Συνώνυμο του πιωμένος, αλλά λέγεται όταν κάποιος φτάνει κάπου και είναι ήδη πιωμένος. Όταν, δηλαδή, αλλάξει μαγαζί, πιθανώς και παρέα, έχοντας πιει ποσότητα της τάξης του τελωνείου. Δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να χρησιμοποιηθεί για το τέλος ξιδοποσίας.

- Τι έγινε χτες ρε; Γύρισες σπίτι σου ή ούτε καν;
- Γάμησέ με ρε συ...Θυμάσαι που ήμουνα ήδη φορτωμένος όταν ήρθα στο Μπιγκ Μπεν να σας βρω ε; Ε. Μετά πήγαμε σε άλλα δυο τελειωμενάδικα με τον Τάσο τον καολίλα και το λήξαμε μαζί με την αρτοκλασία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπάστης. Ο Ριζοσπάστης για τα επιλεγμένα γλιγλιοπωλεία και τους λιγοστούς συγγενείς.

Απαραίτητος σε κάθε λαϊκό σπίτι. (Το σλόγκαν στις διαφημίσεις στον 902 αριστερά στην τηλεόραση όπως βλέπεις το σεμέν, κάτω απ' το πορτραίτο του μπακούνη.)

Έχω και κουπόνι.

- Θα πάρεις ρίζο;
- Όχι.
- Κουπόνι;
- Ούτε.
- Τα άπαντα του Πλένιν;
- Αυτό, ναι!

(από Vrastaman, 14/09/09)Νίκος Ρίζος (από allivegp, 14/09/09)(από Vrastaman, 14/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κυρίως σε παρελθοντικούς χρόνους και έχει τη σημασία του αντιλαμβάνομαι κάποιον του οποίου η εν λόγω ιδιότητα είναι καλά κρυμμένη.

Συνώνυμο το σακουλεύομαι.

  1. Τον έφαγες τον λίτη στη γωνία;

  2. Στάνταρ σ' έχει φάει ότι ξέρεις τι μούφες πουλάει και γι' αυτό ξέκοψε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνοδεύεται από τη χειρονομία της πρώτης φωτό, που αποτελεί επέκταση σε δύο χέρια της κλασσικής μονοχειρικής μεταλλικής χειρονομίας.

Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις μόνο μπλακ, όταν τα περίφημα κερατάκια συνοδευόμενα από το μοχθηρό ύφος μάλλον υποτιμούν το μέγεθος της καφρίλας.

Δια του παρόντος εισηγούμαι, με α πριόρι εξασφαλισμένη τη μηδενική απήχηση, την γελοία χειρονομία της δεύτερης φωτό, αναστροφή αυτής της πρώτης, η οποία δέον να συνοδεύεται από την ατάκα «νοτ ηνάφ χέβυ μέταλ φορ του χανντς», και λειτουργεί ως ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στο απλό και το σύνθετο ομαδικό.

- ...και της λέω «πάρ' τα μωρή άρρωστη!».
- Τού ματς χέβυ μέταλ φορ ουάν χάνντ.

(από jesus, 17/09/09)(από jesus, 17/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που είναι για πολύ ξύλο. Πολύ, όμως. Τόσο που αν πεις ότι θα του δώσεις δέκα σφαλιάρες, θα μετράς μία στις δέκα για να του δώσεις εκατό, και πάλι ίσως λίγες είναι.

Κλασσικότατο, αλλά γιατί να λείπει;

- Τι έγινε μ' αυτόνανε ρε;
- Τι να γίνει ρε μαλάκα. Ο τύπος είναι δέκα να βαράς, μία να μετράς. Έρχεται στο πάρτυ της γκόμενάς μου στο τίνγκα ζεβουαζιόν, συστήνεται ως κολλητός μου απ' το σχολείο, που ανάθεμα και τον έχω δει μισή φορά, και πάει και την πέφτει στο χύμα στην αδερφή της που είναι δεκάξι και μυξοπαρθένα. Άντε να τα μαζέψεις μετά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «να» αντί του «για να» και με ταυτόχρονη παράλειψη του ρήματος «μπορείτε να» χρησιμοποιείται τακτικότατα στα μεταμεσονύχτια τελεμάρκετινγκ, σε όσα κανάλια, δηλαδή, είναι δυνατόν να κάνει κανείς συντακτική παρατήρηση για τους διαλόγους, άκτε, κνκ.

Δίνει χαρακτηριστικό ύφος στην ομιλία και είναι απαραίτητο στο οπλοστάσιο όποιου κοροϊδεύει τον τηλεοπτικό-θεαματικό λόγο και τα κλισέ του. Αυτό και το γέλιο του Καλογήρου όταν πουλάει ανατομικά μαξιλάρια στον 902 αριστερά στην τηλεόραση κτρ.

Δεν είναι και πολύ σλανγκ, έως και καθόλου, αλλά νομίζω ότι χρήζει καταγραφής.

- Σωστός πουτσομεζές η Πόπη.
- Ναι, είναι μανιτζέβελη. Έχει και μεντεσέδες, να την διπλώνεις όταν δεν τη χρησιμοποιείς και να την αποθηκεύεις στην ντουλάπα, κάτω από τον καναπέ ή το κρεββάτι. Είναι, επίσης, ιδανική να την έχεις μαζί σου στο γραφείο, στον περίπατο, στο αυτοκίνητο.
- Είσαι κατεστραμμένος.

παναγίτσαμ\' (από BuBis, 20/09/09)(από Jonas, 13/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσαφ στη Bόνιτσα λέγεται η πάχνη, η παγωμένη υγρασία που σκεπάζει σαν πέπλο τη φύση τα κρύα πρωινά του χειμώνα. Αφήνω την βουκολική παπαροποίηση που δε μου πάει κι όλας και το πάω σούμπιτο στα ξίδια, που μου πάνε καλύτερα.

Οι τύποι εκεί έχουν το συνήθειο να πίνουν τη μπύρα κάνα-δυο βαθμούς πάνω από το σημείο πήξης της, οπότε όταν βγαίνει το μπουκάλι απ' το ψυγείο έχει πάνω πάχνη, με αποτέλεσμα δικαίως να χαρακτηρίζεται τσαφωμένη η μπύρα, για να διακριθεί από την απλώς κρύα.

- Πιάση ρη Μήτσου μια πράσινj τσαφουμένj!

- κρύο το μπυρόνι; -γαμάει!! (από BuBis, 21/09/09)Κατίγκω, οι τσαφουμένες είναι χάμου-χάμου... (από BuBis, 21/09/09)

Βλέπε και ιδρωμένη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαριέμαι να βρω μήδια στο ιντερνέτς, οπότε θα παίξει περιγραφή.

Η απόδοση του κινητήρα ενός αυτοκινήτου ή μηχανής αποδίδεται γραφικά με το διάγραμμα ροπής και ισχύος (στον κατακόρυφο άξονα) ως συνάρτηση των στροφών ανά λεπτό.

Η καμπύλη της ισχύος είναι αύξουσα και ιδανικά είναι και κυρτή, ενώ της κορύφωσης ακολουθεί μία σύντομη πτώση μέχρι τον κόφτη των στροφών. Αυτή της ροπής είναι και αυτή κυρτή, αλλά η κορύφωση έρχεται νωρίτερα και ακολουθεί η πτώση.

Όταν οι καμπύλες αυτές είναι ομαλές, αντίστοιχα ομαλή είναι και η συμπεριφορά του κινητήρα σε ό,τι έχει να κάνει με το γκάζι.
Τα τούρμπο, όμως, και τα δίχρονα παρουσιάζουν ένα έντονο σκαλοπάτι στην ροπή. Κάτω από αυτό το σκαλοπάτι σέρνονται, δεν πάνε πόντο*, που λέγαμε στη Λευκάδα, και πάνω απ' αυτό πετάνε.

Όταν δίνοντας γκάζι ο οδηγός φτάνει σε αυτό το σκαλοπάτι, λέμε ότι το τουτού ή η πάπια ή η μηχανή ρόπιασε.

Καθ' ότι βίαια η συμπεριφορά, και κυρίως στα δίτροχα, το να σου ροπιάσει το μηχανάκι στη στροφή είναι κίνδυνος θάνατος και αιτία πτώσης πιτσιρικίων, ενώ αν οδηγάς χυτά, όπως ένα τετράχρονο ή ένα ατμοσφαιρικό, βρίσκεσαι χωρίς γκάζι για να ρυθμίσεις το όχημα μέσα στη στροφή ή απλά σέρνεσαι και διαβάζεις την άννα καρένινα μέχρι να γίνει κάτι ενδιαφέρον.

Πιο κυριλέ έκφραση, που λέγεται γενικότερα όταν ένα μηχάνημα μπαίνει στο φάσμα της πιο αποδοτικής λειτουργίας του, είναι το μπήκε στην ροπή του.

Από δουπού, ευχαριστούρες σε beth.

  • Το πόντος προφέρεται με διαλυτικά στο τ και το νυ ένρινο. Βέβαια.

Τι καβλόγκαζο είναι αυτό το μηχανάκι ρε συ... Ανοίγεις τη δευτέρα στον επαρχιακό, και με το που ροπιάζει έχεις καταπιεί τρία γιωταχί και ένα λεωφορείο και άντε να στρίψεις μετά...

Βλέπε και μπέκερε-μπέκερε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ίσως η μοναδική παρακαταθήκη στην ανθρωπότητα από τις βιντεοταινίες του Στάθη Ψάλτη κατά την ένδοξη δεκαετία των ογδόνταζ.

Εξεστομίζεται όταν πούμε χοντρή μαλακία θάβοντες διακριτικά, και καλά, κάποιους παρόντες όταν θέλουμε να τους τρίψουμε στη μάπα «ναι, ρε μαλάκα, εσένα λέω» και τους κοιτάζουμε, κατόπιν θαψίματος, με τα μάτια γουρλωμένα σαν τα πιατάκια του καφέ, ή όταν έχουμε μόλις θάψει κάποιον και αντιλαμβανόμαστε την παρουσία του κατόπιν αορτής.

Δεσμεύομαι για μήδι.

  1. - Έλα ρε Κούλα, παράτα τον το μαλάκα τον Κυριάκο, ουγκχχχ....

  2. Αφού σ' αγαπάω ρε Μαρινάκι, ουγκχχχχχ........

  3. Νίκος: Μπλαμπλαμπλαμπλαμπλα...
    Τάσος (στον Πέτρο): Ρε συ, τι μαλακίες λέει αυτός ο Νίκος. (γυρίζοντας προς τον Νίκο:) Ούγκχχχχ....

  4. Έλα ρε μωρό μου, τι δουλειά έχει τώρα ο μαλακοκάβλης ο αδερφός σου, αφού τα δυο μας είμαστε, ουγκχχχχχχχχ.......

(από markar, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση υψίστου εκπλήξεως. Προϋπήρξε των Απαράδεκτων και συνεχίζει τον ανεξάρτητο βίο της, αλλά η ερμηνεία του Σπύρου Παπαδόπουλου σημάδεψε οριστικά αυτήν την ατάκα. Παρακαλώ προσοχή στο λίνκ που δίνει η βικούλα στο «κοιτάζοντας την κάμερα».

Για όποιον έχει εντρυφήσει στο απόγειο του σουρεαλισμού στην ελληνική τηλεόραση, αποτελεί κριτήριο ανάλογο του καφέ βαν ντάικ για την άλλη μεγάλη τηλεπαρέα.

Όχι, καν, δεν αξίζει καταχωρίσεως, κακώς, κάκιστα το έβαλες στο δουπού, θα λάβεις πουμού εν καιρώ.

Στο πιο σοβαρό, είναι το ύφος αυτού που λέει την ατάκα και όχι τόσο η ατάκα (που είναι υπέρ το δέον κλασσική) που παράγει καταχωρισιμότητα.

Αδάμαντος 4 και τα μυαλά στα μπλε!

  1. - Έεεεεεεεεεεεεεεεπ!!! Τι έγινε ρε παιδιά;;; Βρήκα υλικό για επανάσταση;;

  2. - Ωχ!! Μας την πέσανε οι μπάτσοι, λολ!!
    - Τι έγινε ρε παιδιά;;;
    - Συλλαμβάνεστε για ένοπλη ληστεία λολ.

1.10: - Τι έγινε ρε παιδιά; Πώς βρέθηκε εδώ η συντρόφισσα; 5.00: Τι έγινε ρε παιδιά; Προβοκάτσια μες στο ίδιο μου το σπίτι; 6.00: Τι έγινε ρε παιδιά; Γιατί με κυνηγάει όλο αυτό το κόμμα ρε γαμώτη;  (από Khan, 03/10/09)φιλάκια! (από BuBis, 12/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified