Ο μαλάκας, στην ντοπιολαλιά της Χαλκιδικής.
Ο μαλάκας, στην ντοπιολαλιά της Χαλκιδικής.
Got a better definition? Add it!
«Κωλοτρίβομαι» σημαίνει ένα ή και περισσότερα από τα παρακάτω:
Σλανγκασίστ: Val
Refuse: - Ρε παιδιά σόρρυ, είμαι νέος στην όλη φάση, αλλά ο «φραπές», είναι αγγλιστί το hand-job; Η διαφορά 'πριβέ' χωρός από αυτό σε τραπέζι υποννοεί τίποτα παραπάνω από το να σου κωλοτρίβεται η εκάστοτε stripper;
xaf: - ναι δίκιο έχεις φραπές= Ενδωπαλάμια πεοταλάντωση.
(από εδώ)
Κωλοτρίβομαι να σ'απαντήσω αλλά είναι αρχή μου το να μην γαμάω τόπικς (εκτός αν εγγυηθείς ότι δεν θα με κάνει ban ο ψηλός)
(από εδώ)
περί αναίδειας: σήμερα τό πρωΐ ο στρατής λιαρέλης μιλάει μέ τόν δήμαρχο αθηναίων καί λέει: «τόσα χρόνια δημοσιογράφος κωλοτρίβομαι...» Χρειάζεται νά προσθέσω κάτι άλλο;
(από εδώ)
Παραθέτουμε εδώ και επιπλέον ορισμούς ακόμα από χρήστες του slang.gr
«κωλοτρίβομα»ι = συνερίζομαι, αναπτύσσω νευροτοξική προσκόλληση αγάπης και μίσους προς άτομο, εμπλέκομαι σε ψυχολογική πόλεμο χαρακωμάτων, τρωω το σκατό κάποιου κι αυτός το δικό μου, που όλα έχουν σαν συνέπεια το Γκραν Γκρινιόλ.
- Τσακώθηκα πάλι με τον Τάκη. - Ε, μην του κωλοτρίβεσαι κι εσύ.
(xalikoutis)
- Πολύ κωλοτρίβεται αυτός ο χαφ που μπήκε αλλαγή - σκέτος Καραγκούνης μας βγήκε.
- Χρόνο να κερδίζουμε, ρε συ.
(allivegp)
βλ. και μην τρίβεσαι στη γκλίτσα του τσοπάνη, θυμίζω, πιπιλιέμαι
Got a better definition? Add it!
Ο κνησμός των γλουτών συνήθως οφείλεται σε φλύκταινες, μυκητίαση, ψώρα, αποικισμό καβουρομουνόψειρων ή απλώς λίγδα. Μια επίσκεψη σε δερματολόγο, ή η αποκατάσταση των διπλωματικών σου σχέσεων με το σαπούνι ενδείκνυνται, και καθάρισες.
Στον Σλανγκείδιο όμως Χώρο, το να σε τρώει ο κώλος σου συνεπάγεται κάτι το εντελώς διαφορετικό: το ότι με την συμπεριφορά σου προκαλείς την τύχη σου και πας φιρί-φιρί να φας ξύλο ή / και τα μούτρα του. Η παλαιάς κοπής αυτή έκφραση που αενάως ανακυκλώνεται από γονέα σε παιδί και διατηρεί ακόμα μια κάποια αίγλη και φρεσκάδα.
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες με τρώει o κώλος μου για φασαρία…
Την πορεία του Πολυτεχνείου εννοώ … Από 0 χρονών με κουβαλάγανε στην πορεία του Πολυτεχνείου, πάντα με το μπλοκ του ΚΚΕ…Ήμουν στην τρίτη γυμνάσιου όταν δεν άντεξα άλλο την πολύ ‘νομιμοφροσύνη’, την κοπάνησα και πήγα με τα ‘κωλόπαιδα’ τους ‘αλήτες’ τους ‘γνωστούς-άγνωστους’ τους ‘αναρχοτετοιους..’ (...)
Μέχρι και στη Γένοβα ήθελα να πάω τότε αλλά, φυσικά, δεν μ’ αφήσανε…Έπεσε και μουρμούρα από την οικογένεια αλλά δεν τους έπαιρνε…(...) Πέρυσι και πρόπερσι είχα ‘φρονιμέψει’ και ξαναπήγα με το ΚΚΕ.
(Από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για μαύρη βαφή (FeSO4.7H2O), γνωστή και ως μελάνι μοναχών. Στην αρχαιότητα εκχειλιζόταν με εξάτμιση του νερού από σιδηρούχα εδάφη. Περισσότερα εδώ.
Η σλανγκική εφαρμογή της καραμπογιάς προέρχεται από την συνήθεια πολλών γερομπινέδων που (στην προσπάθεια τους να το παίξουν τζόβενοι) βάφουν το μαλλί με τρόπο που διακρίνεται δια γυμνού οφθαλμού από πέντε χιλιόμετρα μακριά. Η καραμπογιά θεωρείται λοιπόν αλληγορία κάθε χονδροειδούς απόπειρας συγκαλύψεως που βγάζει μάτι.
Εκ του Τουρκικού karaboya.
«Αρκετοί ξέρουμε καλά από πού πηγάζει το μένος του κ. τάδε. [...] δεν θα σχολιάσω την ηθελημένη οξύτητά του [...] τις εσκεμμένες αλλεπάλληλες ψευτιές του (και τις ψυχώσεις του) [...] από τότε που άρχισε να βάφει τα μαλλιά του με καραμπογιά και εγκατέλειψε τις αίθουσες διδασκαλίας για τα υψηλότερα βήματα, τους θώκους και το τηλεοπτικό γυαλί· από τότε που πέρασε στη βιομηχανία των “παιδευτικών” μπεστ σέλλερ [...] από τότε που προόδευσε για τα καλά στο κυνήγι των δημόσιων σχέσεων και “αξιωμάτων” [...] που ξέρει εξ ιδίων πόσους κώλους διδασκόντων, διοικητικών υπαλλήλων και φοιτητικών παρατάξεων χρειάστηκε να γλείψει, και επί πόσο καιρό, για να “αναδειχθεί”, με το ισχύον σύστημα πανεπιστημιακών “εκλογών”».
(Ξεκατίνιασμα υποψήφιου μέλος της Ακαδημίας από συνυποψήφιό του. Από εδώ)
- Ο κίνδυνος όμως δεν προέρχεται μόνο από αυτά τα «παιδιά» αλλά και από μια πληθώρα ήδη γερασμένων και καλά βολεμένων σε πανεπιστήμια, εταιρείες, δικηγορικά γραφεία και ΜΜΕ παλαιών ακροαριστερών που νομίζουν ότι η πολιτική στήριξη κάθε παραβατικότητας, ακόμα και της τρομοκρατίας (το διαπιστώσαμε και με τη 17Ν) βάφει την καρδιά τους νέα, όπως η καραμπογιά βάφει μαύρα τα γκρίζα τους μαλλιά. Οι ενδείξεις είναι πολλές. Περιλαμβάνουν ακόμα και την προβολή των κατάδικων της 17Ν που καλούνται να φωτίσουν τα γεγονότα με τη σοφία τους. Πώς να μη σκεφτείς τις οικογένειες των θυμάτων;
(από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Φυλή χαζοχαρούμενων και εντελώς κενών περιεχομένου όντων, των οποίων το λουσάτο «lifestyle» οφείλεται στον υπερδανεισμό ή / και την υποκατανάλωση των επίσης χαμένων στο διάστημα γονέων τους. Επικοινωνούν με SMS, Twitter και άναρθρες κραυγές. Οι δημοσιοκάφροι τους θέλουν να βρίσκονται σε αντάρτικο πόλεων με τους κατατονικούς emo.
Η Ελληνική ποικιλία αποτελεί κοινωνιολογική καρκινογένεση του Κωστοπούλειου «ΚΛΙΚ», την άλλη δηλαδή πλευρά του ΠΑΣΟΚικού νομίσματος πού έφερε την μουτσούνα του Τσοβόλα και που τόσα κενοτόμα επέφερε στον κοινωνικό ιστό.
Εκ του αγγλικού trendy, του οποίου το έτυμο σημαίνει «σπεύδω ή σκύβω προς κάποια κατεύθυνση».
Γνωστοί και ως τρέντουλα.
Assist: Kitty Darling
- Οι διαμάχες ξεκίνησαν όταν ένας Trendy έκοψε τη φράντζα μιας Emo. Η κοπέλα –μη αντέχοντας την ατίμωση- κλείστηκε στο σπίτι της και δεν έτρωγε το φαΐ της, με αποτέλεσμα να χάσει 15 κιλά, αλλά θα πρέπει να χάσει άλλα 10 ακόμα γιατί ήταν θεόχοντρη.
(από εδώ)
Got a better definition? Add it!
«Βάζω κάτι στο μούσκιο»: το μουσκεύω με σκοπό να το διατηρήσω ή να το βελτιώσω – π.χ. φέτα (ή την μασέλα της γιαγιάς) σε άλμη για να διατηρηθεί, φασόλια για να καταστούν περισσότερο βραστερά, μπακαλιάρο για να αφαλατιστεί, κοκ.
Η έκφραση διευρύνθηκε σλανγκικά και χρησιμοποιείται με την έννοια του βάζω κάτι ή κάποιον στο συρτάρι.
Μια ιδιαίτερη εφαρμογή της έκφρασης είναι η βοϊδόπουτσα στο μούσκιο, δηλαδή το μαριναρισμένο σε ξύδι καμτσίκι που ευφραίνει τις ψυχές σαδιστών τε και μαζοχιστών.
2.Δεν υπήρχαν όμως στην πραγματικότητα πολλές επιλογές για την Ε.Ε. μετά την κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Με ποια λογική και ποια ηθικά ερείσματα θα μπορούσε η Ε.Ε. να κρατήσει στο μούσκιο για πολλά χρόνια την Πολωνία, την Εσθονία και τις άλλες χώρες που είχαν ανακτήσει την εθνική τους κυριαρχία και ζητούσαν να ενταχθούν και αυτές στην ευρωπαϊκή οικογένεια; (από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για λολοπαίγνιο επί του Freudian slip, το οποίο μεταφράζεται πιο δόκιμα ως Φροϋδικό ολίσθημα.
Το φροϋδικό σλιπάκι κάποιου «φαίνεται» όταν αντί να πει αυτό που θέλει, εκ παραδρομής (ή λόγω παιχνιδιών του υποσυνείδητου ) του ξεφεύγει αυτό που πράγματι εννοεί, συνήθως σεξουαλικής φύσεως. Εξ ου δηλαδή και το σλιπάκι.
Βέβαια, πολύ πριν διανύσει ο Sigmund την πρωκτική του περίοδο, η λαϊκή σοφία διαπίστωνε πως γλώσσα λανθάνουσα αλήθεια λεει.
Το φροϋδικό σλιπάκι της Ελένης Μενεγάκη έχει ιδιαίτερη φωτογένεια! Δύο κλασσικά παραδείγματα:
- Έχω στηθεί και περιμένω να πάρω τον επόμενο καλεσμένο μας.
Ασκητής: - Και επίσης θα ήθελα να τονίσω ότι δεν πρέπει ποτέ να καταπίνετε το σπέρμα στον στοματικό έρωτα...
Μενεγάκη: -Πω πω, αλήθεια; Δεν το ήξερα!
Got a better definition? Add it!
Οι παλαιότεροι θα θυμούνται ότι το σλόγκαν αυτό ακούστηκε σε όλη την Ελλάδα το 1985, όταν ο Κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε, προεκλογικά, πιο φθηνά αυτοκίνητα.
Πρόκειται για μια από τις πολλές παραλλαγές του «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή» που έχει εκστομίσει το Ελληνικό πόμολο ανά τους αιώνας.
Πριν από τις εκλογές του Ιουνίου του ’85, ο τότε πρόεδρος της ΝΔ Κ. Μητσοτάκης είχε επιχειρήσει να δελεάσει τους ψηφοφόρους υποσχόμενος φθηνότερα αυτοκίνητα. Τότε, απ’ άκρου σε άκρον της χώρας, ακούστηκε το σύνθημα «Καλύτερα παπάκι παρά τον Μητσοτάκη!» (...) ως γνωστόν, η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα (...) το «καλύτερα παπί παρά Καραμανλή» είναι το σύνθημα που θα ακολουθήσει ...
(από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Χαριτωμενίστικη απόδοση του φιλάκια, με ιδιαίτερα διφορούμενα υπονοούμενα.
Σλανγκασίστ: Τζίμης Πανούσης
Πέρι: - Τα λέμε κάποια άλλη φορά, αυτές τις μέρες φιλοξενώ τον Πιέρ που γύρισε από την Côte d'Ivoire.
Βάγγος: - Να περάσεις καλά χρυσέ μου. Φιδαααάκια! (γκρρρ...)
Περί φιλιού: γαλλικό φιλί, γλωσσίδι, γλωσσόφιλο, κυνοδοντόφιλο, μάκια, μάτσα μούτσα, μουτς, μπαγαποντολειχία, πιπιλιά, τριπλογλώσσι, φάκια, φιδάκια, φιλάκι;, φιλάκια φιλικωτά, φιλάκιας, φιλί της ζωής, Φιλοπίππου, φιλώ, χυσόφιλο, χχχ.
Got a better definition? Add it!
Πόμολο αποκαλείται ο λαός που εύκολα χειραγωγείται από κάθε επιτήδειο πολιτικό, θρησκευτικό, οικονομικό ή άλλο επαγγελματία.
Λογοπαίγνιο εκ των πόπολο και πόμολο.
- Αυτές οι Εβραιοχριστιανικές παπαριές κρατάνε πειθαρχημένο το πόμολο, όπως ο «φόβος του Θεού», η «οργή του Σατανά», «δεν πάω με την ξαδέλφη μου γιατί έχουμε το ίδιο αίμα» και αηδίες δεν βρίσκουν καμία ανταπόκριση μεταξύ των πλουσίων που πάνε και με την μάνα τους για να τους κληρονομήσει μετά ο γιος και ο αδελφός τους ταυτόχρονα...
(Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 7/5/2009)
Got a better definition? Add it!