Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών με αποτέλεσμα να υπολειτουργείς.

Σχετικά λήμματα: μπαφοκατάσταση, άραγμα.

-Θα μαζευτούμε απόψε το βράδυ να δούμε τον αγώνα και να λιώσουμε. Είσαι μέσα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός και ο μεσάζοντας για κάποια αξιόποινη πράξη ή για κάτι για το οποίο πρέπει να κουνηθούν τα νήματα, συχνά κάτω από το τραπέζι.

  1. - Έχεις καμιά άκρη να βρούμε τραπέζι σήμερα το βράδυ στον Μαζωνάκη; Σήμερα είναι η πρώτη μέρα και είναι όλα κλεισμένα.

  2. - Θέλω να ψωνίσω μαύρο αλλά η άκρη που έχω λείπει διακοπές, έχεις εσύ καμιά άκρη να βρούμε;

Βλέπε ακόμη βύσμα και δόντι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αγορά χασίς.

Πρέπει να ψωνίσω οπωσδήποτε, έχω πολλές μέρες να πιω και έχει και Champions League σήμερα, το τραβάει. Αλλά η άκρη μου λείπει ταξίδι ρε γαμώτο.

Δες και γίνομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση που συναντάται συχνά σε φοιτητές που μαζεύονται σε ένα σπίτι και πίνουν μπάφους όλο το βράδυ.

Εκτός από το συνεχές στρίψιμο και κάπνισμα, συχνά απασχολούνται με ασχολίες που δεν απαιτούν σκέψη, όπως η παρακολούθηση τηλεόρασης (συνήθως ηλίθιων εκπομπών και όχι ταινιών), μουσικής και πιο συχνά από όλα λιώσιμο στο playstation.

Αναφέρεται και ως λιώσιμο ή άραγμα.

- Θα έρθεις το βράδυ στον Μιχάλη, ψώνισε σήμερα και έχουμε κανονίσει να μαζευτούμε για μπαφοκατάσταση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι αστυνομικοί, κοροϊδευτικά. Κυρίως τα μέλη της ΟΠΚΕ (Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος) και οι τροχαίοι, λόγω της εμφάνισής τους που είναι με μπλέ στολές και άσπρα κράνη και μοιάζουν με τα (πολύ συμπαθή παρά την ομοιότητα αυτή) στρουμφάκια.

Μπλε στολές και άσπρα καπελάκια, αυτοί δεν είναι μπάτσοι, είναι τα στρουμφάκια (παλαιό σύνθημα).

μεγάλη νίλα τα στρουφάκια (από xalikoutis, 18/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός συνήθως σε ηλικία που δηλώνει αναρχικός και πηγαίνει στις πορείες με μόνο σκοπό να ξεκινήσει ή να πάρει μέρος σε επεισόδια.

Συνήθως δεν έχει πολιτική συνείδηση, αλλά μονάχα μένος προς την αστυνομία και προς οποιονδήποτε θεσμό. Εμφανίζεται και χτυπάει μόνο στις μεγάλες πορείες ενώ σε άλλες εκδηλώσεις και συγκεντρώσεις (που δεν υπάρχει περίπτωση επεισοδίων) είναι άφαντος. Γνωστοί και ως μπαχαλάκηδες, και χαοτικοί.

- Κοίτα να δεις που θα γίνει σκηνικό, έχουν μαζευτεί πολλοί μπάχαλοι και μυρίζουν βενζίνη από τα 10 μέτρα. Ελπίζω να μην μας τρέχουν πάλι τα ΜΑΤ για μερικούς θερμόαιμους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα επεισόδια που γίνονται σε πορείες ή στα γήπεδα που δεν έχουν κάποιο νόημα ή ιδιαίτερο στόχο και απλά προκαλούν αναστάτωση.

Και ενώ είχε συμφωνηθεί πως η πορεία θα είναι ειρηνική, αρχίζουν κάτι πιτσιρικάδες τα μπάχαλα και σπάνε μια στάση λεωφορείου και κάτι καρτοτηλέφωνα. Ορμήσαν τα ΜΑΤ και πήραν όλη την πορεία στο κυνήγι.

(από Khan, 29/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυφλός, ο γκαβούλιακας.

(Γεωργίου): Η διαφορά είναι τόσο εμφανής που την βλέπει και ο Ανέστης Βλάχος με το προσελάνινο μάτι!!!

(από polemarxos90, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified