Αρχικά ο μίσχος, το ξερό κλαδάκι που χρησιμοποιείται κυρίως ως προσάναμμα, ενίοτε και προς χαρχάλεμα.

Μεταφορικά έχει τις σημασίες:

Α. ισχνός, αδύνατος, διά προφανείς λόγους.

Β. οξυδερκής, εύστροφος, λόγω της χρήσης του ως προσανάμματος και της ιδιότητας του να «αρπάζει» άμεσα. Βλέπε και σπίρτο.

  1. Αιιι, φάε μπρε συφοριασμένο, τσάκνο έγινες!

  2. - Νογάει πράμα;
    - Ιιιιι, τσάκνο σ' λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο προς αφόδευσης αρωγήν αποσκοπών καφές (π.χ. σκέτος αχτύπητος φραπές).

  2. Ο κακής ποιότητας καφές.

  3. Η γνωστή ομόηχη εφημερίς, η οποία θεωρείται κατάλληλη για ανάγνωση στο αποχωρητήριο.

  1. Έτσι όπως έχω στουμπώσει, μόνο ένας χεσπρέσσο θα με σώσει.

  2. Χέσπρεσσο τον έκανες, να χέσω τον Γκλούνευ μου μέσα!

  3. Η γιαγιά μαζί με τους Financial Times πήρε και την χεσπρέσσο και χάθηκε στο βάθος της αυλής.

Δουλεύει στη μονάδα παραγωγής της Χεσπρέσο Πάππας (από GATZMAN, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει: Δεν επιθυμώ την μετάβαση στον προτεινόμενο τόπο, δεν επιθυμώ την υλοποίηση του αιτήματός σας, κοινώς αφήστε με ήσυχο.

Η έκφραση είναι ικανώς θεμελιωμένη στην μεσογειακή κουλτούρα και αντίληψη διότι:
α) ανατρέχει στην διαδεδομένη ματσό αντίληψη περί του ρόλου του άνδρα ως κυνηγού
β) συνάδει με την απόρριψη μετακινήσεων και πράξεων που δεν αποσκοπούν στην dolce vita (βλέπε και α.)
γ) εισάγει ένα τιραμισουρεαλιστικό τόνο χρησιμοποιημένη κατά κόρον και σε κάθε περίπτωση δ) προεξοφλεί την αρνητική απάντηση, ουσιαστικά εντείνοντας το επικοινωνιακό έλλειμμα που βιώνουν όλοι οι κατά τα άλλα πολύρρυτοι λαοί της Μεσογείου και δη της Νοτίου Χερσονήσου του Αίμου.

  1. - Αύριο θα πάω το αμάξι για λάστιχα, θες να ρθεις για παρέα;
    - Μουνιά θα 'χει;
    - ....

  2. - Δημητρίου, τέταρτο, καύσιμα!
    - Μουνιά θα 'χει;
    - 5!
    - ...;

  3. - Χρηστάκη, θα πας λίγο από το λογιστήριο να φέρεις τα τιμολόγια;
    - Μουνιά θα 'χει;
    - σφληγεςρογγςερτ!

  4. - Σύντροφε, θα έρθεις αύριο στο Εργατικό Κέντρο που θα ετοιμάσουμε τα πανώ;
    - Μουνιά θα 'χει;
    - Τι είναι αυτά που λες, δεν καταλαβαίνεις ότι έτσι αποπροσανατολίζεται το λαϊκό κίνημα;
    - Α, οκ θα είναι αξύριστες, θα δω.

θα έχει αγάπη τουλάστιχον... (από MXΣ, 03/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποινή Κράτησης 5 ημερών σύμφωνα με τον ΣΚ Ι20, άρθρο 12 (λέμε τώρα αλλά ποιος κουβαλά τον ΣΚ μαζί του για να ελέγξει;)

Χρησιμοποιείται και εκτός στρατεύματος, ως ήπια επίπληξη.

Δύναται να εκφρασθεί και ως χειρονομία με προτεταμένο βραχίονα προς τον επιπλησσόμενο και με εκταμένα δάκτυλα όπου ο αντίχειρας τίθεται παράλληλα προς τον δείκτη, ίνα μην εκληφθεί ως μούντζα. Συνοδεύεται δε εμφατικά με ανάλογη κίνηση των χειλιών.

(απορώ πως δεν υπήρχε)

  1. - Καρανίκα, εκοιμήθης; πέντε!
    - Μα..
    - ... και άλλα πέντε γιατί αντιμίλησες!
    - ...

  2. - Σβέρκο, που είναι το κράνος σου;
    - Εεε...
    - ... (χειρονομία πέντε)
    - ...

  3. - Βότκα πήρες;
    - Όχι ρε συ το ξέχασα!
    - Πέντε!
    - Κάτσε, τρέχω στον ρωσσοπόντιο να πάρω...
    - Άντε στη χαρίζω!

Τι 4 τι 5 (από allivegp, 02/03/11)Πάρε να \'χεις!! (από sstteffannoss, 06/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ντεμέκ, το παρα-δωσιακό, μια πιο σύγχρονη εκδοχή του φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

Τα τελευταία έτη, η αστακομακαρονάδα εφορέθη τα μάλα στους παράλιους χώρους μαζικής εστίασης, προσφερόμενη ως έδεσμα εξαιρετικό, δια υψιπέτες ουρανίσκους και άλλα χρωματιστά τοιούτα.

Πλην όμως η προέλευση της είναι σεμνή και ταπεινή. τα παλιά χρόνια όταν οι αλιείς έφερναν την ψαριά στη σκάλα, περίσσευε και κανένας τραυματισμένος αστακός, κανά πατημένο οστρακοειδές, τα οποία δεν τα αγόραζε ο έμπορας. Έπαιρνε λοιπόν ο ψαράς το περί ου στο σπίτι να τα ταΐσει την φαμελιά του, και μιας και ήταν και πολλά, κακοχρονονάχουνε, τα κολλητήρια, πλαισίωνε το έδεσμα με κάποια φτηνή πηγή υδατανθράκων, όπως είναι τα ζυμαρικά.

Χάρη στο δαιμόνιο της φυλής (όχι της οδού, της άλλης), κάποιοι ευφυείς συμπατριώτες μας είχαν την φαεινή ιδέα να ταΐσουν τους κατά κύριο λόγο Αθηνέζους πελάτες των με αυτό το ταπεινό πιάτο, δίκην καινοτομίας, έναντι ουδόλως ευκαταφρόνητου τιμήματος.

Mε τον καιρό, ο όρος αυτονομήθηκε και χρησιμοποιείται ως μια πιο chic μορφή παλαιότερων καθιερωμένων εκφράσεων.

- Και κοίτα, σε δίνει σταθερή απόδοση για τα 5 πρώτα χρόνια, τι λες;
- Δε ξέρω, μια φορά εμένανε με φαίνεται αστακομακαρονάδα η υπόθεση.

Απ\' το προσωπικό μου αστακοαρχείο (από Khan, 05/08/09)Εύκωλη αστακίνα με όλο το κρέας στην ουρά. (από Khan, 05/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εάν και η αρχική προέλευση είναι από το φαγητό, χρησιμοποιείται γενικώς για να εκφράσει δυσαρέσκεια για κάποια κατάσταση. Συνήθως συμπληρώνεται με την ερώτηση «Πάλι φράουλες;» ή με την αναφώνηση «Γιαξ! Φράουλες;!» δίνοντας μια σουρεαλιστική εικόνα ανατροπής στην αναμενόμενη αντίδραση του συνομιλητή. Συναντάται και ως «σκατά με ρύζι».

- Και ποιο είναι το αποτέλεσμα;
- Σκατά με φράουλες!
- Πάλι φράουλες;

Αλλά οι φράουλες μπορούν να απολυμανθούν για να μην έχουμε προβλήματα. (από Galadriel, 16/02/09)κι άλλη συνταγή... (από gaidouragathos, 11/09/11)Καλλιτεχνικό αρρωστούργημα της Theresa Ritchie στην Αγγλία, με την ακτιβιστική πρόθεση να πείσει τους ιδιοκτήτες σκύλων να μαζεύουν τα κόπρανα των πετς τους. (από Khan, 03/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενναιόδωρο αξιολογικό κριτήριο επιλεξιμότητας ερωτικού συντρόφου.

Γιατί, κακά τα ψέματα, ο σκοπός είναι ένας.

Συνομιλία στο κινητό:
- Τι παίζει στο καφενείο;
- Ψιλομπαζοκαταιγίδα, κανά δυο φακάμπλ αγκαζέ και τρεις θείες στο πάσο.
- Σφυγμό;
- Έχουν, έχουν..
- Κέρνα σφηνάκια και έρχομαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποκτώ διαρκές αγαθό με χαμηλή αξία μεταπώλησης.

- Έμαθες ο Αποστόλης, παντρεύτηκε ένα Saab!
- Έ τον παπάρα, όταν έρθει ή ώρα θα πρέπει να το σκοτώσει για να το διώξει!

(από Vrastaman, 21/09/10)(από electron, 21/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό πέος, κατόπιν παρά φύσιν συνουσίας, συμπαρασύρον κατά την έξοδο αδρανή υλικά.

Αηδιαστικό μεν, ευρηματικό δε!

Τον βγάζω και τον βλέπω καφετζόπουλο, αλλά αφού πληρώσαμε μπροστά, λέω δε γαμεί!

(από Khan, 09/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το εξαιρετικό ντεκαβάζ ορμώμενος, ας βάλω ακόμη ένα λιθαράκι στον σλάγκειο Όλυμπο.

Τσέπη εν τω πόκειω χώρω καλείται το ενθυλακωμένο χρήμα, το οποίο συνήθως δεν δύναται λάβει μέρος στο εξελισσόμενο παίγνιο, χάριν των ισορροπιών.

Όπως γράφει και ο electron, στο τραπέζι παίζει ό,τι έχει μπει στην κάβα, για να υπάρχει ένας έλεγχος στα ποσά που αλλάζουν χέρια (σε φιλικά τραπέζια πάντα). Αν κάποιος ζητήσει να παίξει με τσέπη, σημαίνει συνήθως ότι έχει καλό χαρτί και θέλει να σκουπίσει το τραπέζι. Αυτός είναι ένας κακός άνθρωπος και να μην τον παίζετε.

Η τσέπη παίζει σε κάποιες παραλλαγές που μπορεί ο παίκτης να «αγοράσει» μπαλαντέρ σε μεταβαλλόμενη τιμή, η οποία δεν μπορεί να προδικασθεί.

- Γιώργο, μιλάς!
- ..................
- Ε...
- Τσέπη παίζει;
- Πάσο!
- Πάσο!
- .......
- Όχι ρε παπάρα, δεν παίζει τσέπη, ένα απλό νεκροταφειάκι παίζουμε. Το γάμησες πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified