Φεϊσμπουκικό λολοπαίγνιο: Ξεκάνω φίλο, αφαιρώ δηλαδή κάποιον από τη λίστα των φίλων μου στο Φέισμπουκ. Προφ το λολοπαίγνιο αναφέρεται στον καφέ Freddo, σαν δηλαδή να κερνάω έναν πικρό καφέ ή καφέ της παρηγοριάς στον μέχρι πρότινος φεϊσμπουκικό φίλο μου.

Νταξ το ότι ήθελε λίγο χρόνο να τα βρει με τον εαυτό της να το καταλάβω, να ακυρώσουμε τις διακοπές μαζί να το καταλάβω, αλλά να με κεράσει και ανφρέντο;! Έλεος κάπου...

(από Khan, 27/02/14)(από Khan, 27/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και όταν περιγράφω κάποιον χωρίς να τον κατονομάζω αλλά τόσο λεπτομερώς ώστε όλοι να καταλαβαίνουν για ποιον πρόκειται αφού μόνο αυτός μπορεί να συνδυάζει όλες τις ιδιότητες που αναφέρω.

Συνήθως πρόκειται για αρνητική περιγραφή ή καταγγελία χωρίς να θέλω να πάρω πάνω μου το βάρος της. Αποτελεί συνήθη τακτική στην δημοσιογραφία, που μπορεί ένας δημοσιοκάφρος να θέλει με ανώνυμους υπαινιγμούς να σπιλώσει κάποιον, χωρίς να αναλάβει την ευθύνη των λεγομένων του. Επίσης, στα κοινωνικά μήντια με τα περίφημα αμένσιοτα, όπου βγάζουμε τον καημό μας χωρίς όμως να επωμιστούμε τις αρνητικές συνέπειες από την διάδοση του ποστ μας.

Στις δηλώσεις του φωτογράφισε γκέι συνυποψηφίους του χωρίς να τους κατονομάσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γιαγιαδισμός, το λέμε όταν θέλουμε να αποφύγουμε να αναφέρουμε το όνομα κάποιου, αλλά γνωρίζουμε πολύ καλά όλοι περί τίνος πρόκειται και τον φωτογραφίζουμε με την περιγραφή μας. Παλιότερα απλώς δεν θα ανέφερες το χωριό προέλευσης του περί ου ο λόγος. Σήμερα κάνεις αμένσιοτο.

Πάσα (Δ.Π.): allivegp

1. Οι ολιγάρχες (όνομα και μη χωριό) «σκούπισαν» μετοχές διασποράς και warrants.

2. Νομίζει ότι Schaubühne είναι μάρκα γερμανικής κουζίνας, το Musee du louvre γαλλικά σοκολατάκια και η λέξη actor του θυμίζει μονο την ελληνική κατασκευαστική εταιρεία όνομα και μη χωριό.

Got a better definition? Add it!

Published

Επίσης, το ολοθούριο (βλ. σχόλιο Αίαντος στον έτερο ορισμό και άρθρο Ν. Σαραντάκου εδώ). Πρόκειται για μαλάκιο που έχει εντυπωσιακή ομοιότητα με αγγούρι ή με ράμφος τουκάν και το οποίο χρησιμοποιείται από τους ψαράδες ως δόλωμα με εξαιρετική επιτυχία στους σαργούς και τις τσιπούρες. Όλα όσα θέλετε να μάθετε για τους ψωλιόγκους και ντρέπεστε να ρωτήσετε εδώ. Βλ. και ψωλιάγκος.

Βάλαμε για δόλωμα ψωλιόγκο μπας και πιάσουμε κανά σαργό.

(από Khan, 24/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τουμπελέκι ετυμολογούμενο εκ του τουρκικού tumbelek είναι ένα κρουστό όργανο χωρίς λαβή που χρησιμοποιείται στην παραδοσιακή, λαϊκή και ρεμπέτικη μουσική. Όπως βρίσκω στην Βίκυ «είναι ανοικτό από κάτω και καλυμμένο με τεντωμένο δέρμα από πάνω. [...] Παίζεται με τα χέρια, καθώς το δεξί χέρι »μαρκάρει« τους ισχυρούς χρόνους και το αριστερό τους ασθενείς και συχνά περιλαμβάνει και κουδουνάκια περιμετρικά κρεμασμένα».

Το σλανγκικό ενδιαφέρον έγκειται στο ότι βρίσκουμε πολλές παραλλαγές του ονόματος, όπως τουμπερλέκι, τσουμπερλέκι, ντουμπελέκι, ντουμπερλέκι. Πολλές φορές το τσουμπερλέκια στον πληθυντικό, που καταχώρισε στο Δ.Π. ο Professor, το βρίσκουμε να σημαίνει όχι μόνο τα κρουστά όργανα, αλλά ευρύτερα ένα είδος απροσδιόριστων αντικειμένων τα οποία βασικά μπορούν να παραγάγουν θόρυβο, σαματά, τζέρτζελο, είναι άβολα και ανοικονόμητα, τα σέρνει κάποιος παρέα με τον κύριο εξοπλισμό του χωρίς να ξέρει σε τι ακριβώς θα του χρησιμεύσουν. Μπορεί επίσης να χαρακτηριστούν έτσι σκεύη ή άλλα φορητά μέρη εξοπλισμού. Γενικότερα, δηλαδή, θαρρώ πως τα τσουμπερλέκια κατέχουν θέση αινικτικού σλανγκικού πράγματος, ένα πράμα όπως τα μπλιμπλίκια, τα καβλιτζέκια, τα ματζαφλάρια και τα κρεμαντζόλια, όλα δηλαδή εκείνα τα τεχνολογικά, τεχνικά, χρηστικά (;) αντικείμενα τα οποία δεν ξέρουμε τι ακριβώς είναι και πρέπει να υπαχθούν σε ένα κοινό σουρεάλ όνομα για να συνεννοούμαστε. Περισσότερα στα παραδείγματα. Το χαρακτηριστικό των τσουμπερλεκίων είναι κυρίως ότι είναι (δυνάμει) φασαριόζικα.

Πάσα (Δ.Π.): Professor.

  1. Έτσι ξαφνικά κανόνισα να πάω στους Stomp (ξέρεις καλέ αυτούς με τα τσουμπερλέκια που μαζεύουν κάθε είδους αντικείμενα και βγάζουν μουσική). (Κοντά στην δόκιμη σημασία εδώ).

2. Όταν σουρούπωνε μαζεύαμε τα τσουμπερλέκια και πέρναμε τον κατήφορο για την δική μας γειτονιά.

  1. Θερμη παρακληση προς τον fisherman να του στειλει πακετο με αγκιστρια βαρυδια και τα υπολοιπα τσουμπερλεκια. (Από σάιτ για ψάρεμα).

  2. σουζες ισχυος σε καθε εξοδο........οχι οπως τωρα που για να δουμε σουζα πρεπει να πεσει η καρο σημαια και να «κοροιδεψουμε» τα ηλεκτρονικα τσουμπερλεκια!!!!!! δειτε τι σημαινει φλερτ με highsiding. (Εδώ με σημασία κοντά στο μπλιμπλίκια).

5. Το ξημερωμα τις Κυριακης βρισκει τους θωρακες, τα κρανη και τα υπολοιπα «τσουμπερλεκια» να λιαζονται ψηλα για να μην τα φτανει η αλεπου.

6. Τελικά την πάτησα νηστική θα μείνω. Έψαχνα τις αποδείξεις από τις κατσαρόλες και τα μίξερ και όλα μου τα τσουμπερλέκια.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για σημαντική καταληκτική ατάκα της ταινίας Αποκάλυψη Τώρα του Francis Ford Coppola, όπου ο Marlon Brando ως συνταγματάρχης Walter Kurtz λέει με voice over «the horror... the horror» (= «ο τρόμος... ο τρόμος...»). Ολόκληρος ο τελικός λόγος και οι τελευταίες ατάκες υπάρχουν στα αγγλικά εδώ. Ο Kurtz βγάζει τα σώψυχά του, πώς τα είδε όλα, όταν έγινε της Κορέας και του Βιετνάμ και πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τον κρίνει.

Λόγω της αρχετυπικότητας της σκηνής που έχει μείνει κλασική στην ιστορία του κινηματόγραφου, πολλοί αστειάτορες κατακλείουν με αυτήν την φράση κάποια περιγραφή που περιλαμβάνει μεγαλύτερες ή μικρότερες φρίκες της καθημερινότητάς μας. Προφορικώς, προσπαθούμε κατά το δυνατόν να μιμηθούμε το ύφος του αξέχαστου του Μάρλον του Μπράντο. Γραπτώς, γράφουμε κατά προτίμηση με ελληνικούς χαρακτήρες δύο φορές «δε χόρορ δε χόρορ» (με διάφορα σημεία στίξης ανάλογα με το μουντ) μετά την εξιστόρηση της φρίκης που φάγαμε ή βαρέσαμε.

Πάσα (Δ.Π.): Jonas

1. Κλαιν, εγω ειδα στατους μιας οικολογογιογκιστριοαστρολογου που προτεινε την ωρα που θα ψηφιζοταν στη βουλη το 2ο μνημονιο να προσευχηθουν ομαδικά (ο καθενας απο το σπίτι του αλλά την ιδια ώρα) για ενα καλο αποτελεσμα. 500 ατομα εκαναν join στο event... Αμε.
δε χορορ.....δε χορορ....

  1. Το google μικρό μου πόνυ γνωρίζει τα πάντα. Σε πλείστες δε περιπτώσεις γνωρίζει περισσότερα από όσα πρέπει. Τουτέστιν όσο ευφάνταστο ή απλά σύγχρονο και αν είναι το θέμα σου θα βρεις πάνω από 100 μελέτες - για να μην αναφέρω τι θα γίνει αν περάσεις από το Google Scholar όπου λες και διανυκτερεύουν σχεδόν όλα τα πανεπιστήμια του γαλαξία.
    Αν αρχίσεις να κατεβάζεις ό,τι βρεις, στο τρίμηνο θα έχεις σαλέψει από το διάβασμα που σε περιμένει κι αυτό διότι τα σατανικά αυτά papers κυοφορούν μία επικίνδυνη δυναμική στα πάνλευκα ενδότερα . Πηγές! - δε χόρορ δε χόρορ
    Hence - που λένε επίσης οι ξένοι ακαδημαϊκοί- εσύ θα έχεις κατεβάσει καμιά 30αριά pdf [εγώ άγγιξα τα 50 κι εκεί μια φωνή μέσα μου φώναξε: σε πόσα χρόνια είπαμε θα τελειώσεις τσιριμπίμ τσιριμπόμ;..] αλλά θα αναγκαστείς εκ των πραγμάτων να αναζητήσεις και να κατεβάσεις και καμιά 30αριά άλλα που προέρχονται από τις πηγές. (Ο τρόμος που αναμένει έναν σύγχρονο scholar εδώ).

3. Το ΠΓ της ΚΕ του Νέου Αριστερού Κομμουνιστικού Κόμματος για την Ανασύνθεση και την Ανασύνταξη της ΟΑΚΚΕ αισθάνεται την ανάγκη να εκφράσει την έμπρακτη αλληλεγγύη του, στους δυστυχείς τρολετάριους σύντρολους εργαζόμενους και εργαζόμενες στα χαμετυπία της κονσερβοποιημένης διασκέδασης και της ακριβής κατάναλωσης φτήνιας. Η χειρότερη εποχή για να δουλεύεις στα κωλομάγαζα δυστυχώς έφτασε (και πάλι). Όσες παρθένες κόρες εργοδότη και αν θυσιάσατε στους ΙMMORTAL, τι κι αν πουλήσατε τη τρολεταριακή ψυχή σας στον Μητσοτάκη και αν γλύψατε το μουστάκι του Τσιαντάκη, δυστυχώς οι θεοί σας γράψανε στα αρχίδια του Καράμπελα και οι Απόκριες γύρισαν. Δε χορορ, δε χορορ…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σημαντικό κυρίως μέρος μιας διαδικασίας, το κλου ή η σημαντική πληροφορία που μέχρι να φτάσουμε σε αυτήν χρειάζεται μια εισαγωγή. Πρόκειται για μεταφορά από τραπέζια, λ.χ. εορταστικά τραπέζια, την Τσικνοπέμπτη ή το Πάσχα όπου αργεί να σουβλιστεί το αρνί, και μέχρι τότε τρώμε διάφορα ορεκτικά, αλλά ο κόσμος αδημονεί να φτάσουμε στο ψητό. Η έκφραση είναι συνήθως μπαίνω στο ψητό και συχνά το λέμε σε κάποιον που μέχρι να φτάσει στο σημαντικό θέμα της συζήτησης ή της υπόθεσης χρονοτριβεί με κορδελάκια και τσιριτσάντζουλες.

Πάσα (Δ.Π.): Galadriel.

Μπορώ να πω ότι γάμησε στεγνά. όπως έγραψε και ο συνχιπχοπας, πολύ καλή ατμόσφαιρα και χιούμορ, η δράση για μένα άργησε λίγο να αξιοποιήσει τις δυνατότητες των 3D καθώς μέχρι να μπει στο ψητό η ταινία περνάει λίγος χρόνος. (Εδώ).

Σύνθεση της Καλυψούς Λάρα (από Khan, 20/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Βλέπω στα καλιαρντά. Πρόκειται για εξελιγμένο τύπο του δικέλω με τον ίδιο τρόπο που το αβέλω έγινε βουέλω.

Τι κουέλω; Καυγαδάκι; θα πάτε για ντιβόρσα οι συνεργάτες; Θέλετε να σας γράψουν τα νοβοφέγια; Να μαθει ο μόντος τις πομπές σας; Βγήκε η κατίνα από μέσα σας; Θα πιαστείτε μαλλί με μαλλί; Θα γίνει της πουτάνας εδώ μέσα; Τι καταλαβαίνετε; Ηρεμείστε γιατί χωρατοράμπα γίνατε κι οι δυο σας την τύχη μου που μ' έριξε εδώ πέρα μέσα @#$%^&*()_+ (Μαρινάκι Ζέας προς συν-μπλογκίζοντες αποκατέ)

Κουέλο (=κούνελος στα πορτογαλέζικα) σε γκέι παρέιντ. (από Khan, 19/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο νεαρός κομμουνιστής στα καλιαρντά.

Η ηρακλοβιρτζίνω του τον απατούσε με ένα κουμουνοτεκνό και αβέλει το κάρο η καραμποντού και τους έπιασε στον καραφλότοπο, την ώρα που εκείνη έκανε έκτρωση. Μου τα είπε εμένα ο ίδιος, που πέρασε από το μαγαζί να πιει καημοζούμι και τα κατόλια να πέφτουν σύννεφο. (Αποκατέ).

(από Khan, 19/02/14)(από Khan, 19/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Γουτσιστική προσφώνηση αγαπημένου προσώπου, τουρκικής προέλευσης.

Μπορεί να σημάνει τον μικρό, γλυκούλη και χαϊδεμένο. Μερικές φορές ο τζουτζούκος είναι υπέρ το δέον χαϊδεμένος, οπότε είναι μαμόθρεφτος και μπουμπούκος. Άλλωστε πρόκειται για έκφραση που μπορεί μια μαμά να απευθύνει προς τον κανακάρη της, ή που μπορούμε να απευθύνουμε και προς ένα χαριτωμένο κατοικίδιο ζωάκι, και κατ' επέκταση προς ερωτικό σύντροφο γουτσιστικώς. Οπότε πολλές φορές χρησιμοποιείται ειρωνικά για άτομο φλώρο και μπουχέσα.

Ομοίως η τζουτζούκα είναι η αγαπημένη, η γλυκιά, αλλά μπορεί να είναι και η ζουμπουρλού.

  1. Η γλυκούλα κι ο τζουτζούκος (ερωτικό διήγημα):
    [...] Το κουδούνι χτύπησε κι εκείνη έτρεξε να ανοίξει, αφού έβαλε πρώτα στο αυτί δύο σταγόνες από το νέο Σανέλ, που ήταν τόσο μεθυστικό, όσο έλεγε και η διαφήμιση. - Τζουτζούκο μου! - Γλυκούλα μου! Φιλήθηκαν με πάθος και της έδωσε τα λουλούδια και τα σοκολατάκια. - Αυτά για σένα, γλυκούλα μου! - Αχ, τζουτζούκο μου, δεν έπρεπε να το κάνεις! (ένας ξαφνικός βήχας έπιασε απότομα την ανθοπώλη και τον ζαχαροπλάστη...) (Η ανατρεπτική συνέχεια εδώ).

2. Κάτω η τζουτζούκα!
«Εδω εχουμε αρχισει να μην ακουμε κανονικα το ονομα μας. Σε λενε » κοριτσακι, τζουτζουκα, Λουλου « και δεν μπορουν να πουνε » καλημερα Χαρουλα !« . Ξερετε ποσο σπουδαιο ειναι να μπορεις να μιλησεις στον κολλητο σου με το κανονικο του ονομα και να μην χρειαζεται να το παραλλαξεις;» (Από συνέντευξη της Χαρούλας Αλεξίου στην «Ελευθεροτυπία») [...]
Αρκει ο συντροφος σου ναναι...μονο δικος σου και να μη λειτουργει ...η κοινοκτημοσυνη . Να μην εισαι δηλ. μια τζουτζουκα αναμεσα σε πολλες αλλες τζουτζουκες του ιδιου ατομου. Αυτονοητο αυτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified