Σύμφωνα με τη Live-pedia: στενόκωλος -στενόκωλη -στενόκωλο (επίθετο) [ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :στενο - κωλ (κώλος) -ος] αυτός που έχει στενό κώλο, ο στενοκώλης αντίθετα: φαρδύκωλος, φαρδοκώλης.

Ας μας επιτραπεί να anal-ύσουμε λίγο παραπάνω. Ο στενόκωλος, -η, -ο λέγεται περισσότερο ως μεταφορική περιγραφή χαρακτήρα ανθρώπου ή δυσκολίας κατάστασης ή στενότητας χώρου και δευτερευόντως με τη συγκεκριμένη εμφανισιακή και ανατομική σεξουαλική σημασία αυτού/-ής που δεν έχει φαρδύ κώλο.

Χαρακτηριστική είναι κυρίως η διάκριση μεταξύ στενόκωλης και στενοκώλας: Το στενόκωλη έχει περισσότερο τη σημασία της στριμόκωλης, περιγράφει περισσότερο κατάσταση και χαρακτήρα μεταφορικά, ενώ το στενοκώλα έχει πολύ πιο συγκεκριμένη ανατομική σεξουαλική σημασία.

Παρά αυτή την, κατά τη γνώμη μας, μικρή διαφορά έμφασης, τα στενόκωλος-η-ο παρουσιάζουν όλο το φάσμα των παρακάτω σημασιών:

  1. Στενός χώρος, όπου δυσκολεύεσαι να καθήσεις τον κώλο σου (πιο αθώα ερμηνεία), ή που σου προκαλεί μια ασφυξία ανάλογη με πέοντα που προσπαθεί να διεισδύσει σε στενό πρωκτό (πιο πονηρή ερμηνεία).

  2. Χαρακτήρας σφιχτοκώλης, anal-retentive που λένε και στο χωριό μου, που έχει φάει καθήλωση στο πρωκτικό στάδιο και είναι τσιγκούνης, σφιχτοχέρης, σπασαρχίδης, εξουσιομανής, ψυχαναγκαστικός με τον έλεγχο και γενικά δεν αφήνεται στη jouissance της στιγμής.

  3. Κατάσταση δύσκολη, στριμόκωλη που ελπίζουμε ότι θα περάσει εβέντσουαλjυ όπως ακριβώς ο πέοντας δυσκολεύεται προς στιγμή να διεισδύσει σε μία στενή κωλοτρυπίδα αλλά διατηρεί την ελπήδα ότι τελικά θα τα καταφέρει.

  4. Και με την πιο κυριολεκτική σημασία ο στενόκωλος-η, πράγμα που φαίνεται κυρίως στο σεξ, που μπορεί να έχει και καυλή έννοια. Παρεμπιπτόντως, πολύ ενδιαφέρουσα η έκφραση «από τότε που ήταν στενόκωλος/-η ο/η τάδε» (παρτόλα/ς) ως συνώνυμο του τότε που ήταν η Ακρόπολη οικόπεδο και ο «βασιλικός» (εθνικός) κήπος γλάστρα κιέτσ'.

  5. Επίσης, εμφανισιακά αυτός που έχει πεσμένο κώλο, που δεν είναι τουρλοκώλης-α ή μπουζουκόκωλος-η.

  1. Ο χωρος γουστοζικος με το μπαρ μες τη μεση αλλα σιγουρα στενοκωλος.. (Από κριτική στριπτιτζάδικου)

  2. να κανουμε μια στηλη με στιγμες που πηγαν να γινουν one night stand αλλα δεν εγιναν ειπαμε στενοκωλος!
    αμα κανουμε τετοια στηλη εγω δε θα γινω ποτε forum master δε θα χω να γραψω τιποτα! αφου ο μονος λογος για να μην εκπληρωθει one night ειναι να μην θελω εγω βεβαια στενοκολος ειμαι εγω στις σχεσεις αλλα τεσπα (Από φόρουμ).

  3. Αυτοι οι εγγλεζοι ρε παιδι μου αγαπη που μας εχουν.Καλα οι γερμανοι εχουν λογους να μη μας γουσταρουν αφου παντα ειμαστε εχθροι τους σ ολους τους πολεμους. Αλλα οι φλεγματικοι οι στενοκωλοι,οι ασπρουλιάρηδες, απο που και γιατι τετοια αντιπαθεια. Μαζι τους χρονια πολεμουσαμε,χρονια πολλα συμμαχοι,και ακουμε συνεχεια απ αυτους υβρεις και σχολια ειρωνικα. Οι ξεπεσμενοι αριστοκρατες,τεως αποικιοκρατες,ρατσιστομουτρα τι τους καναμε; (Εδώ).

  4. tha to edina free alla eimai se idiaitera stenokoli katastasi (Εδώ)

  5. For all fantariaaa pou ypiretoun kai einai se kapia stenokoli skopia kai perimenoun na perasei to gamimeno to 2oro skopia pantazis laiko elliniko yunanıstan. (Από βιντεάκι)

  6. Αλλη ω θεοί! σαν μαϊμού είν ασχημομούρα, στενόκωλη, άβυζη, κοντόλαιμη, καμπούρα! Κακιά, μικρόψυχη, όσο ζει, δεν λέει να πάψει Τρόπους να βρίσκει, ποιόν και πως μπορεί να βλάψει. (εδώ)

  7. Το΄τα ούλλα που γράφετε ενν χιλιοειπωμένα. Ενν που τον τζιαιρόν που ηταν στενόκωλη η ΠΑΟΛΑ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής στο ιδίωμα των παππούδων που έμαθαν σε όψιμη ηλικία να χρησιμοποιούν υπολογιστήρες, ή των λατσόπουρων που με ύφος χιλίων καζαντζίδηδων Μητροπάνων ζητούν συΓΚ-ΚΝώμη που δεν καταλαβαίνουν τι λένε τα κομπγιούτερζ τσιοι αριθμοί. Ή όσων τους ειρωνεύονται και θέλουν μια λίγο πιο ξεφτιλάδικη λέξη για να δηλώσουν τον υπολογιστή. Το μπιου προφέρεται όπως στο μπιούτιφουλ.

1. Όλοι οι παππούδες που έμαθαν να χρησιμοποιούν κομπιούτορες και ιντερνέτια, εδώ μαζευτήκατε;

2. Λύθηκαν γλώσσες και πήραν φωτιά γραφίδες και κομπιούτορες, έπειτα ιδίως από την εκλογική νίκη του.

3. Τότε δεν είχαμε κομπιούτορες, τα πάντα γίνονταν με το χέρι, αλλά οι ανθρώποι ήταν έξω καρδιά και στ'αυτί γαρύφαλλο.

(από Khan, 18/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που όχι μόνο είναι κωλογαμιάς, όχι μόνο είναι μερακλής, αλλά είναι και -άκιας των παραπάνω, πρόκειται δηλαδή για καθ' έξιν μερακλή του κώλου που έχει αναγάγει το κωλογαμήσι σε κάτι παραπάνω από επιστήμη και τέχνη: Το έχει για μεράκι, για καημό, για ψυχική συνθήκη και ψυχική ανάγκη, τέσπα αατα, κάποιες λέξεις είναι περιττό να ορίζονται.

- Ρε συ Γιάννη, δεν σου φαίνονται αταίριαστο ζευγάρι ο Μένιος με την Καυλάουρα; - Μη μπερδεύεσαι. Ο Μένιος βασικά είναι κωλομερακλάκιας. Έχουν ταιριάξει σε άλλο επίπεδο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ολονύχτιο σεξ, ή, κατά τον Ηλία Πετρόπουλο που δίνει έναν πιο στενό ορισμό «η ολονύχτια παρά φύσιν συνουσία».

  1. Σε ρωτάω εγώ τώρα εκεί μέσα σ αυτά που βολοδέρνουνε όλη μέρα και αναρωτιούνται ολοι τους που πήγανε οι άντρες γιατι δε τα φτιάχνουνε μεταξυ τους; Να παρατήσουνε τους κομπιούτορες και να βγούνε απ το καβούκι τους να συναντηθούνε και να τα φτιάξουνε. Παρά μόνο μιλάνε και λεν ο ενας στον άλλο πως δε βρίσκουνε άντρες.
    Δε μπορει κοτζαμάν ίντερνετ να μην εχει άντρες. Κι αντρες έχει και γυναίκες εχει κι αδερφές εχει και λεσβίες έχει και τραβεστί έχει κι απόλα έχει ο μπαξες. Για κοιταξτε το που σας λέω να μη με πρίζετε κι εμένανε κυρά Μαρίνα και κυρα Μαρίνα που πήγανε οι άντρες!!!!
    Πάω τωρα γιατί έχω κρεβατοδεξίωση με κάποιονε λατσό πούναι και γατουλογαμούλης!!!!! (Μαρίνα Ζέας αποκατέ).

  2. Ισάστακα δυο λεπτά να στη πετάξω. Εσυ στο μεταξύ κανε και κανα κουλίκωμα να λάμψεις… Κι αμα μετα δεν γινει κρεβατοδεξίωση εμένα να μην με λεν Μαρίνα!!!!!!! (Ζέας αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γηπεδόβιος φίλαθλος που ασχολείται όλη την ώρα με τη μπάλα.

Μια ζωή αποδυτηριάκιας ήταν. Αποκλείεται να τον έβρισκες σπίτι την Κυριακή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας από τους πιο κλασικούς -όβιους, πρόκειται βέβαια για αυτόν που έχει τέτοιο πάθος με τις μηχανές, ώστε κυριολεκτικά διάγει όλον τον βίο του πάνω τους.

  1. Ο πρώην «Μηχανόβιος» και νυν Μοναχός πατήρ Σωφρόνιος ζούσε την τρέλα της νεότητός του με μοτοσυκλέτα πολλών κυβικών και από ταχύτητα μέγιστη 150 χιλιόμετρα ανά ώρα πού ήταν ρυθμισμένη, μετά από μεταποίηση της μηχανής, έφτασε να τρέχει με 230 χιλιόμετρα ανά ώρα. Επιδιδόταν δε και σε αυτοσχέδιους συναγωνισμούς με άλλους παρομοίους του με μεγάλα χρηματικά στοιχήματα 400 και 500 χιλιάδες δραχμές. (Εδώ).

  2. Αστυνομικός - «μηχανόβιος» έκλεβε εξατμίσεις από μοτοσικλέτες. Χειροπέδες σε συνάδελφό τους πέρασαν οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. Στην περιοχή της Λάρισας, καθώς, ο 27χρονος αστυφύλακας συνελήφθη για κλοπή δύο εξατμίσεων από μοτοσικλέτα. (Εδώ).

  3. Τι μπορεί να συμβεί αν συναντήσει ένας μηχανόβιος ένα κριάρι; (Εδώ)

  4. Σε αλλαγές στον ορισμό της λέξης «μηχανόβιος» προχωρά το γνωστό λεξικό του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, μετά από παράπονα μοτοσικλετών που βρήκαν τον ορισμό ανακριβή και προσβλητικό! [...]
    Μέχρι πρότινος στο αγγλικό λεξικό της Οξφόρδης ο μηχανόβιος οριζόταν ως: «Ο μοτοσικλετιστής, ειδικά εκείνος που είναι μέλος μιας συμμορίας: ένας μηχανόβιος με μακριά μαλλιά και βρώμικα denims». [...]
    Αντιθέτως, η έρευνα της βρετανικής ασφαλιστικής, περιέγραφε τον μέσο μοντέρνο μοτοσικλετιστή ως ένα άτομο «πιθανώς άνω των 35 ετών, που ανήκει στη μεσαία τάξη, εργάζεται για μια εταιρία πληροφορικής ή τηλεπικοινωνιών και κατά πάσα πιθανότητα οδηγεί Honda». Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, πλέον, μόνο ένας στους δέκα μοτοσικλετιστές έχουν μακριά μαλλιά. (εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποια κλικ πιο λούζερ από τον καλημεράκια εκεί έξω στην πραγματική ζωή, ο οποίος τουλάστιχον γνωρίζει το αντικείμενο της καλημέρας του, -ακόμη κι αν όχι με την ζητούμενη βιβλική έννοια-, και το συναναστρέφεται, είναι ο διαδικτυακός καλημεράκιας.

Δύο μεγάλες κατηγορίες:

  1. Στο Facebook, ο θαυμαστής χρήστριας που της στέλνει κάθε πρωί καλημέρα με πιμί και την στοκάρει. Μπορεί για διάφορους λόγους (απόσταση, έλλειψη οικειότητας, χυλόπιτα) να μην είναι δυνατή η λάιβ συναναστροφή, οπότε συχνά παγιώνεται μία στάνταρ σχέση καλημεράκια και αντικειμένου του πόθου του (σπανιότερα και μεταξύ γυναίκας καλημεράκια και άντρα, μεταξύ γκέι, κρυπτογκέι, απλώς φίλων κ.ο.κ.). Ο τοιούτος καλημεράκιας συχνά γίνεται και καλησπεράκιας και νεο-καληνυχτάκιας.

  2. Στο Facebook, σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και σε φόρα, αυτός που ανοίγει μια μέρα με καλημέρες ακολουθούμενες συχνά από πολλά θαυμαστικά/ αποσιωπητικά. Σε ένα φόρουμ λ.χ., αυτό μπορεί να γίνει εντός ενός θρεντ που το παρακολουθεί λίγο πολύ το ίδιο γνωστό διαδικτυακώς παρεάκι. Στο Φέισμπουκ απλώς με αναρτήσεις στο πάλαι ποτέ ντουβάρι και νυν χρονολόγιο, που θα τις δουν όλοι. Ο καλημεράκιας συνήθως είναι κουλ τύπος, δεν ενοχλεί και κανέναν με αυτό που κάνει, μερικές φορές υπέρ το δέον ρομαντικός, και για αυτό άξιος καγχασμού. Ειδικά αν συνοδεύει την καλημέρα με ψυχανάλατα μήδια.

Γενικότερα, σε κενωνίες, όπως η ελληνική, όπου η ευγένεια θεωρείται αδυναμία, το να λες πολλές καλημέρες δίνει λαβή να σε θεωρήσουν για λούζερ, αφού δείχνεις ότι εσύ έχεις ανάγκη την παρέα των άλλων αντί για το αντίστροφο, ότι είσαι τύπος «παίξτε με κι εμένα» ή τύπα «οι άντρες με περνούν μαμά». Ασφαλώς, έπαιξαν τον ρόλο τους και οι πρακτικές διαδικτυακών καλημεράκηδων που μετέφεραν στο Φεϊσμπούκ τα κατορθώματα των ιν ρήαλ λάηφ καλημεροκαληνυχτάκηδων. Για τους παρόμοιους έχουν βγει και ορισμένες κανείς δεν γάμησε θυμοσοφίες νέας κοπής, όπως:

- Με καλημέρες κανείς δεν γάμησε
- Με like κανείς δεν γάμησε.
- Με «σε ευχαριστώ για την αποδοχή κούκλα» κανείς δεν γάμησε.
- Με πόουκ κανείς δεν γάμησε (σ.ς.: ακόμη κι αν ἐζμπρωξε).

Η μεγαλύτερη ξευτίλα βέβαια είναι όταν ο καλημεράκιας διαπομπεύεται από την καλή του δημοσίως, πράγμα που αποτελεί όχι σπάνια κατάληξη.

Πάσα: Vardar.

  1. Εγώ καλημερακιας δεν είμαι. Καλησπέρα. (Από φόρουμ).

  2. Πες όχι στα ναρκωτικά.Γίνε κι εσύ καλημεράκιας. Μπορείς!

  1. Τελικα θα γινω ο καλημερακιας του forum! Εχω 4/5 τις τελευταιες ημερες..... Καλημερα σε ολους λοιπον!!!! (Από φόρουμ).
  1. Μη μου αρχίσεις καλημερακια τα « καλό Σ/Κ» κ « τι ωραία που είναι Παρασκευή» γιατί έχω ήδη επιζήσει από σεισμό Θεσσαλονίκη κ η μπουκλα μαραζώνει από το ψιλόβροχο. (Χρήστρια του Φέισμπουκ διαλέγεται με τον καλημεράκια της εις επήκοον όλων).

  2. Ανέλαβα επικοινωνιακά τον «καλημερακια» κ από «παγκόσμια ειρήνη, όλα ροζ, όλα δεξιά» τον έκαμα άντρα πολλά βαρύ «μεραααα». (Χρήστρια του Φέισμπουκ δίνει στεγνά τον καλημεράκια της).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαλίστατος που αυτά που λέει προκαλούν λολ, ο λολαδερός. Από το ιδίωμα του Φέισμπουκ.

Από κοντά είναι τελικά ένα πολύ σοβαρό και μάλλον σιωπηλό παιδί, στο Φέισμπουκ όμως είναι λολίστατος!

Got a better definition? Add it!

Published

Εκνευρίζομαι, μου σπάνε τα νεύρα, γίνονται τα νεύρα μου τσατάλια ή κρόσσια. Υποθέτω ότι φανταζόμαστε ένα πράμα σαν τα πολύ λεπτά μακαρόνια σπαγγέτι που τα ανακατεύουμε και τα μπερδεύουμε με το πηρούνι μας και κακοπαθαίνουν τα καημένα από το ανακάτεμα.

  1. Η καμπάνα της Μεγάλης Παρασκευής που μου έχει σπάσει τα νεύρα από το πρωί! Γι' αυτό προσθέτω και τη συγκεκριμένη παράμετρο, χωρίς να βάλω αριθμό, σήμερα, Μ. Παρασκευή, γιατί ούτε να δουλέψω μπορώ, έχω βαρεθεί τη ζωή μου, έχω δει εφιάλτες και γενικώς, άντε να περάσει η γαμημένη... Τα νεύρα μου σπαγγέτι! (Γιατί μου τη σπάει το Πάσχα).

  2. Όμως κανείς από τους δύο δεν θα μπορούσε να παραβγεί σε ερμηνεία τη διερχόμενη ψυχολόγο που, παρατηρώντας με την άκρη του ματιού της τον κύριο Σράιμπερ, γνωμάτευσε ταχύτατα πως πρόκειται για μία περίπτωση αυτισμού. Είχε δει δεκάδες περιπτώσεις στο κέντρο αυτιστικών παιδιών στην Αγγλία, όπου δούλευε, και ήταν σε θέση να ξεχωρίσει ένα άτομο με αυτισμό από χιλιόμετρα, όπως έλεγε συχνά. Βέβαια δεν ήταν σε θέση να διατηρήσει τη θέση της στη συγκεκριμένη δουλειά γιατί τα νεύρα της είχαν γίνει καρμπονάρα. Γι' αυτό παράτησε τη δουλειά της και κατέβηκε για ένα μήνα στην πατρίδα για μπάνια, καλό φαΐ, ρέγκλα και γκομενιλίκια. Αυτός, ο μαλάκας ο Ιταλός, που την κεράτωσε με μία ηλίθια (μελαχρινή κουκλάρα) συμπατριώτισσά του της είχε κάνει τα νεύρα σπαγγέτι. Παρ' όλα αυτά, μαθημένη στους μηχανισμούς άμυνας του εγώ, ενεργοποίησε την προβολή και τά 'ριξε όλα στα αυτιστικά. Αυτά έφταιγαν. (Εδώ).

(από σφυρίζων, 10/10/13)(από allivegp, 11/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χυδαία ομοφοβική και γενικά σεξιστική ρίμα (γενικώς καταδικαστέα), που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά (σε β' πρόσωπο) ή ως επικριτική διαπίστωση (σε γ' πρόσωπο).

Διαδόθηκε κυρίως ως παραλλαγή του γνωστού παραδοσιακού άσματος Σαμιώτισσα, η οποία παραλλαγή είχε ως εξής: «Σαμιώτισσα Σαμιώτισσα, έμαθα πως το κάνεις, όχι από εκεί που κατουράς Σαμιώτισσα, αλλά από εκεί που κλάνεις».

Πάσα (Δ.Π.): Σφυρίζων

Εδώ παραδίδεται ως καφροπολιτικό σύνθημα ενάντια στις συμπαθείς πασοκομούνες, αδόμενο κατά το Σαμιώτισσα- Σαμιώτισσα:

Πασπίτισα-Πασπίτισα
έμαθα πως το κάνεις όχι από κει που κατουρείς πασπίτισα
αλλά απο κει που κλάνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified