Όχι απλά σίγουρα, αλλά κατευθείαν, αμέσως και ενθουσιωδώς. Σίγουρα προς μία κατεύθυνση και μάλιστα με τεράστια ταχύτητα - με όσα, μαλλιά, χίλια χιλιόμετρα την ώρα που λέει ο λόγος.

Ως προς τη ταχύτητα, συναφές με τα σούμπιτα, αλλά και στο καπάκι, dt, πατ-κιουτ, σφαιράδην, τσακ μπαμ, στο πιτς-φιτίλι.

Ως προς τη βεβαιότητα, αντίστοιχο ανάλογα με την περίσταση με τα αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Εδώ ενθουσιώδης βεβαιότητα: «Στην ΑΕΚ με τα χίλια» - Το ενδιαφέρον που φέρεται να έχει εκφράσει η ΑΕΚ για τον Θανάση Κανούλα έχει ενθουσιάσει τον νεαρό μέσο.

Εδώ ταχύτητα: Καλπάζει με... τα χίλια το AIDS στη χώρα μας

Εδώ βεβαιότητα και ταχύτητα και τα πάντα όλα: Λίλα με τα χίλια (μήδι 1).

Λίλα με τα χίλια σύμφωνα με τα τριφύλλια τους - Παράδειγμα 3 (από Galadriel, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Very très bien.

Ανύπαρκτος συνδυασμός του αγγλικού very με την γαλλική έκφραση très bien (πολύ καλά).

Υπερβολή και σαχλαμάρα του τύπου έξτρα πρίμα γκουντ, καταπληκτιquement, κλπ.

Σημαίνει «λίαν καλώς» ένα πράμα.

Άμα θες να δείξεις ότι τό' χεις το γαλλικό, πετάς από δίπλα κι ένα «μον αμί» (φίλε μου) ή «μον αμούρ» (αγάπη) και γίνεται «βέρυ τρε μπιέν μον αμί / μον αμούρ».

- Επιτέλους, τα κατάφερα με τους γονείς. Τώρα μπορούμε να ξενυχτίσουμε όσο θέλουμε!
- Βέρυ τρε μπιέν!!! Φύγαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως επίρρημα: (α) τέλεια, πολύ καλά. Συνώνυμα: γαμάτα, μπόμπα, σούπερ, τζάμι, τζιτζί, φίνα. (β) (επιτατικό) πολύ, εντελώς. Συνώνυμα: κάργα, φουλ. Χρησιμοποιείται και ως επίθετο (βλέπε γαμάτος).

Συντάσσεται είτε ως κατηγορούμενο, είτε συνηθέστερα με το ουσιαστικό έναρθρο, στον πληθυντικό και σε αιτιατική: (και) γαμώ τους/τις/τα <ουσ. σε πληθ.>. Συγκεκριμένα, η κανονική σύνταξη <επίθ.> + <ουσ.> αποφεύγεται.

  1. (απο συνέντευξη του Evnus, εδώ)
    Την τελευταία φορά που πέρασα και γαμώ ήταν ένα πρωί που είχα πάρει ένα τόξο με βεντούζα και σημάδευα σκατόφατσες [...] στην τηλεόραση.

  2. (από το διαδίκτυο)
    Πρέπει να ομολογήσω ότι ο τύπος είναι και γαμώ τα άτομα. Παρ' όλο που έχασε την πτήση από το Λονδίνο και έφτασε στις 1 μετά τα μεσάνυχτα, βγήκε στην σκηνή [...] και έδωσε και γαμώ τις συναυλίες.

  3. (από το διαδίκτυο)
    Αυτό πρέπει να το πω. Οι Γερμανίδες είναι και γαμώ τις γκόμενες. Σταμάτα να είσαι Στάθης Ψάλτης και να τις σκέφτεσαι με σαντάλι και ξεπλυμένο σορτς. Ντυμένες κανονικά είναι φα-ντα-στι-κές. Και γδυμένες ακόμη περισσότερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέσα! Με τρέλα! Απολύτως, εντελώς!

  1. - Λέω να πάρω τα κορίτσια να πάμε για κάνα ποτό, είσαι μέσα;
    - Για πλάκα! Το ρώτας;

  2. - Τριανταφυλλίδης είπες; Πόντιος είσαι;
    - Ναι ρε, για πλάκα!

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified