Ο πολύ χοντρός και αγύμναστος άνθρωπος, με κοιλιά σαν μπάλα.
- Να φωνάξω και τον Κώστα σήμερα που θα πάμε για μπάλα;
- Τι λες μωρέ, τέτοιος χοντρομπαλάς που είναι αυτός δεν μπορεί να κουνηθεί, θα παίξει και μπάλα;
Ο πολύ χοντρός και αγύμναστος άνθρωπος, με κοιλιά σαν μπάλα.
- Να φωνάξω και τον Κώστα σήμερα που θα πάμε για μπάλα;
- Τι λες μωρέ, τέτοιος χοντρομπαλάς που είναι αυτός δεν μπορεί να κουνηθεί, θα παίξει και μπάλα;
Βλ. και liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, μπόγος, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος
Got a better definition? Add it!
Ο χοντρός που έχει πατσοκοίλια και τα μοστράρει κιόλας.
Πού πας ρε, Καραμήτρο πατσοκοιλιά στην παραλία;
Βλ. και liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, μπόγος, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο μπουλούκος. Ηχοποίητη λέξη που φαίνεται τρυφερή μόνο σ' αυτήν (-ον για λούγκρα) που την λέει, ή μάλλον, διόρθωση, σ' αυτόν που την ακούει, γιατί κι αυτή που την λέει, τον κοροϊδεύει από μέσα της.
Άδωνις Γεωργιάδης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο πάρα πολύ χοντρός άνθρωπος.
«Όλοι οι πολιτικοί είναι δεινόσαυροι, εκτός απ' τον Έβερτ, που είναι ιπποπόταμος»: Σατιρική ατάκα από '90ς.
Βλ. και liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, μπλαμούτσα, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς, μπόγος, ντουρντούβαλο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η πολύ χοντρή γυναίκα που μοιάζει με φάλαινα, η Φάλαινα Άντερσον. Προφ, πρόκειται για λολοπαίγνιο με το φαλαινοθηρικό, χρησιμοποιημένο και από τον Μάρκο Σεφερλή.
Γιατί μπορεί εμείς να είμαστε ένα niche κομμάτι της αγοράς αλλά το βυζί κανείς δε μπορεί να το σνομπάρει, ειδικά αν η βυζοφέρουσα δεν είναι φαλαινοθηλυκό. (Από το θρεντ «Βυζοπούλες σε μπουρδέλα» του μπουρντέλα ντοτ κομ).

Got a better definition? Add it!
Ο χοντρός άνθρωπος.
Ο αχόρταγος μου έρωτας σ' εσένα βρίσκει λεία Ακούγοντας κιθαρισμούς του Πάχο ντε Κοιλία Φτάνει 200 bpm της καρδιάς ο χτύπος Κι ας λένε οι άλλοι γύρω πως χορεύω με το λίπος Ο αχόρταγος μου έρωτας σ' εσένα βρίσκει λεία Ακούγοντας κιθαρισμούς του Πάχο ντε Κοιλία Φτάνει 200 bpm της καρδιάς ο χτύπος Κι ας λένε οι άλλοι γύρω πως χορεύω με το λίπος.
Got a better definition? Add it!
Η κοπριά και μεταφορικά ο άχρηστος άνθρωπος, ο παχύς, καθώς και το άχρηστο αντικείμενο. Ετυμολογία: φουσκίον < φυσκίον: υποκοριστικό του φύσκη.
Φουσκί έχει καταντήσει από το πολύ φαγητό.
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς και ογκώδης άνθρωπος.
Πού να κουνηθεί και να τρέξει ο βίσονας!
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς άνθρωπος.
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς σαν μπάλα από το πάχος και νωθρός άνθρωπος
Σήκω ρε κεφτέ να πας να δουλέψεις!
Got a better definition? Add it!