Αυτός που διακρίνεται για την αστείρευτη φαντασία του. Από τον γνωστό σεναριογράφο / σκηνοθέτη που μαστίζει την ελληνική τηλεόραση εδώ και χιλιάδες χρόνια.

- Αντί να μας κάνει μάθημα, κάθε φορά μας διηγείται ό,τι νά 'ναι ιστορίες. Σκέτος Φώσκολος ο δικός σου!

(από beth, 21/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει στην πούτσα μου, δηλαδή δε με νοιάζει, δε με απασχολεί, έχω γραμμένο κτλ. Ακολουθεί απόπειρα ετυμολόγησης:

στην πούτσα μου -> στη μπούτσα μ' ->ζ' μπούτσα μ' -> ζμπούτσαμ

Αντίστοιχα και ζμπούτσασ, ζμπούτσατ, κ.ο.κ.

Ζμπούτσαμ ρε φίλε, το χάλασες, θα το πληρώσεις! Τελείωσε!

(από jorje26, 05/10/06) (από allivegp, 17/10/12)(από allivegp, 17/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει γαμάω-ώ. Το λέμε όταν είναι κοντά παιδάκια, να μην ακούνε και μαθαίνουν.

Δεν παλεύεται η δουλειά Τάκη, μάμα τα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούστης στον καθωσπρέπει -γραπτό κυρίως- λόγο.

Να μην πάμε κι εμείς μια φορά διακοπές σαν άνθρωποι ρε φούστη μου;

(από Khan, 23/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούτσος, κωδικοποιημένος ώστε να περνάει το μήνυμα, αλλά και να μην προσβάλλει, μιας και χρησιμοποιώντας το λήμμα δεν λέμε στην πραγματικότητα τη λέξη πούτσος. Που είναι κακιά. Χρησιμοποιείται κυρίως στον γραπτό λόγο.

Ε στο φούτσο μου ρε φίλε κι εμένα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, αυτός που λυσσάει για ψωμί. Μεταφορικά ο τσίπης, ο τσιγκούνης ή ο φτωχός, φτωχομπινεδιάρης.

Τάκης: - Θα τις φας τις πατάτες που σου 'μειναν;
Σάκης: - Γιατί, τις θες;
Τάκης: - Αν δεν τις φας, ναι...
Σάκης: - Μα δεν έχεις τελειώσει τις δικές σου ακόμα!
Τάκης: - Θα τις φάω μετά. Λέγε, να τις πάρω;

Ο Τάκης είναι ψωμόλυσσας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση που μας χαλάει, που δεν τη γουστάρουμε.

-Έχω κανονίσει με τον Τάσο...
-Πφφ, καλά να περάσετε...
-Τι ρε μαλάκα, δε θα 'ρθεις; Χαλουμάκι;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει στο καλό. Το επισυνθετικό -διο προσδίδει coolness.

Τάκης: - Φεύγω Γιαγιά, καληνύχτα.
Γιαγιά του Τάκη: - Στο καλώδιο παιδάκι μου και να προσέχεις. Ο Θεός μαζί σου. (Η Γιαγιά του Τάκη είναι cool άτομο.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει γειά χαρά. Το επισυνθετικό -δρα προσδίδει coolness.

-Την κάνω φίλε, τα λέμε...
-Γεια χαράδρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφέρεται fo' sho και σημαίνει for sure, ή αλλιώς στάνταρ, σίγουρα, οπωσδήποτε κτλ.

- Θα πάμε τελικά το βράδυ;
- Φοσό...
- Τι φοσό κι αηδίες ρε ηλίθιε... θα πάμε ή όχι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified