Further tags

Μία από τις πιο παλιές και πιο powerful εκφράσεις προσβολής, όπου κύριο θέμα είναι το σκατό, κάτι σαν το «να φας σκατά» (ή το αρβανίτικο «χάνα μουν»), αλλά σε πολύ πιο εξελιγμένη μορφή.

Σε γιαπί:
- Πιάσε ρε Κίτσο το σφυρί να 'ουμ.
- Χάνα μουν ρε
- Σκατά να φας, σκατά να πιεις, σκατά να πας να χέσεις, από σκατά να σηκωθείς και σε σκατά να ξαναπέσεις.
- ........!

(από tasurmata, 28/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός που παρουσιάζει απροσεξία ή καθυστέρηση σε αντίδραση. Μπορούμε να πούμε ότι πιαστήκαμε στον ύπνο.

- Πήγες να δηλώσεις συμμετοχή;
- Ω ρε , το ξέχασα....
- Εμ, χεστήκαμε εκεί που κλάναμε...

Δες και εχεκλάνω, χέκλασα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Ψαγμένη» παρότρυνση.

Ακούστηκε στο «Εσπέρια», απο ενθουσιώδη τσοντοθεατή, την πάλαι ποτέ καλή εποχή!

... βάλε και χιόνι να βγεί ασπρομάλλης !!! (από spydel, 30/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει πως κάποιος έχει τέτοιες σηκωμάρες, τέτοιες καύλες ασήκωτες και απάλευτες, τόσο η λίμπιντο έχει χτυπήσει κόκκινα, ώστε αρχίζει να παραβλέπει το Λευιτικόν 18:23 και ξαφνικά καλοβλέπει τα καπούλια του γαιδαράκου του κυρ-Μένιου. Δεν πα να μουλαρώσει (καθότι ως γάιδαρος είναι και ξεροκέφαλος), δεν πα να είναι στην ανηφόρα, αυτός θα τον σπρώξει ασάλιωτα, αβάδιστα, αβαβά και αβασάνιστα.

Για να σοβαρευτούμε τώρα και να μιλήσουμε επιστημονικά, είναι προφανές ότι μετά το κατώφλι της πρώτης μοίρας, το μέγεθος της καύλας βρίσκεται σε σχέση ευθείας αναλογίας με τις μοίρες της ανηφόρας.

Πέρα από τα παραπάνω, η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται και με ακόμα πιο μεταφορική σημασία για να δείξει ότι κάποιος δεν μασάει το μπούτσο του, ότι είναι ο γαμιάς της γειτονιάς, ο μάο γαμάω.

  1. - Θα κανονίσεις με τίποτα γκόμενες γι' απόψε;
    - Δεν μπορεί καμιά καλή για σήμερα...
    - Μωρέ ό,τι νά 'ναι φέρε! Έχω κάτι καύλες αυτόν τον καιρό, γαμάω γάιδαρο στην ανηφόρα!
    - ΟΚ, θα δω τι μπορώ να κάνω...

  2. (Από εδώ)
    «mages piaste dio dramamines i mpourmpoulithra irthe me rimes pios iligos mori flora egw gamaw gaidouri stin anifora»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φυσικό τοπίο απομονωμένο, χωρίς υποψία ανθρώπινης παρουσίας όσο φτάνει το μάτι μας, όμορφο και γαλήνιο, που σε καλεί να σχετιστείς μαζί του και να αφήσεις πάνω του ένα κομμάτι του εαυτού σου. Είναι το πιο ταιριαστό περιβάλλον για να σε κυνηγήσει ζαρκάδι, καθ' ότι μέσα στη φύση, προτείνοντάς σου το άγγιγμά της με απαλά χορταράκια, ενώ θα αφήνεις το γραμμάτιο. Αν η γεωμετρία του χώρου το επιτρέπει, αφέσου στην δροσερή αύρα και χέσε ψηλά κι αγνάντευε.

Μεταφορικά 1: Γενικώς η ερημιά, χωρίς την εννοιολογική μυρωδιά πεθανίου.

Μεταφορικά 2: Το αντίθετο της πήχτρας, του σκοτωμού σε ένα μέρος, η απόλυτη ερήμωση από ανθρώπους.

  1. Και ενώ πηγαίνω καρφωτός, με πιάνει ξαφνικά ένα κόψιμο... Βρήκα όπως-όπως μια ερημιά για χέσιμο, παράτησα κινητά, GPS, πόρτες ανοιχτές, έριξα την ψήφο μου και ξαλάφρωσα...

  2. - Την καυλίτσα που την είχες στο μπίρι-μπίρι χθες την έφαγες;
    - Ναι, φορτωτική κανονικά. Μέχρι να μπει ο σύρτης όμως μου ζάλισε τ' αρχίδια.
    - Πρώτα ανοίξαμε και σας περιμένουμε και μετά σου τό' παιζε δύσκολη;
    - ...Και «εδώ περνάει κόσμος» και «πάμε κάπου πιο απόμερα» και κάτι τέτοιες παπαριές. Ε, τα πήρα στο κρανίο κι εγώ, ξαναέβαλα μπρος και την πήγα πάνω στο βουνό, στου διαόλου τη μάνα. Ερημιά για χέσιμο, τέτοια φάση.
    - Πάντως από ρομαντισμό είσαι καλλιτέχνης ρε κολλητέ, Αλμπέρ Γαμύ...

  3. - Τώρα τι κάνουμε;
    - Φεύγουμε σούμπιντοι, όπως ήρθαμε. Εδώ θα κάτσουμε; Εδώ είναι ερημιά για χέσιμο. Παρέα στα γκαρσόνια θα κάνουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «έβαλα τα αρχίδια στο στόμα» αναφέρεται σε κλιματολογική κατάσταση απόλυτης απελπισίας, όπου επικρατεί τέτοιο πολικό ψύχος, ώστε ο μόνος τρόπος αναθέρμανσης των αδένων, να είναι να τα βάλει κάποιος στο στόμα.

Μάλλον προέρχεται και απο την έκφραση του προσώπου κάποιου που κρυώνει πολύ, όπου φουσκώνει τα μάγουλά του, καθώς φυσάει τις παγωμένες του παλάμες. Εκείνη τη στιγμή φαίνεται σα να έχει δυο μπαλάκια μέσα στο στόμα.

Ενδέχεται να προέρχεται και απο την βιομιμική επιστήμη, όπου κάποιοι παραδειγματιζόμενοι απο τα σκυλιά, έχουνε τέτοια ευλυγισία, ώστε να μπορούνε να δαγκάνε ή να γλύφουνε τα ίδια τους τα αρχίδια.

Κάποιος μπαίνει μέσα στη ζέστη.

- Μπρρρ! Ξεπάγιασα!
- Τι έγινε ρε συ, κάνει κρύο έξω;
- Με δουλεύεις ρε συ; ...Εδώ έβαλα τα αρχίδια μου στο στόμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω δάχτυλα ή άλλα πράγματα στον κώλο μου.

Ρε φίλε, έχω βαρεθεί να παίζω το πουλί μου. Γάμησέ με να πούμε... πω πω... Τον τελευταίο καιρό παίζω τον κώλο μου και την έχω καταβρεί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται κυρίως από ομοφυλόφιλους άνδρες, προκειμένου να προσεγγίσουν άγνωστους, με πρόστυχο αλλά συνάμα συγκαλυμμένο τρόπο.

«Γεια σου. Σε κοιτάζω εδώ και πολύ ώρα. Θέλεις να πάμε στην τουαλέτα να σου παίξω μια μαλακία με τον κώλο μου;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξερνάω, κάνω εμετό. Εφόσον είναι γνωστό (πια) ότι ο εμετός δεν έρχεται από τα έντερα, η λέξη στην έκφραση σημαίνει μάλλον τα σωθικά. Εξάλλου, συνωνύμως πως, λέμε «βγάζω τα σωθικά μου».

Επίσης χρησιμοποιείται η λέξη ξερνάω αντί της λέξης βγάζω.

Πρέπει να έπαθα δηλητηρίαση γιατί χθες, μετά το φαγητό, ξέρναγα όλη νύχτα, έβγαλα τ' άντερά μου...

ο θάνατος του Αρείου που έβγαλε τ\' αντερά του από Περηφάνεια - προσοχή, δεν τα έχεσε, γιατί το κόμικ αφήνει περιθώρια παρερμηνειών (από xalikoutis, 05/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Είμαι σε άθλια κατάσταση, μου έχουν πάει όλα στραβά στη ζωή, δεν υπάρχει τίποτα το ρόδινο, έχω μπλέξει πολύ άσχημα και είναι σα να κολυμπάω σε έναν λάκκο ή, ανάλογα με τον βαθμό δυσκολίας, σε μια λίμνη, θάλασσα, ωκεανό με Σκατά.

(κάτι τέτοιο πρέπει να ψέλλισε το ψάρι που βρέθηκε, αίφνης, από τα καθάρια νερά μέσα στο γκώλο του Καφάση)

Αντίθετο: «πλέω σε πελάγη ευτυχίας».

- Πήρα χθες τον Αντρέα τηλέφωνο και δεν απαντούσε...
- Καλά, ξέχασέ τον αυτόν για ένα διάστημα.
- Γιατί; Προβλήματα;
- Μόνο προβλήματα; Στα σκατά κολυμπάει, πιάσανε τον γιο του σε κάτι βέρια και άντε να ξεμπλέξει τώρα...

(από Vrastaman, 23/03/09)(από Vrastaman, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified