Συντομογραφία του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Σπάτα.

Καθιερώθηκε κυρίως μετά την αναγραφή του στις ταμπέλες ως «Ελ. Βενιζέλος».

Το ισπανικό Ελ είχε ήδη ενσωματωθεί στη γλώσσα από διάφορες εκφράσεις (π.χ. El Paso, Ελ Σαλβαδόρ, Ελ Αλαμέιν), οπότε οι 4 συλλαβές του Βενιζέλος συντομεύτηκαν σε 1 με ομόηχη κατάληξη.

Θα έρθεις το απόγευμα Ελ. Βελ. να με πάρεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσδιοριστικό επίθετο για γυναίκες που παρά το επίμονο φλερτ δεν ενδίδουν. Πιθανότατα προέρχονται από οικογένεια αυστηρών αρχών (και περιμένουν την πρώτη νύχτα του γάμου) ή είναι ερωτευμένες με άλλον...

Το αιδοίο της, παρά τις ηρωικές προσπάθειες δεν το ανοίγει, το κρατάει κλειστό σαν στρείδι...

Της ίδιας οικογενείας με τα: φαρμακομούνα, αγαθομούνα, μαλλιαρομούνα, χαζομούνα, αραχνομούνα

- Ωραία γκομενίτσα η Μαρίτσα, θα της την πέσω...
- Η Μαρίτσα είναι στρειδομούνα, τσάμπα θα φας τα νιάτα σου, την πιλάτευε ο Μήτσος οκτώ βδομάδες, αλλά δεν το άνοιξε το στρείδι να φάει το μαργαριτάρι....

(από Khan, 10/08/14)(από Khan, 01/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προέρχεται από την ομώνυμη στήλη της εφημερίδας Athens Voice της Μυρτώς Κοντοβά. Πρόσφατα έγινε και τηλεοπτική σειρά.

Εννοεί άγνωστους ανθρώπους, όμορφους και με στυλ, για τους οποίους θα έγραφε κάποιος στην στήλη «Σε είδα»...

Πω πω δες ένα πιπίνι, σκέτο «σε είδα»...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απειλητική έκφραση.

Θα σε φτιάξω εγώ, θα σε τακτοποιήσω, θα σου δείξω εγώ, θα σε περιποιηθώ.

- Θα σε κάνω μάγκα εγώ, να μάθεις άλλη φορά να πειράζεις τη γυναίκα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(συνήθως συμπληρώνεται από την φράση: ... που δεν γίναμε ευζώνοι!)

Συναντάται και σκέτο ως: χέσε μέσα.

Έκφραση απογοήτευσης, συνήθως αναφέρεται σε μια δυσάρεστη κατάσταση, αδιέξοδο.

Συνώνυμο: βράσε ρύζι.

- Πως πάνε οι δουλειές στο μαγαζί; - Χέσε μέσα Πολυχρόνη...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λευκή γραμμή της πρωινής αναφοράς όπου βγαίνουν να παρουσιαστούν οι φαντάροι ως αναφερόμενοι ή αιτούμενοι αδείας.

Συναντάται και ως τακ-λάιν.

Πάλι στον τάκο είμαι σήμερα αναφερόμενος, να δω πότε θα βγω εξοδούχος!

Βλέπε και τάκοταϊμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή της μάρκας αυτοκινήτων Μercedes.

- Θυμάσαι τον Νικολάκη που ήμασταν συμμαθητές; Τον πέτυχα προχθές να σωφάρει Μερσέντα μαύρη με φιμέ τζαμιλίκι! Ανέλαβε τη σουβλακερί του πατέρα του και τα κονόμησε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψυχολόγος σε συντομογραφία.

Συνήθως προφέρεται μόνο το αρχικό γράμμα για να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι εκείνος που μιλάει παρακολουθείται από ψυχολόγο...

- Δεν μπορώ να έρθω το απόγευμα, έχω ψι...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο κλανιάρης, εκείνος που διαρκώς κλάνει δημοσίως (είτε κρυφά είτε επιδεικτικά), εκ του ρήματος πέρδομαι.

- Πω πω βρώμα, την αμόλησε πάλι ο πέρδικας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που εννοούσε το χαρτονόμισμα των 5.000 δραχμών (κοινώς πεντοχίλιαρο).

Έμεινε στην ιστορία από τους στίχους του τραγουδιού:

«Γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια...»

Συνώνυμο: Κολοκοτρώνης

Τσάκωσε τρία πετσετάκια τώρα και τα υπόλοιπα αύριο...

(από filologas, 20/03/08)(από filologas, 20/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified