Το «Χασμωδείον» είναι εδώ και 2μιση μήνες το κλασικό πια στέκι για όλους όσους θέλουν να ακούσουν παραδοσιακές ελληνικές μουσικές από τη Θούλη μέχρι τη Βακτριανή, να απολαύσουν χειροποίητους μεζέδες (δοκιμάστε ειδικά το απάκι από άρκαλο, και συνοδέψτε το με γεροντάκο) και καταπληκτικό ρακόμελο. Ο Τάλκης και η Γέλη αφήνουν το χειμώνα το σπιτικό τους στις Μπαρικάδες και μεταφέρουν στην καρδιά της Αθήνας όλη την ατμόσφαιρα και τη χαλαρότητα της Ιφκίνθου.

- Περάσαμε τέλεια στο Χασμωδείον... 4 η ώρα φύγαμε!
- 4 η ώρα το πρωί στο καφενείο;
- Δεν είναι καφενείο, ρακομελάδικο...
- Είσαι καθιστός ή όρθιος;
- Καθιστός...
- Εμ, φιλενάδα, γι' αυτό το κίνημα πάει κατά διαόλου. Χαθήκανε τα μπάρζ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.

Ένας λατέρνατιβ τύπος:

  • Ακούει μουσικές που δεν του αρέσουν, απλά για να δείξει διαφορετικός και «ψαγμένος».
  • Θεωρεί τους Kaiser Chiefs ψαγμένη μουσική.
  • Θεωρεί τον Χατζηγιάννη ροκ.
  • Συχνάζει στο Γκάζι, επειδή είναι το πιο hot spot της πόλης, ακόμα και αν δεν του αρέσει.
  • Καπνίζει στριφτό, αλλά τα τσιγάρα του μοιάζουν σαν κακοτυλιγμένα πιτόγυρα.
  • Στο super market, στα ποτά, ακόμα ψάχνει να βρει το μπουκάλι του mojito.
  • Βλέπει μόνο ψαγμένες ταινίες που αυταπατάται ότι τις κατανοεί, αλλά στις 9 βλέπει τον «Λάκη τον Γλυκούλη».
  • Θεωρεί μια κουράδα σε αλουμινόχαρτο τέχνη και πληρώνει 500 ευρώ για να την βάλει στο σαλόνι του.
  • Με τους φίλους του συζητάνε για την δυσπρόσιτη γοητεία του τσαλακωμένου εγώ και για τον αβάσταχτα κατακερματισμένο πλούτο της εσωτερικότητας του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κάνουν μια παύση και κοιτάζονται στα μάτια, προσποιούμενοι ότι συλλογίζονται, ενώ στην ουσία λένε από μέσα τους: «Τι μαλακίες είναι αυτές; Θέλω να δω ειδήσεις του Star ΤΩΡΑ!»
  • Φοράει και την παλαιστινιακή μαντίλα, επειδή είναι και επαναστάτης.
  • Προσπαθεί να εντάξει ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο του, χωρίς καν να ξέρει τι σημαίνουν. Λέξεις τύπου «cult», «extravagant» κ.λπ.
  • Του «αρέσουν» τα ρακόμελα, είναι in. Άσχετα αν του προξενούν τάση προς εμετό.
  • Ένας φίλος του του λέει ότι, χθες το βράδυ έκανε one night stand 5 φορές (και του δείχνει την παλάμη του). Ο λατέρνατιβ νομίζει ότι αυτό είναι ένας cool όρος για τη μαλακία και από κει και έπειτα το χρησιμοποιεί και αυτός.

Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.

Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.

...

Βλ. και εντεχνindie

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυχώρος είναι πλέον ένας σκωπτικός χαρακτηρισμός για τα διάφορα και καλά κουλτουριάρικα μαγαζά, που συνδυάζουν το κλασικό με το καινούργιο, τις εκθέσεις video art με το έντεχνο κατσιμηχέσω, το μεζεκλίκι με το μπλιμπλίκι, την έκθεση ασπρόμαυρης φωτογραφίας με το τάβλι, τα ζογκλερικά με το κοκορέτσι, και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Το να ονομάζεται το κάθε μαγαζί και το κάθε ο,τιδήποτε πολυχώρος, έχει ουσιαστικά την εξής λειτουργία: όσο και καλά διαφοροποιούνται και ποικίλουν οι χρήσεις ενός χώρου, τόσο ομογενοποιούνται οι και καλά εντός του.

Μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να χαρακτηρίσει και άτομα που έχουν ήδη αφήσει πίσω τους το λατέρνατιβ.

Ένα σημαίνον που το περιεχόμενό του τείνει προς το μηδέν, ακολουθώντας την ίδια πορεία που ακολουθεί και το σημαινόμενο.

- Και τι ναι αυτό το Psemmata;
- Τι είναι; Ε, βασικά έχει ένα καφέ, έχει ένα στούντιο για σύγχρονο χορό... διακόσμηση με επιρροές από σπαγγέτι γουέστερν...α, και κάνουν και παραστάσεις καραγκιόζη....
- Κατάλαβα, πολυχώρος...

(από Vrastaman, 16/01/09)ενοικιάζεται για όποιον ενδιαφέρεται (από gaidouragathos, 03/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αόρατος δια γυμνού τηλεοπτικού οφθαλμού χώρος, από τον οποίο ξανθιές παρουσιάστριες και ο Μάκης Πουνέντης λαμβάνουν εντολές σχετικά με τη ροή της εκπομπής τους.

  2. Τίτλος must ταινίας για το «εναλλακτικό» κοινό της χώρας τη σεζόν 2007/2008. Κοσμοσυρροή παρετηρείτο έξω από τους κινηματογράφους όπου παιζόταν, μιας και το Sonik και το Avopolis απεφάσισαν και διέταξαν.

  1. «Να φύγει το βίντεο»
    Η εικόνα παραμένει ίδια.
    «Να φύγει το βίντεο»
    Καμιά αλλαγή.
    «Να μας πει το κοντρόλ αν είναι έτοιμο το βίντεο»
    Η παρουσιάστρια ακούει από το ακουστικό της. Χαμογελάει.
    «Συμβαίνουν αυτά στις ζωντανές εκπομπές»

  2. - Μαλάκα, είδες «Κοντρόλ»; Ταινιάρα. - Θα πάω σήμερα. Έλεγα μήπως πήγαινα χτες, αλλά κατέβασα καινούριο Ντεβέντρα και κάθισα μέσα να ακούσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified