Πρόκειται για τελευταίας κοπής αετονύχη απατεώνα, με ιδιαίτερα ψηλό και ευλύγιστο λαιμό, που εξειδικεύεται στην κλοπή Αυτόματων Ταμειακών Μηχανών.

Η μπάζα πραγματοποιείται ως εξής:

Το ανυποψίαστο θύμα πραγματοποιεί συναλλαγή σε ΑΤΜ τράπεζας. Την ώρα εκείνη, ο σβερκάκιας κάθεται αρκετά πίσω του αλλά παρακολουθεί και απομνημονεύει τον αριθμό PIN που πληκτρολογεί το θύμα. Την ώρα που ολοκληρώνεται η συναλλαγή, ο συνεργός του σβερκάκια πετάει στα πόδια του θύματος χαρτονόμισμα € 50 και το ρωτάει μήπως είναι δικό του. Καθώς το θύμα σκύβει να δει το χαρτονόμισμα, η ταμειακή κάρτα (ή οποία την ώρα εκείνη βγαίνει από την σχισμή) αντικαθίσταται ταχυδακτυλουργικά με πλαστή. Εναλλακτικά, ο συνεργός απλά την τσιμπάει και εξαφανίζεται, ενώ το θύμα πιστεύει ότι το μηχάνημα του «έφαγε» την κάρτα. Στη συνέχεια, ο «αετομάτης» σβερκάκιας και ο «μάγος» συνεργός του κάνουν ανάληψη σαν κύριοι από άλλη ταμειακή μηχανή, και περνούν μια ευχάριστη βραδιά δρέποντας τους καρπούς της καπατσοσύνης τους.

- Ή Ένωση Ελλήνων Τραπεζών εξέδωσε ανακοίνωση για την επιδημία κλοπών στα ΑΤΜ.
- Τι να σου κάνει, όταν η αστυνομία δεν μπορεί να πιάσει ούτε ένα σβερκάκια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην τραπεζική σλάγκ, αντώνης αποκαλείται ο κάτοχος επιπρόσθετης πιστωτικής κάρτας που εκδίδεται σε υφιστάμενο λογαριασμό κάποιου. Εκ του αγγλικού add-on cardholder.

- Τι έπαθες βρε Μήτσο και τραβάς τα ελάχιστα εναπομείναντα μαλλιά σου;
- Είχα την φαεινή ιδέα να κάνω την Ούρσουλα αντώνη. Αφού με φέσωσε κανονικά, την έκανε για Κίεβο και τώρα κοιμάμαι στα σανίδια.
- Οι μαλακίες πληρώνονται, γιατρέ μου...

Αντωνία εν δράσει (από Vrastaman, 27/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος Άλμα Μάτερ χρησιμοποιείται διεθνώς ως συνώνυμο του πανεπιστημίου στο οποίο φοίτησε κάποιος. Στα λατινικά σημαίνει κυριολεκτικά «η θρέφουσα μητέρα». Προσδιορίζει το ινστιτούτο στο οποίο κάποιος απέκτησε τα εφόδια για την ακαδημαϊκή και επαγγελματική του καριέρα. Δηλαδή ο σταθμός ορόσημο της ακαδημαϊκής πορείας.
Σλανγκικά, ταυτίζοντας το «άλμα» με το «πήδημα», ο όρος αποτελεί το σημείο μηδέν της σεξουαλικής εκμάθησης. Δηλαδή τη γυναίκα η οποία πήρε την παρθενιά του προσδιοριζόμενου προσώπου και του έδωσε τα πρώτα εφόδια στον αιώνιο αγώνα σεξουαλικής βελτιστοποίησης.

- Για πες ρε Μάκη, με τρώει η περιέργεια, πως είναι τελικά η Λίλιαν στο κρεβάτι;
- Τι να σου πω ρε Βάγγουρα, καλή η Λίλιαν αλλά ούτε καν συγκρίσιμη με τη Λάουρα...
- Βρε μανία με τη Λάουρα...Κάθε φορά παρατάς και άλλη γκόμενα γιατί τη συγκρίνεις με τη Λάουρα! Ρε, μπας και σου έχει κάνει μάγια αυτή η γυναίκα;
- Η Λάουρα κολλητέ είναι το Άλμα Μάτερ μου. Δεν ξεχνιέται ποτέ...
- Φίλε ένα Άλμα Μάτερ έχει κάθε άντρας: τη μανουέλα...

Άλμα μάτερ του DT Jesus...Α ρε Αντζελίνα.... (από DT Jesus, 20/02/09)

Ceci malheureusement EST Debbie Harry! (από Vrastaman, 20/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκαούγκαγκας, βλακόμετρο, γκάου-μπίου.

- Κοίτα ρε τον τυπά εκεί στη γέφυρα. Πάει να κάνει μπάντζι-τζάμπινγκ χωρίς σκοινί.
- Μιλάμε αυτός έχει κάψει φλάτζα. Θα γκρεμοτσακιστεί και μετά θα του κάνουνε τα εννιάμερα. Αιωνία η μνήμη!

Βλ. και καίω φλάντζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O πανηλίθιος μάγειρας.

- Το γάμησες το στοκ ρε μαλάκα, πόσο μπελτέκας παίζει να είσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην επιχειρηματική αργκό, ντηλάκιας *αποκαλείται ο *κατά συρροή επιχειρηματίας.

Ο ντηλάκιας έχει την οξυδέρκεια να εξαγοράζει υποτιμημένες μπίζνες (πάντα με κεφάλαια τρίτων) και να υλοποιεί συμφωνίες και πράξεις που θα τις «αναπτύξουν» και τους προσδώσουν «χρηματοοικονομική αξία», όπως αναδιάρθρωση και εξορθολογισμό κόστους (σ.ς.: απολύσεις), εισαγωγή ή διαγραφή από το χρηματιστήριο, συγχώνευση με άλλες εταιρίες, απόσχιση δραστηριοτήτων σε νέες spinoff εταιρίες, αλλαγή φορολογικής έδρας, κλπ.

Ο ντηλάκιας διαφέρει από τους παλαιάς κοπής Έλληνες επιχειρηματίες:

  • Δεν ενδιαφέρεται να αναπτύσσει οργανικά και σε βάθος χρόνου βιώσιμες επιχειρήσεις: η καύλα του έγκειται στο να μοσχοπουλήσει την εταιρία σε όσο το δυνατό συντομότερο χρόνο ώστε να αδράξει την επόμενη ευκαιρία,
  • Αντίθετα με τον (ευρισκόμενο στον πάτο της διατροφικής αλυσίδας) κλασικό κομπιναδόρο, ο ντηλάκιας διαθέτει στοιχειώδη οικονομική παιδεία, κατέχει τα εργαλεία της επενδυτικής τραπεζικής, γνωρίζει καλά την εγχώρια και διεθνή νομοθεσία και δεν είναι εκ προοιμίου λαμόγιο.

Εκ το αγγλικού deal («συμφωνία») < Ο.Ε. dælan («να μοιράζεις» πχ. την τράπουλα). Ειρήσθω εν παρόδω, η πρώτη επιχειρηματική εφαρμογή του όρου καταγράφεται το 1837 ως σλάνγκ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγχώριου ντηλάκια είναι ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο οποίος «ανέπτυξε» και μοσχοπούλησε πλειάδα εταιριών, όπως:

  • τις Ιντεραμέρικαν και Ευρωκλινική Αθηνών στην Eureko,
  • την Interbank στην Eurobank,
  • την NovaBank στην Πορτογαλική BCP,
  • το κανάλι Alpha TV στην Γερμανική RTL,

    και πάει λέγοντας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικη αργκό για τον χασοδίκη που σεργιανάει στους διαδρόμους των δικαστικών κτηρίων, που αποτελεί την ενσωμάτωση του δικαιώματος εκπροσωπήσεως του (φτωχού) κατηγορουμένου, α λα Ελληνικά.

Μη διαθέτων δικό του γραφείο ή διαθέτων μεν (μια τρούπα) αλλά σπανίως πατών δε, φορεί φόρμα εργασίας (ένα κοστούμι τριμμένο και κακοβαλμένο σα σακκί), έχει δυνατά βουβαλίσια πόδια και κώλο Βραζιλιάνας (απ’ το ανεβοκατέβασμα στις σκάλες και την ορθοστασία) και εξαχρειωμένη φάτσα.

Το κακομοιρίστικο σουλούπι του δεν εξαπατά τους μεμυημένους: Ταλαιπωρείται, αλλά κονομάει τρελλά (κάνει 5-6 δίκες την ημέρα)!

Στήνει αυτί στα «πηγαδάκια» και παρεμβαίνει στις κουβέντες των διαδίκων, έχει κονέ με την αστυνομία και φθάνει πρώτος στις αυτόφωρες συλλήψεις, ξέρει το ταράφι των αλλοδαπών, των πορνών, των πρεζάκηδων, των διερμηνέων, των δικαστικών γραμματέων κλπ και τσιμπάει υποθέσεις δώθε-κείθε.

Κυρίως όμως, γνωρίζει άριστα την (πρακτική) ποινική δικονομία και αναλαμβάνει την υπεράσπιση όλων της γής των κολασμένων που δεν έχουν δικό τους δικηγόρο και δε μπανίζουν τί διαμείβεται, έναντι αλμυρού αντιτίμου.

Τα αδικήματα γνωστά σ’ αυτόν και μη εξαιρετέα (μικρο-κλοπές, ναρκωτικά, πορνεία, παράνομη είσοδος στη χώρα, σωματική βλάβη, πλαστογραφία μετά χρήσεως νομιμοποιητικών αδείας παραμονής και πλέον ου).

Η υπερασπιστική του γραμμή, συνήθως κατόπιν συνοπτικότατης προεργασίας (κάνει πεντ-έξι ερωτήσεις στον αλυσοδεμένο κατηγορούμενο ή κοιτάζει στα κλεφτά τη δικογραφία λίγο πριν την εκφώνηση υπό το άγριο ή θύμηδες βλέμμα του εισαγγελέα), περιορίζεται στο να λέει κοινοτοπίες «είναι καλό παιδί κύριε πρόεδρε», «δεν το’ θελε», «ο πρότερος έντιμος βίος», «δεν έχει ξαναδικαστεί» (αφού σπανίως φθάνει εγκληματικό δελτίο ή ποινικό μητρώο στη δικογραφία ως τη δικάσιμο) κλπ.

Ο κατηγορούμενος άλλοτε την τρώει, άλλοτε απαλλάσσεται «λόγω αμφιβολιών» ένεκα benevolentiae των δικαστών, που ελάχιστα προκάλεσε ο συνήγορος... Βέβαια, μπορεί (αν έχει κέφι) να σκαρφιστεί ευφάνταστα τρυκ, ώστε να κλονίσει (;) την πεποίθηση των δικαστών περί ενοχής του κατηγορουμένου.

Π.χ., σε δίκη περί προκλητικά ασέμνων χειρονομιών πόρνης προς άγραν υποψηφίων πελατών, η εκπάγλου καλλονής και μπουρδελέ ντυμένη Ρωσίδα, έβγαλε στην αίθουσα ένα μικροσκοπικό σπρέι, διότι «είχε άσθμα» (δηλαδή δεν έκανε κωλοδάχτυλο στο στόμα της και παρεξήγησε ο αστυφύλακας που την συνέλαβε) κι άρχισε να ψεκάζεται για να το αποδείξει (!) κι έτσι αθωώθηκε μέσα σε τρανταχτά γέλια...

Άλλωστε, γνωστός δικηγόρος σε αθλητική δίκη περί άσεμνης χειρονομίας ποδοσφαιριστή (δυο αμερικάνικα κωλοδάχτυλα προς τα πάνω), είχε διατυπώσει το αμίμητο: «Έδειχνε το σκόρ κύριε πρόεδρε» (1-1)...

Παλαιότερα, στα κακουργιοδικεία, όπου το stake είναι 5-20 έτη κάθειρξη και ο συνήγορος υπερασπίσεως είναι υποχρεωτικός, ο διορισμός συνηγόρου (πληρώνεται απο το Κράτος) αυτεπαγγέλτως απο το δικαστήριο, γινόταν ως εξής:

[i]- Έχετε δικηγόρο;
- Όχι...
- Θέλετε να σας διορίσει συνήγορο το δικαστήριο;
- Θέλω...
- Υπάρχει κανένας δικηγόρος διαθέσιμος;
- Πα-ρών! (ο διαδρομιστής μας)[/i]

Καιροφυλακτούσε όλη μέρα στους διαδρόμους κι έπινε καφέδες. Αφού μελετούσε τον ο-γκω-δέ-στα-το φάκελο της δικογραφίας μέχρι το πέρας της ίδιας δικασίμου (θέλει μέρες) και χωρίς να ζητήσει διακοπή της δίκης για άλλη δικάσιμο ώστε να προετοιμαστεί καταλλήλως (σιγά τώρα), έλεγε μέσες-άκρες όσα και παραπάνω.

Ούτως ή άλλως, ο εξαθλιωμένος (για να μην έχει να δώσει σε δικό του δικηγόρο) κατηγορούμενος (αλλοδαπός, φτωχοπουτάνα, πρεζάκιας, τσιγγάνος) δεν παίρνει πρέφα τί παίχτηκε, φράγκο δεν δίνει, η υπόθεση ήταν μάλλον χαμένη από χέρι και χειρότερα δεν γινόταν...

Εξάλλου, οι φυλακωμένοι κάνουν κάθε τόσο αιτήσεις αναστολής εκτέλεσης της ποινής τους (τσάμπα είναι), γνωρίζοντας οτι είναι εκ προοιμίου χαμένες, προκειμένου να μεταχθούν σε δικαστήριο και να αλλάξουν παραστάσεις απ’ την κλεισούρα της φυλακής, ιδίως δε να πάρουνε «θέμα» (δικαστίνες, δικηγορίνες κλπ) και να τον παίξουνε μετά...

Σήμερα διορίζονται συνήγοροι υπερασπίσεως απο ειδικό κατάλογο (κυλιόμενα) και οι διαδρομιστές των κακουργημάτων τείνουν να εκλείψουν, αλλά το αποτέλεσμα είναι πάνω-κάτω το ίδιο...

- Τον είδες το διαδρομιστή;
- Πού;
- Εκεί στα αυτόφωρα. Έχει γίνει «σκούπα», μαζέψανε τα τραβέλια πάλι και τις ψήνει στο μπίρι-μπίρι ο πούστης!
- Χαρά στο κουράγιο του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαρμακάδες αποκαλούνται οι κατ’ ευφημισμόν «επιστημονικοί συνεργάτες» ή «ιατρικοί επισκέπτες» φαρμακευτικών εταιρειών.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για πλασιέδες φαρμάκων που προσεγγίζουν γιατρούς, φαρμακεία και ασφαλιστικά ταμεία με δέλεαρ πάσης φύσεως δωράκια όπως συμμετοχές σε «επιστημονικά σεμινάρια» (σ.ς. διακοπές σε εξωτικά τουριστικά θέρετρα) ή ακόμα και πολυτελή αυτοκίνητα εάν πρόκειται για μεγαλογιατρούς.

Ο μόνος που βγαίνει αυτονόητα χαμένος από την συναλλαγή είναι ο ασθενής, ο οποίος θα λάβει ακριβότερα και συχνά υποδεέστερα φάρμακα.

- Τι κάνουν οι φαρμακάδες στο ΙΚΑ Χαλανδρίου; Καθημερινά δεκάδες κουστουμαρισμένοι υπάλληλοι φαρμακευτικών εταιρειών μπαινοβγαίνουν στα ιατρεία του IKA, με την ανοχή της διεύθυνσης και πάρα τις διαμαρτυρίες των ασφαλισμένων, τους οποίους δεν υπολογίζουν και μπαίνουν...«σφήνα», όπως λένε και ίδιοι μεταξύ τους. Τι κάνουν όλοι αυτοί καθημερινά στα ιατρεία; Μόνο ενημέρωση για τα νέα προϊόντα των εταιρειών τους;;;; Και γιατί κάθε μέρα;;; Η διοίκηση του IKA γιατί το ανέχεται αυτό και τους «διευκολύνει»;;;;
(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λαμόγιο που εκμεταλλεύεται την αδιαφανώς αποκτηθείσα θέση του για αθέμιτη κονόμα.

Οι οικονομισάριοι λειτουργούν κυρίως στο δημόσιο τομέα, και συγκεκριμένα σε νοσοκομεία, πολεοδομίες, εφορίες, δήμους, υπουργεία, ΙΚΑ, νομαρχίες, κ.α., και χρεώνουν προκαθορισμένο γρηγορόσημο για να διεκπεραιώσουν κάθε υποχρεώσή τους προς τον κερασφόρο πολίτη.

Στον ευρύτερο δημόσιο (γράφε: παρακρατικό) τομέα, οικονομισάριοι κουμπάροι διορίζονται με παχυλούς μισθούς ως σύμβουλοι ΔΕΚΟ. Προκειται για βιρτουόζους της σχολής Art Déko.

Μην ξεχνάμε όμως και τον (κρατικοδίαιτο) ιδιωτικό τομέα όπου διαπλεκόμενοι νταβατζήδες εργολήπτες (που είναι συνάμα καναλάρχες και μιντιάρχες) νέμονται κρατικά και κοινοτικά κονδύλια δια της μεθόδου του λιβανίσματος και του λαδώματος των ευκαιριακών τους πολιτικών συμμάχων.

Η εικοσιπενταετής τουλάστιχον παντοκρατορία των οικονομισάριων οδήγησε την Ελληνική οικονομία στην σημερινή της κατάσταση.

Λογοπαίγνιο εκ των κονόμα και κομισάριος.

Ασίστ: Γ. Τράγκας

- Δεν ξεφευγετε απο τις απατες περι παλαιων πατρων και περι το που στην ουσια αρχεισε η εξεγερση. Οχι ρε ασχετοι. Κανενας μεγαλοπαπαρδος αληταρας οικονομισαριος φιλος του πασα και του κοτσαμπαση δεν σεικωσε ποτε τιποτα παρεκτος απο τα πολλα γροσσα του και την φιλαυτια του.
(ανορθογραφιστής ιστορικός, εδώ)

- Πρόσεξες πόσοι ανεβοκατεβάζουν ανίκανο τον πρόεδρο εδώ μέσα; Αν δεν είναι αυτό αρρώστια, εγώ πραγματικά θα απέχω.
- Ανικανος δεν ειναι, μια χαρα τσιφουτης και οικονομισαριος ειναι, καθως επισης τουρίστας, μπιριμπακιας κτλ.
(αναφορά στον Πρόεδρα του ΟΣΦΠ, εδώ)

- Ανέπαφος ο ΚΟΜΙΣΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΣΑΡΙΟΣ. Έτσι κι’ αλλοιώς το δόγμα ΘΕΜΟΥ είναι το όνειρό μας…
(εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική έκφραση (κυρίως στο τάβλι), όπου ο λέγων περιπαίζει την απίστευτη κωλοφαρδία του αντιπάλου του, ο οποίος αν και βρισκόταν προ ολίγου σε δυσμενέστατη κατάσταση, βγήκε και «καβάλα» με το ζάρι που έφερε.

Η έκφραση ακολουθεί το σχήμα λιτότητας, δηλαδή πλήρως σημαίνει «είσαι τόσο τυχερός, σα να πέφτεις από το ύψος της Ακρόπολης – σαν το Μιμίκο και τη Μαίρη – και όχι μόνο να μην παθαίνεις τίποτα, αλλά να βρίσκεις και παρατημένο πορτοφόλι γεμάτο λεφτά»!

(Πλακωτό):
-Το αφήνεις διπλό;
-Όχι, άμα φέρω τις εξαιρετικές (εξάρες) μου, πώς θα τις παίξω;
-Κοίτα, σου ‘χω κλείσει με πόρτες όλο το σπίτι, έχεις δυο πούλια στη μαμά, τα’ χεις μαζέψει όλα στον άσσο, εξάρι δεν έχεις, σου το ‘χω αφήσει ανοιχτό να φέρεις εξάρι μονόβολο να πιάσω μάνα, έχεις φέρει πενήντα ζαριές κι ούτε ένα έξι, τι περιμένεις; Ούτε ο Ρωχάμης με το Σεχίδη δεν το παίζουνε!
-Εξάρια!!! Αλεού μπόιλερ! Θα μαζέψω και πρώτος που ‘μαι και ψημένος!
-Αγόρι μου, πέφτεις απ’ την Ακρόπολη και πιάνεις πορτοφόλι! Ρε, με ποιους παίζουμε και χάνουμε...

Ταβλαδόρικα και παραταβλαδόρικα: άνοιξε το τριώδιο, απλώνω τραχανά, ασσόδυο, αυτό πώς θα το παίξω;, γεννηθέντα και παθόντα και ταφέντα και πλακωθέντα, γκέλα, γκιουλ, δίνει πλάτη για τάβλι, δυόδυα, έλα στον θείο τον Ηλία πο' χει όλα τα εργαλεία, εξαίσιο, εξάπαντος, έξι δύο τα αλλότρια, έχω φέρει σήμερα;, θα σου βγάλω νεραντζάκι, θα σου πάρω την πίεση, και κουλούρι και τυρί, και σκατά, κατσίκι, κι ένας δάσκαλος αγάπησε μια φτωχιά και την πήρε, κοκορέτσι, μακαρόνι, μάνα, με ασσόδυο δε γάμησε κανείς, μπαρμπούτι, μπαρμπουτιέρα, ξίδι, ούτε στο Γεντί Κουλέ δεν το παίζουν / δεν το παίζει ούτε ο Ρωχάμης, παιδί, πάλι ντόρτια ήφερα, παραμάνα, παραπάνω από διπλό δεν πάει, πέφτεις απ’ την Ακρόπολη και πιάνεις πορτοφόλι, πλακωτό, ποδήλατο ξέρεις;, ποιος Θανάσης;, πολύ τα κουνάς, ρίχνω παχιές, ροντέο, σα δάσκαλος, σαν να τον χτύπησε η Παναγία με το τάβλι, σκακαδόρος, σουβλάκι, σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα, σώγαμπρος, τα ζάρια στον μάστορα, ταβλαδόροι, ταβλαριέμαι, ταβλιάρης, ταβλομάχος, τέντζερης, τετράδυο, τις έχεις, τούρκοι, τριήρεις / τριήρης, τσολιάς, φουνταριστός / μπάτσος / βατσιμάνης, χασσόδυο, χατζηπετρής, χύνομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified