φουριαρότραος, φουριαρότραγος

Είναι το αρσενικό αντίστοιχο της φουριάρας αιγός, δηλαδή ο τράγος που ζει ελεύθερος σε μια μεγάλη περιοχή. Σύμβολο περηφάνειας, λεβεντιάς, αλλά και έμπλεος τραγίλας.

ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΠΕΡΗΦΑΝΟ ΜΟΥ ΩΖΟ
ΤΡΑΕ ΓΡΑΜΠΟΥΣΙΑΝΕ ΜΟΥ
ΠΟΥ ΣΤΕΚΕΙΣ ΑΝΑΝΤΡΑΝΙΣΤΑ
ΣΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ Τ ΑΝΕΜΟΥ (εδώ)

ΓΡΑΜΠΟΥΣΙΑΝΟΣ ΦΟΥΡΙΑΡΟΤΡΑΟΣ. ΘΩΡΡΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΣΙ ΚΙΣΣΑΜΟΥ

  1. -φουριαρότραος (κοινώς το μοτορι σου γ@μ@ει και δερνει)
    -Να υποθεσω πως φουριαροτραος σημαινει στην Ελληνικη.... φουριοζος τραγος?
    -Θα το καταλαβουν οι Κρητικοι... δε λεω.... Αντε να το εξηγησεις στους υπολοιπους Ελλαδήτες (Καθε ερωτας και ενα ονομα..)

  2. -φίλε, ο συγκεκριμένος θα αγόραζε ντατσουν και θα εβαζε τα παιδιά στη καρότσα και θα τα πήγαινε βολτα στο ψηλορείτη
    - Είσαι φαιδρός & φουριαρότραγος! (Είδος κάγκουρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικώς χρησιμοποιείται για διάφορα εξογκώματα, και κυρίως για εξογκώματα σε δερμάτινες ή ελαστικές επιφάνειες (ή και σε άλλες επιφάνειες που θα έπρεπε να είναι λείες). Λ.χ. σε μπάλα ποδοσφαίρου που υποφέρει από το κλωτσίδι, ιδίως αν είναι κακής κατασκευής, ή σε ελαστικά οχημάτων που πετάνε βυζί ως μη όφειλαν. Ένας περαιτέρω αστεϊσμός μπορεί να επιτευχθεί αν το κακής ποιότητας ελαστικό παρομοιαστεί με διάσημη φο-βυζού τουμπανοβύζα τ. Πάμελα Άντερσον, Πετρούλα Κωστίδου κ.τ.ό.

Συνώνυμο: καρούμπαλο.

Πάσα: deinosauros, sokin, Παπαντώνης.

  1. Πεταξε βυζι το λαστιχο
    Εκλασε η ασφαλτος
    Για το πεταξε βυζι ισως λεγεται για τα ελαστικα με σαμπρελα και το λενε στην κατασταση στην οποιο το λαστιχο ειναι οπως η μπαλα,που σκιζεται το δερμα και πεταγεται το μπαλονι εξω και κανει ενα καρουμπαλο...Εντελως στην τυχη και πιθανως να ειναι τρελη μ@λ@κια... (Εδώ).

  2. Τελικά τα κατάφερα και έπεσα όλος μέσα σε γνωστή λακούβα των νότιων προαστείων. Πέταξε «βυζι» (σαν την Πετρούλα..... ενα τούμπανο) (Εδώ).

  3. Καλύτερα να κάνει βυζιά το λάστιχο (αν και αυτό έχει σχέση περισσότερο με την ποιότητα των ελαστικών παρά με τη γόμα... αλλά έστω ότι έχουν σχέση, δεν είμαι και ειδικός, αν ξέρει κάποιος ας μας δώσει τα φώτα του) παρά να βρεθεί σε ένα δεντρό κρεμασμένος με το τιμόνι στο χέρι. (Εδώ).

  4. Ήμουνα καλός τερματοφύλακας, έπιανα τη μπάλα με το ένα χέρι κι έβγαζε «βυζί» ! (Από το βιβλίο του Γιάννη Παπαϊωάννου, Ντόμπρα και Σταράτα, ευγενικώς πασαρισθέν υπό του Δεινοσαύρου).

(από Vrastaman, 14/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καδρόνι είναι η σανίδα, και συνήθως αναφέρεται στη σανίδα που μπαίνει πάνω στις σκαλωσιές. Αυτό το κομμάτι του ξύλου έχει την ιδιότητα να είναι γερό (ώστε να αντέχει το βάρος του πτωχού πλην τίμιου οικοδόμου), αλλά και μακρύ για να πατάει στις δύο άκρες της σκαλωσιάς.

Το ρήμα καδρονιάζω, σλανγκικώς αναφέρεται στο ανδρικό μόριο, και στην ικανότητά του να γίνεται ντούρο και μακρύ -ή όχι.

- Ρε μαλάκα, τον τελευταίο καιρό είμαι χάλια...
- Ψυχολογικά;
- Ναι, μιλάμε με παρακαλάνε τα κοριτσάκια, κι εγώ δεν έχω όρεξη να τα συγυρίσω. Τι να πω...
- Σοβαρή κατάσταση. Δλδ δεν σου σηκώνεται;
- Μου σηκώνεται, αλλά...
- Ρε καδρονιάζει το εργαλείο;
- Καδρονιάζει, αλλά θέλει την ώρα του...
- Τότε μπορεί να είναι και θέμα διατροφής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εδώ δεν αναφερόμαστε σε πρώιμα βυζάκια εφήβων, αλλά σε δυσοίωνα καρουμπαλίδια στις πάντες σε λάστιχα αυτοκινήτων, μηχανών ή άλλων πουτσύλατων, που αναπτύσσονται λόγω φθοράς ή μετά από γερό γδάρσιμο σε πεζοδρόμιο.

Ο βουλκανιζάτωρ δεν την παλεύει την κατάσταση και ενδείκνυται άμεση αντικατάσταση λάστιχου προς αποφυγήν πολύνεκρου.

Ένα προβλημα που είχα ήταν ότι ένα μπροστινο λαστιχο στα 45000 πεταξε βυζι. Φταιει το οτι τα Michelin θεωρουνται μαλακα κ αν ανεβαινεις πεζοδρομια ισως πεταξουν βυζι; (από εδώ)

Κάποια στιγμή έκανα μια ταρζανιά και έπεσα με φόρα πάνω σε κράσπεδο-πεζοδρόμιο, το οποιο προεξείχε και το ανέβηκα λόγω που ο δρόμος ήταν πολύ ανηφορικός και δεν φαινόταν
Αποτέλεσμα να πετάξει το λάστιχο βυζί και να το αλλάξω.
(από εδώ)

Βυζάκια έξω λοιπον (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified