Ο αρσενικός βάτραχος. Κρητική λέξη. Λέγεται επίσης και αβοθρακός. Χρησιμοποιείται για να δείξει άνθρωπο πολυάσχολο.

- Ήντα κάμεις μρε Μανωλιό;
- Άσε, μρε Γιώργη, τρέχω ωσάν τον αφορδακό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εργασία που δεν απαιτεί ιδιαίτερες δεξιότητες αλλά είναι πολύ μανουρατζίδικη, το ψιλολόι, η χαμαλοδουλειά.

Ιδιαίτερα όταν η δουλειά είναι μορφοποίηση στο γουόρντι και πρέπει να μετακινούνται ή να αποκόπτονται πεδία. Ακόμα σε ηλεκτρολογικές εργασίες όταν η κοπή και ένωση καυλωδίων είναι το ζητούμενο.

Έχω τελειώσει τη διπλωματική μου και τώρα χέσε μέσα, πρέπει να κάτσω να τη γράψω και σιχαίνομαι την κοψεκούνα...

Ο ένας εναερίτης στον άλλο: «Άντε ρε μλκ τελείωνε με την κοψεκούνα καμιά ώρα να πάμε σπίτια μας, δεν είναι παστίτσιο. Τον έχουμε δαγκώσει δω πάνω...

Από τις προστακτικές κόψε και κούνα, βλέπε και κόψε-ράψε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναστατώνομαι, εξάπτομαι, ανάβω (ερωτικά) στα Πατρινά.

- Αμάν ρε Κούλα είσαι και πολjύ γυναικάρα και με τρελαίνjεις...
- Μη μι λες τέτοια Θανάης, κι αναφανταλιάσκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παιδί στα τούρκικα. Εναλλακτικά το μανούλι, ο κόμματος, το θεόμουνο που ξυπνά βαθιά συναισθήματα στο ισχυρό φύλο και αναφωνεί ερωτόλογα με πάθος ή και η τρυφερή προσφώνηση μάνας ή μπαμπά προς το παιδί τους.

- Γιαβρούμ τζουτζουκλέρι μ'! Τη μπάκα μ' ονειρεύεσαι, τα βράδια πασπατεύεσαι!

- Έλα δω τζουτζουκλαρίμ, ποιος σε πείραξε να τον ξλιάσω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέας κοπής έκφραση που άκουσα στο ραδιόφωνο και που δεν βρίσκω ακόμα στον γούγλη. Καλού-κακού, την καταγράφω.

Σημαίνει τα κάνω πουτάνα.

Πιθανόν να προκύπτει από το ομότιτλο τραγούδι...

Θα τα κάνουμε Γιώτα Παναγιώτα αν συνεχίσετε έτσι...

(από GATZMAN, 15/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση οξύμωρη και σουρεαλιστική που δηλώνει ότι ο/η χαρακτηριζόμενος /-η ως παγκοσμίου φήμης άγνωστος (εφεξής π.φ.α.) είναι ολότελα άγνωστος πλην εκείνου που επικαλείται το όνομα ή τα επιτεύγματά του.

Η χρήση της έκφρασης αυτής αφορά ανθρώπους που προβάλλονται οι ίδιοι ή μέσω τρίτων ως άτομα κύρους, υψηλής εξειδίκευσης και δεξιοτεχνίας, που όμως ο ανταγωνισμός, η άγνοια του κόσμου, η προπαγάνδα, ή η άδικη μοίρα βρε αδερφέ τους καταδίκασε να μένουν στην αφάνεια και στα μετόπισθεν της ιστορίας. Τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν σε όλους τους τομείς και όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως π.χ. ποδοσφαιριστές από τον Κεραυνό Άνω Μουσουνίτσας (ή τον αντίστοιχο του σε άλλη χώρα) που παίρνουν μεταγραφή για να φέρουν την ομαδάρα στην κορυφή του τσάμπιονς λιγκ, καλλιτέχνες (συγγραφείς / ποιητές / ζωγράφοι / σχεδιαστές κλπ κλπ κλπ) που τους έφαγε το χαμηλό αισθητικό κριτήριο και η έλλειψη παιδείας του κόσμου (συν τα [συμπληρώστε] συμφέροντα), διδάκτορες και ακαδημαϊκοί απ' το πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ με πέιπερς που θα είχαν φέρει την επανάσταση στην οικονομική θεωρία αλλά τους φάγαν τα ακαδημαϊκά συμφέροντα, ή μουσικοί που άμα τους είχε υπογράψει η δισκογραφικάρα θα έπαιζαν τώρα headliners στο Wacken και τώρα παίζουν μια φορά τον χρόνο στο φεστιβάλ του Δήμου (αλλά έτσι και πιάσουνε χίλια λάικ στο φουμπού θα μας δείξουν τι εστί τρού μέταλ) κ.ο.κ.

Ενδέχεται βέβαια -αρκετές φορές για την ακρίβεια- οι π.φ.α. να είναι μια χαρά παιδιά και νορμάλ άνθρωποι που απλά έχουν πέσει θύματα κακού PR ενώ οι ίδιοι δεν έχουν καμία σχέση με το χαμό ή το παιχνίδι που γίνεται γύρω από το όνομα τους. Δεν αλλάζει βέβαια κάτι, αλλά αντιθέτως εμποδίζει ακόμη περισσότερο το να τους πάρει κανείς στα σοβαρά.

Χρησιμοποιείται ειρωνικά ως συνώνυμη με εκφράσεις τύπου δεν τον ξέρει ούτε η μάνα του (ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας του) ή δεν υπάρχει ούτε στο google και άλλες συναφείς εκφράσεις.

  1. Δεν φταίω εγώ. Με συνήθισαν οι διοργανωτές χρόνια ολόκληρα στην Τουρκοφαγία, την Αλβανοφαγία, την Σκοπιανοφαγία και κάθε άλλους είδους ημι-κανιβαλιστική καμπάνια τους, όπου ο καλός Έλληνας κατατρόπωνε τον (αιμοσταγή ενίοτε) κακό ξένο.Φυσικά σε όλες τις περιπτώσεις, ο κακός ξένος (τον οποίο διέλυε ο Ελληνάρας αθλητής) ήταν παγκοσμίου φήμης... άγνωστος. Ακόμη και σήμερα αν ρωτήσετε τους αθλητές μας, δεν θυμούνται ούτε τα ονόματα των αντιπάλων αυτών. Το σιχάθηκα αυτό. (Από εδώ)

  2. Είσαι ο παγκοσμίου φήμης άγνωστος Giuseppe Papadopulo, το όνομα σου δεν ακούστηκε ποτέ για τον ΠΑΟΚ, και μας λες, ότι μας απέρριψες γιατί δεν είσαι έτοιμος να πας στο εξωτερικό ; Πραγματικά, απορώ απο που σε ξέθαψαν εσένα... (Από εδώ)

  3. Απο μεταγραφές... οι παγκοσμίου φήμης άγνωστοι Μπαρκαουάν, Γκονζάλεθ, Ρεμπόσιο, Σεγκάρα, έγιναν γνωστοί μόνο και μόνο επειδή το ρουμάνικο alter ego του Αναστασιάδη, o Ίλιε Ντουμιτρέσκου τους έψησε να έρθουν στον ΠΑΟΚ την μέρα που οι υπόλοιποι παίκτες της ομάδας απεργούσαν και έκαναν προσφυγές. Οι πιθανότητες να βγούνε καλοί είναι λιγότερες απο τις πιθανότητες να είναι οι παίκτες στους οποίους ο δικέφαλος του βορρά θα χρωστάει του χρόνου. Βέβαια, αποκτήθηκαν και οι Τόργκελε, Χαραλαμπίδης και Τσίγγας, παίκτες εγνωσμένης αξίας, αλλά τι αξίας... (Από εδώ)

  4. Η Kim Kardashian από την άλλη, είναι μια παγκοσμίου φήμης άγνωστη μαϊντανός. Σκεφθείτε κάτι σαν τη δική μας Τζούλια Αλεξανδράτου σε μελαχροινό. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι υπάρχει η δυνατότητα να είσαι άνετος σε έναν χώρο ή σε μια κατάσταση, χωρίς να χρειάζεται να προωθήσεις μια συγκεκριμένη συμπεριφορά ή καθωσπρεπισμό. Κοινώς, μπορείς να είσαι ο εαυτός σου.

Συνήθως απαντά σε ερώτηση.

  1. - Ρε Νικόλα εκεί που θα βγούμε το βράδυ, έχει τίποτα κυριλίκια, να βάλω κάνα κουστούμι;
    - Όχι ρε, το μαγαζί είναι με δικά σου λόγια, τζινάκι-μπλουζάκι.

  2. - Αύριο είπε με θέλει ο Αντωνίου στο γραφείο, θα το σκέφτομαι όλο το βράδυ...
    - Μη σκας ρε, ο άνθρωπος είναι με δικά σου λόγια, θα πας χαλαρός και έτοιμος, εντάξει θα είσαι.

  3. Τις προάλλες πήγα στης Γεωργίας να γνωρίσω τους δικούς της, είχα κατεβάσει παροχή αλλά τελικά η φάση ήταν με δικά σου λόγια και όλα κομπλαντάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγορίστικο, α λα γκαρσόν. Λέγεται μόνο για το μαλλί της γυναίκας, όταν είναι κοντοκουρεμένο και θυμίζει αγόρι. Δεν είναι λεσβέ, είναι κούρεμα πιο ανάλαφρο, λιγότερο αυστηρό και δεν αποτελεί σήμα κατατεθέν σεξουαλικής προτίμησης.

Η κατάληξη κάνει τη λέξη πιο μοδάτη από την απλή «αγορίστικο» ή την παλιά «α λα γκαρσόν».

  1. Έχετε δει την Σίσσυ Χρηστίδου με αγορέ μαλλιά; Όχι... Δεν χάνετε και τίποτα...

  2. καλησπέρα! θα ήθελα να μάθω εάν γίνεται να κόψω αγορέ τα σγουρά μαλλιά μου, αν θα δείχνουν ωραία και αν θα στρώνουν καλά, ευχαριστώ εκ των προτέρων!

(από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παθαίνω υστερία (τρόπος του λέγειν και όχι κυριολεκτικά).

Ρήμα που δημιουργήθηκε προσφάτως γιατί μάλλον βολεύει περισσότερο από την περίφραση. Ακόμα αδόκιμο. Το λένε τα κορίτσια, οι γυναίκες και οι γκέοι.

  1. σιχαινομαι τις τριχες σε σημειο να υστεριαζω αν δω τριχες πανω στα ρουχα μου ή στον αερα.

  2. Επαιζε ρολο η ωρα και η σταθερη τηρηση της η εγω απλα υστεριαζω;

  3. Είμαι μια φυσιολογική κοπέλα που θέλω να έχω αγόρι όταν τύχει και δεν υστεριάζω με το παραμικρό.

όλα από το νέτι

(από Mr. Cadmus, 15/02/12)(από Mr. Cadmus, 15/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Σαλονικιώτικη κατάσταση η οποία δηλώνει ετοιμότητα, κάτι το οποίο είναι στο τελικό στάδιο προετοιμασίας...

Δυο Σαλονικιοί, ο ένας περιμένει τον άλλον κάτω απ' το σπίτι του να πάνε για φραπέ. Χτυπάει θυροτηλέφωνο :
- Άντε ρε μαλλλλάκα, τελλλλλείωνε και κατέβα, ούτε γκόμενα νά σουνα.
- Ναι ντε, κατεβαίνω ρε καντάση, με τις κολώνιες είμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified