Μονάδα μέτρησης μήκους. Για πολύ κοντούς ανθρώπους.
- Ρε τη τάπα που είναι αυτή η Μαρία.
- Ναι, ένα κι ένα μίλκο είναι.
Μονάδα μέτρησης μήκους. Για πολύ κοντούς ανθρώπους.
- Ρε τη τάπα που είναι αυτή η Μαρία.
- Ναι, ένα κι ένα μίλκο είναι.
Got a better definition? Add it!
Jefferson! Είναι ο τύπος με το αυτάρεσκο αστραφτερό χαμόγελο και το ωραίο σώμα, που (θεωρεί ότι) καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, ακόμα και αν τον έβλεπε να της φέρνει παραγγελία πίτσα στο σπίτι.
Η προέλευση του λήμματος Jefferson, και για τους μυημένους στο Παντρεμένοι με Παιδιά είναι από τον άντρα της Μάρσυ, ο οποίος είναι η πλέον τυπική no-name φάτσα αμερικάνικης τσόντας της δεκαετίας του 80.
- Καλά ρε συ, τι είναι αυτός ο Jefferson που κουβάλησε η Εύη, για να σε κάνει να ζηλέψεις;;;
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο των: γκομενάρα, θεά, μουνάρα.
Βγαίνει από το γαλλικό «τρε ζολί» με προσθήκη του ελληνικού όρου για το αιδοίο.
(Δεν το κατατάσσω στα πρόστυχα γιατί ως γνωστών δεν υπάρχουν τέτοιες λέξεις αλλά πρόστυχα είναι μόνο τα μυαλά των ανθρώπων, επίσης ούτε σεξιστικό θα το χαρακτήριζα για τον ίδιο λόγο).
-Είδες το Ελενάκι πως έφτιαξε...;
-Ναι ρε μαλάκα, τρε μουνί!
Got a better definition? Add it!
Μεταφορά στην ελληνική του όρου metrosexual, για να ταιριάζει με τις παραδοσιακές γαλλικές επιδράσεις μας, αλλά και με το γνωστό μέσο συγκοινωνίας. Είναι αυτός που δεν είναι γκέι, αλλά και δεν θα έχεζε στο δάσος, ακόμη κι αν δεν υπήρχε καμία τουαλέτα σε ακτίνα πολλών χιλιομέτρων. Είναι ο στρέι, το αγορίτσι. Αυτός που το επίπεδο τεστοστερόνης του είναι χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αυτός που προσέχει την εμφάνισή του λίγο παραπάνω από ότι είναι andraclically correct. Οι τριχόφιλοι θα εντόπιζαν και την τριχοφοβία ως σύμπτωμα του μετρό, ας πούμε να ξυρίζεις υπερβολικές κι αδέσποτες τρίχες γύρω από τα φρύδια, τις μασχάλες ή την ήβη σου. Είναι έκφραση των downtown 00s (o tempora o mores!). Προηγουμένως, ο φλώρος, φλωρούμπας δεν αποτελούσε ειδική σαφώς οριοθετημένη κατηγορία-buffer μεταξύ στρέιτ και γκέι.
Ίσως ο μετροστάρ και να αποτελεί υπερθετικό του μετρό.
- Ο Σάκης, δεν ξέρω πώς να το πω, κάπως υπερβολικά προσέχει την εμφάνισή του! Έχει ξυρίσει ένα μέρος από τα φρύδια του, ακόμη κι απ' τις μασχάλες του. Και ξέρεις, αυτά τα γελάκια...
- Πες μου καθαρά τι εννοείς χωρίς υπεκφυγές! Τον δουλεύει τον μετροπόντικα;
- Όχι όχι, δεν θα έφτανα ώς εκεί. Απλώς είναι μετρό.
Got a better definition? Add it!
Ο ιταλικός και διεθνής όρος για την επιτηδευμένη ατημέλεια. Είναι «το να κάνεις τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα», ένα είδος αυτο-ειρωνείας στο εμφανισιακό σου στυλ. Κλασική σπρετσατούρα ας πούμε είναι να έχεις λίγο λυμένη την γραβάτα, και το ρολόι πάνω απ' το μανίκι του πουκαμίσου.
Στα '60ς ο Τζιάνι Ανιέλι εισήγαγε την σπρετσατούρα στο ιταλικό λάιφ-στάιλ, εμπνέοντας τον Τσερούτι και πολλούς άλλους. Ήθελε να δείξει ότι σαν μπίζνεσμαν δεν είχε χρόνο να αφιερώσει στο στυλ του, ενώ στην πραγματικότητα το στυλ του ήταν αποτέλεσμα εξαιρετικά προσεγμένου σχεδιασμού από ειδικούς στυλίστ.
Δες και κυβερνοσπρετσατούρα.
Got a better definition? Add it!
Ο έχων γκλαμουριά.
Να πάμε σε κανένα γκλαμουράτο κλαμπάκι! Μην την βγάλουμε πάλι σε καμιά μπουζουκλερί.
Got a better definition? Add it!
Ο διάσημος ηθοποιός γεννήθηκε το 1920 και πέθανε το 1985. Κάποιες απ' τις ταινίες του είναι: Και οι 7 ήταν υπέροχοι, Ο Σολομών και η βασίλισσα του Σαβά, Ο Βασιλιάς και εγώ, Οι Δέκα εντολές, κλπ.
Ο Γιούλ Μπρίνερ είναι ο πρώτος ηθοποιός που καθιέρωσε το φαλακρό λούκ, όταν έπαθε καρκίνο του πνεύμονα.
Γι' αυτό, πολλές φορές αποκαλούμε κάποιο άτομο Γιούλ Μπρίνερ, ή λέμε πως έχει κουρευτεί α λα Γιούλ Μπρίνερ, όταν αυτό έχει χάσει τελείως τα μαλλιά του λόγω κάποιας ασθένειας (π.χ. καρκίνος, ισχυρή τριχόπτωση, κλπ.), ή όταν έχει κουρευτεί γουλί.
Εδώ σηκώνουμε τόσα βάρη καθημερινά και δεν θα σηκώσουμε το βάρος της ντόπας, έλεγαν πάρα πολλοί α(θ)λητάνθρωποι. Λογάριαζαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Και στην προκειμένη περίπτωση τον Εισαγγελέα κύριο Καραφλό, που βάλθηκε να τους αφήσει όλους χωρίς μαλλιά και χωρίς μιλιά. Να τους κουρέψει όλους γουλί με την ψιλή, να τους κάνει όλους Γιουλ Μπρίνερ. Δες εδώ
- Πω ρε, κοίτα κούρεμα ο Μιστόκλας. Άλλαξε τελείως τύπο, ε;
- Κούρεμα α λα Γιουλ Μπρίνερ. Μπράβο!
- Ε ρε, Γιουλ Μπρίνερ κατάντησες. Είπαμε να κόψεις τη χαίτη αλλά εσύ, φίλε μου, μια ζωή παν μέτρον άχρηστον έλεγες. Τώρα θα άλλάξεις;
Got a better definition? Add it!
Η μπαγαποντοπλαστική που γίνεται από τον πλαστικό χειρουργό Tom Pousti (και τους ομοίους του).
Βλ. σχόλιο Χάνκι.
Κάνει κι ο Φουστάνος πουστιές, αλλά σαν τον Pousti κανείς! Έχει το όνομα έχει και την χάρη!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι ξινομούνες μπουζουκογκόμενες που εργάζονται στα απανταχού Duty Free των αερολιμένων.
Καίτοι περιβάλλονται από πληθώρα προϊόντων καλλωπισμού, στερούνται πάσας πηγαίας ομορφιάς και σου κάθονται όλη την ώρα στο σβέρκο «Μπορώ να σας αξυπηρετήσω; (ένρινα)», «Εάν ο πρωκτός σας επιδίδεται σε πεολειχίες ασφαλώς και μπορείτε!»
Εξαιρέσεις υπάρχουν αλλά απλώς επιβεβαιώνουν.
Χρησιμοποιείται μόνον στον πληθυντικό.
- Ρε συ Χρήστο, μήπως είδες που είναι οι Azzaro;
- Χέσε με ρε με τις Azzaro! Ρώτα τις beauty free! Ώχου.... (...λοιπόν Talisker πήραμε...)
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό «multi-cultural», στα ελληνικά έχει αποδοθεί ως «πολυπολιτισμικός», αλλά ο ξενικός όρος διατηρεί την σλανγκική μαγεία του, καθώς θυμίζει φυλή της Αφρικής και ιστορίες για αγρίους. Για μεγαλύτερη σλανγκ αίσθηση λέμε και «μουλτι-κουλτουριάρης», το update του κουλτουριάρη και του σεπουλτουριάρη. Είναι ο κοσμοπολίτης, που του αρέσει να ζει σε μία πολυπολιτισμική κοινωνία και να γεύεται τα αγαθά πολλών πολιτισμών.
Ήταν το μούλτι-κούλτι δελτίο ειδήσεων του «Δίεση» με τον Θεόφιλο Δουμάνη.
Από μπλογκ:
Φαίνεται πως ο όρος μούλτι-κούλτι είναι μόνον για “εξωτερική κατανάλωση”…
Βέβαια, ο όρος “patchwork” δεν είναι απαραίτητα αρνητικός, αλλά…
Διαβάζουμε στο λεξικό: patchwork [pAtshuerk] ουσ. συρραφή (ανομοιόχρωμων ή ανομοιογενών στοιχείων) # κουρελού # μτφ. συνονθύλευμα.
[Και πάλι φαίνεται πως] Μια κουρελού κληρονομιά είναι το ζητούμενο για την αμερικανική ελίτ…
Διότι, αν μη τι άλλο, αυτοί ξέρουν, για τι μιλάνε.
Κι όπως έλεγε κι ένας σύντροφος [επίσης guilty by association]:
«Πιπιλάμε σαν καραμέλα, χρησιμοποιώντας μια καθαρά διαφημιστική γλώσσα, τα περί άνθισης της “πολιτισμικής διαφορετικότητας”. Ποιός πολιτισμός; Δεν έχει απομείνει στάλα. Ούτε χριστιανικός, ούτε μουσουλμανικός, ούτε σοσιαλιστικός, ούτε επιστημονικός. Ας μη μιλάμε λοιπόν για κάτι πεθαμένο. Αν εξετάσουμε, έστω και στιγμιαία τα στοιχεία και την πραγματικότητα, βλέπουμε πως δεν έχει απομείνει τίποτα πέρα από την παγκόσμια-θεαματική (Αμερικάνικη) κατάρρευση κάθε κουλτούρας και πολιτισμού.»
Μπλογκ θεατροκριτικής: Ίσως γι’ αυτό, σε όλες τις σύγχρονες παραστάσεις τραγωδίας, το λυρικό μέρος παραμένει το δυνατό τους σημείο. Είτε ο χορός κρατάει μπεντίρ, είτε χτυπάει κρόταλα, ηλεκτρικές κιθάρες, φλογέρες, νέυ, καραμούζες και τύμπανα· είτε ακούγονται παραδοσιακοί σκοποί, εκκλησιαστικοί ύμνοι, μοιρολόγια, γόοι και κοπετοί, άναρθρες κραυγές· είτε, εν τέλει, πρόκειται για τη φωνή του ιμάμη είτε του δικού μας ψάλτη, όλα είναι ευχάριστα και καλά ανεκτά από τον μούλτι κούλτι άνθρωπο των ημερών μας. Δεν το λέω περιπαικτικά- η μουσική, ο θρήνος, το τραγούδι είναι η σύνδεσή μας με το παρελθόν. Σ’ αυτές μάλιστα τις σύγχρονες εναλλακτικές προσεγγίσεις όπου η εικαστικότητα είναι κυρίαρχη και οι εικόνες που στήνονται διακρίνονται για το υψηλό τους γούστο, το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό.
Από φόρουμ:
Είναι και ψυχίατρος; Μούλτι κούλτι είναι ο γιατρός! Όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει!
Got a better definition? Add it!
Published