Αντ(ι)βέντσουρ είναι ο τύπος...

  • ...που ασχολείται μανιωδώς με το πιο μοδάτο «επικίνδυνο» σπορ. (πχ. το κάϊτ την παρούσα δεκαετία, bunjee jumping την προηγούμενη),
  • ...που επιβιώνει σε οποιεσδήποτε συνθήκες, και το ευχαριστιέται σαν γνήσιος ξάδελφος του Ταρζάν. Κάτι σαν τον Bear Grylls. Ενίοτε, χαστουκίζει κάνα λιοντάρι έτσι για να δείξει ποιος είναι o ρουμάνος στη ζούγκλα,
  • ...ο οποίος όταν βγει το βράδυ, τα κάνει πουτάνα. Ποτέ δεν είναι βαρετή η έξοδος μαζί του. Το καλύτερο φινάλε σε μια τέτοια έξοδο, είναι το αυτόφωρο, το χειρότερο το νοσοκομείο.
  • ...που είναι χύμα, και δεν λέει ποτέ όχι σε οποιαδήποτε πρόταση, άντρας έτοιμος για όλα. Δηλαδή ο τύπος «vivere pericolosamente».

Η έκφραση προφ προέρχεται από την αγγλική λέξη για την περιπέτεια (adventure), και έλκει την καταγωγή της, από τις καμπάνιες του Κάμελ και του Μάλμπορο, την δεκαετία του '80, με τις περίφημες adventure teams, και τους τυπάδες να χέζουν στο δάσος, γύρω από μια φωτιά, στη μέση του πουθενά.

- Τι κ΄ναι το τυπάκι ρε; Θα μας τρελάνει; Πέφτει με αλεξίπτωτο στη μέση του πουθενά;
- Και που να δεις παρακάτω τι πρόκειται να κάνει. Θα σε κουφάνει...
- Πολύ αντβέντσουρ ο τύπος. Και είναι αληθινά ρε, ή μας δουλεύουν, και ο τύπος έχει από πίσω του κάνα συνεργείο υποστήριξης;
- Τι να σου πω....

- Τι θα κάνουμε το βράδυ;
- Τι να σου πω; Αλλά έχε υπόψη σου, καλύτερα να πάμε για φαγητό, ήρεμα. Είπε ο Μάκης ότι θα φέρει τον ξάδελφο του, οπότε καλύτερα ήρεμα.
- Συμφωνώ, αυτός είναι πολύ αντβέντσουρ τύπος. Θα μας μπλέξει άσχημα με τις γνωριμίες του και το τσαμπουκαλίκι του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κύριος και Κυβερνήτης (ιστιοφόρου πλοίου) αλλά κατά βάση ένας ακόμα επινοημένος τίτλος που αποδίδεται σε Γουίνστον Γουλβς, Μαγκάιβερς, ακριδάτους, και γενικά τρισδιάστατους και ανοξείδωτους καταφέρτζουλες ανθρώπους που στους φακούς των γυαλιών τους προβάλλονται διαρκώς σχετικές με την κατάσταση ενότητες του οδηγού επιβίωσης των SAS. Εάν η διάθεση είναι ειρωνική έχουμε να κάνουμε με Master Debators.

Τη δύναμη του ο τίτλος την αντλεί από το ότι απηχεί την υπακοή που εκφράζεται τόσο με την δουλοπρέπεια μπρος στην ισχύ του «Yes Master» όσο και την πειθήνια εκτέλεση εντολών του «Jawohl! Herr Kommandant».

O αιώνιος αντίπαλος του Master Commander είναι φυσικά ο Cobra Commander.

- Σε είκοσι λεπτά....; Μα πόσο master commander είσαι...
- Δε βρήκα κίνηση ρε συ...

- Δικέ μου μη μου το παίζεις master commander γιατί μου γκίζει, κοιμήθηκε ο Θεός να 'ούμε, γαμώ την κωλοφαρδία σου γαμώ...
- Ε, ξερ'ς τώρα συ, ξέρ'ς τώρα συ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο James Bond, όπως πρωτοακούστηκε σε ευτελές ελληνικό τραγούδι των 60's (περιλαμβάνεται στη συλλογή «Φόλα Παρτίδα»)

  2. Αυτός που είναι εξοπλισμένος με τα ακριβότερα και πιο εξελιγμένα γκάτζετ και τα επιδεικνύει πουλώντας μούρη.

  3. Ο ριψοκίνδυνος, αυτός που αντέχει και επιβιώνει και στις πιο αντίξοες συνθήκες, όλως παραδόξως χωρίς καν γρατζουνιά, συχνά συνώνυμο του Ράμπο, ή κομμάντο.

  1. ...Τζέμης Μποντ θα γίνω, για να σε αποκτήσω...
    ...θα γίνω, θα γίνω για σένα Τζέμης Μποντ

  2. (σε καφενείο χωριού):
    - Κρύψε ρε Σάκη το άη φον και μας κοιτάει όλο το χωριό!
    - Κάτσε ρε Μπάμπη, εσεμές στέλνω!
    - Στείλε από το δικό μου ρε μαλάκα, θα σε περάσουν για τον Τζέμη Μποντ! Μου έχεις κοτσάρει και το bluetooth στο αυτί, φιρί φιρί το πας να μας την πέσουν!

  3. - Τα έμαθες για τον Τάσο ρε ψηλέ;
    - Όχι, τι έκανε πάλι το θηρίο;
    - Ανέβηκε προχτές στην ταράτσα να φτιάξει την κεραία...
    - Και τον χτύπησε το ρεύμα;
    - Όχι, χειρότερα! Έπεσε στο κενό!
    - Τι λε ρε φίλε; Αυτός μένει και σε 5όροφη! Πού νοσηλεύεται να πάω να τον δω; Ή μήπως ήρθαν τα χειρότερα;
    - Εδώ είναι το αστείο! Ούτε γρατζουνιά! Έπεσε πανω σε καρότσα με σεντόνια, είχε λαϊκή από κάτω!
    - Τι λες τώρα ρε φίλε, Τζέμης Μποντ ο δικός σου...
    - Αλλά ο γύφτος τον κατσάδιασε γιατί του γκρέμισε την καρότσα...
    - Πω, απίστευτο, κάτσε λίγο να συνέλθω...

Χρήστος Κορωπιώτης «Τζέμης Μποντ» (από vikar, 12/08/11)(από Khan, 04/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified