Further tags

Το κατώτερο ζωικό είδος Χαζογκόμενους Ξάνθους Ξάνθους, συγγενές με την αμοιβάδα, που απαντάται σε πρωινές τηλεοπτικές εκπομπές και που αναπαράγεται σαν κουνέλι, δυστυχώς όμως δεν είναι εξίσου νόστιμο. Το κυνήγι του ζώου αυτού επιτρέπεται όλο το χρόνο επειδή ο πληθυσμός του έχει αυξηθεί υπερβολικά και απειλεί την καλλιέργεια του τόπου (την πνευματική).

-Ε ρε φίλε, γέμισε η τηλεόραση ξούρλα.
-Μόνο η τηλεόραση;; Όλος ο κόσμος ρε.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξανθό στο μαλλί των μελαχρινών, είτε ως ανταύγεια είτε ως βαφή, το οποίο στο συγκεκριμένο τύπο γυναίκας δεν ταιριάζει «ούτε με ενέσεις». Κλασσικό παράδειγμα «γουστέλλειψης». Απαντάται σπανίως και σε άνδρες.

- Περίμενα κι εγώ τη Θεά που θα'ρχόταν μαζί με τον Μπάμπη.. Κι σκάει μια μ'ένα μαλλί ξανθεμετί... δράμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το πολυφορεμένο ρούχο έχει αρχίσει να αλλάζει δραματικά χρώμα και να φωνάζει: «Θέλω πλυντήριο! Θέλω πλυντήριο!» Συγγενές του «βρωμυλί».

Ρε Γιάννη, πλύν'το καμμιά φορά αυτό το πουκάμισο. Μπλε ήταν και πλυντηρί κατάντησε.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ατσούμπαλος και συνάμα υπέρβαρος άνθρωπος (ασχέτου φύλου), που σου πατάει το πόδι στις πιο άκαιρες στιγμές. Στο λεωφορείο, στο τρόλλεϋ, στην ουρά μιας υπηρεσίας κ.α.

Κι ενώ χάζευα τη μικρούλα στη διπλανή θέση, μου ρίχνει μια πατημασιά ένας ποδοστρωτήρας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντεκολτέ που, παρόλο το ελπιδοφόρο βάθος του, αποκαλύπτει ένα σχεδόν επίπεδο στήθος. Το επίθετο απαντά μόνο στο ουδέτερο γένος και σχεδόν αποκλειστικά στη φράση «αβυζαλέο ντεκολτέ».

- Ωραίο το φορεματάκι της Μαρίας σήμερα ε; Σχίσιμο πίσω, ντεκολτέεε... μπράααβο το Μαράκι.
- Ναι αλλά πέρασα από δίπλα της πριν κι έριξα ματιά. Δε λέει τίποτα, το ντεκολτέ είναι αβυζαλέο...

(από Khan, 25/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καμία σχέση με το «πυρρόξανθος». Παράγεται από το «πυρίμαχος» και «ξανθός». Απαντάται μόνο σε θηλυκό και χαρακτηρίζει ξούρλο, το οποίον όμως έχει γενετικά μεταλλαχθεί σε πλήρες τούβλο και μάλιστα πυρίμαχο (πυρότουβλο). Τις περισσότερες φορές χρησιμοποιείται για μη φυσικές ξανθές, όπου η συνεχόμενη και έντονη βαφή έχει ποτίσει πια τον μικροσκοπικό τους εγκέφαλο. Αντέχουν σε ακραία φαινόμενα (θερμοκρασίας, πίεσης, ηλιθιότητας) και έχουν μόνιμα όψη χαμογελαστού ιγνοράνου. Το λεξιλόγιο της περιορίζεται σε επιφωνήματα τύπου «αααα!», «ααχ!», «εεε;;;;» με επικρατέστερο το τελευταίο. Δεν έχει καμία χρησιμότητα (ούτε διακοσμητική).
Εικάζεται δε ότι η φράση «δυο πράγματα δεν έχουν όρια, το σύμπαν και η βλακεία και για το πρώτο δεν είμαστε σίγουροι», έχει εκπονηθεί ύστερα από μελέτη τέτοιου είδους γυναίκας (που αδυνατώ να το πιστέψω γιατί δεν μπορώ να φανταστώ άνθρωπο με τόσο κουράγιο ώστε να ασχοληθεί με το είδος).

- Γεια σου Στέλλα.
- Αααα!
- Τι κάνεις;
- Εεεε;;;;
- Καλά, άστο. Τα λέμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε άτομο, συνήθως ευτραφές, τη στιγμή που μπαίνει στο οπτικό σου πεδίο, κρύβοντας το αντικείμενο παρατήρησης, συνήθως μια ενδιαφέρουσα ύπαρξη.

Ετυμολογία

κρύβω (αρχ. κρύπτω) + τόφαλος -> κρυπτόφαλος

Για προχωρημένους

Ο όγκος του κρυπτόφαλου (που πρέπει να είναι μεγαλύτερος απ' τον όγκο του αντικειμένου παρατήρησης) από μόνος του αποτελεί αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη.

Για να ισχύει ο όρος, πρέπει ο κρυπτόφαλος να είναι και χαμηλότερου ενδιαφέροντος από το αντικείμενο παρατήρησης, αν όχι αντικειμενικά, τουλάχιστον σύμφωνα με τα γούστα του παρατηρητή:

όπου x ο παρατηρητής, y ο κρυπτόφαλος, z το αντικείμενο παρατήρησης, V ο όγκος και f η συνάρτηση ενδιαφέροντος / γούστου.

Συνώνυμα

Σε περίπτωση που το συμβάν λαμβάνει χώρα σε μπαρ, ο όρος συναντάται και ως «μπαρκούδα».

- Πσσσσσσσσσς! Κοίτα το γκομενάκι εκεί κοίτα-κοίτα-κοίτα!
- Πού ρε;
- Εκεί ρε, εκεί! Κοίτα-κοίτα-κοίτα! Πσσσσσς! Αυτά είναι!
- Πού ρε, δε βλέπω!
- Καλά άστο... μπήκε κρυπτόφαλος στη μέση...
- Α ναι, τον κρυπτόφαλο τον βλέπω...
- Μαλάκα μου είσαι αργός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο θεσμός (διαγωνισμός) των Καλλιστείων που με τα χρόνια όμως παράκμασε και έτσι κατάντησε σε Χαλιστεία. Χρονολογείται αρκετές δεκαετίες και λαμβάνει χώρα σε όλο τον κόσμο με εξαιρετικά μεγάλη συχνότητα.

Εφεύρεση των αντρών με συμμετοχή ημίγυμνων (ενίοτε και γυμνών) γυναικών. Όπως και το striptease.

Κατά έναν περίεργο τρόπο τα Χαλιστεία χαίρουν καλλιτεχνικής εκτίμησης εν αντιθέσει με το striptease που θεωρείται πρόστυχο. Τώρα, πώς θεωρείται περισσότερο τέχνη και ηθικότερο να στέκεσαι (σαν το άλογο) γυμνή ενώ τουλάχιστον το striptease περιλαμβάνει και χορό, αυτό είναι άγνωστο ζήτημα (ε, βίτσια είναι αυτά).

Απαραίτητο προσόν για δήλωση συμμετοχής είναι μόνο η εξωτερική εμφάνιση.
Αυτό καθιστά τα Χαλιστεία ως το τελευταίο προπύργιο πάσης φύσεως ξούρλου, πυρίξανθης, ξέκωλου και οποιουδήποτε άλλου θηλυκού γένους ζαρζαβατικό. Στο χώρο αυτό έχουν πάσης φύσεως ασυλία και μπορούν να επιδοθούν με άνεση στην μοναδική ικανότητα που διαθέτουν: να στέκονται χαμογελαστές (ιγνοράνοι) χωρίς να κάνουν τίποτα. Έπεται επεξηγηματική εικόνα.

χαλιστεία

Η προετοιμασία διαρκεί αρκετό χρόνο, γιατί οι «σαδιστές» διοργανωτές επιθυμούν στην αρχή να τις δουν ντυμένες και να βαδίζουν. Οπότε ειδικοί επαγγελματίες τις εκγυμνάζουν σε εντατικούς ρυθμούς, αλλιώς θα έβγαιναν στην τελική βραδιά των Χαλιστείων γυμνές μπουσουλώντας.

Όλες σχεδόν οι διαγωνιζόμενες σπουδάζουν μπίζνες αντμινιστρέσιον στην αλλοδαπή και κυρίως στην Αγγλία, πράγμα το οποίο καθιστά τις αγαθές μητέρες τους ευτυχέστατες («η κόρη μου θα γενεί επηστοίμονας!»).

Επίσης, όλες μάχονται σθεναρά για την παγκόσμια ειρήνη, αλλά αν τις ρωτήσεις τι είναι η «Παλαιστίνη», μάλλον θα απαντήσουν δίνοντας σου τον ορισμό της «πλαστελίνης». Έπεται επεξηγηματική εικόνα.

χαλιστεία

Τη βραδιά που διαδραματίζεται η τελευταία πράξη των Χαλιστείων για την επιλογή της νικήτριας, οι διαγωνιζόμενες δείχνουν εγκεφαλική δραστηριότητα (ναι, συμβαίνει και αυτό), προσπαθώντας η μία να «θάψει» την άλλη. Μαχαίρια, πριόνια, δίκαννα, οπλοπολυβόλα επιτρέπονται και είναι θέμα κατινάζ για τις μεσημεριανές εκπομπές της επόμενης μέρας. Γενικότερα ο θεσμός διαπνέεται από άμιλλα και ευγένεια. Έπεται επεξηγηματική εικόνα.

χαλιστεία

Στην Ελλάδα λαμβάνει χώρα άπαξ κάθε έτος. Οργανώνεται από το αφάν γκατέ της κοινωνίας (κάτι απολιθωμένοι καναλάρχες με συνεργασία κάποιων άφυλων πουθενάδων) και παρουσιάζεται από θηλυκές tv-περσόνες που η ευφυΐα τους αγγίζει το απόλυτο μηδέν (η κατάσταση εκείνη στην οποία ένα υλικό δεν έχει καμία ενέργεια: -273,15° C) οπότε και υπάρχει ομοιογένεια καθότι δε διαφέρουν από τις διαγωνιζόμενες. Έπονται επεξηγηματικές εικόνες.

χαλιστείαχαλιστεία

Το βραβείο για τη μεγάλη νικήτρια είναι 15 λεπτά τηλεοπτικής δόξας (με μια μικρή παράταση στα μεσημεριανάδικα της επόμενης μέρας) και μια θλιβερή φωτογράφηση σε κάποιο περιοδικό που το αναγνωστικό κοινό του απαρτίζεται από κάγκουρες (τύπου «Βαβούρα», οι παλιότεροι γνωρίζουν περί τίνος μιλάμε). Για τις πιο τυχερές δε, υπάρχει η δυνατότητα μιας λαμπρής καριέρας ως γλάστρες σε πρωινές εκπομπές που τις σπονσοράρει ο Λουμίδης, σχολιάστριες σε μεσημεριανές τύπου «τα λερωμένα, τ’ άπλυτα» και βωβές συμπαρουσιάστριες του χοντρούλη Θέμου ενδεδυμένες με την τελευταία λέξη της μόδας των εσωρούχων.

Οι μόνοι ικανοποιημένοι είναι: τα χαζοχαρούμενα στελέχη-οργανωτές που προαναφέραμε, η παρουσιάστρια που έχει να γράψει στο βιογραφικό της «άλλη μια σελίδα δόξας(!)» και κάτι γερόντια που πήραν μάτι μέσω της tv (μιας και δεν έχουν πια κουράγιο να πάνε σε ένα striptease της προκοπής όπως ο υπόλοιπος υγιής ανδρικός πληθυσμός).

χαλιστεία

ΑΞΙΑ νικήτρια Χαλιστείων! (Miss Hali 21st Century)

Digital χαλιστεια (από Vrastaman, 23/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κτήνος (φουσκωτός ή απλά χοντρός) που κλασικά έχει τεράστιες παλάμες, χοντρά χέρια και δάχτυλα. Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και απευθείας για το χέρι του (το βυζόχερο).

Πού πας ρε Καραμήτρο, άμα φας φούσκο από αυτό το βυζόχερο ο μισός θα πάει χαμένος...

(από Hank, 04/02/09)(από patsis, 02/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων πολύ μικρό / λεπτό πέος.

- Άσε μαλάκα Μπάμπη, βαράγαμε μια ομαδική με τα παιδιά το Σαββάτο και ο Τάκης είχε πολύ λεπτό πούτσο, σχεδόν τσιγάρο!
- Σώπα ρε μαλάκα, δεν τον είχα για κατσαβιδοψώλη τον Τάκη...

Δες και -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified