Further tags

Ο πολύ, μα πολύ βλάκας.

Bλάκας + Megatron (αρχηγός των Decepticons στους Transformers) = βλάκατρον.

- Φώναξα τον κλειδαρά γιατί νόμιζα οτι είχα κλειδωθεί έξω, αλλά τελικά δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτα, μιας και η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη. Δεν σκέφτηκα να δοκιμάσω το πόμολο πρώτα...
- Ε, είσαι βλάκατρον!

(από xalikoutis, 09/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H ακλόνητη πεποίθηση που σε καταλαμβάνει στιγμιαία μόλις στείλεις ένα sms, ότι μέσα στη βιασύνη επέλεξες λάθος όνομα από τον κατάλογο και κατέληξε σε λάθος κινητό.

Κι έστειλα ένα τρομεσεμές στη Βάλια αντί στην Κατερίνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψιλοπανικός που πιάνει πολλούς κατόχους κινητών τηλεφώνων όταν ακούνε κάποιο κινητό να κουδουνίζει και ψάχνονται να δουν αν είναι το δικό τους.

Και ακούω μες το σινεμά τον ήχο του κινητού μου και με πιάνει κινηπανικός. Ευτυχώς δεν ήταν το δικό μου.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται όταν όλοι βγάζουν τα κινητά τους κι αρχίζουν να συναγωνίζονται ποιανού είναι πιο μικρό, ποιο παίζει όχι μόνο τη Μικρή Νυχτερινή Μουσική αλλά και ολόκληρη τη δεύτερη πράξη από το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν και ποιο βγάζει φωτογραφίες έτοιμες για καδράρισμα...

Έξι μαντράχαλοι να πίνουμε καφέ... και τους πιάνει ένας συγκινητισμός!.. Σηκώθηκα κι έφυγα σε πέντε λεπτά λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς καραλόλ, το πολύ lol, το πολύ αστείο-ειρωνικό.

(lol=Laugh Out Loud)

- Καρα-lol! Πολύ καλό το ανέκδοτο!

Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν η εταιρεία κινητής τηλεφωνίας δεν σου παρέχει στην περιοχή που βρίσκεσαι επαρκές σήμα ώστε να συνομιλήσεις. Κατά το vodafone, panafon κλπ.

- Τι έγινε έπιασες σήμα;
- Μπαααα, μούγκαφων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμένη, λόγια (λέμε τώρα) μορφή της λέξης blog. Η προσθήκη του τελικού -ν είναι προαιρετική αλλά κάνει τη λέξη ακόμη πιο λόγια - ή, τουλάχιστον, έτσι φαίνεται να νομίζει αυτός που το προσθέτει.

Απαντώνται και οι τύποι ευλόγιον, ε-βλόγιον και (β)λόγιον αλλά, προς το παρόν, όχι πολύ συχνά.

Συνώνυμο: ιστολόγιο. Επαρκέστατο, θα έλεγαν κάποιοι, και γιατί χρειάζεται το βλόγιον και τα υπόλοιπα; Αλλά, ειδικά σε αυτές τις σελίδες, ο λεξιπλάστης έχει πάντα δίκιο.

Για οτιδήποτε άλλο σχετικό με τα Ελληνικά blogs δείτε το πληρέστατο λήμμα μπλόγκερ. Είναι must.

  1. (Από blog)
    ΜΕ ΑΡΕΣΕ
    Που επιτέλους κατάφερα να βρω πως φτάχνεται αυτό το βλόγιο.
    ΔΕ ΜΕ ΑΡΕΣΕ
    Που αυτό το βλόγιο το διαβάζουμε μόνο εγώ κι εσύ.

  2. (Από blog)
    Λοιπόν αυτό το βλόγιον δημιουργείται εν βρασμώ ψυχής και με βασικό σκοπό να μπορέσω να παίξω μπλογκοπαίχνιδα. Τουτέστιν, η σοβαρότητα μάλλον δε θα΄ναι το δυνατό του σημείο. Αυτά προς το παρόν. Διότι το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν.

  3. (Από το http://petefris.blogspot.com/)
    Πρόσεξα πως μερικοί έμπειροι γράφουν «βλογ» και όχι blog, είτε επειδή ξεχάστηκαν και δεν πατάνε alt+shift, είτε επειδή σκοπίμως το εξελληνίζουν. Εάν θεωρήσουμε το βήτα μαλακό, δηλαδή προερχόμενο από το w, τότε περνάμε ανέτως από το β στο φ, αντιστρέφοντας το αρχαίον μακεδονικόν έθος, όπως διδάσκει η γλωσσολογία και ο Ησύχιος (έλεγαν οι άνθρωποι την κεφαλή καβαλά,άπ΄όπου προέρχεται και η μεταγενέστερη γκλάβα).Αν λοιπόν γράφοντας βλογ εννοούμε φλογ, εξελληνίζουμε εύκολα, θέτοντας μια ευπρόσωπη κατάληξη σε φλόγιον, φλογί, φλόγημα και πάει λέγοντας. Εννοιολογικά, μπορούμε να παίξουμε με τις υπάρχουσες εκφράσεις φλανφλάν και φληνάφημα. Αλλά δεν σας κρύβω ότι προτιμώ μια πιο κλασική λύση. Να διατηρήσουμε ως ρίζα το βλογ, προσθέτοντας το ευφωνικόν ευ- και μια καλή κατάληξη. Ευλόγιον, λοιπόν, που σημαίνει καλό blog. Γιά τα τρεχαγύρευε blogs, έχουμε μεγάλη επιλογή: δυσλόγιον, αμπλόγιον (και αμπλόγι ή αμπλόι, συναρτάται και με το αμπλάκημα). Ανήκουμε σε λαό (τέλος πάντων...) που μετέφρασε πρώτη φορά τον Shakespeare σε Σχακεσπεάρη, επομένως δεν θα μας αντισταθεί μία μονοσύλλαβη λέξη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών.

- Καλά φοβερός pc-ίατρος ο Τόλης! Τό 'φερε στα ίσια του το μηχάνημά μου χθες.
- Δωσ' μου το κινητό του να κλείσω ένα ραντεβού, με έχουν τρελάνει οι διαολο-Spy...

Δες και πισί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πόλη στο Μεξικό... όπου όλοι γελάνε πολύ.

Το πιάσατε, έτσι;

- Πάμε διακοπές στο el oel;
- Χάχαχαχα. Μέσα. Με χίλια.

Αν δέν το πιάσατε, δείτε και lol, λολ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό ή ρήμα (κλίνεται όπως το fear).

Τρομάζω. / Ο τρόμος που καταβάλλει κάποιον όταν πρόκειται να εκτεθούν σε τρίτους φωτογραφίες αποδοκιμαστικού περιεχομένου.

Π.χ. φωτογραφίες:

  • ψωνίστικες
  • δήθεν
  • πειραγμένες απο photoshop
  • που φανερώνουν κόμπλεξ
  • σεξουαλικού περιεχομένου

Μην νοιώθεις φωτογραfeared, δεν θα δείξω πουθενά τις φωτό σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified