Κάποιος που είναι γκέι και σαδομαζοχιστής ταυτόχρονα.
- Τά 'μαθες, ο Γιώργος είναι γκεϊστάπο!!!
- Έλα ρε από πότε;
- Από τότε που τον γάμησα κανονικά και μετά τον γάμησα και στο ξύλο.
- Εμ τα ήθελε ο κώλος του.
Κάποιος που είναι γκέι και σαδομαζοχιστής ταυτόχρονα.
- Τά 'μαθες, ο Γιώργος είναι γκεϊστάπο!!!
- Έλα ρε από πότε;
- Από τότε που τον γάμησα κανονικά και μετά τον γάμησα και στο ξύλο.
- Εμ τα ήθελε ο κώλος του.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση που χαρακτηρίζει κάποιον που τα θέλει όλα δικά του, κάποιον που θέλει και την πίτα γερή και τον σκύλο χορτάτο, κάποιον που θέλει και τον Παναθηναϊκό πρωταθλητή και τον Ολυμπιακό στη Β Εθνική (ή το ανάποδο), κάποιον που σε τελική ανάλυση δεν ικανοποιείται με τίποτα.
- Κοίτα το μαλάκα, δεν φτάνει που κέρδισε το τζακποτ στο τζόκερ , παραπονιέται γιατί υπάρχει και άλλος νικητής. Εμ βρήκαμε μουνί εμ το θέλουμε και ξυρισμένο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι βρισιές, οι βωμολοχίες, τα μπινελίκια. Η Γαλλική γλώσσα πάντα ήταν η γλώσσα των σαλονιών. Έτσι τα «γαλλικά» δικαιωματικά είναι η γλώσσα των αλωνιών...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η Μύκονος (έτσι απλά).
- Τάκη, πού θα πάμε διακοπές φέτος;
- Όπου πάμε κάθε χρονιά Λάκη. Gay Bay για πάντα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παράφραση του γνωστού Σπαρτιάτικου ρητού «ή ταν ή επί τας» που σημαίνει ή με την ασπίδα σου (δηλαδή νικητής) ή πάνω στην ασπίδα σου (δηλαδή νεκρός). Ο σύγχρονος λοιπόν Έλληνας, μια που δεν τον εκφράζουν τέτοιες ουτοπικές θεωρήσεις, παράφρασε το ρητό για να δηλώσει με έναν ακόμα τρόπο ότι του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ.
(έξω από ένα γήπεδο 2 οπαδοί της φιλοξενούμενης ομάδας συζητούν)
- Μεγάλε πάμε να την κάνουμε. Θα πέσει πολύ ξύλο.
- Δρόμο μεγάλε, εδώ που φτάσαμε ή ταν ή την πατάς.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το μη πετυχημένο, άνοστο, χαζό, βλακωδέστατο αστείο.
- Ωχ παιδιά ο Γιάννης θα πει πάλι ανέκδοτο, καλυφτείτε.
- Πω πω δικέ μου τι θα ακούσουμε πάλι. Ο βασιλιάς του βλακ χιούμορ.
Λογοπαίγνιο με το μπλακ χιούμορ και τον βλάκα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο χορταστικός φραπέ (χτυπητός) καφές που σερβίρεται σε μεγάλο γυάλινο ποτήρι με πολλά παγάκια και που πίνουν με μανία όλοι οι Έλληνες ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες από τις 8 το πρωί ώς τις 8 το άλλο πρωί. Για να χαρακτηριστεί έτσι ένας καφέ θα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 5 ώρες και να μη διακόπτεται για κανέναν λόγο (μόνο για κατούρημα). Συχνά συνδυάζεται και με το αγαπημένο άθλημα του οφθαλμόλουτρου.
- Πω πω δικέ μου είσαι να αράξουμε στο Da Capo για καμιά φραπεδούμπα σήμερα το μεσημέρι;
- Και δεν πάμε καλύτερα καμιά παραλία να δούμε και κάνα ξέκωλο...
Δες και -ούμπα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το κωλοβάρεμα ολημερίς και ειδικότερα στις καφετέριες και στα μπαράκια, αγκαλιά με μια φραπεδούμπα του νεοέλληνα. Ο όρος προέρχεται από τον γνωστό για τις μαλακίες του γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν.
- Πω πω φίλε λιώσαμε αυτή την εβδομάδα. Έλειπε το αφεντικό και το ρίξαμε στο κόφι αυνάν.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο πονηρός και ύπουλος άνθρωπος, η παλιόπουστα, το παλιοπούτανο. Προέρχεται από την ιταλική λέξη lupina υποκοριστικό της λέξης lupa που σημαίνει λύκαινα και υποδηλώνει την πόρνη.
Τι λε ρε μαλάκα 5 ευρώ ένα μπουκαλάκι νερό. Α γαμήσου παλιο-λουμπίνα...
Να την προσέχεις τη Μαίρη. Μιλάμε για μεγάλη λουμπίνα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαρακτηρίζει τις εύκολες γκόμενες που οδηγούνται εύκολα στο κρεββάτι κάποιου επίδοξου γαμιά και που είναι πάντα διαθέσιμες για αχαλίνωτο sex. Κατά μια πηγή η έκφραση αυτή προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα όπου διάφορες ιέρειες του σεξ αποκαλούσαν χαϊδεύτηκα το αντρικό μόριο κόνικλο (= κουνέλι) και με τις γεμάτες επιδεξιότητα κινήσεις του αιδοίου τους ήταν σαν να το έπνιγαν (όποιος κατάλαβε , κατάλαβε). Βέβαια η εκδοχή αυτή αμφισβητείται από πολλούς και γιαυτό παρακαλώ όποιος γνωρίζει κάτι συγκεκριμένο να το καταθέσει
- Τι λες, το πνίγει το κουνέλι η Τασία;
- Τι να σου πω ρε φίλε, την κόβω λίγο σεμνή.
- Αυτές φίλε μου είναι οι μεγαλύτερες καριόλες, να ξέρεις...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified