Σκωπτικό επιφώνημα αηδίας / ειρωνείας.

Διαφημιστικό μιμήδιο που έγινε βάιραλ σε χρόνο ντετέ λίγο προ των εκλογών του 2012. Συχνά απευθύνεται με μαζοχιστική διάθεση εις εαυτόν, ειδικά όταν κάποιος πρόκειται να σε πηδήξει (Τασούλα εν όψει χουφτώματος Κίτσου, Μπένυ ατενίζοντας προεκλογικά τον Τσίπρα, κλπ). Για να είναι πλήρως αποδοτικό, δέον να εκφέρεται μακρόσυρτα και βουκολικώ τω τρόπω.

Η ανάρτηξις του λήμμαν γίνεται με πάσα επιφύλαξη καθώς δεν γνωρίζουμε εάν θα αντέξει στον αδυσώπουτσο σλανγκικό χρόνο.

- Σε ερώτηση για το πώς σχολιάζει την έκφραση που χρησιμοποίησε ο κ. Τσίπρας από γνωστή διαφήμιση για τον ίδιο ότι «έχει ξεφύγει», ο κ. Βενιζέλος απάντησε: «θα χρησιμοποιήσω και εγώ μια έκφραση από την ίδια διαφήμιση. Τράτζικ»!
(Ποντίκι)

- «Τράτζικ» το δημοτικό συμβούλιο Βάρης - Βούλας - Βουλιαγμένης (εδώ)

- ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ… ΤΡΑΤΖΙΚ: Τρεις και ο κούκος στην ομιλία Βενιζέλου (εκεί)

- Solarium με αποτέλεσμα.....ΤΡΑΤΖΙΚ.....
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.

Ένας λατέρνατιβ τύπος:

  • Ακούει μουσικές που δεν του αρέσουν, απλά για να δείξει διαφορετικός και «ψαγμένος».
  • Θεωρεί τους Kaiser Chiefs ψαγμένη μουσική.
  • Θεωρεί τον Χατζηγιάννη ροκ.
  • Συχνάζει στο Γκάζι, επειδή είναι το πιο hot spot της πόλης, ακόμα και αν δεν του αρέσει.
  • Καπνίζει στριφτό, αλλά τα τσιγάρα του μοιάζουν σαν κακοτυλιγμένα πιτόγυρα.
  • Στο super market, στα ποτά, ακόμα ψάχνει να βρει το μπουκάλι του mojito.
  • Βλέπει μόνο ψαγμένες ταινίες που αυταπατάται ότι τις κατανοεί, αλλά στις 9 βλέπει τον «Λάκη τον Γλυκούλη».
  • Θεωρεί μια κουράδα σε αλουμινόχαρτο τέχνη και πληρώνει 500 ευρώ για να την βάλει στο σαλόνι του.
  • Με τους φίλους του συζητάνε για την δυσπρόσιτη γοητεία του τσαλακωμένου εγώ και για τον αβάσταχτα κατακερματισμένο πλούτο της εσωτερικότητας του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κάνουν μια παύση και κοιτάζονται στα μάτια, προσποιούμενοι ότι συλλογίζονται, ενώ στην ουσία λένε από μέσα τους: «Τι μαλακίες είναι αυτές; Θέλω να δω ειδήσεις του Star ΤΩΡΑ!»
  • Φοράει και την παλαιστινιακή μαντίλα, επειδή είναι και επαναστάτης.
  • Προσπαθεί να εντάξει ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο του, χωρίς καν να ξέρει τι σημαίνουν. Λέξεις τύπου «cult», «extravagant» κ.λπ.
  • Του «αρέσουν» τα ρακόμελα, είναι in. Άσχετα αν του προξενούν τάση προς εμετό.
  • Ένας φίλος του του λέει ότι, χθες το βράδυ έκανε one night stand 5 φορές (και του δείχνει την παλάμη του). Ο λατέρνατιβ νομίζει ότι αυτό είναι ένας cool όρος για τη μαλακία και από κει και έπειτα το χρησιμοποιεί και αυτός.

Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.

Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.

...

Βλ. και εντεχνindie

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διάσημη μάρκα τσιγάρων Malboro για τους μη αγγλομαθείς.

Ρε Βασίλη, πετάξου ένα λεπτό στο περίπτερο και τσάκω ένα Μάλμπουρο μαλακό.

βλ. και καύλορο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι μεγάλοι πόται γνωρίζουν ίσως τη φιάλη του ποτού ουίσκι φέρον την εμπορική ονομασία «100 pipers» ελληνιστί εκατό αυληταί.

Εις τα ορεινά χωριά της Κρήτης, οι Κρήται χωριάται περιοίκιοι αποκαλούν τιαύτο ουίσκι ως «Εκατό πίπες» δια λόγους συντομίας! Ευρηματικότατο, εάν και εφόσον το οινοπνευματοποτείον (κοινώς μπαρ) απασχολεί άνδρα και ουχί γυνή εις την θέσιν του μπαρ.

Μανούσος: «Μπρε συ, ήντα γίνεται εδά γύρω γύρω! Να μου βάλεις θέλει ένα από κιονά του ουίσκτσι, πώς το λένε δα, το εκατό πίπες; (μτφ: χαίρετε ω φίλε! Πώς διαβιώνεις; Θα ήθελες να μου σερβίρεις ένα ουίσκι, δεν ενθυμούμαι καλώς το όνομά του, εκατό πίπαι αν δεν απατώμαι;»)

Σήφης: «Εδά πάλι! Εξετέλεψε μπλιό! Θές ένα δίμπλε; (Ωωω, φοβούμαι πως τιαύτο ουίσκι έχει πλέον τελειώσει... θα ήθελε ανταυτού ένα dimple;»)

101 damnations, Σήφη, το Dimple μου μέσα! (από Vrastaman, 11/02/09)

Δες και Διακόσιες Πίπες. Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified