Το επάγγελμα του βαρκάρη και ενίοτε του ψαρά στην αργκώ της πιάτσας του Πειραιά. Προέρχεται από τον όρο ξύλα που σημαίνουν τα κουπιά.

- Εσείς τί κάνατε τότε στον Πειραιά;
- Ξυλομηχανή, κύριε δικαστά!
(γέλια στο ακροατήριο)
-Ησυχία! Τί ένοείτε κύριε μάρτυς;
- Να, μωρέ, βαρκάρης, ψαράς!
(από τη βιογραφία του ρεμπέτη Γ. Παπαιωάννου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όργανον της τάξεως ανήκον εις το Λιμενικόν Σώμα.

Καλείται με απαξία έτσι, διότι κουρνιάζει στον προλιμένα σαν τους γλάρους, δηλαδή είναι γιαλατζή ναυτικός αλλά και διότι δεν είναι βεριτάμπλ μπάτσος (βλοσυρός, απειλητικός κτλ), είναι άοπλος και έχει μικρή γκάμα αρμοδιοτήτων, όπως άλλωστε και οι παρκόμπατσοι (δημοτική αστυνομία).

Αυτά όμως, μέχρι πρόσφατα (90'ς), που ήταν ακόμη κλειστά τα σύνορα (δηλ. χωρίς εκτεταμένη λαθρομετανάστευση-διεθνές έγκλημα κτλ) και που περιορίζονταν συνήθως σε καθήκοντα τροχονόμου των πλοίων και επεδίδοντο μετά μανίας στο τάβλι και στο καμάκι.

Μάλιστα, οι αδερφές τους εσνόμπαραν προτιμώντας τους άνδρες του πολεμικού ναυτικού, (που έχουν παρόμοια στολή), θεωρώντας τους τελευταίους πιο αρρενωπούς.

Τα παλιά χρόνια (μέχρι το '70), το ελληνικόν κράτος διέθετε αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος, αλλ' όχι λιμενοφύλακες, δουλειά την οποίαν έκαναν αμισθί τα, υπηρετούντα την θητεία τους, ναυτάκια επί 36-38 μήνες (χώρια οι φυλακές)...

Σε πολλές ταινίες του ελληνικού σινεμά, φαίνονται ναυτάκια εν στολή, με κορδέλα «Λιμενικόν Σώμα» στην ασπιρίνη, που δένουν και λύνουν κάβους ή κατεβάζουν κλίμακες εμπορικών (δηλ. ιδιωτικών) πλοίων, φυλάνε περίπολα στα λιμάνια κτλ.

Εξ άλλου, τα μεγάλα μηχανικά ή κατασκευαστικά έργα μέχρι πρότινος, τα αναλάμβανε ο Στρατός, που είχε (και έχει) τζάμπα εργατικό δυναμικό.

Σήμερα, οι περισσότεροι γλαρόμπατσοι είναι μοριοδοτημένοι πρώην μπακακοί (βατράχια των Ο.Υ.Κ.), ζόρικοι, ένοπλοι, φοράνε κάτι ξεγυρισμένες παραλλαγές, αντιμετωπίζουν τρελό λαθρεμπόριο στην ανοικτή θάλασσα (αλιευτικές παραβιάσεις Τούρκων-Ιταλών, μετανάστες, trafficking ανθρωπίνων ιστών/παιδιών/πορνών/ναρκωτικών κτλ), συχνά συνοδευόμενο από πιστολίδι και κάνουνε και search and rescue επιχειρήσεις άμα λάχει.

Οπότε, δέον όπως επινοηθεί νέος χαρακτηρισμός.

- Τί έγινε, γιατί δε μας αφήνουνε να μπούμε στο καράβι;

- Τσακώνονται οι νταλικέρηδες για τη σειρά με κάτι γλαρόμπατσους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified