Τον πίνω / τον ήπια (κανονικά): Έκφραση που, αν και παραπέμπει σε προστυχιά, τις περισσότερες λέγεται για περιπτώσεις παταγώδους αποτυχίας ή μεγάλης ζημιάς, νίλας.

Δεν είναι σαφές σε τι αναφέρεται η αντωνυμία «τον», αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι πρόκειται για σεξουαλικό υπονοούμενο.

Για πιο εμφατική χρήση της έκφρασης χρησιμοποιείται και η λέξη «κανονικά», όπως στο πρώτο παράδειγμα που ακολουθεί.

  1. -Πώς πήγε ο αγώνας μπάσκετ χθες;
    - Τον ήπιαμε κανονικά, οι αντίπαλοι μας γάμησαν στα τρίποντα και εμείς καθόμασταν σαν μαλάκες και το ξύναμε... Ήμασταν να μας κλαίνε οι ρέγγες.

  2. Αφού η εταιρία του τον ήπιε μετά το σκάνδαλο, αποφάσισε να την κλείσει.

Βλ. και την πίνω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νομίζω είναι προφανές τι ξύνει αυτός στον οποίον αναφέρεται η έκφραση, οπότε το προσπερνάμε...

Λέγεται για αρχιτεμπέλαρους, που αφοσιώνονται στο να μην κάνουν τίποτα ή στο να κάνουν κάτι αμφιβόλου σημαντικότητας και σημασίας.

Λέγεται τόσο για άντρες όσο και για γυναίκες, γιατί συχνό φαινόμενο αποτελεί η φαγούρα στο επίμαχο σημείο και στους δύο.

  1. -Βρήκε δουλειά ο αδερφός σου;
    -Σιγά μην έβρισκε... Αφού βαριέται που ζει ο άνθρωπος, κάθεται όλη μέρα σπίτι και το ξύνει και βαριέται να κουνήσει το δαχτυλάκι του ποδιού του.

  2. -Σταμάτα να το ξύνεις όλη μέρα στον υπολογιστή, βγες λίγο έξω, πήγαινε καμιά βόλτα...
    -Όχου, δε μας χέζεις ρε Νταλάρα!

Βλ. και ξύνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος τρελάθηκε και θέλει ζουρλομανδύα. Ή όταν ένα μηχάνημα χαλάσει.

1 ) - Ααααα τον είδα ρε τον είδα σου λέω!
- Καλά, καλά, ηρέμησε, τι είδες;
- Τον Γκουζγκούνη να φοράει σκάφανδρο!
- Α καλααα ... αδελφή φέρε το σακάκι να φορέσουμε στον φίλο, τα έπαιξε εντελώς!

2) - Μάστρο-Πανοδύε, το μηχανάκι δεν δουλεύει καλά για άκου...
- Αχ παλουκαράκι μου τα έπαιξε το εργαλείο σου, πάει, πας για καινούργιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω μεγάλη όρεξη για κάτι, το θέλω τόσο πολύ που είναι σαν να μου έχει ερεθιστεί το πέος μου (χυδαϊστί, πούτσος), να έχω καυλώσει για κάτι.

  1. Μάγκα μου, μου σηκώθηκε να φάω τώρα μια πίτσα, να!

  2. Επειδή εσένα, δηλαδή, σου σηκώθηκε να πας για κυνήγι, πρέπει και γω να τρέχω μαζί σου στα κατσάβραχα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση χρησιμοποιείται για να τονίσει την επίδραση μιας ουσίας στην νοητική κατάσταση του ομιλούντα. Είναι συνώνυμο του την άκουσα, μόνο που εδώ χρησιμοποιείται για γενικότερο αποτέλεσμα ανεξάρτητα από θετική ή αρνητική σημασία.

  1. - Συγκεντρώσου λίγο στο παιχνίδι ρε, χάνουμε. - Άσε, μου την είπανε οι μπύρες και είμαι ζαβλακωμένος τώρα.

  2. - Τι έχει ο Σωτήρης; - Του την είπε ο μπάφος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω, αποχωρώ από κάπου, συνήθως επειδή η κατάσταση δε με παίρνει να κάτσω.

Κοινώς, την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια.

Τα λέμε ρε σεις, την κάνω τώρα...

Βλ. επίσης τηγκανά, τιγκανά, τιγκανάουα, κ.α. Ακόμη: την κάνω λαμόγια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει ότι με πειράζει κάποιος ή κάτι ή ότι με νευριάζει/εκνευρίζει/οργίζει κάποιο γεγονός ή άτομο.

  1. - Γιατί ρε συ μαλώσατε με τον Φρίξο;
    - Άσε ρε, πήγαινε και έλεγε μαλακίες για μένα πίσω από την πλάτη μου και την έκανα ψώνιο.

  2. Γιατί, ρε συ, δεν συμμάζεψες το σπίτι; Το ξέρεις ότι την κάνω ψώνιο όταν το βλέπω άνω-κάτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του «πατάω τη μπανανόφλουδα», δηλαδή έχω πρόβλημα, μου έρχεται αναποδιά, ρισκάρω και χάνω, ατυχώ, πέφτω έξω, κ.ά.

  1. Άσε ρε, αγόρασα αυτό το αμάξι και την πάτησα. Σαράβαλο είναι…

  2. Την έχω πατήσει άσχημα μαζί σου ρε Σούλα!

"κι όταν στα χέρια μου σε κράτησα, εκεί την πάτησα και είπες όχι" στο 2.30 (από Khan, 31/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάει να πει οτι βρίσκομαι σε άσχημη κατάσταση, για την ακρίβεια τραγική. Τόσο άσχημη που το μόνο που μπορώ να κάνω πια είναι να κλάψω.

  1. - Ας υποθέσουμε οτι είσαι πάνω σε μηχανή, τρέχεις με 200, έτοιμος να μπεις στη στροφή και ξαφνικά! Σκάει το πίσω λάστιχο! Τι κάνεις;
    - Το κλαις!!!

  2. - Έμαθα ότι η Ελένη έμεινε έγκυος και δε ξέρει από ποιόν...
    - Ωχ...τότε το κλαίει.

  3. - ...και που λες δε κουβαλάγαμε πάνω μας ταυτότητες και μας πήραν στο τμήμα για εξακρίβωση. Πρέπει να μας είχαν για κάνα 4ωρο εκεί να περιμένουμε...Το κλάψαμε κανονικά και με τον νόμο δηλαδή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια πολύ γνωστή φράση σε όλους μας, η οποία θεωρείται κοινότοπη και απλοϊκή. Λίγοι γνωρίζουν το εξαιρετικά ενδιαφέρον παρελθόν της και τον θησαυρό που κρύβει η οντότητά της.

Η φράση έχει προέλθει από την εφαρμογή του πρωκτικού σεξ. Όταν, μετά το πέρας της πράξης, το αντρικό μόριο έβγαινε καθαρό από την πίσω οπή (χωρίς υπολείμματα δηλαδή), τότε η πράξη θεωρούταν ότι δεν είχε παράπλευρες απώλειες.

Έτσι η φράση άρχισε να χρησιμοποιείται και με πιο ευρεία έννοια, τόσο, που στις μέρες μας αγνοείται η αρχική της προέλευση.

Ποιος να το περίμενε ε;

  1. Μπορεί να έκανα βλακεία, αλλά τουλάχιστον την έβγαλα καθαρή.

  2. Έτσι όπως οδηγάς, άγιο θα έχουμε αν τη βγάλουμε καθαρή στο τέλος.

(από patsis, 25/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified