Αναφέρεται σε γυναίκα που έχει τόσο χαμηλά τον πισινό της (χαμηλοκώλα), ώστε όταν περπατά "σηκώνει σκόνη".
-Πω πω τι μουνάρα είναι αυτή !
-Σιγά ρε μαλάκα !!! Αυτή σκων' σκον' !
Αναφέρεται σε γυναίκα που έχει τόσο χαμηλά τον πισινό της (χαμηλοκώλα), ώστε όταν περπατά "σηκώνει σκόνη".
-Πω πω τι μουνάρα είναι αυτή !
-Σιγά ρε μαλάκα !!! Αυτή σκων' σκον' !
Got a better definition? Add it!
Ο βοηθός διαιτητή (για τους παλαιότερους ο επόπτης γραμμών). Ο αφανής ήρωας κάθε Κυριακής δεδομένου ότι λόγω της μικρής απόστασής του από την εξέδρα ακούει τα εξ αμάξης.
(οπαδός προς τον επόπτη γραμμών μετα από σώστή υπόδειξη οφ-σαϊντ)
-Ρε λαλάκα πλαϊνέ, πού το είδες αυτό... Θα μπώ μέσα και θα σε λαλήσω.
Got a better definition? Add it!
Published
Συλλαβικός αναγραμματισμός της λέξης τρε-λός.
λοστρέ=τρελός
-Κοίτα ρε τι πάει να κάνει ο άνθρωπος... Καλά, είναι λοστρέ;
Got a better definition? Add it!
Αυτός που αδιαφορεί για τα πάντα - «τα γράφει στ' αρχίδια του».
Σιγά μην περιμένω απάντηση από τον Τάκη... Αυτός είναι ένας γραψαρχίδης...
Got a better definition? Add it!
Τελικά. (μικρή παραλλαγή: ντιπ-για-απο-ντιπ.)
- Είσαι ντιπ-για-απο-ντιπ κουδούνας ή μαλάκας;
Got a better definition? Add it!
Ο πεοθηλασμός. Συναντάται σπανιότερα και ως μπουλκουμάς, ο.
Συνώνυμα: πίπα.
(Menu σε μπουρδέλο:)
- Πισωκολλητό, καθιστό, μπουλκουμές, σπέσιαλ...
Got a better definition? Add it!
Η λούγκρα.
λούγκρα + Λουκρητία = λουγκρητία.
-Κοίτα το Λέλο τη λουγκρητία ρε. Κρίμα τον πατέρα του που κέρναγε στα καφενεία κι έλεγε «έκανα γιο ρε!». Τσκ τσκ...
Got a better definition? Add it!
Ειρωνικά, το αποτέλεσμα υπεραισιόδοξης προσπάθειας.
Συνώνυμο: φεύγει ο πόντος.
-Πάμε έξω ρε πούστη, σε προκαλώ!
-Σιγά μη σκίσεις κάνα καλτσόν!
Got a better definition? Add it!
Δηλώνει την αρνητική έκβαση μιας κατάστασης. Επίσης ψέματα, αρλούμπες, ανυπόστατα πράγματα κτλ.
Χρησιμοποιείται και με δεύτερο ουσιαστικό, για έμφαση:
Βλ. και πούτσες μπλε.
-Βρήκες πράμα απ' το Σάκη τελικά;
-Αρχίδια καπαμά βρήκα. Θα πάρω το Λάκη μπας κι έχει...
Σχετικά: αρχίδια καλαβρέζικα, αρχίδια καπλαμά, πίτσες μπλε, μπουρμπούτσαλα
Got a better definition? Add it!
Γαμιέμαι, ή έχω τις ανάλογες τάσεις.
Συνώνυμα:
- Δε μου λες ρε, ο Λέλος το γρασάρει το ρουλεμάν τελευταία ή μου φαίνεται;
- Πρέπει να το γρασάρει. Τις προάλλες έσκυψε να πιάσει τον αναπτήρα του και πήρε το μάτι μου κουραδοκόφτη!
- Τσκ τσκ τσκ... καλά κι εσύ τι κοίταγες;! Μπας και το μελώνεις το παστέλι κι εσύ;
- ...
%
Got a better definition? Add it!