«-άς, -άς;» = συνθηματικός εφηβικός τρόπος να ρωτήσεις το διπλανό σου αν το διερχόμενο γκομενάκι θα το γαμούσες (τη γαμάς, τη γαμάς;).
απαντιέται ή με «-ούλα!» (μόνο με σακούλα στο κεφάλι για γκόμενες-γαρίδες
ή «-αζώτα!» (της αλλάζω τα φώτα).
Απαρχαιωμένο μάλλον.

- άς, -άς;
- άσε μας ρε μαλάκα..
- άς ρε; (σκουντάει)
...
- εεε... -ούλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σύνθετα επίθετα και ουσιαστικοποιημένα επίθετα σε -όβιος, -όβια, με δεύτερο συνθετικό το αρχαίο βίος (η ανθρώπινη ζωή ως κατάσταση, διάρκεια, τρόπος, στάση, πορεία) είναι πολύ δημοφιλή ως προσδιορισμοί που θέλουν να χαρακτηρίζουν συνολικά τον ποιόν του ανθρώπου.

Επηρεασμένη προφανώς από την ορμή της επιστημονικής αργκό, η οποία χρησιμοποίησε την κατάληξη κυρίως για την κατάταξη των ζωντανών οργανισμών σε κατηγορίες ανάλογα με τον τόπο και τρόπο ζωής τους –πχ. δενδρόβιος, υδρόβιος, αμφίβιος, λιμνόβιος, δασόβιος, αερόβιος (αυτός που μεταβολίζει με οξυγόνο) κλπ–, η σλανγκ έδωσε μερικά πολύ χαρακτηριστικά επίθετα και ουσιαστικά.

Προκαταβολικά να σημειώσουμε ότι: αν και έχουν περάσει στη σλανγκ, οι χαρακτηρισμοί αυτοί, επειδή με μια λέξη ξεμπερδεύουν με έναν ολόκληρο άνθρωπο, με τα λάθη του και τις αντιφάσεις του, τα καλά του και τα στραβά του, με τα κείνα του και με τ' άλλα του, έχουν μάλλον μικροαστική προέλευση και όχι πεζοδρομιακή, αφού η τελευταία, αν και γλώσσα στακάτη και σαφής, είναι και αγαπησιάρα και συγχωρητική για τον άνθρωπο με τα χιλιάδες λάθη του και τις μυριάδες αντιφάσεις του κλπ. Εξάλλου, πολλοί χαρακτηρισμοί σε -όβιος, λόγω μάλλον της κόσμιας εμφάνισής τους, έχουν καταγραφεί και στα επίσημα αντίστροφα λεξικά, ένα από τα οποία (Αναστασιάδη–Συμεωνίδη) με συμβούλεψε.

Πέραν λοιπόν των μπαρόβιος, πορνόβιος και τσοντόβιος, που ήδη έχουν καταγραφεί στο παρόν site, μπορούμε να συμπληρώσουμε και άλλα, η σημασία των οποίων εύκολα συνάγεται με τη βοήθεια του ρήματος ξημεροβραδιάζεται ή τη βγάζει σε/με:

  • καφενόβιος, μπουζουκόβιος, ντισκομπουζουκόβιος (το δίνει το αντίστροφο λεξικό που λέγαμε, προφανώς αναφέρεται στους «καρεκλάδες» εκείνης της εποχής), αλητόβιος (περνά τη ζωή του στην αλητεία), ταρατσόβιος (το δίνει το αντίστροφο λεξικό, δεν δίνει όμως τη σημασία, όποιος/α γνωρίζει ας γράψει), ταβερνόβιος, μηχανόβιος.
  • Το αντίστροφο λεξικό δίνει επίσης το οχετόβιος, που αν και δεν απαντά στη σλανγκ, μάλλον θα μπορούσε (για χαμηλής υποστάθμης άτομα, αφού αυτό το -χε- προσφέρεται).
  • Επίσης το λαθρόβιος όχι ως λήμμα αλλά ως σημασία είναι πολύ δημοφιλές στη σλανγκ: πέρα από το σχεδόν συνώνυμο περιφραστικό τζάμπα ζω, βλ. και τα λήμματα καβατζόπουστας, καβατζώνομαι, κροκόδειλος, του Κούτρα η μάνα δεν έκλαψε ποτέ.
  • Αξίζει επίσης να σημειωθεί το λήμμα νυκτόβιος, το οποίο στην επιστήμη σημαίνει το ζώο που είναι ξύπνιο τη νύχτα, ενώ στη σλανγκ (ως νυχτόβιος) τον άνθρωπο που λίγο-πολύ είναι όλα τα παραπάνω σε -όβιος, -όβια που καταγράψαμε –καμιά φορά και τον άνθρωπο που δουλεύει νύχτα, χωρίς να έχει σχέση απαραίτητα με τη Νύχτα.
  • Γενικά, ιδιοσυγκρασιακοί νεολογισμοί και λεξιπλασίες σε -όβιος είναι πολύ συνηθισμένα, ειδικά όταν η δεξαμενή σλανγκ κάποιου έχει στερέψει, ή αντιμετωπίζει μια νέα πρόκληση. Ωστόσο, αυτά είναι βραχύβια, ξεφυτρώνουν διαρκώς αλλά δεν διαδίδονται, είτε επειδή έχουμε άλλες πιο στρωτές λέξεις (πχ σίγουρα μπορούμε να πούμε ψωλόβια, αλλά έχουμε τόσες άλλες λέξεις) είτε –κυρίως– επειδή η λέξη ξεφεύγει ως προς τις συλλαβές (πχ. στοιχηματόβιος, κωλομπαρόβιος, ιντερνετόβιος). (Σημ.: Άλλες καταλήξεις της σλανγκ, όπως το , και το -ιά ή και το -ού για θηλυκά δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα καθώς προσθέτουν μία μόνο συλλαβή.)
  • Η πιο κοντινή και κάπως απαρχαιωμένη σλανγκ κατάληξη με την ίδια με το -όβιος σημασία, που επίσης έχει τη χάρη να προσθέτει μόνο μία συλλαβή, είναι το -άκιας, όπως στα πρεζάκιας, κοκάκιας, ξιδάκιας, χαπάκιας, ματάκιας, τηλεορασάκιας, τσαντάκιας, καλοπερασάκιας, εξυπνάκιας, βολεψάκιας, αλλά και διαδρομάκιας (φοιτητοπατέρας που τη βγάζει στους διαδρόμους της σχολής), αποδυτηριάκιας (ο αρουραίος των αποδυτηρίων και γνωστή αθλητική στήλη), ή και κωλομερακλάκιας.
  • Να σημειωθεί επίσης η κλασική λέξη εξωλέμβιος, που σημαίνει τη γυναίκα με ωραίο, πεταχτό και μεγάλο κώλο (από το: αυτή έχει «έξω λέμε όλο της το βιος»).

— Ω ρε ένα εξωλέμβιο που περνά.
Κωλάρα η λόγκο!

(από vikar, 01/06/12)(από dryhammer, 01/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας μάλλον καινοφανής τρόπος να γράφει κανείς σε τοίχους ή όπου το γνωστό αντιμπατσικό A.C.A.B. (1=Α, 3=C κοκ).

Λεγόταν που λεγόταν πολλαχώς αυτό το A.C.A.B., τώρα, με την καθόλου τυχαία και αθώα παρεπίδραση ίσως από την «μυστικότητα» της απεύθυνσης του 88, ογδόντα οχτώ των ασπόνδυλων, το σύνθημα μόνοι μας θα το γράφουμε, μόνοι μας θα το καταλαβαίνουμε, οι μυημένοι, εμείς οι γαμάτοι, οι σεσωσμένοι.

θα ανέβει φωτό.

ο τοίχος της Ροζέττας που επέτρεψε την αποκωδικοποίηση του μυστικού μηνύματος (από xalikoutis, 19/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος αξιόπιστου περιστρόφου που δεν παθαίνει εμπλοκή. Αλλιώς η ΝτεΦονσέκα. Από το τυπικό νούμερο γυναικείου παπουτσιού και κλατσάρας.

- Καρούμπαλο είναι αυτό ρε;
- Το χειρίζεται καλά το 38άρι η Μαριώ, άσ' τα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόηχοι της Ανατολής, ακόμα και της άπω Ανατολής, ανέκαθεν έφταναν στο χώρο που σήμερα ονομάζουμε Ελλάδα. Ουδέποτε, όμως, σε αυτή τη γωνιά του κόσμου η υποδοχή των ανατολικών πνευματικών οδών δεν υπήρξε μια απλή εισαγωγή «καινών δαιμονίων», αλλά πηγή νέων μονοπατιών για το νου και το σώμα, μέσα από την αλληλογονιμοποίηση της σοφίας της Ανατολής με το ζωηρό και ιδιαίτερο Ελληνικό πνεύμα.

Στις μέρες μας –τις νεοελληνικές– η δημοφιλία της ινδουιστικής προέλευσης Yoga είναι ένα ακόμα παράδειγμα. Αν στις χώρες της Εσπερίας η Yoga έγινε μόδα η οποία επέτασσε όλοι και όλες να πιθηκίζουν τους γιόγκι των Ινδιών, ο Έλληνας κατόρθωσε το αδύνατο, την ανανέωση και συμπλήρωση της επί χιλιετίες αναλλοίωτης πεντάδας των Raja Yoga, Karma Yoga, Jnana Yoga, Bhakti Yoga, and Hatha Yoga με τη Ladja Yoga (λάτζα γιόγκα), την επωφελή για το σώμα, το πνεύμα και την οικογενειακή αύρα ψυχοσωματική άσκηση.

Στη βάση μιας συγκεντρωμένης στα άνω άκρα τεχνικής και σε άμεση επαφή με το νερό, την πηγή κάθε αλλαγής σύμφωνα με την ινδουιστική σοφία, η λάτζα γιόγκα αποτελεί μια εναλλακτική οικιακής γιόγκα που αξίζει να δοκιμάσετε. Πέραν των άλλων, η λάτζα γιόγκα επιφέρει εξομάλυνση των σχέσεων στη συμβίωση (οικοσυστημική αρμονία), αίσθημα πληρότητας και σε άμεση συνάφεια με την ελληνική πια παράδοση, διασάφηση των ρόλων. Αποτελεί ένα ενδεχομένως δύσκολο –μιας και απαιτεί πειθαρχία– αλλά σε ένα κόσμο γεμάτο νευρώσεις και μοντέρνες ασθένειες απαραίτητο πισωγύρισμα –στη σοφία αιώνων.

  1. Μου ψιλοκουνιέσαι τσιτσιφιόγκα
    Μάθε και λιγάκι λάντζα γιόγκα.

Νικόλας Άσιμος [απ' το ομώνυμο τραγούδι]

  1. — Φίλε, ζορίζομαι.
    — ...
    Με τρέχει η Ξένια... αυτή δηλαδή τρέχει, όλο σεμινάρια, φωτογραφία, ψυχόδραμα, τάι τσι, μπούτο, γιόγκα, ό,τι σκατά ακούσει τρέχει πρώτη... αλλά τρέχω κι εγώ... την άλλη φορά μου 'λεγε να αναπνέω απ' τον πρωκτό...
    — Συνιστώ λάτζα γιόγκα.

Στον κόσμο της Λάτζα Γιόγκα είστε εσείς και ο εαυτός σας (από xalikoutis, 19/09/08)

Εναλλακτικές πρακτικές αυτοβελτίωσης και αυτοβοηθείας: αυτοψυχοψάξιμο, κινονία, ταβανοθεραπεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κύριος και Κυβερνήτης (ιστιοφόρου πλοίου) αλλά κατά βάση ένας ακόμα επινοημένος τίτλος που αποδίδεται σε Γουίνστον Γουλβς, Μαγκάιβερς, ακριδάτους, και γενικά τρισδιάστατους και ανοξείδωτους καταφέρτζουλες ανθρώπους που στους φακούς των γυαλιών τους προβάλλονται διαρκώς σχετικές με την κατάσταση ενότητες του οδηγού επιβίωσης των SAS. Εάν η διάθεση είναι ειρωνική έχουμε να κάνουμε με Master Debators.

Τη δύναμη του ο τίτλος την αντλεί από το ότι απηχεί την υπακοή που εκφράζεται τόσο με την δουλοπρέπεια μπρος στην ισχύ του «Yes Master» όσο και την πειθήνια εκτέλεση εντολών του «Jawohl! Herr Kommandant».

O αιώνιος αντίπαλος του Master Commander είναι φυσικά ο Cobra Commander.

- Σε είκοσι λεπτά....; Μα πόσο master commander είσαι...
- Δε βρήκα κίνηση ρε συ...

- Δικέ μου μη μου το παίζεις master commander γιατί μου γκίζει, κοιμήθηκε ο Θεός να 'ούμε, γαμώ την κωλοφαρδία σου γαμώ...
- Ε, ξερ'ς τώρα συ, ξέρ'ς τώρα συ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Mix-grill ή mixed-grill: Το άτομο που είναι και καμμένο και μυαλό ανεμόμυλος, ο ετεροκλήτως και χορταστικά οτινάνας η συνδιαλλαγή με τον οποίο κάνει τα μηνίγγια σου να τσιτσιρίζουν.

Για να μάθετε περισσότερα για το mixed-grill δείτε αυτότο mix-grill άρθρο της Βικούλας.

- Καλά, το ξέρεις ότι ο Κουφοντίνας αφού απέδρασε με το ελικόπτερο από τον Κορυδαλλό πήγε και έμαθε στους λαθρομετανάστες το κόλπο να ράβεις το στόμα σου για να μη μπορούν να σε αναγκάσουν να ομολογήσεις ποιος σε έβαλε να κάνεις απεργία πείνας; Ο ξάδερφός μου μου το είπε που είναι αστυνομικός.
- Χρύσα μου, είσαι εντελώς mix-grill, ας μιλήσουμε καλύτερα για το διορισμό σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιότροπη έκφραση που λέγεται (συνήθως δυο φορές) αντί του «θα σε γαμήσω» σε τεταμένες καταστάσεις, αλλά συνήθως με διάθεση να αποφύγει κάποιος έναν τσαμπουκά με κάποιον που έτσι κι αλλιώς τον έχει...
Φράση σαν το «έχε χάρη» δηλαδή, αλλά που αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, ιδίως αν ο άλλος ανταπαντήσει...

- Φίλε μου, την κοπελιά την ξέρεις... πες μου, τηνε ξέρεις;
- Την ξέρω ρε φίλε, έχεις πρόβλημα...
- Από πού τηνε ξέρεις δηλαδή ρε φίλε;
- Τ' είσαι συ ρε κουμπάρε να πούμε; Νταβάς της;
- Τ' είμαι εγώ;... Εγώ ποιος είμαι;... Εγώ ποιος είμαι;... Α να σε γαμήσω... α να σε γαμήσω ρε μπαγλαμά... άιντε αραίωνε μη σου βγει ξινό... Άιντε κι είναι το μαγαζί γνωστό...
- Τι λες ρε βοσκέ...
ακολουθεί πατιρντί

(από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταλαιπωρημένη η γαλλική φράση à propos (που έχει περάσει και στα αγγλικά). Σημαίνει επί τη ευκαιρία ή ειρήσθω εν παρόδω, ή btw... στα ελληνικά υπάρχει από παλιά και ο ηλεκΤριανταφυλλίδης το αναφέρει με την παραπάνω έννοια.

Το α προπό όμως χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον ως εξής: α ΠΡΟ.ΠΟ., δλδ. «όπως το ΠΡΟ.ΠΟ.», δλδ. (για τους μη επιστήμονες του παιχνιδιού) στην Τύχη, με μαντεψιά.

Η φράση απαρχαιώθηκε όταν βγήκε το λόττο (κι έπειτα το τζόκερ) όπου ο παράγων κωλοφαρδία είναι πολύ πιο καθοριστικός. Το ωραίο με τη φράση είναι ότι όσοι/ες τη χρησιμοποιούσαν/χρησιμοποιούν λάθος είχαν την εντύπωση ότι ήταν/είναι σωστοί, άρα πρόκειται και για γαλλικούρα πρώτης γράμμης.

(Μαγκιώρος καθηγητής παλαιάς κοπής σε φροντιστήριο) - Ρε παιδιά, ρε παιδιά...εγώ σας άκουσα να 'ούμε κι έβαλα ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, πώς-τις-λένε, για να μην κουράζεται το χεράκι σας να' ούμε, να μην έχετε να γράφετε κατεβατά να 'ούμε, κι εσείς πήγατε και μου απαντήσατε α ΠΡΟ.ΠΟ., αέρα πατέρα. Έχασα πάσα ιδέα, να μην ξαναεπαναληφθεί να 'ούμε..

α ΠΡΟ.ΠΟ. ένα μύδι! (από Hank, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενο αρκτικόλεξο για τους ΑΓΑνακτισμένους ΠΟλίτες: τους συνοικιακούς σπασαρχίδες που μονίμως διαμαρτύρονται ενάντια σε α. «παλιόπαιδα» που τα σπάνε χωρίς λόγο
β. μετανάστες στη γειτονιά τους που βρωμάνε
γ. μπουρδέλα στη γειτονιά τους που έχουν αρρώστιες και δίνουν στα παιδιά λάθος πρότυπα και το έιτζ ίσως δ. κέντρα απεξάρτησης στη γειτονιά τους που διαδίδουν τα ναρκωτικά
ε. ψυχιατρικούς ξενώνες που μεταδίδουν τη σχιζοφρένεια στ. την κατάπτωση των ηθών γενικότερα, τα σκουλαρίκια και όσους παίζουν μουσική μετά τις 11 το βράδυ

Κάνουν δηλώσεις στα κανάλια ζητώντας περισσότερη αστυνόμευση. Σεβάσμιοι ενορίτες και χειροφιλητές του κάθε παπαρούπα, συχνά κλακαδόροι μπραβοδημάρχων. Αφόρητοι ακόμα κι όταν δε δουλεύουν για την ασφάλεια (όπως τότε που υπήρχε τάξη).

Ο δήμαρχος έχει τσιμεντάρει τα πάντα και ο κόσμος ασχολείται με τους ξένους που αράζουνε στην πλατεία. Βγήκε και ένας μαλάκας ΑΓΑ.ΠΟ. στο TeleKolopetinitsa και τα έχωνε...

S.A.G.A.P.O. Ες Έι Τζι Έι Πι Όου (από Hank, 21/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified