τελειώνω (κάποιον), τελειωμένος

Α. Τελειώνω κάποιον θα πει τον εκμηδενίζω, τον νικώ.
Ο σλανγκισμός συνίσταται στο ότι εδώ το ρ. τελειώνω αναφέρεται σε ανθρώπους και όχι σε πράγματα ή ενέργειες, π.χ. τελειώνω το γραπτό, το μαγείρεμα, τελειώνω.

Β. Τελειωμένος είναι ο λούζερ, το καμένο χαρτί.


Πίτσα Παπαδοπούλου - Με τελείωσες

♪♫ Με τελείωσες κι ας γινόμουνα για σένα μια ζωή θυσία
με τελείωσες κι έγινε η αγάπη ψέμα και υποκρισία... ♪♫


  1. Οι έξυπνες πριγκίπισσες δεν πιστεύουν στα παραμύθια.. δεν είσαι ο πρίγκιπας μου πια. Τα έσπασες όλα. Τα γάμισες τη μάνα. Με τελειωσες. ΕΔΩ

  2. Κωνσταντοπούλου σε Φίλη: «Εδώ και μήνες μου έχετε πει "Θα σε τελειώσουμε"». ΕΔΩ

  3. Παν. Λαφαζάνης: Ή θα τελειώσουμε με τα μνημόνια ή αυτά θα τελειώσουν τη χώρα -Αν χρειαστεί θα βγούμε από την Ευρωζώνη. ΕΔΩ

  4. Εμφυλιοπολεμική δήλωση Τσίπρα: «Στις 20 Σεπτέμβρη ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν». ΕΔΩ

  5. Ένας τελειωμένος σχεδόν κωλόγερος είμαι παλαιός οραματιστής τώρα κανένα όραμα η μάνα μου μερικές φορές ήρθε στον ύπνο-ξύπνιο μου λυπημένη. ΕΔΩ

Πρβλ. και τελειωμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με γάμα και τρία ή περισσότερα όμικρον στο όχι. Για έμφαση στη γάργαρη κακεντρέχεια, την εκδικητικότητα και την ανεπαίσθητη απειλή που αναβλύζει η φράση ντε.

Σημασία: Γνωρίζω τι θέλεις από τη ζωή σου και σε ενημερώνω με μεγάλη και σιχαμερή χαρά μου ότι δεν πρόκειται να γίνει αυτό. Όσο περισσότερα όμικρον στο όχι, τόσο μεγαλύτερη η ήττα για το θύμα και η χαρά για το καθίκι που μιλάει. Μπορεί η μοίρα του θύματος ή της έκβασης των γεγονότων να είναι στα χέρια μου την στιγμή αυτή και δηλώνω ότι δεν θα του κάνω τη χάρη επειδή μπορώ, ή μπορεί απλά να έχω στη διάθεσή μου επιπλέον στοιχεία, οπότε γνωρίζω και ανακοινώνω με αυτό το γλαφυρό και καθαρματικό τρόπο τα νέα.

Για επίταση, λες και δεν έφτανε που σου γαμάω την ψυχολογία, σε βρίζω κιόλας λέγοντάς σε καργιολάκι, γεγονός που σηματοδοτεί α) την προκλητικότητα της ανακοίνωσης (αυτό που θες δεν θα γίνει και πόσο το φχαριστιέμαι και για να ξέρεις, σου ρίχνω και χαριστική βολή και σε λέω και καργιολάκι χα χα) β) την ευθύνη που επισύρεται στο θύμα (αυτό που θες δε θα γίνει, τι περίμενες τέτοιο καργιολάκι που είσαι και καλά να πάθεις).

Οδηγώ, τουμπανογκομενάκι έχει stop , σταματάω και το αφήνω να περάσει, πάει να χωθεί και η άλλη η σαύρα από πίσω... Όοοοοοοχι καρΓιολακι, εσύ θα περιμένεις! - (είπε)

Διαβασμα; Τι ειναι διαβασμα; Τι εννοεις εχω εξεταστικη;; Οχι καργιολακι, εγω θα φτιαξω λεμονοπιτα. (είπε)

Ερχεται η αλλη εγκυος στο λεωφορειο κ μου λεει να κατσειιι... Οοοοοοοοοοοοοοοοοοοοχχιιι καριολακι οταν γαμιοσουν ηταν καλα ε? #kargiolaki (είπε)

-Μα αφου ειμαι η Κοντσιτα!
-Οοοοοοχι καργιολακι θα ξυριστεις, εδω ειναι στρατος! #kargiolaki(είπε)

Ως ατάκα ξεκίνησε να καθιερώνεται κάπου στα μέσα του 2014 κι έγινε συνήθεια στα στέκια κοινωνικής δικτύωσης, σε σημείο εθισμού για μερικούς, έγινε σελίδα στο φβ, κι άλλη, κι άλλη, έγινε τραγούδι, έγινε meme, το καθετί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναι μεν «μπάκακας», «μπακακάς» και «μπακακός» είναι ο «βάτραχος» όπως ορθότατα δηλώνουν αντίστοιχα οι σφυρίζων, leonpanos και vikar εδώ, οπότε «μπακακάκι» το «βατραχάκι», αλλά επίσης «μπακακάκι» είναι και σύνεργο ψαρέματος.

Πρόκειται για μια μικρή σχετικά μεταλλική κατασκευή συχνότατα με ιχθυοειδές σχήμα και βάρος ανάλογο με το βάθος των νερών που θα γίνει το ψάρεμα με τη μέθοδο της συρτής. Απ’ το μπακακάκι κρέμονται δύο ή και παραπάνω αγκίστρια ή σαλαγκιές στα οποία δολώνεται (εκτός ίσως του τελευταίου), ανάλογα με το θήραμα - στόχο, ζωντανό ή φρέσκο ήδη ψαρεμένο ψάρι (π.χ. γόπες), καλαμαράκια ή ακόμη και χταπόδι.

Όλο το σύμπλεγμα δένεται στο νήμα που θα βυθιστεί στο νερό. Το δε νήμα μπορεί να συγκρατείται από το καλάμι του ψαρέματος ή ηλεκτρικό καρούλι.

Το μπακακάκι εξασφαλίζει με το σχήμα και το βάρος του πως η κίνηση των δολωμάτων κάτω από το νερό θα μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτήν ζωντανών ψαριών σε μικρό κοπάδι ώστε να ξεγελαστεί το μεγάλο ψάρι - θήραμα (σφυρίδα, φαγκρί, στείρα κλπ).

Η έκφραση «κατεβάζω μπακακάκια» συνήθως παίζει χαιρέκακα στο γ’ πρόσωπο.
Περιγράφει την κατάσταση κάποιου σε και γαμώ τη στριμόκωλη φάση, όπου κάτι έχει πάει τόσο σκατά κι απόσκατα και τόσο απρόσμενα κόντρα από το αναμενόμενο που κυριολεκτικά γαμήθηκε το σύμπαν και επιπλέον όχι μόνο δεν μπορεί να την κάνει με μικρά πηδηματάκια, αλλά είναι αναγκασμένος να κάτσει να φάει στη μάπα, δημόσια ή όχι, μια άλφα ξεφτίλα, να λουστεί άσχημες συνέπειες λόγων και πράξεων ή απλά επειδή έμεινε με το μουτζούρη και την ψωλή στο χέρι, να δει τις φιλοδοξίες του να καταρρέουν δίχως να μπορεί όχι μόνο να αντιδράσει αλλά ούτε να μπινελικώσει την καργιόλα τη μοίρα του γιατί απλά δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο η θέση, το αξίωμα, ο περίγυρος ή η όλη φάση.

Συνώνυμη με την έκφραση «κατεβάζω γουστέρες» -κάτι που ωθεί στο να θεωρήσω πως ετυμολογείται από το συμπαθές πλην γλοιώδες αμφίβιο.

  1. Θα ήθελα πολύ να δω όσους πιο πολλούς γίνεται από εσάς την άλλη Κυριακή στο 14άρι του ΣΔΥΠ, για να ενώσουμε τα χέρια και να κάνουμε ''ΖΝΤΟ'' μπροστά στην ξινισμένη μούρη του Κατσαρού, που θα κατεβάζει μπακακάκια που τον πέρασε πάλι ο Sam. Να βγάλουμε τη γλώσσα στα μέλη του αντίπαλου team (πιστοί στο πνεύμα του ευ αγωνίζεσθαι) και να τους δείξουμε πόσο τους λυπόμαστε για την επιλογή τους.

  2. Α, όλα κι όλα. Το να καρφώνεις τον τιμώμενο για τη γιορτή του Αντώνη Σαμαρά, μέσα στη Βουλή, είναι απρέπεια. Κι αυτό επισήμανε ο Παπαδημούλης του ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούμενος την ντρίπλα Βενιζέλου, με το να απαρνηθεί τις εφτά κάλπες για τις τέσσερις που πρότειναν όλοι.
    (Τώρα στην Πύλο, στη Μήλο, ή στην Τήνο, ο κυρ Αντώνης, κατέβαζε μπακακάκια)

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 1996. Αρχηγός του ΠΑΣΟΚ εκλέγεται από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ο Κώστας Σημίτης. Στην κρισιμότερη στιγμή της πολιτικής του παρουσίας, ο Γεράσιμος Αρσένης είχε την άνεση να αυτοσαρκασθεί για την αποτυχία του να εκλεγεί διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία μονολογώντας «Γιώργο, χάσαμε…»

Το ρητό παραπέμπει στην ιστορία κάποιου χωρικού, στον οποίο μια φωνή είπε να παίξει όλα του τα χρήματα στον ιππόδρομο, στο άλογο με το νούμερο τρία. Το έκανε, και μετά από μια δύσκολη κούρσα το άλογο πάτωσε κι αυτός έχασε όλο του το βιος. Τότε, απογοητευμένος, άκουσε την ίδια φωνή να του λέει απλά «Γιώργο, χάσαμε…»

Εννιά μήνες αργότερα, ο Μιλτιάδης Εβερτ επανεξελέγη στην αρχηγία της Ν.Δ.. «Γιώργο χάσαμε…», επανέλαβε χαριτολογώντας μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας, ο Γιώργος Σουφλιάς.

Έτσι, η ατάκα έμεινε σαν μια ομολογία αναγνώρισης και αποδοχής μιας ήττας που προσπαθούμε να διαχειριστούμε με ψυχραιμία.

- Πάω που λες να ξεπαρκάρω, και βλέπω τζάμι συνοδηγού σπασμένο και το mp3 player να έχει κάνει φτερά!

- Γιώργο, χάσαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χλευαστικό σχόλιο για αδικαιολόγητους πανηγυρισμούς μίας ομάδας που κέρδισε άλλη, ενώ είχαν και οι δύο τα μαύρα τους τα χάλια. Γεωργίου speaking.

Γεωργίου: Πανηγυρίζουν στον ΠΑΟΚ γιατί κερδίσανε, λέει, τον Παναθηναϊκό… Να σας πω τι λέω εγώ; Κέρδισε ο νεκρός τον πεθαμένο…
(Καφενείο των Φιλάθλων, 25/8/2002, 1η αγωνιστική πρωταθλήματος)

ΑΑΤΑ (από anchelito, 30/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα - Ιόνιο) : Βρίσκομαι σε δύσκολη κατάσταση, καταστρέφομαι, χάνω το παιχνίδι, μου καταγιγνώσκεται ποινή (δικαστική, πειθαρχική ή γκολ).

Συνώνυμα : Τρώω πούτσα / καβλί / ψωλιά (μεταφορικώς) / τον ήπια κ.τ.λ.

  1. Μήτσο! Στείλε γρήγορα τα χαρτιά στο λογιστή, μη φάμε κανά παστέλι από την εφορία.
  2. Η ΑΕΚ έφαγε τρία παστέλια χτές απ' το γαύρο.
  3. Άσε, τρία χρόνια παντρεμένος με την Ουρανία, έχω φάει τρελό παστέλι. Μου' χει ψήσει το ψάρι στα χείλη η κουφάλα.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified