Το βρίσκουμε και ως: με κλάνει, θα μου κλάσει τα παπάρια. Δεν μπορεί να μου κάνει τίποτα, δεν είναι της κλάσης μου.

- Ρε μαλάκα, θα σε δείρει.
- Θα με κλάσει/Θα μου κλάσει τα αρχίδια ή ακόμα καλύτερα: θα μου κλάσει το δεξί αρχίδι.

(από xalikoutis, 20/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ αργός.

-Αυτος τρέχει καθόλου;
-Μπα... σκέτος μπάρμπας.

%

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γκέουλας, η αδερφή, η συκιά.

- Ρε, σου αρέσει αυτός ο τύπος;
- Ποιος ρε, ο φικιρίκης;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κερδίζει τις κόντρες στο ποδόσφαιρο.

- Ρε τον κοντράκια... Και τους τρεις με κόντρα τους πέρασε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά τυχερός.

Ρε τον κωλόφαρδο... σκέτος κοντράκιας.

Με υποβοήθηση. [κλαίω] (από Galadriel, 13/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά τυχερός.

Ρε συ... Εγώ πήρα 5 κι αυτός ο διαολοδιώχτης 19.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανίκανος.

-Ρε συ... αυτός δεν μπορεί να γαμήσει ... σκέτος σπερματοζητιάνος.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που του αρέσουν οι άσχημες.

Ρε κοίτα τον μπαζογλείφτη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

greek + english
Όταν οι Έλληνες συνδυάζουν τα Αγγλικά με τα Ελληνικά.

- We are επικίνδυνοι and we want to σκοτώσουμε you.

(από Khan, 29/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος /-α που θεωρεί τον εαυτό του/της πολύ όμορφο, έξυπνο, γενικά τέλειο, και το λέει σε όλους.

— Καλά ρε, γιατί δεν με θέλει αυτή η γκόμενα, αφού είμαι κούκλος.
— Άντε ρε, ψώνιο.

Του Αρκά (από patsis, 20/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified