Ύστερα από παραγγελιά του σλάνγκαρχου GATZMAN δεν μπορώ παρά να ανταποκριθώ σ' αυτήν την συνέχιση της frappé saga.

Κατά το «πρωινός καφές», λοιπόν, το μαγκαζίνο του Αντένα που καθιέρωσαν κυρίως η Ρούλα Κορομηλά και η Ελένη Μενεγάκη, σλανγκίζεται ο «πρωινός φραπές».

Πρόκειται για τον φραπέ που χτυπιέται και σερβίρεται στις πρώτες πρωινές ώρες στα γνωστά ευαγή ιδρύματα από ανασεισιφάλλους, που οσοδήποτε ξανθιές, έχουν πάντως μεγαλύτερο I.Q. από Μενεγάκη και τις όμοιες.

[i]Ιδιαιτερότητες σε σχέση με τον νυχτερινό φραπέ[/i]: Καθώς γίνεται στις πρώτες πρωινές ώρες, έχουν τελειώσει οι περιττές πολυτέλειες και γκλαμουριές, όπως χορευτικά, ποτά με φραπεδιάρες που την έχουν δει Γιαλόμα κ.τ.ό., έχουν φύγει τα ψιμύθια κι οι εξωραϊσμοί, και απομένει γυμνή (pun intended) η παρακμή του φραπενέ. Από την άλλη, το καλό είναι ότι υπάρχει μια επικέντρωση στο φραπέ, χωρίς κανέναν αντιπερισπασμό από κουβεντούλες, πουτά-χουρούς κ.τ.λ. Οπότε για τους ορκισμένους φραπεμανιακούς (με την κακή έννοια) ο πρωινός φραπές αποτελεί απόσταγμα εμπειρίας.

[i]Παρενέργειες[/i]: Μπορεί οι ρουμάνοι (με την ευρεία έννοια) του μαγαζιού να κρίνουν ότι ήρθε η ώρα να κλείσει το μαγαζί και να ανάψουν ξαφνικά τα φώτα. Οπότε να φωραθεί η ανασεισίφαλλος επί το έργον και ο φραπεδόβιος να μην ξέρει πού να κρυφτεί. Καθώς μάλιστα το φραπέ θεωρείται τύποις παράνομη δραστηριότητα (άκουσον άκουσον! Διάγουμε εποχή φραπεαπαγόρευσης!) η δύσμοιρη ανασεισίφαλλος κι ο έκπληκτος παρτενέρ της ενδέχεται να εισπράξουν φαρισαϊκούς αποτροπιασμούς, ή, αντιστρόφως, σκωπτικά χειροκροτήματα για τα φραπε-μεράκια. Γενικά, όχι και ό,τι καλύτερο αυτό το αυξημένο ρίσκο του πρωινού φραπέ.

[i]Πρωινός φραπές και επαγγελματική ζωή[/i]: Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες φραπεδόβιων. Αφενός αυτοί που πάνε από τη νύχτα στο φτωχό πλην τίμιο φραπενείο και την βγάζουν σερί μέχρι το πρωί. Με λίγα λόγια οι καρακαμένοι του κωλομπαρεύειν, το αντίστοιχο των καβουροσλανγκοσαύρων στο σάιτ μας. Αυτοί την άλλη μέρα στην δουλειά ή όπου αλλού είναι ζόμπι. Αφεδύο οι πολύ γιάπηδες φραπεμανιακοί που είτε πάνε νωρίς τη νύχτα στο ίδρυμα στην λογική του «αν κοιμηθώ νωρίς (λέμε τώρα...), θα σηκωθώ νωρίς»... Ή ακόμη καλύτερα, για να γλιτώσουν τις περιττές φιοριτούρες (ποτά-προγράμματα) πάνε στο φραπενείο νωρίς το πρωί, πριν την δουλειά τους. Αυτοί είναι οι φύτουκλες του φραπέ, πάντως η τακτική αυτή δίνει λιγότερο στόχο αν είσαι οικογενειόρχης, αφού γίνεσαι και αντικείμενο θαυμασμού για το πόσο πρωί πας στην δουλειά. Στους τελευταίους, το φραπέ έχει περίπου ό,τι επίδραση έχει γενικά η λεγόμενη πρωϊνή, λίγο μόνο καλύτερο κέφι. Να διευκρινίσουμε, βέβαια, ότι οι οπαδοί του πρωινού φραπέ δεν είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα των φραπεδόβιων, αφού η μεσογειακή διαστροφή επιτάσσει κυρίως νυχτερινό φραπέ.

Τέλος, μελετάται από τους σλανγκολόγους αν η έκταση του φαινομένου δικαιολογεί έκφραση «κόψε τον πρωινό», προκειμένου περί του ετεροφραπεδιασμού, κατά το κόψε την πρωϊνή για τον αυτοφραπεδιασμό.

- Τι έχει ο Τρομπάκης; Όλο μαλακίες κάνει σήμερα στο γραφείο.
- Και του έλεγα: Κόψε τον πρωινό φραπέ! Όχι άλλο Μενεγάκη, νισάφι!
- Μπα, νομίζω ότι ο πρωινός φραπές του ανεβάζει το ηθικό και το ανήθικο. Όταν δεν χτυπάει πρωινό φραπέ έχει το ακαφελόγιστο!

"Πρωινό καφέ το λέμε τώρα;". Αθάνατος ελληνικός πηδηματογράφος! (από Hank, 04/05/09)(από Khan, 05/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μη χείρον βέλτιστον σημαίνει «το λιγότερο κακό είναι το καλύτερο», δηλαδή «και μη χειρότερα». Στην περίοδο της γρίπης των χοίρωνε γράφεται σλανγκικώς με όμικρον ιώτα για να δηλώσει ότι ό,τι δεν έχει σχέση με χοίρους είναι καλύτερο, καθότι πιο ασφαλές για την δημόσια υγεία. Νενίκηκά σε Σεφερλή!

- Έπρεπε, λοιπόν, να διαλέξω: Να εισάγω χοίρους από Μεξικό ή κοτόπουλα από Κίνα;
- Εδώ που φτάσαμε, Μανωλιό μου, το μη χοίρον βέλτιστον!

(από GATZMAN, 04/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρουμάνε ημών ο εν τοις Ουκρανοίς,
σλανγκισθήτω το όνομά σου,
ελθέτω η Ρουμανία σου,
γεννηθήτω το θέλημά σου,
ως εν τοις μοδίστροις, και επί των Σλάνγκων.
Το λήμμα ημών το επιούσιον
δος ημίν σήμερον,
και άφες ημίν τας μπαγαποντοδοσίας ημών,
ως και ημείς αφίεμεν τους κατωποντοδότας ημών,
και μη εισενέγκης ημάς εις μπανισμόν
αλλά ρύσαι ημάς από του σπαστηρού,
αατα

Ασίστ: Γκάτσμαν

Κανονικά πρέπει να λέμε την σλανγκική προσευχή κάθε πρωί, πριν αρχίσουμε την σλανγκομέρα μας. Ετς! Όπως στο σχολείο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανθεί η σλανγκ γύρω από τα εξανθήματα! (pun intended ο πούστης!).

Όπως κατεδείχθη πρόσφατα, υπάρχει η έκφραση βγάζω σπιθουράκια με, που μπορεί να ειπωθεί και ως: βγάζω μπιμπίκια, βγάζω σπυριά, βγάζω σπυράκια, βγάζω φλύκταινες, παθαίνω αναφυλαξία. Έχουν ενδιαφέρον οι ετυμολογίες όλων αυτών των σιχαμερώνε πραγμάτωνε. Ετυμολογίες:

σπυράκι < σπυρί < σπυρίον, υποκοριστικό του αρχαίου < σπυρός, με ανάπτυξη προθεματικού σίγμα (όπως σβώλος- βώλος) από < πυρός = κόκκος σιταριού.

φλύκταινα < φλύω = είμαι χυμώδης, ανθηρός/ βράζω, κοχλάζω/ κάνω εμετό/ φλυαρώ. Ομόρριζα τα φλοίσβος, φλοιός, φλούδι, λατινικό fluere αγγλικό fluently κ.ά.

αναφυλαξία, αντιδάνειο από το αγγλικό < anaphylaxis < αρχαίο ελληνικό φύλαξις.

σπιθουράκι < σπιθούρι < σπίθα + ούρι (πρβλ μνήμα- μνημούρι).

μπιμπίκι, υποκοριστικό του < μπίμπικας < αρχαίο ελληνικό βέμβιξ = σβούρα, ρόμβος. Ή < ιταλικό bimbo = μωρό. Πρβλ. bimbo.

Και ερχόμαστε στο θέμα, όπου η σλανγκολογία σηκώνει τα πόδια ψηλά! Υπάρχει λέξη μπισμπίκι; Και αν ναι, από που προέρχεται; Ο Μπάμπης δεν έχει λήμμα μπισμπίκι στο Λεξικό του, αλλά ως γνωστόν, λήμμα, ο απεδοκίμασεν ο Μπαμπινιώτης, τούτο εγενήθη εις κεφαλήν της σλανγκ. Αποφάσισα αντ' αυτού να ζητήσω την βοήθεια του Πονηρόσκυλου και αφού έδωσε τα φώτα του καταλήξαμε στα εξής.

Αφενός, υπάρχει το μπιμπίκι, για το οποίο ο Μπάμπης δίνει το βέμβιξ = σβούρα, αλλά κρατάει και μια πισινή με το ιταλικό bimbo. Αφετέρου, υπάρχει ο γερομπισμπίκης, δηλαδή ο πορνόγερος που θυμίζει πατέρα Καραμάζοφ, και στον οποίο ενδέχεται το λαγνογλοιώδες βλέμμα να συνδυάζεται με πολλά γέρικα μπιμπίκια και παραμορφώσεις του δέρματος λόγω του γήρατος μάλλον ή της εφηβείας.

Μπισμπίκι σκέτο υπάρχει, όθεν το γερομπισμπίκης;

Το Πονηρόσκυλο μου επέστησε την προσοχή σε ετυμολογία του γερομπισμπίκη από το τούρκικο beşbıyik, το οποίο σημαίνει μούσμουλο. «Φαίνεται να υπάρχει ομοιότητα ανάμεσα στο beşbıyık και το μπισμπίκι - με μια δόση υπερβολής, μπορεί να φανταστεί κανείς ένα μεγάλο, σάπιο μούσμουλο, μαυρισμένο να παρομοιάζεται με μπιμπίκι - ή, έστω, με μπισμπίκι, αν έτσι το πούμε» οσφράνθηκε το Πονηρόσκυλο. Προσωπικά, έχω ακούσει πολλές φορές την λέξη μπισμπίκι και μου φαίνεται πιθανή η ετυμολόγηση αυτή. Στο κάτω κάτω τι καλύτερο έχουν από τα μούσμουλα οι σβούρες, οι κόκκοι σιταριού, οι σπίθες, τα μωρά και οι φλοίσβοι;

Τατιάνα, η γνωστή (αν μιλούσε σλανγκ): Ήταν πραγματικά φρικτό! Ήρθε ένας γερομπισμπίκης, γεμάτος μπισμπίκια, φλύκταινες, μπιμπίκια, αναφυλαξίες, σπυριά, σπιθουράκια, και ήθελε και φραπέ ο απεόφοβος! Είχε δει τη μούρη του στο facebook; Και το χειρότερο: Δεν είχε άνεση στις τετάρτες- πέμπτες και βγάλανε μπισμπίκια τα χέρια και τα πόδια μου ως να τον παρηγορήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φραπομούνα, η νέα -μούνα, που, αν δεν την είχε ανακαλύψει ο Vrastaman, θα έπρεπε να την εφεύρουμε, συνδυάζει δύο από τις μεγαλύτερες εποποιίες του σάιτ μας: Την saga του φραπέ και την saga της -μούνας. Πρόκειται για μια ιδεώδη σλανγκική σύνθεση, μια σλανγκική Dream Team, που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με μια *λολομούνα, ένα *λολοφραπέ, ή ένα frappé dentatum, τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν, οπότε την καθιστούν μοναδική.

Νιώθω μικρός για να περιγράψω τοιαύτη σλανγκική οντότητα. Οπότε περιμένοντας να συμπληρωθώ ή και να διαψευστώ από έτερο Σλάνγκο επιθυμώ ως νύξη μονάχα να εισαγάγω μια ρεβιζιονιστική υπόθεση εργασίας.

Αν ως φραπεδιάρα εννοούμε την επαγγελματία του φραπέ και φραπαιδοιάρα (κατά Γκατσάνδρα) την μουνάρα τοιαύτη, τότε η φραπομούνα είναι ο generic term, που περιλαμβάνει και τις ερασιτέχνιδες και ίσως κυρίως αυτές.

Κι έρχομαι στον ρεβιζιονισμό: Μια περίπτωση φραπομούνας παρουσιάζει ο Luis Bunuel (Ισπανός, άρα μεσογειακή διαστροφή) στην ταινία του «το Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας» (Le Journal d' une Femme de Chambre) με Μισέλ Πικολί και Ζαν Μορώ (ή Μωρό;). Εκεί η φραπομούνα είναι μια θεούσα, που δεν θέλει να κάνει σεξ με τον άντρα της σε περίοδο νηστείας, και ο εξομολόγος της την συμβουλεύει να κάνει φραπέ για το καλό και των δύο. Καθότι το φραπέ (εφόσον γίνεται αλτρουιστικά) σε αντίθεση με το γαμήσι δεν είναι θανάσιμο αμάρτημα. Φραπεδιασθείς ήταν ο Μισέλ Πικολί, αναπληρωματική φραπεδιάρα το Ζαν Μωρό, κύρια φραπομούνα η Françoise Lugagne.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γενικά εφόσον το φραπέ: α) Αφενός είναι κάτι εξαιρετικά αλτρουιστικό που δεν προσπορίζει ηδονή στην γυναίκα. β) Αφεδύο, είναι κάτι που δεν χαρακτηρίζει μια πιο τελειωμένη κοπέλα (με την καλή έννοια), όπως το στοματικό και το πρωκτικό.

Τελικά, το φραπέ χαρακτηρίζει μια κατά βάση συντηρητική γυναίκα, η οποία είναι ενσωματωμένη σε πατριαρχικές δομές, αλλά χωρίς να γίνεται σκλάβα του σεξ. Θέλει να παρέχει ηδονή στον κύρη του σπιτιού και να τον οδηγήσει στην ολοκλήρωση. Αυτό φαίνεται και σε περιπτώσεις, όπου λόγω περιόδου, προχωρημένης εγκυμοσύνης, ίσως πένθους, ή κάποιου ψυχολογικού λόγου, ή λόγου υγείας, η φραπομούνα δεν μπορεί να κάνει κολπικό σεξ, αλλά δεν είναι και έτοιμη να πει στον παρτενέρ της μεγαλόψυχα κι αν έχω και περίοδο, έχω και άλλη δίοδο ή να γίνει τίγραινα για χάρη του έρωτά τους. Είναι όμως πρόθυμη να παράσχει απλόχερα το καφέ της Χαράς.

Οπότε την φραπομούνα την αντιλαμβάνομαι βασικά ως μια παραδοσιακή μορφή της καλής νοικοκυράς, που είναι δούλα και κυρά, μιας ευμενούς δέσποινας που ξέρει να τηρεί τις ισορροπίες για να στηρίξει το σπιτικό της.

Βεβαίως, ίσως αδικώ το φραπέ παρουσιάζοντας το ως γινόμενο μόνο εξ ανάγκης (περίοδος, εγκυμοσύνη, λόγοι υγείας). Μπορεί να γίνεται και στα πλαίσια μερακιών στα προκαταρκτικά ή και στα άφτερ, ή από τον πρώτο γύρο στον δεύτερο και το νιοστό στα πλαίσια ορθοπεϊκής ασκήσεως. Ή όταν οι παρτενέρ ροντάρουν κι είναι σαν δυο παιδιά που ανακαλύπτουν τον κόσμο. Σε κάθε περίπτωση πάντως η φραπομούνα μου κάνει για χειρώναξ και μου θυμίζει αυτές τις δυνατές Ελληνίδες της παράδοσής μας, που ήξεραν να στηρίξουν το σπίτι τους, το νοικοκυριό, τον Ελληνισμό. (Άλλωστε, όταν οι άλλοι δεν είχαν ακόμη ανακαλύψει τον καφέ, εμείς είχαμε αναγάγει σε τέχνη το ανασεισιφαλλίζειν).

Τα πράγματα αλλάζουν με τις επαγγελματίες φραπομούνες. Αφενός είναι οι φραπεδιάρες των ευαγών ιδρυμάτων. Που κι αυτές στο κάτω κάτω είναι συγκριτικά αξιοπρεπείς παρουσίες. Όπως και οι φραπομούνες διαφόρων στυλ peep show (όχι απαραίτητα πιπ σόου), ιδίως στο εξωτερικό, που κι αυτές μπορεί να είναι πτωχές πλην τίμιες βιοπαλαίστριες, όπως έδειξε πρόσφατη αγγλική ταινία. Αφεδύο, πρωταγωνίστριες τσόντας που ρίχνουν τον φραπέ είτε για λόγους ορθοπεϊκής, είτε στην τελική διασπερμάτευση, κατά το διαφημιστικό σλόγκαν μην τα πιείτε, λουστείτε.

Ενδιάμεση κατηγορία μπορεί να αποτελέσουν οι παιγνιώδεις φραπομούνες, που το εξασκούν σε λάθος ώρες, λ.χ. κατά την οδήγηση, αντί ξυπνητηριού, για να σου αποσπάσουν την προσοχή από την δουλειά ή από την λημματογράφηση στο slang.gr κ.τ.λ. Σε φραπομούνες αποδίδονται πολλά από τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα εν Ελλάδι.

Συνώνυμο: αυνανισμός à deux (κατά το ναρκισσισμός à deux).
Υπερθετικό: φραπομούνα με ρόζους.
Αντίστοιχο του vagina dentata: φραπομούνα με νύχια, vagina unguita.

- Τά 'μαθες; Θα κυκλοφορήσει το σίκουελ του Teeth! Λέγεται Nails κι έχει πρωταγωνίστρια μια φραπομούνα που ευνουχίζει τους εραστές της με τα νύχια της!
- Ετς! Γουστάρω! Θα φχαρστθούμε ταινία τρόμου! Μόνο μπλακ δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση ροζιασμένα χέρια είναι μαστ σε νεοελληνικά μυθιστορήματα παλαιάς κοπής, λ.χ. Βενέζη και ξέρω 'γω, για να περιγράψει τον κάματο του χειρώνακτα, του αγρότη κ.τ.λ.

Σλανγκίζεται για να περιγράψει αυτόν που έχει βγάλει ρόζους στα χέρια απ' την πολλή μαλακία. Δηλαδή τον χειρώνακτα που με τον ιδρώτα των χεριών του, πίνει το φραπέ του.

Λέγεται και στο δεύτερο πρόσωπο, έχεις βγάλει ρόζους στα χέρια, μαλάκα! ως βρισιά. Προσδιορίζεται στα χέρια, για να μην συγχέεται με το από την πολλή δουλειά, ο κώλος σου έχει βγάλει ρόζους, ο ρόζος κ.τ.ό.

Α πάαινε ρε μαλάκα, έχεις βγάλει ρόζους στα χέρια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφού έχουμε λημματογραφήσει ο,τιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς σε φραπέ, είπα να το γυρίσουμε και στη σοκολάτα βιενουά. Να πρωτοτυπήσουμε βρε αδερφέ, όχι όλο τα ίδια και τα ίδια.

Σοκολάτα βιενουά, λοιπόν, είναι ο εκτεταμένος τύπος του σοκολάτα που σημαίνει τους λεγομένους «έγχρωμους», αυτούς με κάπως καφετί δέρμα. Το έχω ακούσει κυρίως από γυναίκες για μαυρούκους άντρες, αλλά δεν αποκλείω να το πει και άντρας για Αφροξυλάνθη, κοινώς μουνί (τ)σοκολάτα.

Απ' όταν γνώρισε τον Πιερ ο Πέρι άφησε το φραπέ λούγκο κι άρχισε την σοκολάτα βιενουά.

Ωωω, ααα (από Galadriel, 31/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Προτεινόμενος λόγιος σλανγκισμός για να οριστεί μία συνήθης διαταραχή περί το σεξ και τζέντερ, που παθαίνουν συνάνθρωποί μας από το ιντερνέτι.

Αν, δηλαδή, Πανα-e ή e-Παναή λέμε τον άντρα που χρησιμοποιεί τα διαδίχτυα για να κάνει παρενδυσία, να γίνει e-τραβέλι και να κάνει την γκόμενα, παίζοντας ανερυθρίαστα με τον πόνο των e-πούτσων...

...Τότε Καλλιπάτ-e-ρα λέμε το αντίστροφο: Μια γυναίκα, η οποία χρησιμοποιεί αντρική ταυτότητα, όνομα και άβαταρ, για να αλώσει έναν θεωρούμενο αντρικό χώρο ή αντρική παρέα. Η Καλλιπάτ-e-ρα ενδεχομένως θεωρεί ότι ένας ιντερνετικός χώρος ταιριάζει πιο πολύ σε άντρες, τουλάχιστον κατά την συμβατική παραδοσιακή έννοια, οπότε μόνο μεταμφιεζόμενη σε άντρα θα μπορέσει να σπάσει το άβατο.

Εμπνέεται από την ιστορική μορφή της Καλλιπάτειρας. Η Καλλιπάτειρα, κόρη του Ολυμπιονίκη Διαγόρα του Ρόδιου, ήταν η πρώτη γυναίκα της αρχαιότητας που μπήκε μέσα σε αθλητικό χώρο και παρακολούθησε τους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι κανονισμοί απαγόρευαν την είσοδο και την παρακολούθηση των αγώνων για τις γυναίκες, αλλιώς τιμωρούνταν με θάνατο. Η Καλλιπάτειρα, θέλοντας να θαυμάσει το γιο της που αγωνιζόταν στην πάλη, μεταμφιέστηκε σε άνδρα και παρακολούθησε τον αγώνα, αλλά προδόθηκε από τον ενθουσιασμό της για τη νίκη του γιου της. Ωστόσο, δεν της επιβλήθηκε η θανατική ποινή, καθώς η οικογένειά της είχε βγάλει σειρά Ολυμπιονικών (πατέρα, σύζυγο, αδέλφια, γιο, ανιψιό). Ως παρόμοια παραδείγματα μπορούμε να αναφέρουμε τον θρύλο της «Πάπισσας Ιωάννας», της γυναίκας που έγινε Πάπας. Ή τους διάφορους θρύλους για γυναίκες που έσπασαν το άβατον του Άθωνος ντυμένες ως άνδρες μοναχοί.

Καθώς η σλανγκ θεωρείται συμβατικά πιο αντρική, λόγω βρισιδιού, μιας ενίοτε φαλλοκρατικής (ή φαλλοφραπικής αντιμετώπισης των σεξουαλικώνε ζητημάτωνε), κινούνται ενδεχομένως καλλιπάτ-e-ραι και στο σάιτ μας. Η μεγάλη διαφορά από την Σλανγκοφοριάζουσα, είναι οτι η τελευταία πανηγυρίζει την θηλυκότητά της, καθιστάμενη ειδικός μουνολόγος, βυζολόγος κ.τ.ό. και αναδεικνύει την σλανγκ ως ένα κατεξοχήν θηλυκό γιορτινό ξεφάντωμα. Αντιθέτως, η καλλιπάτ-e-ρα προσπαθεί να ενσωματωθεί στην αρσενική σλανγκ και να αποκρύψει την θηλυκότητά της. Ενδεχομένως, να υποκρύπτεται εδώ μια διαταραγμένη σχέση με το σεχ & τζέντερ της, που το Ίντερνετ δίνει δυνατότητα εκδήλωσής της.

Τέλος, υπάρχουν οι μετριοπαθείς καλλιπάτ-e-ραι, που απλώς δεν σπεύδουν να δηλώσουν γυναίκες, αλλά ούτε κι έχουν πρόβλημα να βγουν από την ντουλάπα, αν τεθεί ζήτημα. Λ.χ. η ironick και η vip, σε αντίθεση με τις Mes και Pirate Jenny, που έσπευσαν ευθύς εξαρχής να προβάλουν την θηλυκή τους ταυτότητα.

  1. Από πρόσφατο άρθρο του slang.press:

Κυρία Καβουρίνα ο Βρώμικος Τάκης;

Διχογνωμία έχει ενσκήψει στο slang.gr περί το φύλο του κάβουρα. Ενώ η Ιρονίκ τον θεώρησε αρχικά ως γυναίκα βρωμόστομη κι η πλειοψηφία την ακολούθησε, ο/η ίδιος/α στην αρχή ακολούθησε παρελκυστική τακτική δηλώνοντας ουδέτερο «ντέρτι». Ενώ στην συνέχεια μας αποκάλυψε ότι είναι κάβουρας με ονοματεπώνυμο: Τάκης Βρωμοστομίδης (μεταφορά στην ποντιακή του Dirty Talking). Ενώ το ζήτημα θεωρήθηκε προς στιγμήν λήξαν κι ο κάβουρας δέχτηκε επιπλέον το προσωνύμιο του e-Παναή από τον χρήστη Vrastaman, η χρήστρια Mes θεώρησε καλό να επανέλθει. Ερειδόμενη άγνωστο σε ποια στοιχεία η Mes ούτε λίγο ούτε πολύ εξέλαβε τον πρώην Τάκη, ως μια καλλιπάτ-e-ρα, που κατά βάθος έχει γυναικεία ευαισθησία, λεπτότητα και επιμέλεια. Έκτοτε, οι περισσότεροι Σλάνγκοι θεωρούν σώφρον να βάζουν το slangically correct ο/η (/το) πριν από το «Ντέρτι», ενώ οι πιο σκωπτικοί κράζουν τον/την Ντέρτι ως «κυρία Καβουρίνα» (η γνωστή που πήγε με τον σπάρο στην Ραφήνα). Από μερικούς θεωρείται ως vagina daganata, ενώ ο Αυτοκτονημένος άλλαξε το «Τάκης» σε «Νίτσα», απ' το Ντερτιτωκινίτσα. Υπάρχουν και κάποιοι, πάντως, που υποστηρίζουν ότι το είδος Carcinosaurus Slangiensis ανήκει σε μια πρώιμη φάση της εξελικτικής αλυσίδας, που πολλαπλασιάζεται χωρίς φυλετική αναπαραγωγή και θα έπρεπε μάλλον να χαρακτηριστεί ως ερμαφρόδιτο.

  1. Το ποίημα του Λορέντζου Μαβίλη για την Καλλιπάτειρα σλανγκιζόμενο για την Καλλιπάτ-e-ρα:

«Αρχοντομούνα τσίφτισσα, πώς μπήκες;
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε». – «Έχω ένα ανίψι, τον νεοκλέα,
τρία αδέρφια, της μαλακίας ολυμπιονίκες·

να με αφήσετε πρέπει, Σλανγκοδίκες,
και εγώ να καμαρώσω μέσ' στα Ζαγοραία
λήμματα, που για τ' άστρα του Βρουβεκέα παλεύουν, θιαμαστές σλανγκιές αντρίκειες.

Με τες άλλες μούνες δεν είμαι όμοια·
στον αιώνα το άβατάρ μου θα φαντάζη
με της σλανγκομούνας τα αμάραντα προνόμια.

Με «και γαμώ» το λήμμα μου δοξάζει
ένδειξη το βέλος σταματώντας πάνου,
σε σλανγκόμετρο του χρήστου Βρασταμάνου«.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι τελείως απίθανο και παραδοξολογικό, ένα φέσι. Υπερθετικός του «τραβηγμένο». Εννοείται ότι «τραβάμε» κάτι, το ξεχειλώνουμε, αλλά άμα το παρακάνουμε, είναι σαν να το τραβάμε απ' τα μαλλιά. Λέγεται πολύ για ιστορίες που διηγούμαστε, αλλά και γενικότερα για φέσια.

Ο Βαρώνος Μυνχάουζεν έλεγε ιστορίες τραβηγμένες απ' τα μαλλιά, όπως ότι είχε πέσει σε μια κινούμενη άμμο, και βγήκε τραβώντας ο ίδιος τα μαλλιά της κεφαλής του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να είναι κάποιος λαϊκός, όχι με την καλή έννοια, όπως ο «λαϊκός» του Χαλικού, αλλά με την κακή, δηλαδή μπασκλασαρία, χυδαιότητα, χαμηλής υποστάθμης.

Σύγκρινε: γκλαμουριά, η, κλασσικούρα.

Άσμα:

Πού είναι ο Βάγκνερ που είναι ο Πουτσίνι
κανένας πια δεν έχει μείνει
μονάχα εσύ μου μένεις μόνο
γλυκιά μου αγάπη στο δηλώνω
μόνο εσύ
solo tu

Κοίταξε του κόσμου
το τέλος πια χαράζει
και η νεολαία μόνο μαστουριάζει
κοίταξε αγάπη μου
ρίξε μια ματιά
όλα τα ισοπέδωσε η λαϊκουριά.

Που είναι ο Βάγκνερ
που είναι ο Πουτσίνι
μονάχα εσύ μου μένεις μόνο
γλυκιά μου αγάπη στο δηλώνω
μόνο εσύ
solo tu

Κοίταξε τι γίνεται μες' την κοινωνία
όλοι στροβιλίζονται στην ανωμαλία
κοίταξε αγάπη μου ρίξε μια ματιά
όλοι οι διαπλεκόμενοι
μεσ' στη λαμογιά

Θέλω νά \'χω δίπλα μου γυναίκα λαϊκιά! Ημισκούμπρια. (από Hank, 13/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified