυρίου δεηθώμεν... Θα είναι και ολίγοι καθηγητές. Οι περισσότεροι όμως θα είναι ρασοφόροι.Πρέπει να σαι πολύ λέρα για να κυβερνάς γαλέρα.
    Δες

  3. Πρέπει να 'σαι πολύ λέρα για να κυβερνάς γαλέρα (ακόμα πιο πολύ αν παριστάνεις ότι η γαλέρα σου αρμενίζει ενώ είναι δεμένη στο λιμάνι...) Δες

  4. Μάθαμε από πρώτο χέρι πως το τρίβουν το πιπέρι του διαόλου οι καλογέροι. Όπως λέει κι η πρεσβυτέρα, πρέπει να ‘σαι σκέτη λέρα για να κυβερνάς γαλέρα.
    Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τρεις σοφοί πίθηκοι είναι ένα αγαλματάκι που συστήνει το feng shui. Παρουσιάζει τρεις πίθηκους στη σειρά: ο πρώτος κλείνει τ' αυτιά, ο δεύτερος τα μάτια και ο τρίτος το στόμα. Συμβολίζει το «Δεν ακούω τίποτα κακό, δεν βλέπω τίποτα κακό, δεν λέω τίποτα κακό».

Η φράση χρησιμοποιείται σαν χαρακτηρισμό γι' αυτόν που λέει «Δεν ξέρω!» και το παίζει αθώος ενώ ξέρει.

-... Δεν ξέρω βρε παιδιά! Αλήθεια λέω. Δεν τον είδα, δεν μου είπε τίποτα...!
- Σκάσε βρε «τρία-πιθηκάκια» που θα μας πεις δεν ξέρεις, αφού σε είδα, μαζί του ήσουν, μιλούσατε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συγκεκριμένο λήμμα δεν ασχολείται με τη λεπτομερή εξέταση των οργάνων του ανθρώπινου οργανισμού (συκώτι, στομάχι, πάγκρεας και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις), θέματα που αποτελούν αντικείμενο μελέτης της ανατομίας. Ας δούμε όμως για τι θέμα συζητάμε.

Μιλάμε για κάποιαν που είναι απ' τα κόκαλα βγαλμένη, για κάποιαν σαρακοστιανό, για κάποιον τσίρο, για κάποιον που 'χει μείνει πετσί και κόκκαλο. Είναι τόσο αδύνατο το άτομο, ώστε μπορούν και καλά να διακρίνονται πεντακάθαρα τόσο τα ζωτικά του όργανα και τα επιμέρους τμήματά τους, τα οστά του, κλπ.

Μ' άλλα λόγια ο τύπος είναι τόσο αδύνατος, ώστε όχι μόνο μπορείς να δεις π.χ να διαγράφονται τα όργανά του, αλλά είσαι και σε θέση να μπορείς να τον χρησιμοποιήσεις ως ζωντανό πρόπλασμα ανατομικής μελέτης... λες και είσαι φοιτητής ιατρικής σε κάποιο πανεπιστήμιο (π.χ: του Πούτσεστερ)... Λέμε τώρα!

- Εχεις δει τη Μαρία τελευταία;
- Μπα όχι. Γιατί το λες;
- Πλακώθηκε σε κάτι δίαιτες και έχασε... τα κιλά. Άσ' τα... Κάνεις ανατομία πάνω της.
- Ωχ! Δεν κάνει καμιά φανουρόπιτα να βρει μερικά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «ο βήχας και τα λεφτά δεν κρύβονται». Υπάρχει και το «ο βήχας και ο έρωτας δεν κρύβονται». Το λέμε σε περιπτώσεις έκδηλης πουτανιάς, όχι τόσο κυριολεκτικά, αλλά κυρίως όσον αφορά στην εξωτερική εμφάνιση. Λέγεται ακόμη και για τις πολύ κοκέτες, πάντως σε καμία περίπτωση δεν απαντά σε αρσενικό γένος.

  1. - Σσστ, Μήτσο! Δες ένα ξέκωλο που μπήκε!
    - Ασ' τα, ο βήχας κι η πουτανιά δεν κρύβονται...

  2. - Δες, τι φοράει το Δεσποινάκι! Φαίνεται το μουνί της!
    - Ο βήχας κι η πουτανιά δεν κρύβονται.

Ξέκωλο (από panos1962, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει το πολύ χαμηλό επίπεδο, το επίπεδο που είναι κοντά στο δάπεδο. Βλέπε και σχετικό άι κιου ραδικιού.

  1. - Τους είπα να προσέχουν γιατί κυκλοφορεί ο H1N1 ευρέως και η Κατερίνα μου είπε: «Ποιος Εβραίος;». Άσε, μεγάλε, μιλάμε για επίπεδο-δάπεδο!

  2. - Βγήκα χθες με τη Γιωργία. Κάνει κλαρίνα special, αλλά μην ανοίξει το στόμα της να μιλήσει. Πετάει κάτι κοτσάνες...
    - Α, καλά, επίπεδο-δάπεδο!

καμιά φορά πέφτεις κι απ\' το δάπεδο (από Jonas, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified