Εκμέκ (όπως το γνωστό γλυκό) και προφιτερόλ εκμέκ είναι κλεισίματα ρεμπετοειδών ασμάτων, όπως ακριβώς τα σου-τιέν και κομπινεζόν σουτιέν.

- Προφιτερόλ εκμέκ.
(όρα ηχητικό μήδι τζήζαντα στο σου-τιέν και κάνε αντικατάστα)

πολύυυυυυυυυυυυυ μπροστά (από anchelito, 11/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλο ένα ψευδαγγλικό γερούνδιο της στρατιωτικής αργκό που δηλώνει αγγαρεία, πρβλ. φύλλινγκ (feeling), πύλινγκ, γόπινγκ. Εν προκειμένω πρόκειται για την περισύλλεξη των καλύκων από τις σφαίρες μετά την βολή στο πεδίο βολής.

Καλά, νταξ, να κάνουμε βολή να ξεκαυλώσουμε, αλλά ποιος κάνει κάλινγκ μετά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεξουαλικές σημασίες του τρώω:

  1. Όταν έχει ως αντικείμενο τον ερωμένο/η σημαίνει γαμώ. Ακριβέστερα σημαίνει το γαμήσι ως ένα κατακτητικό (ή και εξουσιαστικό) επίτευγμα ύστερα από δυσκολία ή, τουλάχιστον, μεγάλο πόθο. Γενικά, υπάρχει μια ανοικτή γραμμή επικοινωνίας μεταξύ κανιβαλισμού και σεξ, καθώς το σεξ διατηρεί αενάως κανιβαλιστικά στοιχεία, ενώ αντιστρόφως και η πράξη της τροφοληψίας είναι αρκούντως λιμπιντιάρικη. Πάντως η γενική σεξουαλική σημασία του τρώω μάλλον σημαίνει το επίτευγμα, σαν ένα γαμήσι που μετά γράφεις το όνομα της γκόμενας στο καρνέ σου, για να βελτιωθεί το τσιβί σου ένα πράμα. Ή για τους μη νάρκισσους, μια απόλυτη συγχυτική ταύτιση με το αντικείμενο του πόθου, που αναιρεί κάθε ετερότητα. Κατά μια έννοια το φάγωμα είναι το ιδανικό του σεξ, η απόλυτη ένωση/ κατάκτηση, όμως για πολλούς η ομορφιά του σεξ έγκειται ακριβώς στο ότι έχει μεγαλύτερη διατήρηση ετερότητας και μη κατάκτηση από ό,τι το φάγωμα.

  2. Ως σημαντική υποπερίπτωση του προηγουμένου το τρώω τον κώλο/κωλαράκι /κωλαρίνι/ σουφρέτο κ.τ.ό., όπου καταφέρνεις να πάρεις ως έπαθλο την δυσκολότερη οπή ύστερα από την σχετική προσμονή, προσδοκία. Σχετικό και το του τρώω το κουλούρι.

  3. Μερικά κλικ πιο κυριολεκτικά σημαίνει την αιδοιολειχία ή την πρωκτολειχία (ροδέλα). Για την αιδοιολειχία μπορεί να ειπωθεί και για να δηλώσει τον υπερβάλλοντα ζήλο ενός μουνάκια, που συμπεριφέρεται στο μουνί λες και είναι κάποιο καλό γεύμα, και παράγει υπερβολικούς ήχους, γενικά είναι κάπως λιμασμένος. Για την πρωκτολειχία, μπορεί να ειπωθεί και για να επιτείνει την ηδονjική αηδία ή την αυταπάρνηση του γλείφοντος που δεν ορρωδεί μπροστά στο ενδεχόμενο να τσιμπήσει κανά μεζέ.

  4. Όταν αντικείμενο είναι, ρωτήστε με, ρωτήστε με... - Ποιος; Αυτός! 1-0! Τότε απλά σημαίνει ότι κάποιος εγκυβώτισε τον πέοντα, ως άλλη αμοιβάδα την τροφή της.

  1. α. - Το βλέπεις αυτό το γκομενάκι που κάθεται σταυροπόδι. Το έχω φάει...

β. - Κομμένο σε βλέπω... Τι έγινε; Γαμήσαμε, γαμήσαμε;
- Άσε έφαγα ένα γκομενάκι μούρλια...

  1. Ύστερα από τόσους μήνες που με είχε στο περίμενε, τελικά χτες της έφαγα και το κωλαράκι.

3.α. Σλουρπ, σλουρπ...
- Ααα, ουυου, σιγά βρε Μήτσο, στο La Pasteria βρίσκεσαι;
(σ.ς. ο Μήτσος έτρωγε το μουνί της Λίτσας).

β. Μετά σηκώθηκε. ήρθε μου σήκωσε τα πόδια και άρχισε σαν τρελός να τρώει το κωλαράκι μου
-Τι κωλαράκι ωραίο έιναι αυτό. Μη σε νοιάζει και θα το περιποιηθώ οπως πρέπει
Μου έγλυφε τα κωλομάγουλα κσαι την τρυπούλα μου. Με σάλιοσε για τα καλά. Τότε νιώθω το ΄δακτυλο του να μπάινει αργά μέσα μου. Τι κάβλα!!!
(Από το GayWorld).

  1. Τοτός: Κυρία, κυρία, τρώγονται οι λάμπες;
    Δασκάλα: Όχι, Τοτέ, τι σε κάνει να το λες αυτό;
    Τ.: Γιατί χτες άκουσα τον μπαμπά μου να λέει στην μαμά «σβήσε την λάμπα κι έλα να την φας».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύβρη. Η Γενική της μάνας σου μπορεί να σημαίνει μόνο ένα πράγμα: το μουνί της μάνας σου, ήτοι γαμώ το μουνί της μάνας σου. Αντιθέτως η Ονομαστική δεν μπορεί να σημαίνει αποκλειστικά και μόνο η μάνα σου γαμιέται υπό εμού, μπορεί να σημαίνει και άλλα πράγματα. Λ.χ. η μάνα σου αρέσκεται να πηγαίνει βόλτα στην Μαρίνα του Φλjοίσβου και να βλέπει το ηλιοβασίλεμα ή η μάνα σου φτιάχνει καλό ιμάμ μπαϊλντί.

Το θέμα είναι ότι ούτως ή άλλως ακόμη και η Ονομαστική αντί Γενικής δεν μπορεί παρά να είναι η τελευταία βρισιά σ' ένα βρις-οφ, μετά την οποία ακολουθεί το κλωτσομπουνίδι. Ο λόγος είναι ότι δεν επιτρέπεται στον συνομιλητή να έχει καμία οικειότητα με την μάνα μου που να μην περνάει αποκλειστικά και μόνο από μένα τον ίδιο, από κάτι που του έχω πει εγώ και το οποίο πρέπει αμέσως να τσιτάρει για να μην αφεθεί ο υπαινιγμός ότι έχει απευθείας γνώση / πρόσβαση στις συνήθειες της μάνας μου. Διότι πού το έμαθε, κύριοι, ότι η μάνα μου φτιάχνει καλό ιμάμ, ή ότι της αρέσει το ηλιοβασίλεμα; Δεν είναι ύποπτο;

Πού θέλω να καταλήξω: η ονομαστική αντί της γενικής είναι μια τάση στο υβρεολόγιο, η οποία δείχνει κάποιον που ναι μεν έχει προαποφασίσει να παίξει κλωτσομπουνίδι, αλλιώς δεν θα έθιγε την μάνα του συνομιλητή, είναι όμως πιο λαρτζ, πιο μεγαλόψυχος ή και μεγάλαυχος, λίγο πιο τουκανιστής και δεν θέλει σώνει και καλά να αναφερθεί στο μουνί της μάνας, αφού έτσι και αλλιώς το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Έχει κάποιον κώδικα τιμής στο βρις-οφ ή χρησιμοποιεί ένα ζιλετάκι του Okham: αφού μπορεί να παίξει ξύλο με μια μικρότερη βρισιά, γιατί να χρησιμοποιήσει την μεγαλύτερη; (προϋποτίθεται ότι οποιαδήποτε βρισιά προς τον συνομιλητή δεν προκαλεί αναπόδραστα ξυλίκι, ενώ η αναφορά στην μάνα του, ακόμη και η πιο υπαινικτική το εγγυάται).

Εννοείται ότι η βρισιά εκφέρεται με πολλά προφορικά αποσιωπητικά, μέχρι να αρχίσει το ξύλο.

Πάσα: Jeanoir.

- Σάλσα και γαμήσου ρε μαλακιστήρι!
- Ξέρεις, η μάνα σου...
(Τελευταία ατάκα σε βρις-οφ και ακολουθεί κλωτσομπουνίδι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην στρατιωτική αργκό είναι ο υπηρετών στην Αεροπορία Στρατού λόγω μπορντώ μπερέ, καθώς και ο υπηρετών στην αερομεταφερόμενη ταξιαρχία (κόκκινος μπερές).

Να μην συγχέεται με την πουτανοσκουφίτσα.

Έχοντας σπουδάσει μηχανολόγος πίστευα ότι το μόνο κομμάτι του στρατού που θα με ενδιέφερε ήταν οι «κοκκινοσκουφίτσες»....δηλαδή η Αεροπορία Στρατού....!!Φοράνε κόκκινο μπερέ οι άνθρωποι ρε σεις εξού και το παρατσούκλι.... :-)))))
(Δες)

Quino, "Potentes, prepotentes e impotentes", 1989. (από patsis, 23/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Ως ανήκον στην gay & lesbian ιδιόλεκτο: Περιγράφει έναν τύπο σεξουαλικότητας που είναι το αντίθετο από το γκέι ζητούμενο (ορισμένων γκέι τουλάχιστον). Καταγγέλλεται, δηλαδή, μία ουσιοκρατική αντίληψη, όπου κάποιος από την φύση του έχει τον ρόλο να τον δίνει και κάποιος/α να τον μπαίρνει, σαν ο ένας να παίζει τον ρόλο του φις και ο άλλος/η αυτόν της πρίζας. Φιλοδοξία των χρησιμοποιούντων καταγγελτικά την έκφραση είναι να απο(σο)δομηθεί επιτέλους αυτό το φαλλογοκεντρικό δίπολο που χωρίζει τους ανθρώπους σε δύο μεγάλες κατηγορίες.

Ως αφόρητα παρώ φις- πρίζα θεωρούνται μεταξύ των στρέιτ οι ρετροσέξουαλ, που θέλουν να έχουν πάγια ρολάκια στην σχέση. Αλλά και μεταξύ των γκέι όποιος τόπαρος θεωρεί ότι μπορεί μόνο να τον δίνει και ποτέ να μην τον μπαίρνει (και δεν ξέρει τι χάνει).

Ως φις- πρίζα γενικότερα μπορούν να χαρακτηριστούν επίσης θεωρήσεις των γκέι από τους στρέιτ που τους ανάγουν σε στρέιτ (;) κατηγορίες ενεργητικού- παθητικού, όπως η διάκριση τοπ- μπότομ ή για τις λεσβίες η διάκριση butch- femme (σ.ς.: αν και ενίοτε οι διακρίσεις αυτές πανηγυρίζονται από ορισμένους γκέι). Από λεσβίες η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άντρες που κατανοούν την γυναίκα με αντρικούς όρους, χωρίς να συναισθάνονται την ιδιαιτερότητά της, λ.χ. που μιλούν για την γυναίκα σαν να καυλώνει, να ερεθίζεται ή να χύνει με τρόπο παρόμοιο με τους άντρες, οπότε χάνεται η πολυπλοκότητα της γυναικείας σεξουαλικότητας.

Το ζητούμενο αντίθετο του φις- πρίζα είναι το εναλλακτικό και εναλλασσόμενο σεχ, όπου η διαφορά ανάμεσα στο πέρσι και το φέτος δεν είναι ούτε καν ένας χρόνος.

  1. - Καλά γιε μου, σε καταλαβαίνω. Ήταν μουντά εκεί, έβρεχε, ήταν μελαγχολικά. Και τό 'λεγε η μητέρα σου ότι δεν έπρεπε να σε στείλουμε στο Πούτσεστερ να σπουδάσεις... Αλλά πες μου, γιε μου, τουλάχιστον τον δίνεις; Δεν πιστεύω να τον παίρνεις κιόλας, ε;
    - Ώχου ρε μπαμπά, πολύ φις- πρίζα λογική έχεις...

  2. Λ: Πώς πήγε με την Λίτσα;
    Ρ: Καλά, πηδηχτήκαμε σαν τα κουνέλια. Δυο φορές έχυσα εγώ, τρεις αυτή!
    Λ: Αμάν! Μην είσαι τόσο φις- πρίζα... Δεν είναι σαν την τσουτσούνα σου οι γυναίκες!...

Τον δίνει (από Khan, 21/11/10)Τον μπαίρνει (από Khan, 21/11/10)(από Khan, 22/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την σχετικά κυριολεκτική σημασία, δηλαδή παύω να τελώ εν καύληι, για τους άντρες εν στύσει, είτε μετά την ευτυχή εκπλήρωση της καύλας μου, είτε απλώς λόγω ξενερώματος και υπερβολικής αναμουνής πρβλ. στο ξεκαύλωτο, έχει και μια λίγο πιο ιδιαίτερη σημασία: επιδίδομαι σε μία από τις ποικίλες μετουσιώσεις και μεταρσιώσεις της καύλας, με συμπεριφορά παρορμητική, λιγούρικη, κουτουρατζίδικη, εφηβική.

Όταν λέμε μετουσιώσεις και μεταρσιώσεις της καύλας εννοούμε τα γνωστά, μηχανάκια, αυτοκίνητα, κυνήγι, όπλα, πολεμικές τέχνες, ακροδεξιές οργανώσεις ή αντίθετα ακτιβιστικές διαδηλώσεις με έφεση στο μπάχαλο, λήμματα στο σλανγκρ, το να γράφεις με bold αντί για italics Η ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, υπογεγραμμένα ή παραγεγραμμένα ιώτα μπαγαποντοδοτικά κουλούρια, γράψιμο ποίησης, ζωγραφική, μουσική, γλύψιμο και ταλιμπάν.

Συνήθως λέγεται με συγκατάβαση προς τον ξεκαυλούμενο, στο στυλ «άστον να ξεκαυλώσει λίγο με το τάδε», και εννοούμε ότι θα μπορούσε να κάνει και κάτι πιο επικίνδυνο, ή να τον βαρέσει η μαλακία στο κεφάλι. Όχι ότι δεν είναι επικίνδυνο και το να ξεκαυλώνεις με τα παραπάνω. Μέχρι και να καταστρέψεις την ελληνική γλώσσα μπορείς...

Επίσης, μπορεί να ειπωθεί ως υποτιμητική γείωση για αυτόν στον οποίο αναφέρεται. Ενώ δηλαδή ο δράστης μιας από τις παραπάνω δραστηριότητες μπορεί να είναι υπερήφανος γι' αυτήν, χρησιμοποιώντας την έκφραση «ξεκαυλώνω» την θεωρούμε ως υποκατάστατο σεξουαλικής στέρησης, εν ολίγοις ως ισοδύναμη με εκτονωτικό αυνανισμό.

  1. Και ακούστε και αυτό: φίλος, 34 ετών, είναι κάτοχος F430, Μ5, Ζ8, Ζ1, Μ3, 996 turbo και όταν θέλει να ξεκαυλώσει πάει Μέγαρα ή Σέρρες (εδώ)

  2. Απο το να ξεκαβλώσε με ένα παπί ή με το αμάξι του μπαμπά καλύτερα να ξεκαβλώσει με ώρες προπόνησης kick boxing που είναι πολύ πιο ασφαλείς (κάπου εδώ)

  3. Εγω παλι θεωρω οτι οποιος λεει οτι ξερει παπου προς παπου το αίμα του και την καθαρότητα του ειναι μαλλον ψευτης ή ρατσιστης εθνικαρος και ελληναρας που να παει να οργανωθει στην Χρυση Αυγη το συντομοτερον δυνατον μπας και ξεκαυλωσει...
    (εδώ)

  4. 1η κιθάρα θέλει να πάρει το παλικάρι να ξεκαυλώσει και του λες να παίξει jazz;
    (εδώ)

  5. Καμιά φορά περιπρισμένος αριθμός αντιεξουσιαστών την πέφτει στα ΜΑΤ για να ξεκαυλώσει. Η υπόλοιπη πορεία διαδηλώνει ειρηνικα (εδώ)

serious delirium (από jesus, 22/11/10)(από Khan, 12/02/15)

βλ. και ξεχαρμανιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκανγκστεροειδής απειλή. Εννοείται ότι το θύμα τους θα γίνει τέτοιο σουρωτήρι με τόσες κουμπότρυπες, ώστε το πτώμα που θα αφήσει στον μάταιο τούτο κόσμο θα είναι τόσο παραμορφωμένο, ώστε κανένας αισθητικός νεκρών να μην μπορέσει να το συνεφέρει και η κηδεία να γίνει εντέλει με κλειστό φέρετρο.

Σημειωτέον ότι η απειλή αφορά κυρίως στην μετά θάνατον υστεροφημία του θύματος και την σχέση του με τα αγαπημένα του πρόσωπα, γι' αυτό και τσούζει περισσότερο. Όπως στην χριστιανική (και όχι μόνο) θεολογία η μετά θάνατον ύπαρξη του νεκρού δεν εξαρτάται μόνο από τα ατομικά ηθικά του επιτεύγματα, αλλά και από την στάση που θα κρατήσει έναντί του η εναπομείνασα αγαπητική κοινότητα που θα κάνει τα μνημόσυνα κ.τ.λ., έτσι εδώ, κατά αντεστραμμένο τρόπο, η απειλή πλήττει την μετά θάνατον υστεροφημία του θύματος, η οποία θα αμαυρωθεί από τη ντροπή, καθώς θα πλανάται το ένοχο ερώτημα «γιατί γίνεται η κηδεία σε κλειστό φέρετρο, τι έφταιξε;», ενώ οι αγαπημένοι του θα στερηθούν τον τελευταίο ασπασμό και την απολίθωση μιας ευνοϊκής εικόνας για τον δικό τους. Σκληρό! Στην εσχατολογική, άλλωστε, θεώρηση της αξίας της ζωής του ανθρώπου, που βλέπουμε ήδη στους αρχαίους Έλληνες, μηδένα προ του τέλους μακάριζε, και τα ρέστα παγωτά, είναι η τελευταία στιγμή που καθορίζει την αξία της ζωής, θα προσθέταμε, κυρίως λίγο μετά τον θάνατο. Ιδιαίτερα δε, αναφέρεται σε παρόμοιες απειλές η μάνα του υποψήφιου θύματος.

- Δεν μου αρέσουν καθόλου τα καμώματα του Κολλυβάτου. Να μου το θυμηθείς! Σε κλειστό φέρετρο θα τον χαιρετίσει η μανούλα του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κωδικοποίηση των στρατιωτικών γευμάτων είναι το μεγάλο και προφ αφόρητα σκληρό κομμάτι παστίτσ(ι)ο.

- Πάλι τούβλο έχει, θα σπάσω κανά δόντι και θα πάρω αναβολή...

Got a better definition? Add it!

Published

Αγγλιά που σημαίνει πάτος, με λινκ ή χωρίς. Είναι το αντίθετο του τοπ, οπότε αντιστοίχως σημαίνει:

  1. Τον γκέι που υφίσταται την πρωκτική διείσδυση, τον «παθητικό» γκέι. Στην ελληνική σλανγκ έχει περάσει και ως μποτομιέρα και μποτομιέρα του ελέους. Για να παραφράσω τον Πιλαλί: Την μποτομιέρα μην κατηγοράς, αυτή σου δίνει για να φας.

  2. Αυτόν /-ήν που έχει το «παθητικό» ρολάκι σε ένα σαδομαζοχιστικό παίγνιο.

  3. Στο μπικίνι είναι το κάτω μέρος, που περιβάλλει την πατούρα.

Trivium: Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο αγγλικός όρος topping from the bottom που σημαίνει ότι ο παθητικός ερωμένος ελέγχει την σεξουαλική δραστηριότητα πιο κυριαρχικά από αυτόν που επιτελεί την διείσδυση. Στα σαδομαζοχιστικά παίγνια είναι σχήμα οξύμωρο καθώς μιλάμε για κάποιον που είναι ταυτόχρονα μαζόχας, αλλά θέλει και να κυριαρχεί στο παιχνίδι.

  1. Γράφω ότι είμαι Μπότομ/βερς, γιατί αν γράψω ότι είμαι μόνο Μπότομ, θα με κράξουνε ως παθητικιά τελειωμένη, και το χάσαμε το παιχνίδι. Βασικά είμαι Μπότομ, αλλά δεν έχω ανακαλύψει ότι απόλαυση μπορώ να πάρω και από τους δύο ρόλους!
    (προβληματισμός κάπου στο Διαδίκτυο).

  2. Όσον αφορά στη σεξουαλικότητα, δεν είναι μόνο η επιλογή σεξουαλικού συντρόφου (και σίγουρα όχι μόνο με το άν έχει πούτσο ή μουνί ή τίποτα ή και τα δύο ανάμεσα στα πόδια, αν μοιάζει με άντρα ή γυναίκα ή ενδιάμεσο, αν εκφράζει αρρενωπότητα ή θηλυκότητα). Έχει να κάνει με συμπεριφορές όπως «τοπ και μπότομ» (που άλλοτε θεωρείτο ότι αρμόζουν μόνο σε άντρα και γυναίκα αντίστοιχα), bdsm πρακτικές, πολυσυντροφικότητα και πολυγαμικότητα (που παραδοσιακά θεωρούνται 'αποκκλίσεις' από τον υποτιθέμενο σωστό τρόπο να ζεις τη ζωή σου, δηλαδή τη μονογαμία). Όλα αυτά εξετάζονται κάτω από το queer βλέμμα, για να δεις αν είναι αλήθεια ή απλά κοινωνικές κατασκευές.
    (εδώ)

  3. Οταν ήμουν πιο νέα και πιο ωραία, πέταγα στη παραλία το τοπ και το μπότομ στο λαιμό! (εδώ)

(από Khan, 16/04/13)(από patsis, 17/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified