Further tags

Ελληνικότατης προέλευσης λέξη, που χρησιμοποιείται συχνά από καμένους χρήστες του ίντερνετ για να δηλώσει επιβράβευση, κατ' αντιστοιχίαν του respect (ρησπέκτ ή σπεκ).

Η χρήση της λέξης διαδόθηκε από άγγλους ιντερνετάδες σε όλο τον κόσμο, αλλά επισήμως είναι ελληνική και μάλιστα ομηρική: το κῦδος= η τιμή.

(e-καμάκι)

-Ωραία φωτό. Kudos κοπελιές :)))

Αρ-κῦδος (από Vrastaman, 14/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό «lag» που χρησιμοποιείται στη γλώσσα υπολογιστών για να δηλώσει την καθυστερημένη ανταπόκριση του server στον οποίο συνδέεται ο υπολογιστής (για να στείλει αρχείο, στα games κτλ).

Η φράση χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει καθυστέρηση (εννοώντας στον εγκέφαλο) και δεν καταλαβαίνει εκείνη την στιγμή αυτά που του λες. Κοινώς δεν νιώθει κάστανο, γιατί έχει σκαλώσει για κάποιον συγκεκριμένο λόγο.

  1. - Τι λέει ρε μαλάκα, θα πάμε για κάνα καφέ με τον Μήτσο;
    - Άσε, μην τον υπολογίζεις.
    - Γιατί;
    - Έχει φάει lag τώρα με την εξεταστική και τον βλέπω να κάθεται σπίτι για κάνα μήνα.

  2. - Τι έγινε ρε ψηλέ, γιατί είσαι έτσι;
    - Άσε ρε μαλάκα, έμαθα ότι η Μαίρη φασώθηκε με τον Βασίλη.
    - Ε μη lagάρεις ρε man. Πουτανάκι είναι, έχει φασωθεί με τη μισή σχολή. Ψάξε βρες καμιά άλλη να χωθείς.

(από Kotsolis, 16/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνολο κανόνων και μηχανισμών λειτουργίας που διέπουν τη ζωή ενος γκικ.

Λέγεται πειραχτικά για άτομα που η μέρα τους ξεκινά και τελειώνει μπροστά από έναν υπολογιστή, είτε λόγω των συνεχών προσπαθειών τους να τον overclockάρουν, είτε γιατί λιώνουν σε οποιαδήποτε εκ των παρακάτω συνηθειών: παρακολούθηση πορνογραφικού υλικού γνωστών/αγνώστων στοιχείων (πάντα μέσω του υπολογιστή), παρακολούθηση των συνηθειών ανύποπτων κορασίδων σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης (stalking αγγλιστί), ηλεκτρονικά παίγνια μέχρι τελικής πτώσεως και άλλες χλιμιτζουριές.

Όλα αυτά, έναντι αντίξοων συνθηκών, όπως την αιφνίδια εισβολή της μητέρας τους στο υπόγειο, το hamster που πρέπει να του αλλάξουν τα ροκανίδια για να μπορεί να χέσει, την τουαλέτα που βούλωσε για άγνωστους για αυτούς λόγους, κλπ.

- Ρε συ, κανένα νέο από τον μαλάκα τον Νίκο έχεις; Έχω να τον δω, χρόνια και ζαμάνια.
- Γάμησε τα, από όταν χώρισε με τη Μαρία όλο μέσα μένει, μπροστά από ένα PC. BIOS και πολιτεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη προέρχεται εκ του αγγλικού «Oh my god», έκφραση που στα ελληνικά σημαίνει «Ω θεέ μου».

Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κανείς άτομα τα οποία ρέπουν σε συχνή χρήση της προαναφερθείσας φράσης στην αγγλικής της μορφή έναντι της ελληνικής. Τέτοια άτομα απαντώνται σε μεγάλες συγκεντρώσεις σε σημεία παροχής υπηρεσιών διαδικτύου (internet cafe ρε αδελφέ!), όπου και καθημερινά σπαταλούν ώρες ολόκληρες μπροστά από μία οθόνη φωνάζοντας στον διπλανό τους γιατί feedαρε τον αντίπαλο στο DOTΑ ή καθαρά λόγω δέους απέναντι στην υπεροχή του εικονικού αντιπάλου λόγω εμπειρίας ή/και του προαναφερθέντος feedαρίσματος.

- Πήγα χτες σε ένα internet cafe για να κάνω κάτι δουλειές, και ήταν τίγκα στους ομιτζίμιτζίδες. Μου πήραν τα αυτιά. Ήταν και μεγάλος noob αυτός ο σκορπιός ρε φίλε... Ούτε ένα stun δεν πέτυχε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενώ το πίξελ ή εικονοστοιχείο (<PICture ELement = στοιχείο εικόνας) είναι ένα «σημείο» μιας εικόνας που εμφανίζεται στην οθόνη ενός υπολογιστικού συστήματος, δηλαδή, για το υπολογιστικό σύστημα, ένα δείγμα πληροφορίας, το πήξελ με ήτα είναι μονάδα μέτρησης του πηξίματος. Εφαρμόζεται σε μούνες και συνήθως μετριέται σε μέγκα-πήξελ ή γκίγκα-πήξελ.

Άσ' τα να πάνε, 5-1 με παίζει, μιλάμε για τρελά γκίγκα-πήξελ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διαδίκτυο, το ίντερνετ.

Πρόκειται για μετάφραση του αγγλικού net. Η πορεία του όρου είναι η εξής (σε παρένθεση ο ελληνικός αντίστοιχος): internetwork > internet (διαδίκτυο) > net (δίκτυο/δίχτυ).

Ως προς την διάκριση από τον «παγκόσμιο ιστό» (world wide web), η αγγλική wikipedia τα λέει πολύ κατατοπιστικά, συμβαίνει δε να υφίσταται το ίδιο ακριβώς ζήτημα και στα ελληνικά:

Οι όροι Διαδίκτυο και Παγκόσμιος Ιστός χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη χωρίς ιδιαίτερη διάκριση. Ωστόσο το Διαδίκτυο και ο Παγκόσμιος Ιστός δεν είναι ένα και το αυτό. Το Διαδίκτυο είναι ένα παγκόσμιο σύστημα επικοινωνίας δεδομένων. Πρόκειται για μια υποδομή σε υλικό και λογισμικό που παρέχει συνδεσιμότητα μεταξύ των υπολογιστών. Αντίθετα, ο Παγκόσμιος Ιστός είναι μια από τις υπηρεσίες που «τρέχουν» πάνω στο Διαδίκτυο. Πρόκειται για μια συλλογή διασυνδεδεμένων εγγράφων και άλλων πόρων, που συνδέονται μέσω υπερσυνδέσμων και διευθύνσεων URL. Wikipedia, μετάφραση

Και οι δύο όροι οπτικοποιούν αυτήν την διασύνδεση μεταξύ σημείων που μοιάζει με φανταστικό δίχτυ, τώρα πια γιγαντιαίο και τρισδιάστατο (βλ. εικόνες).

  1. Από εδώ:
    Φίλε ψάξε στο δίχτυ και βρες το τηλέφωνο και αγόρασε το από τον ΤΙΜ Ιταλίας με 599€ επίσης, εάν συγκρίνουμε Μενού και εξωτερική εμφάνιση Vodafone με ΤΙΜ.. Κοπριά με άρωμα..

  2. Από εδώ:
    Το έψαξα και το βρήκα στο δίχτυ αυτό το ποίημα, τώρα που τα ανθυπο-προνήπια κάνουν εργασίες για την ελιά, τον τρύγο, το φθινόπωρο κτλ και μαζεύαμε υλικό.

Συνώνυμα: διαδίχτυα, ιντερνέτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξενόφερτο ιτερνετικό αρκτικόλεξο, εκ του «pissing myself laughing».

Ελληνιστί: ΕκΣτοΓέ (έκλασα στο γέλιο).

PMSL stop nit!!!

(από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού custom, όταν αυτό σημαίνει κατά παραγγελία, μη καθιερωμένο.

Χρησιμοποιείται από αϊτήδες (IT), προχώ χρήστες τεχνολογίας και άλλους γκατζετάκηδες για να μεταφέρει στα Ελληνικά κάτι (βύσμα, κώδικας, πισί κτλ.) που δεν είναι κοινότυπο και έχει / πρέπει να δημιουργηθεί εξ αρχής.

Φυσικά μπορεί και να χρησιμοποιηθεί και εκτός τεχνολογίας όπως λ.χ. σε αμάξια, μηχανές κλπ.

  1. - Μου χάλασε το καλώδιο εικόνας του ξμπόξ και έχω μείνει τρεις μέρες χώρις προ
    - Γιατί δεν παίρνεις ένα από το πισί σου;
    - Δεν παίζει, είναι καστομιά της Microsoft

  2. Βλέπω μια «χλωμάδα» !!! Ο Core κώδικας του Joomla είναι γραμμένος ώστε να ελέγχει συγκεκριμένα tables, rows κτλ κτλ κτλ πάντα με τη μορφή μεταβλητών φυσικά. Άρα, αυτό που ζητάς μοιάζει σαν να θέλεις ενα νέο Joomla (!!!) η αν δεν θέλεις αυτό ακριβώς, τότε θέλεις μια πολύ βαριά «καστομιά». (απο εδώ)

Σύγκρινε με: πατέντα. Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης μια άλλη έννοια του safe mode (κατάστασης ασφαλείας) είναι όταν κάποιος είναι online άλλα «κρύβεται», πχ είναι στο facebook, msn, αλλά σε κατάσταση offline γιατί δεν έχει όρεξη να τον μιλάνε...

- Ρε παπάρι, αφού ξέρω ότι είσαι σε safe mode, απάντα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified