Τρομερή γκόμενα με μεγάλα στήθη.
Η Δανάη είναι λος τουμπανέιρος!! Αν τη δεις στην παραλία θα πάθεις πλάκα!!!!
Τρομερή γκόμενα με μεγάλα στήθη.
Η Δανάη είναι λος τουμπανέιρος!! Αν τη δεις στην παραλία θα πάθεις πλάκα!!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Το ντεκολτέ γυναικός που έχει δεχθεί τις περιποιήσεις πλαστικού χειρούργου. Κατ΄επέκταση και ολόκληρη η φέρουσα. Από την γνωστή περιοχή της Καλιφόρνια.
προφανές!
Got a better definition? Add it!
Ξενικός όρος που προέρχεται εκ της γαλλικής λέξης femme για την γυναίκα (για να ανακαλύψουμε και τον πύργο του Άιφελ άμα λάχει) και στα αγγλικά χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή προς τον όρο butch. Αυτή η αγγλική ορολογία έχει πλέον μεταφερθεί και στα ελληνικά στο ιδίωμα των γκέι και λεσβιών και όχι μόνο.
Φαμ, λοιπόν, είναι κυρίως η λεσβία, αλλά και ευρύτερα ο/η ομοφυλόφιλος-η, αμφιφυλόφιλος-η, τραβεστί, τρανσέξουαλ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις που αναλαμβάνει τα στερεοτυπικά γυναικεία χαρακτηριστικά σύμφωνα με την παραδοσιακή πατριαρχική αντίληψη. Αυτό μπορεί να γίνει είτε στο πλαίσιο μιας δομής της σχέσης (το οποίο θεωρείται πλέον παρωχημένο και αποπροσανατολιστικό), είτε, περισσότερο, ενός παιγνίου ρόλων που αναλαμβάνεται από τους/ις ερωμένους/ες. Περισσότερα στα «άρτια» λήμματά μου μπουτς και αντρούτσος.
Κάτι ενδιαφέρον με τον όρο φαμ είναι ότι μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο προχώ σημασία της έκφρασης σερσέ λα φαμ, όπου πλέον μπορεί να χρησιμοποιηθεί για λεσβιακά ή άλλα ομοφυλόφιλα ζευγάρια, όπου είναι δυσδιάκριτο ποιος/α έχει τον ρόλο της φαμ, και αν τον έχει παγίως ή αν έχουμε χαρακτηριστικά τύπου butch in the streets, femme in the sheets.
Η γυναίκα πίσω της με αυστηρό μαύρο σακάκι (θα ήταν η «μπουτς»;) το ένα χέρι ακουμπισμένο στέρεα, με δύναμη στο τραπέζι, το άλλο χέρι απλωμένο πίσω από τη φίλη της. Δεν την αγκαλιάζει. Δεν δείχνει φανερά αγάπη ή προστασία. Φανερώνει όμως κτήση και βεβαιότητα. Οι γυναίκες αυτές έχουν πίστη συνωμοσία - συντροφικότητα μεταξύ τους. (Ανάλυση πίνακα του Γιάννη Μόραλη εδώ).
Got a better definition? Add it!
Α) Ανορθόγραφο υποκοριστικό του γνωστού «κρόσσι»: νηματοειδής απόληξη του στημονιού της ύφανσης, ως διακοσμητικό τελείωμα χαλιών, υφασμάτων κτλ. όπως διαβεβαιώνει ο Τριαντάφυλλος εδώ.
B) Στα σινάφια των μηχανόβιων, χαϊδευτικό – υποκοριστικό για μηχανάκι για διαδρομές εκτός ασφάλτου (χώμα, λάσπη, ανώμαλος δρόμος, φευ! επαρχιακές οδοί).
Δεν υπάρχει έφηβος, κι όχι μόνο, με το πειραγμένο γονίδιο που να μην το πόθησε κολασμένα, συχνά περισσότερο κι από τη γκόμενα που έβαζε να καθίσει στο παπί του. Κάτι η εκτοξευμένη σε άλλη πίστα εκτίμηση των γύρω με τα ίδια μυαλά, κάτι η εντύπωση μιας επικίνδυνης αλητείας που σε πάει παντού και κυρίως, η σιγουριά που δίνει το μουγκρητό ανάμεσα στα σκέλια, πως το αντριλίκι αυξάνει με τα σκονισμένα χιλιόμετρα, δεν είναι και λίγα σαν ανταπόδοση μιας επένδυσης που κόστισε κάμποσες λιγότερο ή περισσότερο μίζερες εργατοώρες εδώ κι εκεί.
Προφανώς, από το αγγλικό «motocross»: αγώνες ανώμαλου εδάφους.
Συμπληρωματικό / εναντιωματικό: «στριτάκι».
Γ) Στα σινάφια μπουρδελιάρηδων και δη, όσων τους αρέσουν τα ξινά, νεαρός (συνήθως)… αρτιμελής έως αρτιμελέστατος, που τη βρίσκει με το να δίνει κώλο (αλλά και για το γάμιστρο) ντυμένος από ξέκωλο έως θεόμουνο, αντίστοιχο στοκάρισμα, περούκα και ανάλογα κοσμήματα, φρου φρου κι αρώματα.
Ασφαλώς, οι θηλυπρεπείς με τον αντίστοιχο… αέρα πείθουν περισσότερο ανεβάζοντας (μάλλον) τη… διάθεση.
Προφανώς από το αγγλικό «crossdresser»: παρενδυτικός.
Συνώνυμα: «τραβεστί» (συγκριτικά, σχεδόν κυριλέ), τραβέλι (συγκριτικά, κάπως πιο μπρουτάλ - υποτιμητικό).
Να μην συγχέεται με το τρανς.
Συντομογραφία: «cd».
(Η κριτική για το εδώ βίδεο).
(Όλα απ’ το δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Jefferson! Είναι ο τύπος με το αυτάρεσκο αστραφτερό χαμόγελο και το ωραίο σώμα, που (θεωρεί ότι) καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, ακόμα και αν τον έβλεπε να της φέρνει παραγγελία πίτσα στο σπίτι.
Η προέλευση του λήμματος Jefferson, και για τους μυημένους στο Παντρεμένοι με Παιδιά είναι από τον άντρα της Μάρσυ, ο οποίος είναι η πλέον τυπική no-name φάτσα αμερικάνικης τσόντας της δεκαετίας του 80.
- Καλά ρε συ, τι είναι αυτός ο Jefferson που κουβάλησε η Εύη, για να σε κάνει να ζηλέψεις;;;
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο των: γκομενάρα, θεά, μουνάρα.
Βγαίνει από το γαλλικό «τρε ζολί» με προσθήκη του ελληνικού όρου για το αιδοίο.
(Δεν το κατατάσσω στα πρόστυχα γιατί ως γνωστών δεν υπάρχουν τέτοιες λέξεις αλλά πρόστυχα είναι μόνο τα μυαλά των ανθρώπων, επίσης ούτε σεξιστικό θα το χαρακτήριζα για τον ίδιο λόγο).
-Είδες το Ελενάκι πως έφτιαξε...;
-Ναι ρε μαλάκα, τρε μουνί!
Got a better definition? Add it!
Η ανατολικοευρωπαικής προελεύσεως γυνή, αναλόγων τεχνικών προδιαγραφών.
Οι S-300 είναι ευθυτενείς, λυγερόκορμες, μπορούν να επιταχύνουν έως 6 μαχ και να καταστρέψουν σωρεία στόχων σε ακτίνα 300κμ.
- Φίλε, παρήλασαν κάτι S-300, άλλο πράμα.
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό fuck και με γαλλική προφορά, είναι μια φράση που χρησιμοποιείται συχνά από άντρες στην θέα μιας γυνής που δεν θα τους χάλαγε να πηδήξουν.
Είναι δυο φίλοι σ' ένα πάρτι και ξαφνικά σκάει τύπισσα, ούτε πανέμορφη, αλλά ούτε άσχημη... Ο πρώτος σκουντάει τον διπλανό του δείχνοντας διακριτικά το θηλυκό... Και ο δεύτερος απαντάει...
- Μμμ!... Fuckable...
Βλ. και γαμισάμπλ, κρεβατάμπλ, αξιαγάμητος/-η, γαμήσιμος, ευγάμητος, χάι φακαμπίλιτι / high fuckability
Got a better definition? Add it!
Επιφώνημα θαυμασμού για μεγάλα, εντυπωσιακά και χυτά βυζιά.
- Κοίτα τις βυζάρες της νάρας απέναντι!
- Όμιτζι, Βύζους Κράιστ!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Από το γαλλικό brutal, που σημαίνει κτηνώδης. Είναι ο ωμός, ο βίαιος, ο κτηνώδης, ο ζωώδης. Συχνά λέγεται μπρουτάλ τύπος κατά το κουλ τύπος. Επίσης, συχνή είναι η έκφραση μπρουτάλ καταστάσεις, ενώ σπάνια μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για γυναίκα.
Ως σεξουαλική συμπεριφορά είναι ο ωμοσέξουαλ ή ρετροσέξουαλ / ρετρό, που αρέσει σε κάποιες /-ους ως ουάν χάντρηντ περσέντ αρσενικόου, που κάνει άγριο σεξ ρίχνοντας διάφορα χαστούκια και σκαμπίλια, όπως πουτσοσκάμπιλα και κωλοχτύπες. Ο ιδεώδης μπρουτάλ είναι αυτός που δέρνει την γυναίκα για το καλό της σχέσης, και μετά αυτή γυρίζει σ' αυτόν νιώθωντας καυλύτερα. Ντοντ' τράι ιτ ατ χόουμ αν είστε φλωράκι, τρέντουλας ή χλεχλές. Ορισμένα συμπτώματα του μπρουτάλ τύπου δίνονται εδώ: «συνεργείο, οικοδομή, χασάπικο, σκυλάδικο, πένθος στο νύχι, και πόδι που σκοτώνει κατσαρίδα χωρίς να την πατήσει, με τη μυρωδιά μόνο, ξυνισμένη μασχάλη και τσιγκελωτό μουστάκι». Η διαφορική διάγνωση του μπρουτάλ, ωστόσο, έγκειται στο αν χέζει στο δάσος.
Ωστόσο, διαδικτυακές ψηφοφορίες δείχνουν ότι οι γυναίκες σήμερα επιθυμούν έναν άντρα à la carte, ο οποίος σε ένα βασικό υπόβαθρο τρεντισμού και γουτσισμού θα έχει και μερικές μπρουτάλ στιγμές για να ανάψουν τα αίματα και για ξεκάρφωμα.
Επίσης, ο όρος χρησιμοποιείται για να καυτηριάσει φαλλοκρατικές, σεξιστικές ή και ρατσιστικές δηλώσεις και παρουσίες που προσβάλλουν το κοινό αίσθημα.
Βλ. και μπρουταλίνη.
- Κανονικά θα έπρεπε να τα επιλέξω όλα γιατί θέλουν τα πάντα να είμαστε όποτε το θέλουν αυτές. Από κει και πέρα το περισσότερο που επιθυμούν από έναν άντρα είναι ο τρεντισμός του. Άσε τα όσα λένε ότι θέλουν τους άντρες μπρουτάλ.Φλώρους τους θέλουν και που και που να ρίχνουν και κανένα χαστούκι σε αυτές προκειμένου να δείξουν λίγο αντρίλα.
Σε κάποιες γυναίκες αρέσουν οι “μπρουτάλ” άντρες και δέχονται την κακοποίηση ως επιβεβαίωση του σπουδαίου ανδρισμού τους. Είναι επίσης γνωστό ότι οι Αφρικανοί έχουν έντονα δευτερογενή ανδρικά χαρακτηριστικά και αποτελούν σεξουαλική φαντασίωση αρκετών γυναικών. Δεν είναι άξιον απορίας λοιπόν μία γυναίκα που την ελκύουν οι άνδρες που ρίχνουν ξύλο να νομίζει ότι όσοι άνδρες έχουν έντονα δευτερογενή ανδρικά χαρακτηριστικά ανήκουν στην κατηγορία των ανδρών που ρίχνουν ξύλο.
(σχόλιο στον στίχο «αφρικανέ αφρικανέ/τη μούρη μου ‘κανες πανέ» εδώ)
Got a better definition? Add it!