Από την παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων «στη Βιλαρίμπα ακόμα τρίβουνε» (τα ταψιά).
Έχει γίνει συνώνυμο της αγγαρείας στα μαγειρεία.
- Γεωργίου και Δημητρίου, απόψε θα πάτε στη Βιλαρίμπα!
Από την παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων «στη Βιλαρίμπα ακόμα τρίβουνε» (τα ταψιά).
Έχει γίνει συνώνυμο της αγγαρείας στα μαγειρεία.
- Γεωργίου και Δημητρίου, απόψε θα πάτε στη Βιλαρίμπα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει, μεταξύ άλλων:
- Είδες πως έχει καταντήσει ο Τάκης; Έχουν μαυρίσει τα δόντια του απ’ τη ζου.
- Πού μαύρισες έτσι χειμωνιάτικα; Για σκι ήσουνα;
- Ναι, είπα να κάνω διακοπές.
- Αράχοβα;
- Όχι, Μεγάλο Πεύκο...
- Μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη και τις πυρκαγιές του καλοκαιριού, ο κοσμάκης είδε κι απόειδε, τη μαύρισε την κυβέρνηση στις εκλογές κι ο πρωθυπουργός έφυγε νύχτα.
- Έχει μπει η άνοιξη, όλος ο κόσμος διασκεδάζει έξω κι εγώ τη βγάζω στο γραφείο από σκοτάδι σε σκοτάδι. Έχω μαυρίσει ρε πούστη μου!
- Τα’ μαθες; Ανακαλούνται όλες οι άδειες!
- Γιατί ρε γαμώτο;
- Έπεσε μαζική δηλητηρίαση στην ταξιαρχία, ακούστηκε απ’ τα Μ.Μ.Ε., έφτασε στ’ αυτιά του Α/ΓΕΣ, πλακώσανε Ε.Δ.Ε. και τα τέτοια, γάμησέ τα!
- Καλά κι εμείς τί φταίμε;
- Ε, δεν καταλαβαίνεις; Ο δίκας έχει χεστεί γιατί τρίζει η καρέκλα του, θα’ ρθουν και τίποτα κλάραμπελ (Σ.Σ. γαλονάδες με διπλά φύλλα δρυός στο κεραμίδι του πηλικίου, «κλάρες») για επιθεωρήσεις, άντε ξανά-μανά βαψίματα και καθαρισμοί, είναι άρρωστοι κι οι μισοί φαντάροι, ετοιμάσου για πούτσα με λέπι φίλο!
- Πανάθεμα το μάγειρα που μας μαύρισε τη μονάδα καλοκαιριάτικο!
- Πού θα δηλώσεις μετάθεση;
- Δέλτα-δέλτα Σαλαμύκονος (Διεύθυνση Διοικήσεως), αφού είναι μισή ώρα απ’ το σπίτι μου στο Περιστέρι, άσε που σημαίνει «Δεν Δουλεύω» απ’ οτι μου’ πανε...
- Δεν τα ξέρεις καλά! Το καλό που σου θέλω βάλε γρήγορα βύσμα για πλας Σούδα να σε παίζει 15-10 οφφ, γιατί στη Μπακαουκία πάνε όλα τα μαμούθ! Το μεγάλο βύσμα τρώει το μικρό κι εσένα σε βλέπω να λιώνεις στα καζάνια! 100 υπηρετούν στη δέλτα-δέλτα, 10 εμφανίζονται στην πρωινή κλήση και 3 μένουν για αγγαρείες, χώρια που σε ξαποστέλνουν σε άλλες υπηρεσίες για θελήματα. Έχει μαυρίσει η δέλτα-δέλτα! Ξέρεις πώς τη λένε τώρα; «Δανείζουμε Δούλους»...
- Έκανε να σηκωθεί ο Μητσάρας, να πει την κουβέντα του στην απέναντι παρέα λόγω παρεξήγησης και πριν τελειώσει, πλακώνουνε κάτι μπεχλιβάνηδες και τον κάνουνε τόπι! Μιλάμε, τον μαυρίσανε για τα καλά! Εμ, βλέπεις ήθελε να κάνει φιγούρα στη γκόμενα ότι δε μασάω κι έβαλε και στα μπατζάκια του...
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός για στρατιωτική μονάδα όπου το πήξιμο πάει σύννεφο, όπου σε πάει πίπα κώλο εμπλοκή.
Κλασσικός όρος για τον χαρακτηρισμό παραμεθόριων μονάδων καθώς και πλοίων του Π.Ν. όπου «βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι».
Βλέπε και σχετικά λήμματα: βλέπω την βάλε πόλη προέλευσης εδώ με το μακαρόνι
αγγαρειομάχος.
Μετά τη βασική εκπαίδευση πήρα μετάθεση για ένα πλοίο σκέτη μαυρίλα! Φοβερό πήξιμο, συνέχεια ταξίδια και να βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι!
Got a better definition? Add it!
Χαντάκωμα, μπιφτέκωμα. Φαινόμενο δηλαδής, κατά το οποίο ο φαντάρος του χ λόχου, που είναι 481 (το σήμερα εννοείται) πριν απολυθεί. Έχει Καλλιόπη, μετά χόκεϊ επί λίπους (μαγειρία) και το βράδυ βάρδια στην πύλη. Συνήθως η μέρα είναι Παρασκευή, και την άλλη μέρα έρχεται και ο χ συνταγματάρχης για επιθεώρηση.
- Εσένα σε βλέπω παρφουμαρισμένο ρε Καραμήτρο. Πάλι έξοδο ρε ψάρακα;
- Ναι ρε Μπουρδάνο, εμένα όλο άδειες μου δίνει ο Τζουνάκος. Μπουζούκια κι έτσι. Εσύ;
- Εγώ πάλι πήξιμο.
Βλ. και σχετικά λήμματα πήζω, έχει πήξει το μουνί μας, πυξλαμούν
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified