Further tags

Λέγεται και σφιχτερμάνος, κατά το πολισμάνος. Ο σφίχτης, τούμπανος, μουσκουλάτος, φουσκωτός. Ο πολύ γυμνασμένος και συνήθως με λίγο μυαλό. Δουλεύει πόρτα στο μαγαζί της γειτονιάς για να πληρώνει τις κρεατίνες του.

Της την πέφτω και μετά από λίγο σκάει ο γκόμενός της, ένας σφίχτερμαν, και την κάνω με ελαφρά...

Βλ. και μπρατσορακέτας, σφίχτης, μπονταίος, πρησμένος, σβάρτσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που περπατάει λες και έχει καταπιεί κρεμάστρα.

Ο πολύ γυμνασμένος (ή φουσκωμένος - γνωστός και ως τρόμπας ή πρησμένος), ο οποίος δεν παραλείπει σε κάθε ευκαιρία να επιδεικνύει τους μυς του (κυρίως σε γυναίκες).

- Κοίτα ρε μλκ έναν σφίχτερμαν. Άμα τον τσιμπήσεις, θα ξεφουσκώσει!

(από Τσακ εις την μέσην, 28/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ ανδροπρεπής (επίθετο). Συνήθως χρησιμοποιείται με αρνητική έννοια. (Σημειωτέον: η λέξη δεν είναι ελληνικής πρόελευσης, αλλά ισπανικής. Χρησιμοποιείται και σε άλλες γλώσσες λοιπόν, γραφόμενη ως macho.)

- Τι μάτσο κάγκουρας αυτός ο Γκλέτσος ρε παιδί μου... Μ' αρέσει που είναι και στο ΚΚΕ - σκέτος προοδευτισμός αυτό το κόμμα, μέχρι και στις σχέσεις των δυο φύλλων...
- Ρε μαλάκα, τι μιλάς; Είσαι τόσο άσχετος που γράφεις λάθος το «φύλο» ακόμα και όταν μόνο το προφέρεις!...

Δες ακόμη: αριδάς, χέζω στο δάσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κακάσχημη γυναίκα, η σαύρα, η πατσαβούρα, η γυναίκα που και αν δεν έχεις γαμήσει για χρόνια δεν της τον δίνεις, και στο δίλημμα αν προτιμάς να την γαμήσεις ή να τον πετάξεις στα σκυλιά διαλέγεις το δεύτερο. Η ρίζα είναι από την αγγλική λέξη lizzard (=σαύρα).

- Πώ!!! ρε μαλάκα, ωραία τα τμήματα της πληροφορικής, αλλά τα αμφιθέατρα είναι γεμάτα λουκάνικα και λίζες!!!
- Δεν λες πάλι καλά ρε μαλάκα! τουλάχιστο δεν έχετε μύγες!!! χαχα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τελείως φαλάκρας. Ο γλόμπος. El globo στα λατινικά.

- Πώς έγινες έτσι ρε βλάκα;! Χαχαχ...
- Μου κόλλησαν τσίχλα στα μαλλιά και τα πήρα όλα γουλί. Δε γινόταν αλλιώς. Ελ γλόμπο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξενόφερτη λέξη, εμπνευσμένη από τη διάσημη κούκλα-πρότυπο με ψιλόλιγνη σιλουέτα, ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια. Το πρότυπο που προτιμά ο ανδρικός πληθυσμός ως επί το πλείστον. Χρησιμοποιείται βέβαια και για κοπέλες που υιοθετούν μια ναζιάρικη-χαζοχαρούμενη συμπεριφορά, ανεξαρτήτως εμφάνισης.

Αυτή η Κλαίρη είναι σκέτη Barbie!!! Μίνι φούστα, ξασμένο μαλλί κι έξω απ'την πόρτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλική λέξη η οποία ετυμολογούμενη στα ελληνικά συνθετικά της (Lipo+san), σημαίνει τον χοντρό Γιάννη. Στη θέση του ονόματος μπαίνει οποιοδήποτε όνομα ανάλογα με την περίσταση. Ο τύπος Liposan είναι γνωστός και όλοι λίγο ως πολύ είχαμε έναν στο γυμνάσιο: χοντρός, γυαλάκιας και κατά κανόνα απουσιολόγος.

-Θα κάνεις κοπάνα 3η ώρα;
-Ναι. Πες ρε συ στο Liposan να μην μου βάλει απουσία, οκ;
-Έγινε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πόζερος. Αυτός που δεν ξέρει από μουσική και θεωρεί μαγκιά και ψαγμένη την κολλεγειακή πανκ (και καλά) της Αμερικής. Χαρακτηρίζεται από το επιτηδευμένο χύμα στυλ ρούχων. Οι πιο κουλ τύποι έχουν την πιο περίτεχνη φράντζα και τρύπα στο μάγουλο. Συχνάζει κυρίως στα ΒΠ Αθηνών.

- Ποιοι δεν κουνιούνται καθόλου σε μια συναυλία που τα σπάει;
- Οι ημοκουράδες!!

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με την έννοια Gia Ta Baza. To λέμε για κάποια που είναι μπάζο.

-Ποια ρε; Για αυτή λες; Αυτή είναι GTB.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο Ιησούς Χριστός

  2. Κάποιος που η εμφάνισή του θυμίζει τον Ιησού Χριστό. Είναι αξύριστος, έχει μακρυά μαλλιά μέχρι τον ώμο και πολύ πιθανό είναι παρθένος.

- Ρε μαλάκα... Πως κυκλοφορείς έτσι σα τον τζίζας; Περιμένεις να σταυρώσεις ποτέ γκόμενα έτσι; Κουρέψου ρε μαλάκα. Ξυρίσου. Έλεος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified