Στην επιτραπέζια αντισφαίριση (πιγκ-πογκ), ψείρα (chop) καλείται το κοφτό χτύπημα με φάλτσα που μετά την αναπήδηση του μπαλαq, το φέρνουν προς το φιλέ. Η ψείρα είναι αντιθεαματική σε σχέση με ένα καρφί (διαγώνιο ή στην ευθεία) και δείχνει αμυντικό, επιφυλακτικό και καιροσκοπικό παίξιμο. Θα μπορούσε κανείς να τη χαρακτηρίσει και σαν την πουστιά του αθλήματος.

Ψειριάρης λοιπόν, είναι ο παίχτης που κάνει κατάχρηση της τεχνικής του χτυπήματος-ψείρα και προκαλεί την απαρέσκεια των θεατών, οι οποίοι, μη αντέχοντας άλλο, τον απειλούν ότι θα τον ψεκάσουν με ψειρόσκονη.

- Γαμώ τις ψείρες του, πάλι το κέρδισε το σετ με σόρυ ο ψειριάρης, το βρωμόχερό του μέσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη συνδικαλιστική αργκό, είναι η μορφή αγώνα που συνίσταται στη βίαιη, θορυβώδη είσοδο συνδικαλιστών μέσα στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή, αρμόδιου Υπουργού ή άλλου κυβερνητικού αξιωματούχου. Μπούκες κάνουν κατά καιρούς οι οπαδοί στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου και οι φοιτητές στα γραφεία των Πρυτάνεων και των προέδρων των Σχολών, οπότε παίζει και χτίσιμο της πόρτας του γραφείου.

Φαινομενικός σκοπός της μπούκας είναι η διατράνωση της αντίθεσης στα σχέδια ξεπουλήματος του δημόσιου αγαθού (της υγείας, της παιδείας, της ηλεκτρικής ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, των μεταφορών κ.α. πολλά), αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα παιχνίδι εντυπώσεων στα πλαίσια της εξασφάλισης ανταλλαγμάτων που όταν παρασχεθούν, μπουκώνουν τους μπουκαδόρους και τους κάνουν να το γυρίζουν τρελίτσα.

Πιθανώς να ετυμολογείται από το ιταλ. bocca = στόμα (π.χ. nella bocca del' luppo = στο στόμα του λύκου), απ΄όπου προέρχεται και η μπουκιά (βλωμός, ελληνιστί).

  1. Θα κατεβούμε σε όσες πορείες και μπούκες χρειαστεί, προκειμένου να εμποδίσουμε τις αντεργατικές εξαγγελίες της Κυβέρνησης.

  2. Ενώ ήταν μαζί μας σε όλους τους αγώνες και τις μπούκες, τώρα που εκλέχτηκε Νομαρχιακός Σύμβουλος κάνει πως δεν μας ξέρει.

  3. Τρεις αγωνιστικές αποκλεισμός της έδρας του Πυρσού Γρεβενών η ποινή για τη μπούκα των οπαδών του στον αγώνα με τον Καμβουνιακό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βασική αρχή του γκομενίζειν, όταν η μεναγκό δεν αποδέχεται την πρότασή μας, το παίζει δυσκολάκι ή χάι χούι και γενικά μας τα κάνει τσουρέκια.

Η εφαρμογή της, αποτρέπει δυσάρεστες εκβάσεις τύπου καληνυχτακισμού, μουνοδουλίασης, και, από το hallmark της αποτυχίας, ήτοι την περίπτωση παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι.

Πριν της ρίξουμε το άκυρο, δλδ, πληροφορούμε την αγαπητή μας ότι δεν είναι η μοναδική στο είδος της, δεν χάθηκε η Βενετιά για βελόνι, δεν θα βάλουμε τον σκύλο μας να κλαίει και θα αναζητήσουμε αλλού το γυονί μας το επιούσιο.

Σε μια χαρυκλίννεια εκδοχή, το λήμμα μας αποδίδεται ως «Καϊμαχ-τσαλάν και σ'άλλο μνι» (1:52 στο μήδι που ακολουθεί)

- Και τί κάθεσαι και πρήζεις τομπούτσο σου με τη Ρούλα; Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια.
- Έχεις δίκιο ρε πστ, αρκετά μας τα ζάλισε...

Στο1:52 (από allivegp, 25/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νιώθω μεγάλη αηδία. Το αίσθημα περιστροφής της αρχιδοσακκούλας μετά του περιεχομένου της, μπορεί να θεωρηθεί ως ισοδύναμο του ιλίγγου και της ναυτίας που νιώθουμε σε καταστάσεις έντονης απαρέσκειας, δυσφορίας ή αποστροφής.

«Μου γυρίζουν τ' αρχίδια μ' αυτά που βλέπω να συμβαίνουν στη Γιουβέντους», δήλωσε ο νέος πρόεδρος της Μεγάλης Κυρίας, Αντρέα Ανιέλι. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της σούπερ-λίγκα, του Ελληνικού ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος (πρώην Α΄Εθνική).

Με τις σκοτεινές διαδρομές, τις αδιαφανείς διαδικασίες, τα μαγειρέματα, την παράγκα και τον υπόκοσμο να διαφεντεύουν τη διοργάνωση, αυτή θυμίζει περισσότερο γκανγκστερική οργάνωση παρά αθλητική διοργάνωση.

Άλλωστε, ως γνωστό, κάθε λαός έχει τους ηγέτες που του επιβάλλουν και το ποδόσφαιρο που του αξίζει.

- Τό 'μαθες; Αναβάλλεται η αγωνιστική, λόγω απεργίας των οδηγών των πούλμαν που μεταφέρουν τις ομάδες στα γήπεδα.
- Ε και; Θα χάσει η Ευρώπη τη σούπερ-κλίκα;...

(από allivegp, 09/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολιτικό-κοινωνική αργκό με την οποία ο Βλαντίμιρ Λένιν περιέγραφε διανοουμένους και άλλους ανένταχτους συναγωνιστές και συνοδοιπόρους, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις, που συνεπικουρούσαν το μπολσεβικικό κίνημα, χωρίς να αποτελούν μέλη του.

Τι σημαίνει να είσαι (ή να γίνεσαι) χρήσιμος ηλίθιος; Ότι απλά γίνεσαι αντικείμενο εκμετάλλευσης πιστεύοντας και υπηρετώντας έναν σκοπό που καπελώνουν άλλοι και που απλά σε ανέχονται για όσο τους προσφέρεις αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες σου, ενώ όταν πάψουν να σε χρειάζονται παίρνεις πόδι (και αμαυρώνεται και η υστεροφημία σου, άμα λάχει ναούμ').

Η περιφρόνηση για τους διανοουμένους όμως, δεν είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό της Αριστεράς. Λογικό μοιάζει να υπάρχουν και δεξιοί κλασμένοι διανοούμενοι σε δεξιά καθεστώτα, αφού όλοι οι εξουσιαστές έχουν την ίδια μούρη.

Πρόσφατα ξεκίνησε στην Ιταλία μια πολιτική ιδεολογική αναμόχλευση με μειωτικούς όρους, όπως «κουλτουριάρης» (culturame) και «σκουπίδι της διανόησης», ο οποίοι χρησιμοποιούνται πάλι, μεταφέροντάς μας πολλές δεκαετίες όπισθεν. Πολιτικοί από διάφορα κώματα επιστρατεύουν αυτούς τους όρους για να μειώσουν τους διανοουμένους του αντιπάλου στη γείτονα.

Ο όρος «κουλτουριάρης» εισήχθη για πρώτη φορά σύμφωνα με τη Βίκυ από τον Μάριο τον Σέλμπα, Ιταλό υπουργό Εσωτερικών στα τέλη της δεκαετίας του '40, άνδρα πιστό μόνο στη λογική του ροπάλου.

Το πατριωτάκι ο Σπύρος ο Αγκνιου άλλως τε, αντιπρόεδρος του Ρίτσαρντ Νίξον, αναφερόταν σε «ξεπεσμένους υπερόπτες», φέρνοντας στο μυαλό τις παλιές, εβδομαδιαίες μακαρθικές φυλλάδες, οι οποίες γελοιοποιούσαν τους συγγραφείς ή τους διανοουμένους στις Η.Π.Α. που δεν έλεγαν καλά το ρο, αναφερόμενες σε «γομαντικούς ποιητές». «Αβγοκέφαλοι» (eggheads) ήταν μια ανάλογη έκφραση που χρησιμοποιούνταν για τον ίδιο σκοπό. Κατά τη διάρκεια εκλογικών αναμετρήσεων της πρόσφατης περιόδου, WASP διαμορφωτές σκέψης στις Η.Π.Α. αναβίωσαν την έκφραση «(θολο)κουλτουριάρηδες» και «σκουπίδια της διανόησης», όμως η ατάκα του σύντροφου Βλαντιμίρ Ουλιάνοβιτς έμεινε αξεπέραστη.

Η δεύτερη και λιγότερο κολακευτική εκδοχή είναι ότι δεν είσαι ένας «χρήσιμος ηλίθιος» αλλά μάλλον σκέτος αντισημίτης. Δείχνεις την ίδια αποφασιστική αποδοκιμασία σου προς την Κίνα, το Ιράν, τη Συρία, τη Βενεζουέλα ή τη Βόρεια Κορέα; (Να δεις που κάποτε θα μας πούνε και μπλόγκερς).

"Χρήσιμος ηλίθιος", τρόπος του Λένιν (Χοντζ) (από allivegp, 06/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκμεταλλεύομαι την αδυναμία κάποιου. Βγάζω τα γούστα μου σε κάποιον που δεν είναι πλέον ικανός να αντισταθεί, λόγω αδυναμίας ή κάποιας μεγάλης ανάγκης.

Η πράξη ενέχει χαρακτήρα καιροσκοπικό και της τέλεσής της συχνά προηγείται επιμελής προπαρασκευή του θύματος, ώστε να καταστεί αυτό ευεπίφορο στις διαθέσεις μας.

Ισχύει για φυσικά πρόσωπα, ΠΑΕ, κράτη κ.λπ.

  1. Αδελφέ βρίσκουν και τα κάνουν. Υπάρχει συνδεσμίτης (προεδρος συνδεσμου) που έπαιρνε πίπες ραδιοφωνικές στον Τζιγγερ και τώρα το παίζει νο1 στο οπαδιλίκι. (από εδώ)

  2. Βρήκε και έκανε ο Θρύλος, 6-0 την Κλάψα.

  3. Το θράσος των Σκοπιανών δεν έχει όρια, βέβαια βρίσκουν και κάνουν εξαιτίας και της δικής μας ανοχής. (από εδώ)

(από jesus, 05/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανόητος, βλάκας, ελαφρόμυαλος, ηλίθιος, κουτός, μωρός.

Y.Γ. Δεν μπορεί να αποδοθεί στα αγγλικά αυτολεξεί ως cock-minded, γιατί τότε αλλάζει η σημασία του και δηλώνει τον έχοντα ως έμμονη ιδέα ή προσανατολισμό το ανδρικό αναπαραγωγικό όργανο. Στα αγγλικά, μεταφράζεται με τις λέξεις foolish, feather-brained, harebrained (=ο έχων μυαλό λαγού), και silly billy. Στα τουρκικά, alık.

  1. Ελληνάρες μου, είμαστε αχάριστος λαός! ...Και κοκορόμυαλος! Με λίγα λόγια «Κωλοέλληνες» όπως λέει και ο Σαββόπουλος. (από αυτό το σάη)

  2. Ρε κοκορόμυαλοι, ακόμη στον μεσαίωνα ζείτε; Για ποια θαύματα και μπούρδες μολογάτε; (από δω)

(από allivegp, 26/03/11)Η Κοκορόμυαλη Έτος: 1971. Τηλεοπτική Σειρά 202 επεισόδια( Κύκλοι επεισοδίων: 3) (Ημέρα προβολής: Παρασκευή, Σάββατο) Διάρκεια επεισοδίου: 15\' (από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που απαντάει στην πρόποση «Εβίβα».

Ο Γεώργιος Γρίβας (Διγενής) ήταν αξιωματικός του ελληνικού στρατού, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απελευθέρωση της Κύπρου από τους Άγγλους ως ιδρυτής και αρχηγός της οργάνωσης ΕΟΚΑ και, σε αναγνώριση της προσφοράς του, πολλοί πίνουν και νερό στο όνομά του. Άλλοι πάλι, το πετάνε μετά τα εβίβα έτσι απλά στο άσχετο, ιδιαίτερα υπό την επήρεια της αιωρούμενης κρασοκατάνυξης.

Βλέπετε και το προτελευταίο σχόλιο εδώ.

- Άντε, εβίβα!
- Και στην ψωλή του Γρίβα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αυτοερωτική πεοπαλινδρόμηση όταν εκτελείται χωρίς συνοδό μέσο διέγερσης όπως οπτικό υλικό (ντατσό ή μπανιστήρι) ή άλλο, και που απαντάται σε καταστάσεις μακροχρόνιας, ακραίας στέρησης, για να φύγουν τα χοντρά.

Συνήθως επιστρατεύεται υλικό που ανασύρεται εκ μνήμης από παλαιότερες σεξουαλικές εμπειρίες του υποκειμένου, σκηνές από τσόντες, πορνοστάρ, ή οπτικό υλικό που συλλέγει κανείς στον καθημερινό βίο του, στον δρόμο, στο γραφείο, στο μετρό, στο σούπερ-μάρκετ, οπουδήποτε τεσπά συναντά κανείς ποδόγυρο.

Όπως πίνουμε ένα ουζάκι ξεροσφύρι, δηλαδή χωρίς μεζέ, έτσι και η μαλακία-ξεροσφύρι εκτελείται άνευ πουτσομεζέ, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι δεν δύναται να επαληθεύσει το ρηθέν υπό των Ημίζ «σαν πετύχει η μαλακία, τύφλα να 'χει το γαμήσι».

Άλλωστε, όπως είπε και ο Winston αναρχία Churchill, «Tί να τις κάνω τις γυναίκες αφού έχω το χέρι μου;»

Προφάνουσλυ, είχε βρει ν' ακουμπάει αλλού το ποτήρι του με το ουίσκι όταν έβλεπε τη West Ham στην tv.

Μετά τα γκάζια που μου έχωσε η ΕΜΘ Λχιας Τζοάννα επειδή δεν καθάρισα καλά το καζάνι, έγινα τόσο πύρκαυλος, πού τράβηξα τρεις ξεροσφύρι στη σκοπιά.

Πίνεται και ξεροσφύρι (από allivegp, 23/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified