Ο κάτοικος των Ιωαννίνων. Σύμφωνα με τον μύθο, οι Γιαννιώτες βλέποντας την αντανάκλαση του φεγγαριού στην λίμνη της πόλης τους και νομίζοντας πως έχει πέσει μέσα, τρέξαν με παγούρια να αδειάσουν τη λίμνη και να πιάσουν το φεγγάρι. Τον χαρακτηρισμό αυτό μέχρι και σήμερα τον θεωρούν υποτιμητικό.

- Γεια σου ρε Παναγιώτη Παγουρά! - Καλά ρε Γιώργο, να με κορόιδευε κανείς άλλος να το δεχόμουν. Αλλά όχι και συ ρε που είσαι από το Αγρίνιο!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοιτάω, παρατηρώ, κοιτώ επίμονα.

Κοίτα πώς σε κοζάρε αυτή εκεί στη γωνία τόση ώρα, άντε πήγαινε μίλα της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ξένος, ο αλλοδαπός, κυρίως οι νεαρές αλλοδαπές τουρίστριες.

Και μέχρι το επόμενο καλοκαίρι που θα ξανάρχονταν τα ξενάκια, τα καμάκια τις πόλης πέρναγαν τις ώρες στους στο καφενείο, παίζοντας μπιλιάρδο, χαρτιά και λέγοντας ιστορίες των κατακτήσεών τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό junkie, που σημαίνει ο εθισμένος στα ναρκωτικά και δη στην ηρωίνη. Ο πρεζάκιας.

-Μα που έχει χαθεί ο Νίκος, έχω καιρό να τον δω. –Άστα, έχει μπλέξει με κάτι τζάνκια και θα έχει άσχημα ξεμπερδέματα φοβάμαι.

Αποκοιμιέται ένα τζάνκι....... (από malakia, 29/02/12)Αποκοιμιέται ένα τζάνκι....... (από malakia, 29/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκοτώνω κάποιον.

- Μακελειό έγινε στην πολυκατοικία χτες. Γύρισε ο Πέτρος -που μένει στον κάτω όροφο- από το ταξίδι μια μέρα νωρίτερα να κάνει έκπληξη στην Σούλα, την γυναίκα του, και την έπιασε καβάλα στον κουμπάρο. Μέσα στα νεύρα του τους καθάρισε και τους δύο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απιστία. Συνήθως το «φοράμε» στον ή στην σύζυγο ή σύντροφό μας.

-Την βλέπεις αυτή; Είναι η γυναίκα του κυρ-Λουκά. Αχ και να 'ξερε ο κακομοίρης τι κέρατο του 'χει φορέσει. Όταν αυτός λείπει για δουλειές δυο-δυο τους φέρνει τους αγαπητικούς στο σπίτι η αθεόφοβη. Ούτε ιερό ούτε όσιο δεν έχει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαχαίρι, το στιλέτο. Προφανώς προέρχεται από τα κέρατα των ζώων που είναι μυτερά και τα χρησιμοποιούν ως όπλα.

- Και ξεκινάει ο τσαμπουκάς και μου τραβάει κέρατο ο τύπος και νόμιζε πως ήταν μάγκας! Ε, βγάζω και γω το γκάνι και τα είδε όλα κωλυόμενα! Να δεις πως έκανε μετά, σαν μικρό παιδί με παρακάλαγε να τον αφήσω να φύγει και να μην τον φάω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπέροχα, τέλεια. Από το αγγλικό fine. Έκφραση ξεπερασμένη, την χρησιμοποιούσαν πολύ την δεκαετία του '80.

Πήγαμε το Σάββατο στην disco που είχε party με αφρούς και περάσαμε φίνα, έγινε χοντρή φάση σου λέω!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περνάω πολύ καλά, διασκεδάζω υπερβολικά. Από το σπάσιμο των πιάτων στα μπουζούκια που για κάποιους αποτελεί σημάδι διασκέδασης.

Τόσο καιρό έβγαινα με την Μαρία και ξενέρωνα. Χτες βγήκα με τους φίλους και τα σπάσαμε! Ποτά, σφηνάκια, χορός, γκόμενες άλλες γνωρίσαμε, χαμός σου λέω! Στις 6 το πρωί γύρισα! Άλλο βέβαια που η Μαρία με περίμενε ξύπνια και τα άκουσα πρωινιάτικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός του Ολυμπιακού, κατά τους οπαδούς του Παναθηναϊκού. Είναι η απάντηση των «πράσινων» στο «λαγοί» που τους αποκαλούν οι «κόκκινοι».

- Άντε ρε βαζελάκο που μιλάς κιόλας, τριάρα φάγατε την Κυριακή! - Κοίτα ρε που μας κουνιούνται και οι αρουραίοι, οι τελευταίοι της Ευρώπης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified