Είναι η υπηρεσία που «βαράει» ο φαντάρος μεταξύ 02.00 - 04.00 τα ξημερώματα.
Έρχονται αυτή την εβδομάδα οι νέοι στο λόχο.
Άντε να βαρέσουν και αυτοί κανένα γερμανικό γιατί πήξαμε τόσους μήνες!
Είναι η υπηρεσία που «βαράει» ο φαντάρος μεταξύ 02.00 - 04.00 τα ξημερώματα.
Έρχονται αυτή την εβδομάδα οι νέοι στο λόχο.
Άντε να βαρέσουν και αυτοί κανένα γερμανικό γιατί πήξαμε τόσους μήνες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στη στρατιωτική slang, η αγγαρεία που σε βάζουν να μαζεύεις τις κάμπιες (την άνοιξη) από τα πεύκα και γενικά από όλο το στρατόπεδο.
Προέρχεται από την «κάμπια» και την αγγλική κατάληξη -ing.
- Τελειώσαμε με το γόπινγκ, κύριε λοχία.
- Ωραία. Τώρα πάτε για κάμπινγκ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στρατιωτική μέθοδος σφουγγαρίσματος μεγάλων χώρων, π.χ. μαγειρείων. Πετάς σαπουνάδα στο πάτωμα, και με ένα μεγάλο Ταυ (σαν αυτά που καθαρίζουν οι Πακιστανοί τα τζάμια) την πας παντού, μετά ρίχνεις άφθονο νερό με τη μάνικα, ξεπλένεις με το ταυ τη σαπουνάδα και τα πετάς όλα έξω. Είναι πολύ διασκεδαστικό, ιδίως αν έχει ζέστη - δεν δημιουργεί καθόλου την αίσθηση της αγγαρείας.
Το όνομα προέρχεται από μία άσκηση που δεν θυμάμαι ακριβώς το επίσημο όνομά της (απόβαση με πλωτά μέσα;;;), πάντως στην τρέχουσα τη λένε απλώς «πλωτά». Αυτή είναι πολύ λιγότερο διασκεδαστική.
- Εστιάτορας, το πάτωμα είναι μες στη γλίτσα. Τι καραπουτσαριό είναι εδώ;
- Μα κύριε λοχαγέ, χτες κάναμε πλωτά.
- Αντιμιλάς, εστιάτορας;
Got a better definition? Add it!
Λεξιπλασία που προκύπτει από το ελληνικό ρήμα «έρπω» και την απαρεμφατική κατάληξη («γερούνδιο») της αγγλικής «-ing».
Υποδηλώνει το mode κίνησης «ένα-με-το-χώμα», όπου το υποκείμενο προχωρά μπρούμυτα έχοντας πλήρη επαφή με το έδαφος.
Συναντάται κατά κόρον στον ένδοξο Ε.Σ.
Got a better definition? Add it!
Ένα από τα γνωστά αθλήματα, του τύπου σκούπα diving, γόπινγκ, φύλλινγκ κλπ, το οποίο αναφέρεται στο ράψιμο.
- Γυναίκα, από το πουκάμισο λείπει ένα κουμπί.
- Ε και εγώ τι να κάνω;
- Ράφτινγκ να κάνεις μωρή, τι άλλο;
Got a better definition? Add it!
Καψόνι στα στρατόπεδα, κατά το οποίο οι φαντάροι καθαρίζουν όλο το στρατόπεδο από τις πευκοβελόνες.
Ανήκει στην ίδια κατηγορία λημμάτων με την λέξη γόπινγκ.
Αφορά συνήθως στρατόπεδα με πεύκα και το χρησιμοποιούν κυρίως σμηνίτες τις 350Π.Κ.Β. στην Θεσσαλονίκη.
*Π.Κ.Β. = Πτέρυγα Κατευθυνομένων Βλημάτων.
-Μοιιίρααα... Προσοοοχή!!! Η άφιξης του υποπτέραρχου είναι προγραμματισμένη για τις 17:00 το απόγευμα. Διασκορπιστείτε σε όλο το στρατόπεδο και μαζέψτε όλες τις πευκοβελόνες! Λαμπίκο να το κάνετε! Μη δω καμία κάτω, θα σας λιώσω!
-Πω! Ρε φίλε πάλι πευκοβελόνες; Κάθε μέρα τις μαζεύουμε και δεν τελειώνουν!
-Και τι παραπονιέσαι ρε σειρά; Αφού το λέει και το όνομα του στρατοπέδου! 350 Π**ευΚοΒ**ελόνινγκ!!!
Got a better definition? Add it!
Άλλο ένα ψευδαγγλικό γερούνδιο της στρατιωτικής αργκό που δηλώνει αγγαρεία, πρβλ. φύλλινγκ (feeling), πύλινγκ, γόπινγκ. Εν προκειμένω πρόκειται για την περισύλλεξη των καλύκων από τις σφαίρες μετά την βολή στο πεδίο βολής.
Καλά, νταξ, να κάνουμε βολή να ξεκαυλώσουμε, αλλά ποιος κάνει κάλινγκ μετά;
Got a better definition? Add it!
Το μάζεμα των φύλλων από φαντάρους στο στρατόπεδο, ιδίως το Φθινόπωρο. (Συνήθως με σκούπες, τσουγκράνες και φτιάρια + μαύρες σακούλες) - Δεν θεωρείται ιδιαίτερα βαριά αγγαρεία...
Της ίδιας οικογενείας με τα: γόπινγκ, τσάπινγκ
Ετυμολογία: = Φύλλο + ing (γερούνδιο)
Ομόηχο με το αγγλικό Feeling
- Ξέρεις τι αγγαρεία μας περιμένει σήμερα, ρε σειρά;
- Γόπινγκ και φύλλινγκ... Άσ' τα θα πήξουμε...
- Ωχ φύλλινγκ; Nothing more than feeling!
Got a better definition? Add it!
Καψόνι στο στρατό κατά το οποίο ο νέος γυρίζει όλο το στρατόπεδο και μαζεύει από κάτω τις άπειρες γόπες τσιγάρων.
Προκύπτει απ' τη γόπα και την κατάληξη ing του αγγλικού γερούνδιου, που δηλώνει πράξη, κίνηση κτλ σε εξέλιξη. Στα αγγλικά θα γραφόταν woping.
- Νέεεεουυυυςςς!
- Διατάξτε!
- Πάρε τη σακούλα κι άρχισε γόπινγκ στο δυτικό στρατόπεδο.
- Μα κύριε Διοικητά...
- Μαμούνια! ΟΛΟ το στρατόπεδο!
Got a better definition? Add it!