O προικισμένος και με πολλές αντοχές στο κρεβάτι ανήρ. Προέρχεται από την παιδική σειρά «Thundercats» που παρουσίαζε αιλουροειδείς υπερήρωες να μάχονται τις δυνάμεις του κακού.

Όλα τα λεφτά ήταν το σπαθί του αρχηγού Λάηο, το οποίο ξεκινούσε ως συνεσταλμένο εγχειρίδιο και διαστελλόταν σταδιακά μέχρι να γίνει μια σπαθάρα να!, μετά συγχωρήσεως, στους ρυθμούς της πολεμικής ιαχής: «Thunder! (Πρώτη δειλή στύση). Thunder! (Έχει στο μεταξύ θεριέψει). Thundercat! (Σπαθάρα να!!!) OOOOOOh! (Η τελική οργασμική ιαχή)».

Έτσι ενώ οι μικρότεροι των πρώτων τάξεων του Δημοτικού το φώναζαν ανυποψίαστοι, όπως προφανώς και οι εμπνευσμένοι συντελεστές της μαρβελιάς (εκτός κι αν ήθελαν να προσφέρουν μια πρώτη εξοικείωση με σεξουαλική διαπαιδαγώγηση), οι λίγο μεγαλύτεροι (τελευταίες τάξεις Δημοτικού) χρησιμοποιούσαν την ιαχή «Θάντερκατ» ως συνώνυμο της στύσης και του γαμησιού.

Γι' αυτό και από τις παιδικές μας αναμνήσεις έχει μείνει η έκφραση Θάντερκατ να σημαίνει τον ντούρο και ντούρασελ.

Ασίστ: Σάσα.

«Θάντερ! Θάντερ! Θάντερκατ! Οοοοοοοο!», φώναζε ο Πέρι στον Πιερ εκεί στην ζούγκλα με τα λιοντάρια και τους αίλουρους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τσουτσούνι που έχει γίνει σφεντονόσχημο, λόγω υπερβολικού αυνανισμού. Η έκφραση είναι τον έχει κάνει σφεντόνα. Ίσως και λόγω του ότι με την σφεντόνα χτυπάμε πουλιά.

Υπερθετικός: Τέντωνα την σφεντόνα μου, σημάδευα αεροπλάνα. (Βλ. άσμα Παπακωνσταντίνου).

Επίσης, για περίπτωση ομαδικού αυνανισμού βλ. την κατακλείδα του άσματος.

Από βλόγιο:
Είπαμε να το τρίβει το πόμολο αλλά αυτός ο Βασιλάκης το 'χει κάνει σφεντόνα!
Βλ. εδώ για το πλήρες άρθρο σχετικά με την σφεντόνα.

ΑΣΜΑ.

Στίχοι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Σαράντα χρόνια έφηβος
πλέον μισό αιώνα
το καλοκαίρι άσπριζα,
μαύριζα τον χειμώνα.
Σαράντα χρόνια ανώριμος
ξεφτίλας Δον Κιχώτης.
Τώρα 50 χρόνια φρόνιμος
ωραίος και ιππότης.

Γεννήθηκα σ' ένα χωριό
Τετάρτη μεσημέρι.
Γιατρός δε με ξεπέταξε
μα μιας μαμής το χέρι.
οι συγγενείς μαζεύτηκαν
από νωρίς στο σπίτι.
Πώς είναι έτσι το παιδί
και τι μεγάλη μύτη!

Νάνι-νάνι το παιδί μας νάνι.
Νάνι-νάνι και παρήγγειλα,
νάνι-νάνι στην Πόλη τα προικιά του
και τα χρυσαφικά του τα παρήγγειλα.
Νάνι-νάνι κι όπου
το πονεί να γιάνει, νάνι-νάνι,
νάνι-νάνι του,
Μα εγώ από τον ύπνο μου
την έκανα κοπάνα.
Τέντωνα τη σφεντόνα μου,
σημάδευα αεροπλάνα.
Και πάνω στο καλύτερο
με ξύπναγαν με βία
για να μ' αποκοιμήσουνε
δασκάλοι στα θρανία.

Κι ενώ όλα τα θυμόμουνα
κι είχα μυαλό ξουράφι,
να μεγαλώσω ξέχασα
και έμεινα στο ράφι.
Έτσι για πάντα κράτησα
την παιδική μου εικόνα,
εκείνου του αλητάμπουρα
που κράταγε σφεντόνα.

Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά,
έλα πάρε και τούτο.
Μικρό-μικρό σου το 'δωσα,
άρχοντα φέρε μου το.
Κρύψε και τη σφεντόνα του,
φρόνιμο κάνε μου το.

Παλιέ μου φίλε, γνώριμε,
συμμαθητή, θαμώνα,
μαζί μου απόψε έφερα
εκείνη τη σφεντόνα.
Μην πάει ο νους σου στο κακό,
πουλιά δε θα χτυπήσω
.
Με κότσυφες και πέρδικες
τι έχω να χωρίσω;

Τα παιδικά μας όνειρα
θα σας εκσφενδονίσω,
με χρώματα και μουσικές
θα σας τα τραγουδήσω.
Παλιέ μου φίλε, γνώριμε,
συμμαθητή, θαμώνα,
απόψε που βρεθήκαμε,
σου δίνω τη σφεντόνα.

Το τραγούδι του Βασίλη (από Dirty Talking, 02/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γυναικολόγος, άκα μουνολόγος, λόγω της εντυπωσιακής ομοιότητας που έχει το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα με τα υδραυλικά τοιαύτα.

Λάουρα: Έχω κάποιες ενοχλήσεις «εκεί κάτω».
Μένιος: Σε τσέκαρε ο υδραυλικός σου; (Σ.ς.: Γι' αυτό μ' αρέσει αυτό το παιδί, γιατί έχει τακτ).

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά από το τελικό στάδιο της εγκυμοσύνης, για οποιαδήποτε κατάσταση είναι αιφνίδια και προκαλεί έκπληξη, αναστάτωση και χάσιμο ελέγχου.

Το λέμε και για άντρες για μεγαλύτερη σλανγκική αίσθηση.

Συνέβαλε στην καθιέρωση της έκφρασης ο Χάρρυ Κλυνν.

Πες ρε παιδάκι μου ότι ξαφνικά χάνεις τον μπούσουλα, σου σπάσανε τα νερά, τι να κάνουμε! (Από Χάρρυ Κλυνν).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γυναικολογικά, κυριολεκτικά και μεταφορικά, λόγω της εντυπωσιακής ομοιότητας που έχει το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα με τα υδραυλικά τοιαύτα. Να μην συγχέεται με τον υδραυλικό, εκτός αν ως (Σάκη) υδραυλικό εννοήσουμε τον μουνολόγο.

-Έχει τα υδραυλικά της, ή απλά είναι καριόλα;

%

βλ. και μουνικά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλαψομούνης.

Μεγάλος κλάψας ο Καραγκούνης! Όλο διαμαρτύρεται για φάουλ που δεν σφυρίχτηκαν. Πιο πολύ παίζει οριζόντια παρά κάθετα.

Got a better definition? Add it!

Published

Επιφώνημα των Μικυμάου για το κλάμα. Η χρονική σειρά είναι:

1) κλαψ (κλάμα).

2) λυγμ (αναφιλητά).

3) μπουχού- μπουχουχού (αναμένει τον καβουροσλανγκόσαυρό του).

4) σνιφ (ρούφηγμα από δάκρυα και μύξες).

Πρβλ. την καλοβυρνιά: κλαψ σάντουιτς.

Μίνι Μάους: Ο Μίκυ δεν θέλει να με παντρευτεί! Εβδομήντα χρόνια είμαστε αρρβωνιασμένοι! Πόσο ακόμα να περιμένω! Δεν μ' αγαπάει! Κλαψ! Λυγμ! Μπουχουχού! Σνιφ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως παρατηρεί η χρήστρια Mes, το σνιφ είναι το ρούφηγμα της μύτης μετά το κλάμα. Οπότε το σνιφάρω είναι ηχομιμητική λέξη που δηλώνει την εισπνοή από την μύτη μαζί με άλλη ουσία, τα δάκρυα και μύξες στα Μικυμάου, ή συνηθέστερα κάποια ναρκωτική ουσία, όπως η κοκαΐνη. Κοινώς, το να κάνεις μυτιά ή μύτινγκ. Χρησιμοποιείται και για οτιδήποτε άλλο μπορεί να έχει λειτουργία ναρκωτικού.

Συνήθης έκφραση: σνιφάρω γραμμές.

  1. (από την Ελευθεροτυπία)
    «Τώρα σνιφάρω μόνο μουσική. Είναι πιο δυνατή από οποιαδήποτε ποσότητα κόκα».

  2. (Από βλόγιον)
    «Σνιφάρω κρατισμό.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα Μικυμάου για το δάκρυ, κλάψιμο. Συνώνυμο: κλαψ.
Μεγεθυντικό: λυγμ.
Πρβλ. σλουρπ!, μούμπλε μούμπλε, γκλουπ, σμπαρακουάκ.

Σλανγκικώς, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για το σνιφάρισμα κοκαΐνης και τις μυτιές.

Πέρι: Ο Πιερ έφυγε για το Αμπιτζάν και με άφησε μόνο! Σνιφ! Κλαψ! Λυγμ!

(από Cunning Linguist, 17/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοαναφορικές χρήσεις:

  1. Καβουροσλανγκόσαυρος που γυρνά ξανά και ξανά στον τόπο του εγκ-λήμματος, προσπαθώντας να βγάλει από την μύγα ξίγκι.

  2. Ψωνισμένος Σλάνγκος που την αυτοβρίσκει και γυρνάει για να δει άστρα και σχόλια κατά το «ένας Σλάνγκος μετράει τα άστρα».

  3. Σπεκουλαδόρος ή, το χειρότερο, σπαστήρ, που επιστρέφει, οπωσδήποτε όχι για καλό...

Ασίστ: Από την μια δαγκάνα στην άλλη.

Ο καβουροσλανγκόσαυρος χτυπάει πάντα δυο φορές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified