Further tags

Προσφωνείται ούτως, τύπος που το μικρό του όνομα είναι Γιώργος (το επίθετο δεν μας ενδιαφέρει), και έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Είναι μούρη και ολίγον λαμόγιο, γνωστός στην πιάτσα,
  • Είναι large, σε εμφάνιση και σε κιλά. Το χρυσό ρολόϊ είναι μαστ, καθώς και η αχρήστευση των δύο πάνω κουμπιών, όλων των πουκαμίσων,
  • Έχει ασχοληθεί κάποια στιγμή στη ζωή του, ή ασχολείται ακόμα με την τοπική ομάδα ποδοσφαίρου,
  • Θεωρεί τον εαυτό του ειδήμονα σε όλα, μιας και έχει βγάλει το πανεπιστήμιο της ζωής,
  • Η όλη του συμπεριφορά αποσκοπεί στο να δείξει στους γύρω, ότι έχει μεγάλη επιφάνεια, παρότι τα οικονομικά του είναι χάλια, και τον ψάχνουν όλες οι τράπεζες,
  • Γλυτώνει παρά τρίχα τη φυλακή, διότι όντας αγαπητός παρά τα ελαττώματά του, πάντα κάποιος φίλος καθαρίζει για πάρτη του,
  • Συνήθως είναι ιδιοκτήτης εστιατορίου, ή καφέ μπαρ, ή κωλόμπαρου,
  • Έχει διασυνδέσεις στη νύχτα και γενικά παντού, χωρίς βέβαια οι διασυνδέσεις να χαίρονται γι αυτό.

Το προσωνύμιο βέβαια το χρωστάμε στην τεράστια μορφή, τον πρώην πρόεδρο του Παναθηναϊκού, Γιώργο Βαρδινογιάννη. Δεν υπάρχει σχέση με την παλιά έκφραση «ποιός είσαι; ο Βαρδινογιάννης;», η οποία αναφερόταν στη χλίδα.

Bαρδινογιώργος λοιπόν είναι ο Βαρδινογιάννης της μικρής κοινωνίας, ο οποίος πιο πολύ φαίνεται παρά είναι, και δεν έχει να κάνει με τον πλούτο, αλλά με την φασαριόζικη και επιδειξιομανή συμπεριφορά.

- Είδα χθες στα μπουζούκια τον Κύριο Γιώργο. Θαμμένο μες τα λέλουδα και τις αρτίστες. Σε μια στιγμή βγαίνει στην επιφάνεια για να αναπνεύσει, και διατάζει το γκαρσόνι να μας στείλει μία μποτίλια.
- Ε οπότε, δεν είδες τον Κύριο Γιώργο. Τον βαρδινογιώργο είδες, που έχει το παραλιακό εστιατόριο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει: «σάλτσα και γαμήσου, σιγά μην κάτσω και ασχοληθώ με το κάθε σούργελο, την κωλοδουλειά αυτή την κάνω μόνο μέχρι να διοριστώ στο δημόσιο».

Πρόκειται για στερεότυπη απάντηση βαριεστημένου πωλητή καταστήματος σε ερώτηση πελάτη.

Σκηνή στην Καλογήρου:

Πελάτισσα (βουπού): - Τα mules αυτά βγαίνουν σιμπιζάκι;
Πωλήτρια (με ύφος ρεητσαρλίνας): - Ό,τι βλέπετε!
Πελάτισσα (κάτω από τα μουστάκια της): - Μule-άρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναυτική σλανγκ. Μπαρκαρούτσος είναι αυτός που μπαρκάριζε ή μπαρκάρει σαν κατώτερο πλήρωμα. Η λέξη προέρχεται από το «μπαρκάρω σαν μούτσος» --> μπαρκαρούτσος (φαντάζομαι).

Αλλά έλα που η σλανγκ έχει και τη σλανγκ της!!! Ο συγκεκριμένος όρος χρησιμοποιείται από τους στεριανούς για να χαρακτηρίσει όλους τους ναυτικούς, υποτιμητικά βέβαια. Επίσης χρησιμοποιείται υποτιμητικά για ανώτερο πλήρωμα, υποννοώντας ότι είναι κακοί επαγγελματίες ή άσχετοι με την δουλειά τους.

  1. - Πάμε για καφέ;
    - Οκ, για πού;
    - Πάμε στην Κιβωτό.
    - Όχι ρε μαλάκα, εκεί πάνε όλοι οι μπαρκαρούτσοι!!! Θα πάθουμε ναυτία.

  2. - Ρε Γιώργο, ποιος είναι αυτός που σε χαιρέτησε;
    - Για τον συνάδελφο κύριο Μπαρκαρούτσο λες;
    - Ναι, και πως λέγεται;

  3. - Που λες Κώστα μου, το τελευταίο μπάρκο ήταν για κλάματα. Είχα πρώτο ένα μαλάκα ολκής.
    - Δηλαδή;
    - Ο μαλάκας, ούτε να γράφει δεν ήξερε. Όλα τα ραπόρτα εγώ τά 'γραφα του μπουχέσα. Και κόντεψε να μας βουλιάξει και μία φορά. Μπαρκαρούτσος από τους λίγους...

(από electron, 23/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο γλωσσάρι του ΚΚΕ, κούτβηδες αποκαλούνταν τα καθαρόαιμα κομματικά στελέχη με τίτλο σπουδών από την μεγάλη των ινστρουχτόρων σχολή Κούτβ (КУТВ) στην Μόσχα.

Έλληνες κούτβηδες όπως ο Νίκος Ζαχαριάδης ήταν κατ’ εξοχήν σταλινικοί και πρωτοστάτησαν στην εκκαθάριση του ΚΚΕ από φράξιες τροτσκιστών, λικβινταριστών, αρχειομαρξιστών, κ.α. (παράδειγμα 1).

Σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται τόσο από «ανανεωτικούς» μαρξιστές κατά των παλαιάς κοπής συντρόφων τους (παράδειγμα 2) όσο και από αντικομουνιστές ως συνώνυμο του κατσαπλιά (παράδειγμα 3).

1.
- (Ο Πουλιόπουλος) ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης με ηγετική αντιπολεμική δράση στο μέτωπο της μικρασιατικής εκστρατείας και εκλέχτηκε σαν πρώτος γραμματέας του ΚΚΕ το 1924! Ήταν η επέμβαση της διεθνούς που επέβαλε το 1927 αν δεν κάνω λάθος μια σύντομη φιλοζηνοβιεφική ηγεσία πριν η πλήρης κυριαρχία των σταλινικών επιβάλουν τον κούτβη Ζαχαριάδη που η μόνη του ηγετική περγαμηνή ήταν η φοίτησή του στην Κουτβ, την σχολή της ρώσικης γραφειοκρατίας για παραγωγή «στελεχών».
(από εδώ)

2.
- Χωρίς αυτόν (Λεωνίδα Κύρκο) θα είσαστε ακόμη σταχανοβάκια και κούτβηδες. Αλλά αφού ήταν του 1% γιατί γυρεύετε στήριξη; Ντροπή σας και καληνύχτα αν με εννοείτε...
(αγανακτισμένος πολίτης καταφέρεται κατά βλογίου προσκείμενου στο ΣΥΡΙΖΑ που ειρωνεύτηκε τον Λ. Κύρκο, εδώ)

3.
- Κανένας διάλογος με τους σφαγείς και τους μακελλάρηδες, τους κούτβηδες και τους χατζήδες που με τον πληρωμένο με εγγλέζικες λίρες μισθοφορικό ΕΛΑΣ, αιματοκύλισαν την Ελλάδα την δεκαετία του 40. Υποσχέθηκαν στο λαό ψωμί και τον τάισαν πτώματα, του έταξαν νερό και τον πότισαν αίμα.
(παραλήρημα, από εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λήμμα που χρησιμοποιούν οι οικοδόμοι για τον βοηθό τους. Ο μικρός μάστορας - μαθητής.

Η δουλειά του να φτιάχνει λάσπη, να κουβαλάει τούβλα και να καθαρίζει τα πάντα.

- Ρε Τάσο, ψάχνω για μαχτίδι, έχεις κανέναν υπόψη σου;
- Ναι ρε φίλε θα σου στείλω ένα καλό παιδί, πρώτος στην λάσπη και δυνατός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικη αργκό, για τον ειδικευμένο (;) δικηγόρο στο δίκαιο της ευθύνης από αυτοκινητιστικά ατυχήματα.

Οι δικηγόροι που ασχολούνται με τα τουτού, έχουν στην Αθήνα ολόκληρο κτήριο δικό τους (Νο 3 Ευελπίδων), διαθέτουν ομοιόμορφα απαθή αλλά πονηρά μούτρα και γνωρίζονται όλοι μεταξύ τους, αφού αποτελούν ιδιαίτερο σινάφι.
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν «σκοτώνονται» μεταξύ τους επ’ ακροατηρίω (χάριν του πελάτη) κι ότι δεν παίζουν δικονομικές πουστιές ο ένας στον άλλο (π.χ. καθησυχάζει τον συνάδελφο ότι ματαιώθηκε η δίκη λόγω απεργίας γραμματέων, ενώ η συγκεκριμένη γραμματέας-κομματόσκυλο δεν απήργησε και τον ερημοδικάζει).

Έξω απ’ το κτήριο, η εικόνα θυμίζει την κολυμβήθρα του Σιλωάμ από τους μπανταρισμένους, τους πατεριτσοφόρους, τους χωλούς, τις κλαίουσες χήρες και τα ορφανά κλπ ενάγοντες, που περιμένουν υπομονετικά την σειρά τους να δικαιωθούν!
Ιδιαίτερη προσοχή οφείλουν να έχουν οι δικηγόροι των εναγομένων (συνήθως ασφαλιστικών εταιριών), που καλούνται να παίξουν το ρόλο του «κακού», υποβάλλοντας προσβλητικές ερωτήσεις και αμφισβητώντας πρόσωπα και πράγματα σε έντονο και καχύποπτο ύφος, προκειμένου να μειώσουν τα (φουσκωμένα) αιτούμενα κονδύλια αποζημιώσεως του ενάγοντος θύματος.

Άλλωστε, δεν είναι σπάνιο, κάποια χήρα ή κάνας ψωμωμένος συγγενής θύματος, να τους καταχερίσει, όταν βγουν από την αίθουσα. Αντίθετα, οι δικηγόροι των εναγόντων (του θύματος ή των επιζώντων συγγενών αυτού), είναι μειλίχιοι σαν κωλομπαράδες του Κατηχητικού και παρασταίνουν τους τεθλιμμένους, ιδίως τα κοράκια, που αναλαμβάνουν μόνο θανάτους εργολαβικά (γενναίο ποσοστό επί της επιδικασθησομένης αποζημιώσεως).

Αλλά το αν και το ποιος θα πάρει τί, είναι ζήτημα του εκάστοτε προέδρου, αφού τα περισσότερα φράγκα που έγκεινται στην ηθική βλάβη (τραυματισμός) ή την ψυχική οδύνη (θάνατος), υπόκεινται στην ανέλεγκτη κρίση του κι έτσι:

[i]Η λαμαρίνα - η λαμαρίνα, όλα τα σβήνει
Mας έσφιξε η Ευελπίδων σαν μια ζώνη
Kι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ’ το τιμόνι
Πώς παίζει ο πρόεδρος κονδύλι με κονδύλι...[/i]

- Τί δουλειά κάνεις;
- Δικηγόρος!
- Και με τί ασχολείσαι; Ποινικολόγος;
- Μπάαα! Λαμαρινάς! Έχω τον «Φοίνικα»...

Κι ο Michael Clayton ήταν λαμαρινάς! (από Khan, 22/09/09)Στο 4:02 και 6:06 η άποψη του προέδρου για τις σωφερίνες! (από HODJAS, 03/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κατασκευαστής ιστοσελίδων / ιστοτόπων. Αυτός ο αξιοζήλευτα χρήσιμος άνθρωπος των ημερών μας.

Από το αγγλικό site, βεβαίως βεβαίως.

- Γεια σου Μιχαλάκη μαααας... Τι κάνει το καλό το παιδί;
- Καλά.
- Μεγάλωσες, ομόρφυνες, φτυστός ο πατέρας σου έγινες.
- ...
- Και δε μου λες, Μιχάλη μου, δουλεύεις τώρα, εργάζεσαι;
- Ναι.
- Και τι δουλειά κάνεις;
- Στήνω ιστοσελίδες.
- Τι κάνεις;!
(πετιέται ο αδελφός)
- Σαϊτάς είναι ρε θεία, σα-ϊ-τάς!
- ...

Got a better definition? Add it!

Published

Απαξιωτικό τσιτάτο της παραδοσιακής αριστεράς. Για maximum ισχύ, συμπληρώνεται με την χαριστική βολή «...που θυμίζει άλλες εποχές» (βλ παρ. 1).

Έχασε κομμάτι της πολιτικής του βαρύτητας μετά την κατάρρευση των δημοκρατικών χωρών στα τέλη των 80ς και σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως ως ξύλινη γλώσσα μουσειακών ανθρώπων από όλο το πολιτικό φάσμα (βλ παρ. 2), ή από αστειάτορες σε παντελώς απολιτικά πλαίσια (βλ παρ. 3).

1.
- Αυτές οι αντιδημοκρατικές επιλογές που είναι σε εξέλιξη φουσκώνουν τα πανιά του αυταρχισμού, ενόψει της κατάθεσης του «τρομονόμου». Αναβιώνουν άλλες εποχές, καταδικασμένες στη συνείδηση του λαού μας, με στόχο να χτυπηθεί η συλλογική δράση.
(Ρίζος)

2.
- ...ο Εκπρόσωπος Τύπου του Μακαριωτάτου, Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, έκανε την εξής δήλωση στα Μ.Μ.Ε. : «ο Δημόσιος διασυρμός Εκκλησιαστικών και άλλων προσώπων με σκοπό την ηθική τους εξόντωση και την απαξίωση των Θεσμών συνιστά ολοκληρωτική τακτική και θυμίζει εποχές καταδικασμένες στη συνείδηση του λαού.
(Ιερά Σύνοδος)

3.
- Τι πάει να πει φραποαπαγόρευση και μαλακίες!;! Αυτά είναι καταδικασμένα στην συνείδηση του λαού!!!
(ιδιωτική συζήτηση σλάνγκων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπορικός υπάλληλος υπεύθυνος για την είσπραξη δόσεων, γνωστός και ως δοσατζής. Επισκέπτεται κατ’ οίκον όσους έχουν αγοράσει με δόσεις διάφορα εμπορικά προϊόντα και καθυστερούν να τις εξοφλήσουν.

Η εξαφανισμένη αυτή επαγγελματική τάξη σκιαγραφείται γλαφυρά και με συμπάθεια στις ελληνικές ταινίες «Περάστε την πρώτη του μηνός» με τον Σταύρο Ξενίδη και την Άννα Φόνσου και το «Έξυπνο πουλί», με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Βλ. και παλαιότερη ελληνικά ταινία με τους πλανόδιους έμπορους Πασπάτη – Καλαφάτη (Βέγγος και Σταυρίδης) και το άσμα : «όχι με δόσεις, όχι με δόσεις, ό,τι θα πάρεις, θα το πληρώσεις». Σχετική η φράση, η «βάζω γραμμάτια» που πατεράδες λένε στα παιδιά τους εν είδει κατήχησης («όταν παντρεύτηκα την μάνα σου, βάλαμε γραμμάτια μέχρι και για τα πιρούνια»).

Από τους συμπαθείς αυτούς υπαλληλίσκους περάσαμε στις εισπρακτικές εταιρείες που τηλεφωνούν καθημερινά τους (συχνά άξιων της μοίρας τους) οφειλέτες καταναλωτικών δανείων, αφήνοντας μηνύματα στην δουλειά τους ή στην γειτονιά τους για να τους ξεφτιλίσουν.

Όταν ο οφειλέτης δεν έχει κάτι να δώσει, αλλά ούτε και κάποιο περιουσιακό στοιχείο για να κατασχεθεί, η ψυχολογική αυτή βία είναι απαραίτητη προκειμένου η τράπεζα να βγάλει τα κέρδη της, εκφοβίζοντας και εξαναγκάζοντας τον οφειλέτη να εξοφλήσει μέσω νέου δανειοδανείου, αφού ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος.

Το «ζόρι βγάνει λάδι», που λέει και ένας επαγγελματίας του είδους. Πιο άμεσες και μπρουτάλ μεθόδους χρησιμοποιούν οι τοκογλύφοι, βλ. ενδεικτικά την «Ψυχή στο στόμα» του Οικονομίδη.

Κλείνουμε με το αντίστοιχο δίστιχο της εποχής : «δεν θα ξοφλήσουμε ποτέ, κουφάλα τραπεζίτη».

- Πάρε τηλέφωνο τον Κακομοίρογλου, χρωστάει 3 δόσεις από το διακοποδάνειο.

- Ρε γαμώτο, φαϊνάνσιαλ μάνατζερ είμαι εγώ ή δοσάς;

(από GATZMAN, 12/10/09)Πασπάτης-Καλαφάτης (Βεγγος-Σταυρίδης) βλ. β παρ/φο (από GATZMAN, 12/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βραχύσωμη, πλην ελκυστική νεανίς. Εκ του ιταλικού a basso, δηλαδή χαμηλά και του ιστιοπλοϊκού όρου μούδα.

Η προειδοποίηση «a basso μούδα» δηλοί ότι η μούδα είναι στα χαμηλά της και «προσέξτε τα κεφάλια σας, βασιβουζούκοι», όπως θα έλεγε και ο Κάπταιν Χάντοκ.

Η αμπασομούδα λοιπόν είναι εκείνη η νεανίς που είναι τόσο βραχύσωμη που δεν κινδυνεύει από την μούδα, ακόμα και όταν αυτή είναι a basso, πλην όμως είναι και ελκυστική αλλιώς δεν θα ασχολούμεθα.

Ασσίστ ο κ. batcic

— Ώρα δέκα, αμπασομούδα!
— Ωωωω!

Σύγκρινε με κοντοπούτανο, πινεζοπούτανο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified