Αυτός ο άνθρωπος που είναι 1,90 και φαίνεται σαν κοκαλιάρικο γομάρι.

Αυτουνού του οποίου το κεφάλι είναι μεγαλύτερο σε πάχος από το υπόλοιπο δίμετρο σώμα του.

-Ρε φίλε τον θυμάσαι τον Παναγιώτη;

-Ναι ρε φίλε γιατί σε είπε κάτι;

-Δεν βλέπει που είναι καλαμοκανάς και τον κοροϊδεύουν όλοι, ήρθε να την πει και σε εμας τους φυσιολογικούς

Got a better definition? Add it!

Published

Ιδιαιτερότητα στο DNA. Συναντάται κυρίως σε φύλα της νοτίου Ελλάδος ΣΥΝΗΘΩΣ γένους αρσενικού, όπως σε αυτά της Κρήτης κυρίως, αλλά και της Μάνης λιγότερο. Το λεβεντογονίδιο προσθέτει στο άτομο που το κατέχει την απόλυτη υπερβολή στα ΠΑΝΤΑ, αλλά κυρίως.:

-Λεβεντιά και πρωτιά: Κυρίως στην πεντοζάλη και σε άλλες λεβέντικες συνήθειες.

-Δύναμη: Ο έχων το γονίδιο συχνά θα καυχιέται για το πόσα τσουβάλια ελιά σήκωσε με τη μία ή πόσα σακιά ΤΙΤΑΝ των 50. Εξαίρεση αποτελούν οι μεγαλύτερης ηλικίας οι οποίοι καυχιούνται ότι την πρώτη τους κήλη την έβγαλαν στην ηλικία των 6 χρονών.

-Γνώση για τα πάντα: Συνοδευόμενο από το γνωστό και μη εξαιρετέο "εγώ θα σου πω ή εμένα άκου".

Πώς θα τους αναγνωρίσεις;

-Η στολή των ατόμων αυτών, περιλαμβάνει μαύρο πουκάμισο και παντελόνι, σε κάποιες περιπτώσεις μποτικό σε ίδιο χρώμα, ΠΑΝΤΑ πάνω από το παντελόνι. Τα λεγόμενα και στιβάνια. Στις ιστοσελίδες των συγκεκριμένων ατόμων θα βρεις 8 εκατομμύρια φωτογραφίες της Κρήτης από χάρτη, από δορυφόρο, από τους ίδιους, από σουβενίρ μαχαίρι κ.α. οι οποίες θα συνοδεύονται από μαντινάδες για το πόσο ωραίος είναι ο τόπος τους και πόσο τους λείπει, Παναγίες, Καλασνικοφ στημένα σε ντουβάρι χιαστί και γενικά μια συνεχόμενη κούραση, επίδειξη και φασαρία.

-Το αυτοκίνητό, εαν ο έχων το γονίδιο είναι ντόπιος, θα είναι κάποιο πανάκριβο πικ απ με καγκελοσωλήνα και σκύλο ΜΟΝΙΜΑ φορτωμένο στην καρότσα, 5αρι φιμέ τζάμι και ανάρτηση. Εαν είναι ετεροδημότης, θα οδηγεί κούρσα δεκαετίας, με αυτοκόλλητο την Κρήτη σε περίοπτη θέση, σαρίκι στον καθρέφτη και τέρμα στο κασετόφωνο παραδοσιακά άσματα για αγάπες, ΕΚΑΜ, σφαίρες και λοιπές λεβεντομαγκιές του τόπου.

-Ρε συ... Τί καρούμπαλος είναι αυτός ο Χρήστος? Μας έχει "φάει" πια με την Κρήτη. Τί ωραία έθιμα και πόσο ωραίες θάλασσες και πόσο ωραίο φαγητό... -Ναι μωρέ, άστους να λένε... Έχουν το λεβεντογονίδιο εκεί κάτω.

Got a better definition? Add it!

Published

ή «γαμήδας»

Ο ανώνυμος και αόρατος παραλήπτης ύβρεων & βωμολοχιών.

Πρόκειται για το αρσενικό γένος του όρου γαμίδι. Χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις που ο ομιλητής επιθυμεί να εκφράσει αγανάκτηση, θυμό, έκρηξη ή/και ταχύ εκνευρισμό. Δύναται να αντικαταστήσει τον «πούστη», τον «σπάστη» ή το ουδέτερο παράγωγο του, το γαμίδι. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των εκφράσεων στιγμιαίας δυσανασχέτησης ή κατάρας.

Όταν ένα άτομο κάνει κάποιο στιγμιαίο λάθος: «Όχι ρε γαμίδα μου»

Όταν ένα άτομο εκπλήσσεται αρνητικά με μια είδηση: «Πω ρε γαμίδα…!»

Όταν ένα άτομο θυμώνει φευγαλέα με έναν άλλο οδηγό στο δίκτυο κυκλοφορίας: «Κοίτα έναν γαμίδα ρε!»

Got a better definition? Add it!

Published

παράφρασηΤο χρησιμοποιούμε σαν όρο για να περιγράψουμε το μικρό επιπλέον "σαζμανακι"που διαθέτουν τα γεωργικά μηχανήματα μηχανήματα έργου κλπ όπου παρέχει επιπλέον κίνηση για την λειτουργία διαφόρων εξαρτημάτων. Το ωραίο όλων είναι ότι είναι παραγωγο του όρου Power Take Off εν συντομία PTO όπου Ελληνιστί πήρε αυτή την μορφή.

Σύνδεσε την Σπάρτακη στο Παρτικοφ

Got a better definition? Add it!

Published

Η γαρνιτούρα, η σάλτσα, το συνοδευτικό. Πολλές φορές συνοδεύεται από τη χειρονομία περιστροφής του χεριού γύρω από τον καρπό όπως έκανε ο Γιώργος Κωνσταντίνου όταν παράγγελνε προφιτερόλ στο "Χτυποκάρδια στο Θρανίο".

Η Κρίστυ όλο δίαιτα λέει ότι κάνει και μου τρώει συνέχεια τα ζεπλεβουντί από το γύρο μου και μένει σκέτος και δεν γλιστράει.

Got a better definition? Add it!

Published

Γραμματικά μιλώντας, αποτελεί το απαρέμφατο του ρήματος "πρήζομαι",αναφερόμενοι πάντα στην σημασία της λέξης που έχει να κάνει με τη σωματική διάπλαση,και όχι όταν μας ενοχλεί κάποιος.

Προσθέτει μια αρχαιοελληνική πινελιά στη συζήτηση,και χρησιμοποιείται κυρίως ως χαρακτηρισμός για άτομα που έχουν πολλή σωματική δύναμη,η/και μεγάλη μυϊκή ανάπτυξη, πράγμα που τους κάνει να φαίνονται "πρησμένοι".

Το .gr στο τέλος χρησιμοποιείται για να υπερτονίσει την ελληνικότητα της έκφρασης,αν και υπάρχουν και διάφορες παραλλαγές όπως πρηστείν.co.uk και πρηστείν.com.

Μαλάκα τι σήκωσε το κτήνος! Πρηστείν.gr η φάση!

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι το αμεα που είναι έξω. Είναι αυτός που θεωρείται κανονικός και οκ αλλά απλά έχεις πέσει σε κύκλο αυτίκλων και όλα παίρνουν ,σχεδόν, την αντίθετη σημασία τους.Λυπάμαι για σένα.Μπορείς να σιγουρευτείς παρατηρώντας τη συμπεριφορά του ·έχει δυνατές αυτιστικές τάσεις,κάθε σοβαρή κουβέντα για τις συμπεριφορές του κόβεται,δε πάει πουθενά στη ζωή με ουδένα τρόπο αλλά θεωρούνται όλα φυσιολογικά.Έχεις πέσει σε λάκκο ΑΥΤΙΚΛΩΝ ,αυτή είναι η εξήγηση για τα ανεξήγητα.Σκαρφάλωσε και τρέχα αγαπημένε φίλε.Εμπιστεύσου τον εαυτό σου και τρεεεχα.

εγώ τη πάτησα έτσι.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μεσήλικας ή υπερήλικας άντρας που σαλιαρίζει ή την πέφτει σε πολύ μικρότερης ηλικίας γυναίκες.

Ο Τάκης μόλις δει καμιά πιτσιρίκα αρχίζει να την γυροφέρνει και να λέει σαχλαμάρες. Μάλλον ξεχνάει πως κοντεύει τα 55, το γεροντολιγούρι!

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετο υβριστικό ουσιαστικό, προέρχεται από ένωση των λέξεων πίθηκος και βλάκας. Δίνεται με σαφή πρόθεση απαξιωτικού χαρακτηρισμού ενός ατόμου χαμηλής νοημοσύνης, ο οποίος (συνήθως) προσπαθεί να παραστήσει τον έξυπνο, λέγοντας ή κάνοντας σταθερά ανοησίες.

Λίγη ιστορία: τη συνάντησα για πρώτη φορά (πάνε 20+ χρόνια) στο ηλεκτρονικό forum αναγνωστών της εφημερίδας Ναυτεμπορική, όπου κάποια τρολομαρία έδινε συμβουλές επενδύσεων του κ... τα 9μερα στους άλλους (πχ αγοράστε μετοχές-φούσκες γιατί θα ανέβουν κι άλλο) και ένας χρήστης σταθερά σχολίαζε από κάτω:

Σκάσε πιθήβλακα!

Από τότε δεν την ξανάδα μέχρι πρότινος, όπου αναφέρθηκε ξανά σε chat και κάποιοι χρήστες αναρωτιόνταν τι σημαίνει. Καλό είναι λοιπόν, να την τεκμηριώσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετο απαξιωτικό ουσιαστικό, προέρχεται από ένωση των λέξεων τρολ (troll) και Μαρία. Συνηθίζεται στον χαρακτηρισμό χρηστών του διαδικτύου σαν τρολ (με έμφαση), ψευδωνύμων δηλαδή που έχουν δημιουργηθεί αποκλειστικά για το γνωστό τρολάρισμα και συνήθως ο κάτοχος τους είναι γένους θηλυκού. Αν μάλιστα αυτή λέγεται και Μαρία (κοινό γυναικείο όνομα), είναι απολύτως εύστοχο.

Ρε συ maria maraki... προσπαθώ να καταλάβω κάτι: όλες εσείς οι τρολομαρίες του FB βρεθήκατε εδώ τυχαία ή σας τραβάει κάτι συγκεκριμένο σε αυτή την ομάδα;

Got a better definition? Add it!

Published