Ο παντογνώστης, ο εξυπνάκιας, ο ξερόλας.
- Τι σήμαινε αυτό το ρητό του Κουκοδήμου; Για εξήγησέ μου εσύ που ξέρεις τα πολλά κι ο νους σου κατεβάζει...
Ο παντογνώστης, ο εξυπνάκιας, ο ξερόλας.
- Τι σήμαινε αυτό το ρητό του Κουκοδήμου; Για εξήγησέ μου εσύ που ξέρεις τα πολλά κι ο νους σου κατεβάζει...
Σχετικά: WWW, ξερόλι, το, ξερολισμός, φωτεινός παντογνώστης, πανεπιστήμων / -ονας
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η υπερβολικά άσχημη με μια δόση δυσωδίας.
Και να με πλήρωναν δεν θα πήγαινα μ' αυτή τη βρωμομούνα!
Βλ. και βρωμόμουνο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είμαι αφηρημένος, σκέφτομαι τα δικά μου και δεν προσέχω τον συνομιλητή μου.
Του έλεγα το δράμα μου κι αυτός κοιτούσε το υπερπέραν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μικρό σε μήκος ανδρικό πέος.
Πού πάει μ' αυτή τη δαχτυλήθρα ο τρόμπας; Εμ δεν έχει, εμ απ' όξω τον έχει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο μπούλης, το χοντρό βουτυρόπαιδο που το παίζει δραστήριος.
- Χα χα! Δες τον βαβουροπατάτα που έβαλε και για το δεκαπενταμελές. Τ' αρχίδια του θα πάρει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο σουπερήρωας που η κάθε αγάμητη περιμένει να την πηδήξει.
Ο υπερήρωας επιβήτορας που δεν συνάπτει σταθερές σχέσεις, αλλά εμφανίζεται μόνο μετά από επίκληση. Πηδάει μόνο σποράδην και όχι σε τακτά διαστήματα.
Ο υπερήρωας που σε πηδάει άπαξ και μετά εξαφανίζει κάθε ίχνος του.
>από το αγγλικό fuck + man κατά παράφραση των ονομασιών ηρώων κομιξ (superman, batman, spiderman).
- Πού είναι ένας φάκμαν όταν τον χρειάζεσαι;
- Την έχει φάει η αγαμία. Γιατί δεν τηλεφωνεί στον φάκμαν της να της ρίξει ενα ψιλό;
- Μα ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε. Εντελώς φάκμαν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σύντομο χέσιμο.
Πάω να στείλω ένα φαξάκι κι επανέρχομαι.
Ευφημισμοί της τουαλέτας: Άη Γιώργης, ακράτητος, αποχωρητίζομαι, αρμέγω τη μονορώγα, αρμέγω τη σαύρα, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγαίνω, γεννητούρια, γραμμάτιο, είμαι ευάλωτος, θηρίο, θρόνος, καθαρίζω, κάθομαι, καλλιόπη, κάλπη, κουβέντα με το δήμαρχο, μέρος, μετράω χάντρες, μου χτύπησε βαλβίδα, μπαταριά, νούμερο δύο, πάω να αδειάσω τη βάρκα, πίπιρουμ, ρίχνω μια ψήφο, ρίχνω τον οβολό μου, σκοράρω, στέλνω φαξ / φαξάκι, συνάντηση με τον πρόεδρο, σύσκεψη, χαιρετάω τον ξάδερφο, χοντρό / κάνω το χοντρό μου, ψιλό / κάνω το ψιλό μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνήθως ακολουθείται από το «... φρέσκα μας ήρθανε» ή το «...μας φέραν κι απο πάνω».
Χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό ανεπιθύμητης κι απρόσμενης συνάντησης.
- Ωπ, ήρθε και η Βώδη που σε γουστάρει.
- Σκατά δεν είχαμε, φρέσκα μας φέρανε...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο ατσούμπαλος, ο ογκώδης και απρόσεκτος στις κινήσεις του,
- Τι αμπλαούμπλας ο δικός σου! Σηκώθηκε απ' το τραπέζι και πήρε και το τραπεζομάντιλο σβάρνα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται για κάποιον που επικεντρώνει σε επουσιώδη ζητήματα, αγνοώντας το βασικό πρόβλημα (κυρίως για οικονομική χρήση).
- ...Και μετά σου λέει ότι θέλει να αγοράσει Χαγιαμπούσα. Ο κώλος του βρακί δεν έχει, η πούτσα του λουλούδια θέλει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified