Further tags

Το παρόν(χειροποίητο)λήμμα,προϊόν μακρόχρονης και βαθιάς σκέψης μου, θέλει να τονίσει την βεβαιότητα κάποιων καταστάσεων που βιώνουμε όλοι,στις ζωές μας... Νοιώθω περήφανος που το μοιράζομαι μαζί σας!

Πάλι πήρε μπέναλτυ ο Ολυμπιακός; (ο άντι-)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τζαμπουί, τσαμπουί

Δωρεάν, τζάμπα, χωρίς αντίτιμο.
Προέρχεται από το τουρκικό caba που σημαίνει ακριβώς το ίδιο. Με την προσθήκη διαφόρων καταλήξεων, προκύπτουν τα συνώνυμα τζαμπέ, τσαμπέ, τζαμπαντάν, τζαμπέισον, τζαμπουίτα.

Κατά το μπαγκουί, ντουί, τουί.

Σημείωση: Στη Β. Ελλάδα λέγεται πάντα τζάμπα και ποτέ τσάμπα.

  1. Άρα αν το Κράτος δώσει πραγματικά λεφτά θα πρέπει να πάρει κοινές μετοχές· τελεία και παύλα. Δημόσιο χρήμα τζαμπουί τέλος.(εδώ)

  2. στα παπαριας, τζαμπα είναι. Εγω πχ ημανε πριν στη γαύδο. Υπέροχα. και τσαμπουι (εδώ)

  3. από το Νουβελ θα πεις, θα σου τσεκαρουν και τα λαδγια τσαμπουΐ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Μου γυάλισε κάτι και το σταμπάρισα με σκοπό να το αποκτήσω, είτε βάσει σχεδίου ή όταν με ευνοήσει η συγκυρία.

  1. έβαλα στο μάτι τη φουρνάρισα, 35αρα ψηλοκώλα, θα το ρισκάρω, έτσι κάνουν οι άντρες, ή ταν η τον πετάς, θα την κουτουπώσω την χωριάτα (εδώ)

  2. Ο Σουλτάνος, δεν είχε παρά να κοιτάξει έντονα μία κοπέλα, ή να της κάνει σχόλιο θαυμασμού και κέρδιζε το προσωνύμιο «guzdheh» που σήμαινε ότι ο σουλτάνος την έχει «βάλει στο μάτι». (Τι πραγματικά συνέβαινε στα χαρέμια των Σουλτάνων)

  3. Μωρέ άμα σε βάλει στο μάτι ο Δίας, δεν πα να λέγεσαι και Ευρώπη... (εδώ)

Β. Επιβουλεύομαι κάποιον, θέλω το κακό του. Μ' αυτό το νόημα αναφέρεται κι από την Galadriel στο 'μπαίνω στο μάτι', δηλ. στην παθητική φωνή του ρήματος.

  1. κακό του κεφαλιού του του νουμπά. Τον έβαλα στο μάτι. (εδώ)

  2. Το τσίπουρο στο 23% κ οι εφημερίδες παραμένουν στο 6%. Άμα έχεις βάλει στο μάτι τη διαπλοκή κ τα συστημικά ΜΜΕ φαίνεται! #gelanetatsimenta (εδώ)

  3. Κοντοπούτανε επιτηρητή που με έχεις βάλει στο μάτι άμα σε πετύχω εκτός σχολής τη γάμησες. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Στην καθομιλουμένη.) Βλακεία, ανακρίβεια, αερολογία κ.λ.π. Επίσης κάτι που δεν αξίζει μία, μια παράσταση για τον πούτσο, μια αποτυχημένη συναυλία κ.λ.π.

Ρε φίλε τι πίπα ήταν αυτή που πήγαμε; Πάρτι για τον πούτσο!

(Στο Σεξ) Πεοθηλασμός.

Τι πίπες λες πάλι μωρέ; Μαλάκα! καθημερινές φράσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανάφτρα. (όρος unisex) Ένας άνθρωπος μπουρδέλο που λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση. "Ανάβει" τους γύρω της στη δουλειά, στο δρόμο, στο σούπερ μάρκετ, ακόμα και σε κηδείες. Δεν έχει ούτε ιερό ούτε και όσιο.

Μην τσιμπήσεις ρε! Είναι μεγάλη ανάφτρα. Μόλις καταλάβει πως γουστάρεις σε έφτυσε. καθημερινές φράσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως σημαίνει "πάω τουαλέτα" ή πιο χαλαρά "πάω στην κουζίνα να τσιμπήσω κάτι" ή γενικότερα "κάνω διάλειμμα μικρής διάρκειας". Προκύπτει από την εποχή της δεκαετιών του '80 και του '90, όταν η τηλεόραση ήταν το κύριο μέσο φθηνής διασκέδασης και κινηματογραφικής ενημέρωσης, ιδιαίτερα όταν αναπτύχθηκαν τα πρώτα ιδιωτικά κανάλια. Σε περίπτωση που η εκπομπή ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, ο τηλεθεατής μπορούσε να διακόψει για κάτι άλλο, μόνο όταν έμπαιναν διαφημίσεις, και συνήθως αυτό το κάτι άλλο ήταν η ανάγκη για τουαλέτα. Με τον καιρό "το πάω για διαφημίσεις" γνώρισε περιορισμένη διάδοση ως ευφημισμός του "πάω τουαλέτα" και σε χώρους, ακόμα και επαγγελματικούς, όπου δεν παίζει τηλεόραση. Χρησιμοποιείται βέβαια κυρίως σε φιλικό περιβάλλον.

Θα μου επιτρέψετε να λείψω για λίγο, πρέπει να πάω για "διαφημίσεις", θα γυρίσω σύντομα

Got a better definition? Add it!

Published

Το λέμε σε κάποιον που σνομπάρει το διαθέσιμο φαγητό,γιατί δεν τον έχει ζώσει ακόμη η πείνα.Ισχύει,αναλόγως, και για άλλα αγαθά,π.χ ρούχα,παπούτσια κλπ.

΄΄Γιατί παιδί μου δεν τρως τα ροβύθια;''
''Δεν θέλω,δεν μου αρέσουν.''
''Δεν πειράζει,μην τα τρως.Το βράδυ που θα έλθει η γριά με το μέλι,θα σου φανούν λουκούμι.''
(Ανάγκα και θεοί πείθονται)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλατσίοτικος νεολογισμός με σημασία η οποία καλεί τον ομιλητή σε αφασία,κυρίως νοητική αλλά και εικονική,χρήσιμο όταν ο δέκτης χρειάζεται εντυπωσιασμό μέσω τη συζήτησης Ηχητικά παρατηρείται να σβήνει η λέξη ''μύθος'' προς το τέλος της φράσης ''Εαγα μυθθθ....''

1 -Μιλάμε περνάει το μωρό από μπροστά μου -Και,και...; -Τι και ρε;Έφαγα μύθο...

2 -Πέρασε σήμερα ένας παππούς ένα Στοπ..Έφαγα μύθο

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηρισμός πράξης ή ενέργειας, που γίνεται κατ' εξακολούθηση, κατά την οποία το άτομο προτιμά χειροκίνητη χρήση όταν υπάρχει αυτοματισμός, που όχι μόνο λύνει τα χέρια αλλά ενδείκνυται, αφού αποφέρει σημαντικά οφέλη μακροπρόθεσμα.

-(Διευθυντής Πληροφορικής στον τζούνι-ο-ρα): Ρε βλήτο, πάλι καρφωτέλες τα dll;
- Ναι, γιατί;
- Τα έχουμε πει 100 φορές, αφού έχουμε νουγκέτ!

- Άσε τον ήπια
- Γιατί, τι έγινε ρε μαλέα;
- Έκανα ρινέιμ το assembly και το είχε καρφωτέλα παντού στα configurations.

- Έβγαλα prepaid να πληρώνω τα skins του LoL, μη δίνω την κάρτα και μου φάνε τα λεφτά.
- Καλά ρε μαλέα, δε βαριέσαι; Εγώ έχω κάρτα με την μισθοδοσία και την κουμπώνω παντού καρφωτέλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν φοράει σχεδόν τίποτα και την πέφτει παντού η παλιό θοτάρα

Το κοράσιο το οποίο συμπεριφέρεται και ντύνεται με προκλητικό τρόπο. Μια θοτάρα συνήθως προσπαθεί να αποσπάσει με αθέμιτους τρόπους την προσοχή των λαικών παιδιών με απώτερο σκοπό το σεξ.

Got a better definition? Add it!

Published