Further tags

Σλανγκιά του 19ου αιώνα για τα λεφτά και δη τη δωροδοκία. Διασώζεται στο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη Οι Χαλασοχώρηδες και αναλύεται στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου σχετικά με το όλο πολιτικό σύστημα της εποχής στοιχεία του οποίου διασώζονται ακόμη και σήμερα. Παραπέμπω, λοιπόν, στο εν λόγω σημείωμα για ανάλυση. Στα παραθέματα πιο κάτω φαίνονται κι άλλες κωδικές ονομασίες της εποχής για τα λεφτά και τη δωροδοκία. Πρόκειται για ένα από τα πιο σλανγκιάρικα (οΘντκ) διηγήματα του Παπαδιαμάντη.

  1. Οι πλείστοι, είτε διότι είχαν επισκεφθεί ήδη και το άλλο πρακτορείον, είτε διότι δεν τους επέτρεπεν η συνείδησίς των να λάβωσι και από τα δύο μέρη “κουκουλόσπορο”. Ο “βαμβακόσπορος”, τον οποίον έδιδαν τα δύο κόμματα εις τους ψηφοφόρους, ανεβοκατέβαινεν από δύο φυσέκια έως τέσσαρα και πέντε ή από μίαν σιχνάτσα έως τρεις και τέσσαρας.
  2. «Οι άλλοι συνωμίλουν με σχήματα και μεταφοράς, όπως συνήθιζαν, με κολοβάς φράσεις, με ατελείς προτάσεις. Εν τη συνδιαλέξει των διεκρίνοντο ολίγαι τινές οιονεί συνθηματικαί λέξεις υπό εκφραστικών χειρονομιών συνοδευόμεναι, πάντοτε ποικίλλουσαι και πάντοτε αυταί·

- Ψιλούρα, ε, Γιαννιό;
Βαμβακόσπορος, αν αγαπάτε…
– Χωρίς πεκούνια δεν κάνουμε τίποτε.
– Ας φέξει!
– Χρειάζεται και λιγάκι βοτάνι.
- Τραβούμε, τραβούμε σφλόμο, μα λιανά τίποτα.
– Τι λες και συ, Άγγουρε;… που να ρημάξει το κεφάλι σου!
– Χωρίς ρηγάλα δεν κάνουμε τίποτα.
– Θέλουμε και προικιά.
– Το τράχωμα, που λένε.
– Ημείς καλαμαράδες δεν είμαστε, να παίρνουμε λουφέ… Κανένα μεγάλο συφέρο δεν έχουμε. Ας βγάλουν τις μαύρες…
– Μη μπας και θα με διορίσει εμένα σε θέση ο Καψιμαΐδης, πώς τον λένε, κι ο Αλικιάδης τους;
– Ή ο Αβαρίδης κι ο Γεροντιάδης;

Επίσης, για να έρθουμε και στην εποχή μας, αποτελεί γείωση, όταν ο άλλος αρνείται κάτι λέγοντας "μπα", οπότε του τη λέμε οργισμένοι, ή όταν ένα παιδί ζητάει επιμόνως "μπαμπά, μπαμπά" και μας εκνευρίζει. Και τα δύο είναι μπαμπαδισμοί, το δεύτερο και με την απολύτως στενή έννοια. Επίσης: μπαμπάκια, μπαμπακόπιτα.

  1. Μπα… μπα… μπαμπακόσπορος. Έτσι είσαι; Κι εγώ θα κάνω κάτι που αποκλείεται να έχεις βαρεθεί, αποκλείεται να τό 'χεις συνηθίσει ή μπουχτίσει. (Εδώ).
  2. mpampa pou ine o mpampas, thelo ton mpampa' pou mpampakosporos na soyrthi sto kefali eeeee (Parent's café).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού όρου golden boy, κυρίως με την οικονομική έννοια του λαμόγιου χρηματιστή.

  1. Τα ανερυθρίαστα "χρυσόπαιδα"! Κάποιοι θα έπρεπε να βρίσκονται στη φυλακή. Αντε, επειδή είναι υποτίθεται άγιες μέρες, θα έπρεπε τουλάχιστον να κρύβονται στα σπίτια τους και να μην τολμούν να πηγαίνουν ούτε στο μπακάλη της γειτονιάς τους. Κι όμως, τα απανταχού "golden boys" βγαίνουν, το ένα μετά το άλλο, από το "καβούκι" τους και είτε δηλώνουν αδικημένα ( π.χ. Χ. Χατζηεμμανουήλ του ΟΠΑΠ) είτε υποβαθμίζουν χώρες (βλ. Standard & Poor's)... (Εδώ).
  2. Η κρίση δημιουργήθηκε επειδή μερικά χρυσόπαιδα (εγώ κ@λ@παιδα θα τα έλεγα αλλά τέλος πάντων) της wall street βρήκαν τον τρόπο να κάνουν την χασούρα κέρδος. (Εδώ).
  3. Η κατάσταση με τον "αεριτζίδικο" καπιταλισμό, θυμίζει την παλιά ρήση του Μάρξ: "ο καπιταλιστής θα πουλήσει ακόμα και το σκοινί για να τον κρεμάσουν". Ακόμα κι εάν υπήρχε η δυνατότητα να "μετριαστούν" λιγάκι τα "χρυσόπαιδα", προκειμένου να σταθεροποιηθεί το σύστημα, αυτό αντίκειται στην απλή κυρίαρχη καπιταλιστική λογική του κέρδους. Τα "χρυσόπαιδα" έχουν την εξουσία και θα τινάξουν αδίστακτα τα πάντα στον αέρα εάν κάπου μυριστούν ψητό. Ακόμα κι εάν από αυτήν την εξέλιξη "ροκανίσουν" το κλαδί στο οποίο κάθονται... (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published