Το τηλέφωνο, ειρωνικά. Χιούμορ περασμένων δεκαετιών, όταν δεν είχαν όλα τα σπίτια τηλέφωνο. Εμπνευσμένο από την ονομασία της γερμανικής μάρκας Telefunken.

Πατέρας:
- Γιααα πιάσε μου το τελεφούνκεν ρε συ Αντώνη, να πάρω τη μάνα σου να δω αν έρχεται;...
Αντώνης (στην εφηβεία, ντρέπεται πολύ όταν ο πατέρας του λέει κοτσάνες):
- Αμάν ρε μπαμπά, πάψε να το λες έτσι, μπλάκμπερι το λένε σου έχω πει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν πίσω από τα λόγια περί ανέμων και υδάτων κρύβεται ερωτική διάθεση. Προσοχή: το λεκτικό σεξ δεν έχει μέσα καμία αναφορά στο σεξ καθεαυτό, δεν έχει να κάνει με το τηλεφωνικό σεξ ή με το e-γαμήσι, δεν έχει σεξουαλικά υπονοούμενα. Αφορά (αυστηρά) άσχετα θέματα, προσωπικά ή αυτά τα οποία κουβεντιάζουμε καθημερινά με οποιονδήποτε, αλλά είναι σεξ! Είναι τέχνη την οποία κατέχουν αμφότεροι γυναίκες και άντρες. Οι μόνες ενδείξεις του ότι πρόκειται περί ερωτικής κατάστασης είναι το βλέμμα, η χροιά της φωνής, οι κινήσεις, η στάση του σώματος, αλλά μην φανταστείτε κάτι εξεζητημένο και οφθαλμοφανές, ίσα-ίσα, το αντιλαμβάνονται μόνο αυτοί που το κάνουν ή κάποιοι μυγιασμένοι δίπλα τους (πχ η γκόμενα του ενός που τον βλέπει να παίζει έτσι με μια άλλη, ή, φευ! με άλλον).

Τέρμα φίλε, τέρμα οι σχέσεις. Κάτι συμβαίνει και δε μου φτουράνε. Θα το ρίξω στο λεκτικό σεξ, αυτό μου έχει απομείνει...

To Parfum ! (από Vrastaman, 05/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικο ή χαριτολογικό «καλώς». Τίποτα το σπουδαίο, απλώς δεν το είχαμε στο σάιτ.

- Πρέπει να φύγω.
- Καβλώς. Τα λέμε.

(από pavleas, 04/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολύ χοντρός, άντρας ή γυναίκα. Γιατί το θωρηκτό είναι κάτι το τεράστιο. Και γιατί η ομώνυμη ταινία του Αϊζενστάιν είναι κολοσσός.

Συνώνυμο: κήτος.

Μια φορά είπα να πάω και γω μόνος στο σινεμά και κάθισε μπροστά μου το θωρηκτό Ποτέμκιν ρε πούστη, μια θεόχοντρη άλλο πράμα, κι έπρεπε μες τα σκοτάδια να ψάχνω για άλλο κάθισμα...

(από ironick, 04/03/09)(από Vrastaman, 04/03/09)(από GATZMAN, 30/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μιμούμαι, ξεσηκώνω την συμπεριφορά, τις κινήσεις, το ντύσιμο, τις συνήθειες, γενικά όλη την προσωπικότητα του Άλλου χωρίς όμως να με χαρακτηρίζει τίποτε απ' όλ' αυτά γιατί η δική μου προσωπικότητα είναι χαμένη στην άβυσσο του ασυνειδήτου μου και δεν θέλω ούτε να την ξέρω, είμαι ανασφαλής και την ντρέπομαι. Συνώνυμο: «μαϊμουδίζω». Κάνω δηλαδή σαν την μαϊμού που αντιγράφει ό,τι μπορεί, χωρίς να είναι αυτό το οποίο αντιγράφει και χωρίς να συνειδητοποιεί καν αυτό που κάνει. Και δεν είμαι χαριτωμένος /-η, ενώ η μαϊμού είναι.

Σύνηθες σύμπτωμα, πχ. των fashion victims. Ηλικία αποκορύφωσης της εκδήλωσης του φαινομένου: η καταραμένη εφηβεία.

  1. (Μάνα προς κόρη)
    - Όχι δεν θα αγοράσεις ρούχα μπίλαμπονγκ. Δεν θα ξηλωθούμε εμείς επειδή θες να πιθηκίζεις!

  2. (Μάνα προς κόρη)
    - Τι γκριμάτσες είν' αυτές; Πού τις έμαθες; Δεν ήσουν ποτέ έτσι! Πάλι πιθηκίζεις;

(από pavleas, 03/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βέρα αρχοντομούνα είναι πολύ σπάνιο είδος γυναίκας. Στην ουσία δεν χρειάζεται περιγραφή, καθότι είναι απολύτως και αδιαμφισβήτητα αναγνωρίσιμη. Επειδή όμως το 99% των γυναικών, όλες δηλαδή εκτός από την ίδια, θεωρούν εαυτόν αρχοντομούνες, πρέπει τελικά να δώσουμε μια εικόνα.

Πρώτα απ' όλα, είναι από τζάκι.

Μένει σε παλιά έπαυλη η οποία της έχει κληρονομηθεί. Με μεγάλες τραπεζαρίες και με σιντριβάνια στους ήσυχους κήπους της. Δεν έχει αποκτήσει τίποτα από γάμο, όλα ήταν και παραμένουν δικά της. Οι άντρες που την περιτριγυρίζουν είναι κάθε λογής, αλλά ποιον παίρνει δεν μας λέει, γιατί η προσωπική της ζωή δεν αφορά κανέναν κι έτσι δεν θα μάθουμε ποτέ. Όταν εμφανίζεται μπροστά μας την συνοδεύει μια αίσθηση προοπτικής, σαν να έρχεται από μακριά. Τα ρούχα της είναι μοναδικά κομμάτια φτιαγμένα από καταπληκτικά υφάσματα, κυρίως φούστες ή φουστάνια και, σπανιότερα, παντελόνες. Η εμφάνισή της πάντα άψογη, χωρίς περιττές πολυτέλειες. Έχει οπωσδήποτε πολύ μακριά μαλλιά, πολύ μεγάλο στήθος, θηλυκή λεκάνη και ωραίο δέρμα να το βλέπεις και να το χαϊδεύεις. Είναι ψηλή, αισθησιακή και έχει πολύ όμορφη μύτη και οδοντοστοιχία. Δεν βάφει τα νύχια των χεριών της και δεν τα έχει πολύ μακριά. Μακιγιάρεται ελάχιστα, πλην όμως όλη μέρα. Ποτέ δεν θα εμφανιστεί ατημέλητη. Ξέρει να μαγειρεύει, αλλά δεν το κάνει ποτέ η ίδια, αρκείται στο να ετοιμάζει μικρές νοστιμιές και μοναδικά γλυκά. Ξέρει από κρασιά και από λικέρ. Ξέρει και από κοσμήματα, αλλά δεν τα χρειάζεται και σπανίως τα φορά, ίσως ποτέ. Ξέρει να μιλάει για τέχνες, αλλά δεν θέλει κουβέντες περί πολιτικής. Η μουσική είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής της. Στο κρεβάτι είναι λάγνα, απαλή, ήσυχη, νωχελική, δίνει και παίρνει τα πάντα χωρίς φωνές και επίδειξη. Και τρελαίνει τους άντρες που, μετά απ' αυτήν, δεν θέλουν τίποτε μα τίποτε άλλο στη ζωή τους, ποτέ.

Το στόμα της και το σώμα της δεν μυρίζουν ποτέ άσχημα.

Δεν υψώνει φωνή. Αρκεί που θα σηκώσει λίγο το χέρι της και όλα ρυθμίζονται. Όμως δεν σηκώνει κουβέντα. Είναι αυτή και καμία άλλη. Είναι αυτή και κανένας άλλος. Οι άντρες νιώθουν (αλλά τους αρέσει!!) μειονεκτικά απέναντί της, οι δε γυναίκες απλά ακολουθούν. Παραδόξως, δεν εμπνέει καμία έριδα, ούτε και αποτελεί θέμα για ίντριγκες. Το κύρος της είναι αδιαμφισβήτητο. Δεν έχει ανάγκη την δημοσιότητα, είναι γνωστή σε όλους. Δεν είναι μόνη, αλλά ποτέ κανείς δεν την έχει δει με στενή παρέα. Είναι κοινωνική, αλλά δεν ξημεροβραδιάζεται σε σπίτια ή σε στέκια. Και μάλλον δεν είναι ελληνίδα, ούτε αμερικάνα. Η προσωπική της ζωή, δηλαδή, παραμένει ένα μυστήριο.

Γοητεύει άντρες, γυναίκες και παιδιά, τα οποία λατρεύει, χαϊδεύει τρυφερά και μετά τα ξεφορτώνεται με ένα ελαφρύ χτύπημα στον ποπό –και αυτό είναι, υπακούν αμέσως κι ευχαρίστως, και παν να παίξουν παραδίπλα και την κοιτάνε πού και πού στα κρυφά, τόσο όμορφη είναι.

Είναι μεταξύ 30 και 50 ετών. Πιο νέα, είναι λίγο αερικό. Πιο μεγάλη, ξεχνάμε το -μούνα.

Αυτό το -μούνα, είναι αλήθεια πως δεν της ταιριάζει ιδιαίτερα και μας βάζει σε σκέψεις. Δείχνει πόσο κατώτεροι είμαστε εμείς απέναντί της, που δεν έχουμε παρά μια τέτοια λέξη για να την περιγράψουμε.

Πρόκειται συνεπώς για πολύ δυσπρόσιτο είδος γυναίκας. Επιβάλλεται στους πάντες, μόνο και μόνο από την εμφάνισή της. Ακόμα και αυτό, το πιο επιφανειακό της στοιχείο, αρκεί.

Όλ' αυτά την υποχρεώνουν να διατηρήσει το προφίλ της εφ' όρου ζωής –και όπλο της εδώ είναι η απόσταση και το ελαφρύ χαμόγελο.

Το θέμα είναι: υπάρχει;

Και απαντώ: όχι. Ή, τουλάχιστον, όχι πια. Δεν είναι τυχαίο ότι η γυναίκα αυτή ενσαρκώνεται μέσω ηθοποιών άλλων εποχών (βλ. εικόνες). Οι σημερινές ηθοποιοί αποκλείονται γιατί αναδίνουν κάτι το είτε λαϊκό (Μπελούτσι, Κρουζ) ή υστερικό και ξωτικοειδές (Κίντμαν, Μπλάνσετ).

Στην αρχοντομούνα δεν ταιριάζει λινκ και, εδώ που τα λέμε, ούτε το σλανγκ.γκρ.

Όσο για όλα τα άλλα τα λήγοντα σε -μούνα που ανέφερες αγαπητέ Χανκ όταν πρότεινες το λήμμα αυτό –και σ' ευχαριστώ–, είναι νάνοι που προσπαθούν να φτάσουν στο ύψος μιας τέτοιας γυναικάρας.

Τελεία και παύλα.

Ε όχι δα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κατά κοινωνίαν (παλιά χρήση): αυτός που διαφθείρει τις γυναίκες, δηλαδή τις καθιστά μη αγνές, μη παρθένες.

  2. Κατά κόσμον: το εργαλείο με το οποίο ανοίγουμε τρύπες σε ένα φύλλο χαρτί ώστε να περνάει μέσα στο ντοσιέ

  3. Κατά σλανγκ, όπου παίρνει κεφαλαίο διότι αποτελεί τίτλο: η σύγχρονη εκδοχή του πολυπόθητου ξεπαρθενευτή. Είναι ο εξολοθρευτής παρθενικών υμένων, αυτός που άθελά του ή από βίτσιο έχει στο βιογραφικό του πολλές υμενοδιαρρήξεις κι έτσι ετοιμάζει τις φιλόδοξες κορασίδες για τον μετέπειτα δρόμο τους, επί του οποίου αυτές θα οδεύουν απαλλαγμένες από το στίγμα της παρθενίας. Πρακτική την οποία εφαρμόζουν εξίσου συχνά και οι λεσβίες για να ξεπαρθενευτούν (κάπου τους χρειάζεται και ο άντρας).

σημ.: στο λήμμα δεν μπήκε με κεφαλαίο για να μην δημιουργηθούν τεχνικά προβλήματα στο σύστημα (σοβαρολογώ)

3.1.
- Ποιος ήταν αυτός που σου μίλαγε; Κι αυτόν τον έχεις πάρει;
- Έλα μωρέ, πώς κάνεις έτσι... Ο Διακορευτής μου ήτανε, σιγάα!

3.2
Από το διαδίκτυο:

Η παρθενιά μιας φοιτήτριας έφτασε στο ποσό των $3.5 εκατ.!Μια φοιτήτρια, από τις ΗΠΑ, που αποφάσισε να βάλει σε δημοπρασία μέσω διαδικτύου την παρθενιά της με σκοπό να πληρώσει το μεταπτυχιακό της είδε τις πρόσφορες να έχουν φτάσει στο αστρονομικό ποσό των 3.5 εκατομμυρίων δολαρίων! Η 22-χρονη Natalie Dylan, από το San Diego, πουλά την παρθενιά της με σκοπό να χρηματοδοτήσει το μεταπτυχιακό της στην ψυχολογία με ειδίκευση την οικογενειακή συμβουλευτική.

Η νεαρή αναφέρει πως η προσφορά της για σεξ μια νύχτας προσέλκυσε πάνω από 10.000 άντρες υποψηφίους!

Οι προσφορές ξεκίνησαν από τα 243.000 δολάρια τον Σεπτέμβριο όπου και ανακοινώθηκε η «πρόσκληση ενδιαφέροντος» και πλέον έχουν φτάσει στο αστρονομικό ποσό των 3.5 εκατομμυρίων δολαρίων!

Η Natalie Dylan πείστηκε να ενδώσει στο εγχείρημα από την αδελφή της, Avia, η οποία για να πάρει το πτυχίο της εκδιδόταν επί τρεις εβδομάδες.

«Γνωρίζω ότι πολλοί θα με κατηγορήσουν για αυτό αλλά δεν με ενδιαφέρει. Δημοπρατώ την παρθενιά μου και όχι τον εαυτό μου. Πιστεύω πως και οι δυο πλευρές θα επωφεληθούμε από αυτό,» ανέφερε η 22-χρονη φοιτήτρια.

(από Τσακ εις την μέσην, 25/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Εκτός από τους ήδη υπάρχοντες ορισμούς, έχω να προσθέσω και τους εξής:

  1. «Κόβω βόλτες» (οχούμενος ή μη): πάω κι έρχομαι ανυπομονώντας να γίνει αυτό που περιμένω (να παρκάρω, να βγει ο γιατρός από το δωμάτιο της άρρωστης μάνας, να περάσει η ώρα, να περάσει ο πόνος, η αϋπνία, κλπ)

  2. στην έκφραση «Κόφ' το» = πάψε!: παύω, σταματάω αυτό που λέω ή αυτό που κάνω.

  3. «Κόβει» η μαγιονέζα ή το αυγολέμονο: χαλάει, δεν δένει, το αυγό γίνεται κομματάκια και χωρίζουν τα συστατικά της.

  4. Αλλοιώνεται η έκφρασή μου επειδή είμαι άρρωστος

  5. «Κόβω την τράπουλα»: την χωρίζω στα 2 για να ξαναγίνει ένα μάτσο και να μοιράσει ο επόμενος

  6. Σταματάω την φιλία μου με κάποιον /-α (στο δημοτικό λέγαμε «Μμμμ, κόψε!» και δίναμε στη φίλη μας τον μέσο και τον δείκτη ενωμένους ώστε αυτή να πιστοποιήσει το τέλος της φιλίας χωρίζοντάς τους. Πιο πολύ για πλάκα.)

  7. Στην έκφραση «μου κόβει»: είμαι έξυπνος, παίρνει στροφές το μυαλό μου.

Επιπροσθέτως βλ. και κομμένος 1 και 2.
Σα να μη θυμάμαι τώρα κάτι άλλο. Το λανσάρω λοιπόν -για να μη μείνει στο πρόχειρο κανα δεκάμηνο- και, όποιος έχει κάτι να προσθέσει, ιζ βέλκαμ.

  1. Πενήντα λεπτά έκοβα βόλτες μες τη νύχτα σε όλη τη γειτονιά να βρω να παρκάρω, γαμώ τα έργα μου γαμώ!

  2. Για δεν το κόβεις πια ρε μεγάλε, αρχίζει και κουράζει σου λέω!

  3. «Χτύπα τα πόδια σου Κινέζα
    για να μην κόψ' η μαγιονέζα»
    (από την «Λιλιπούπολη», και μετά σου λέει ότι οι αριστεροί δεν είναι ρατσιστές)

  4. Βάλε μπόλικο διορθωτικό σήμερα γιατί έχεις κόψει πολύ, τόσες μέρες άρρωστη. (παραλλαγή = «είσαι πολύ κομμένη»)

  5. Κόψε ρε μαλάκα να τελειώνουμε, όλο το σταυρώνεις με το καλό το δαχτυλάκι!

  6. - Τώρα τελευταία δεν βλέπω συχνά τη Λίλιαν με την Λάουρα, τι παίζει;
    - Καλά δεν τά 'μαθες ότι έκοψαν από τότε που η Λάουρα έσκασε μύτη με το ίδιο φουστάνι;

  7. Από το παράδειγμα του λήμματος γκιούμι:
    - Μα πού έβαλες τα κλειδιά;
    - Κάτω απ' το πατάκι, σου είπα!
    - Για να τα βρει όποιος θέλει και να μπει σαν κύριος στο σπίτι; Τι γκιούμι! Καλά τόσο δεν σου κόβει;

Η προέλευση του "κόβω λάσπη". (από Cunning Linguist, 11/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«ΒΙΟ», δηλαδή βιολογικό.

Το λέμε ελαφρώς κοροϊδευτικά, ακόμα κι αν είμαστε φαν των μπίο.

Καμία σχέση με τα πράσινα μπίου-μπίου.

- Πολύ νόστιμα αυτά τα πορτοκάλια, μπίο είναι;
- Μπίο, εννοείται. Από τον κήπο μου.

(από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Τα τοπικά παχάκια, ιδίως στις γυναίκες, που όμως δεν είναι αντιαισθητικά. Είναι αυτά τα οποία χαίρονται οι περισσότεροι (τελικά) άντρες να πιάνουν, αλλά δεν τα συγχωρούν οι γυναίκες πάνω τους. Αυτά όμως, την σήμερον ημέραν. Γιατί παλιά λέγανε «τα πάχη μου τα κάλλη μου». Βέβαια δεν σημαίνει ότι μια γυναίκα που έχει πιασίματα είναι παχιά. Απλώς δεν έχει στεγνό, αγορίστικο σώμα, δεν έχει αντρικό κωλί κι ας είναι πιθανόν και γυμνασμένη. Πιασίματα δεν λέμε όμως μόνο τα love handles της περιφέρειας ή των μηρών, λέμε και την κοιλιά, και το στήθος. Τις καμπύλες γενικά. Το ότι έχεις να πιάνεις και δεν πέφτεις σε κόκκαλο.

- Πω ρε πούστη μου, πάλι στένεψε το τζην... Από αύριο το ράβω. Ούτε μπουκιά! Αυτό ήταν. Εσύ και τα ρομαντικά σου δείπνα...
- Πώς κάνεις έτσι ρε Μαριάννα, άσε τα πιασιματάκια σου ήσυχα, μια χαρά είσαι, τι θες, να νομίζω ότι πηδάω τον Μικ Τζάγκερ;...

Η Amy Winehouse με και χωρις πιασίματα!  (από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified